Ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπος Καλλίνικος, Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, πού πρόσφατα ἁγιοκατατάχθηκε ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἕνας
ἅγιος σύγχρονος μέ ἐμᾶς, τόν ὁποῖο εἴχαμε τήν εὐλογία νά γνωρίσουμε καί νά λάβουμε διά τῶν τιμίων χειρῶν του τό χάρισμα τῆς διακονίας καί τῆς ἱερωσύνης. Συναναστραφήκαμε μαζί του, γνωρίσαμε τήν ἁγία βιοτή του, ἀκούσαμε τόν λόγο του «τόν γλυκερόν καί σωτήριον», πού ἦταν λόγος «ἐν Χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος», ἀφοῦ ἀνέβλυζε ὡς ἀπό πηγή, ἀπό καρδιά ἡ ὁποία ἦταν πλήρης Πνεύματος Ἁγίου, καί γι’ αὐτό ἄγγιζε τήν καρδιά καί μετάγγιζε σέ αὐτήν δύναμη, γλυκύτητα καί ἀληθινή παρηγοριά.
Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἀπό τήν πλευρά τοῦ πατέρα του καταγόταν ἀπό τόν Πλάτανο Ναυπακτίας. Γεννήθηκε στά Σιταράλωνα Θέρμου τοῦ Νομοῦ Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, τό ἔτος 1919. Ἀπό τήν μικρή του ἡλικία διδάχθηκε τά ἱερά γράμματα ἀπό τόν παπποῦ του, Ἱερέα Ἀθανάσιο, τόν πατέρα τῆς μητέρας του, καί ἔψαλλε μαζί του στίς ἀκολουθίες καί στήν θεία Λειτουργία.
Ὑπηρέτησε στήν Ἱερά Μητρόπολη Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας ὡς Γραμματεύς, Ἱεροκήρυξ καί Πρωτοσύγκελλος ἀπό τό 1942 μέχρι τό 1967 πού ἐκλέχθηκε Μητροπολίτης. Στά δεκαεπτά ἔτη τῆς ἀρχιερατείας του ἀνήγειρε καί ἀνεκαίνισε ἀρκετούς Ἱερούς Ναούς στήν Ἱερά Μητρόπολή του καί χειροτόνησε ὡς ἐπί τό πλεῖστον ἐκλεκτούς Κληρικούς, ἀφοῦ πρόσεχε πολύ τίς χειροτονίες.
Τούς πολλούς καί ποικίλους πειρασμούς τῆς ζωῆς του τούς ἀντιμετώπισε μέ πίστη, ταπείνωση καί ὑπομονή, καί λαμπρύνθηκε ὅπως τό χρυσάφι στό καμίνι. Μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ τέλεσε καί τελεῖ πολλά σημεῖα καί θαύματα, δηλαδή σωματικές θεραπεῖες καί πνευματικές ἀναγεννήσεις.
Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ σέ ἡλικία 65 ἐτῶν.
Στήν συνέχεια θά παρατεθοῦν τά κυριότερα σημεῖα τῆς θεοφιλοῦς πολι-τείας του καί τῆς ἐμπνευσμένης διδασκαλίας του, ὅπως διασώζονται στήν μνήμη μου καί τήν καρδιά μου.
- Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν ἄνθρωπος προσευχῆς καί ἀγαποῦσε πολύ τήν θεία Λειτουργία, γιά τήν ὁποία ἔλεγε ὅτι αὐτή, περισσότερο ἀπό ὅλα, ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο, καί ὅτι εἶναι τό «γλέντι» μας. Εἶπε κάποτε σέ Ἱερέα: «Νά μή σέ ἀξιώση ὁ Θεός Κυριακή ἡμέρα νά μή λειτουργήσης». Λειτουργοῦσε συνεχῶς, Κυριακές καί ἑορτές, σεμνά καί κατανυκτικά.
- Ἦταν ἁπλοῦς, πρᾶος, μειλίχιος, ἀνεξίκακος, ἀνεπίφθονος, ἐλεήμων, γεμάτος ἀρχοντική ἀγάπη. Ἐξυπηρετοῦσε τούς πάντες χωρίς διακρίσεις, καί συνήθιζε νά λέγη: «Νά ἐξυπηρετοῦμε τούς ἀνθρώπους γιά νά μᾶς συγχωρήση καί ἐμᾶς ὁ Θεός μερικές ἁμαρτίες». Εἶναι σημαντικός αὐτός ὁ λόγος, ἰδιαίτερα στίς ἡμέρες μας πού ἐπικρατεῖ ἡ φιλαυτία, ἡ ἰδιοτέλεια καί τό ἀτομικό συμφέρον καί οἱ ἄνθρωποι θέλουμε οἱ ἄλλοι νά μᾶς ἀγαποῦν καί νά μᾶς ἐξυπηρετοῦν, καί ὄχι ἐμεῖς νά τούς ἀγαπᾶμε καί νά τούς ἐξυπηρετοῦμε. Καί ὅταν δέν γίνονται τά πράγματα στήν ζωή μας ὅπως ἐμεῖς τά θέλουμε καί τά προγραμματίζουμε, τότε δυσανασχετοῦμε, παραπονούμαστε, γινόμαστε ἐπιθετικοί ἐναντίον τῶν ἄλλων καί τούς κατηγοροῦμε ὡς ἀχάριστους καί ἀγνώμονες.
- Κέντρο τῆς ζωῆς του ἦταν ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία, γι’ αὐτό καί ἔλεγε: «Ἔχουμε μεγάλες ἀπαιτήσεις ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἄν δέν ἀγαποῦν τόν Χριστό, πῶς εἶναι δυνατόν νά ἀγαποῦν ἐμᾶς;». Ἀκριβῶς, ἐπειδή ἀγαποῦσε τόν Θεό μέ ὅλο τό εἶναι του, γι’ αὐτό καί ἀγαποῦσε ἀληθινά καί τούς ἀνθρώπους, Καί τήν ἀρχοντική ἀγάπη του τήν αἰσθάνονταν καί αὐτά τά μικρά παιδιά, τά ὁποῖα ἔτρεχαν κοντά του, ὅπως τρέχει τό διψασμένο ἐλάφι «ἐπί τάς πηγάς τῶν ὑδάτων». Δίπλα στό Μητροπολιτικό οἴκημα ἦταν ἕνα Δημοτικό Σχολεῖο καί κάθε ἡμέρα τά παιδά ὅταν σχολοῦσαν, περνοῦσαν νά χαιρετήσουν τόν Δεσπότη. Ἦταν ἕνα θαυμάσιο θέαμα, νά τά βλέπη κανείς γύρω του, νά ἀσπάζονται τό χέρι του καί νά παίρνουν τήν εὐχή του, καθώς, ἐπίσης, καί τίς εἰκονίτσες, τά σταυρουδάκια καί τίς καραμέλες πού τούς μοίραζε. Καί ὅταν ἄρχιζε νά τούς μιλᾶ, σταματοῦσαν νά μιλᾶνε καί ἄκουγαν μέ προσοχή, καί στήν συνέχεια ἔφευγαν χαρούμενα, γιά ξανάλθουν πάλι τήν ἑπόμενη ἡμέρα.
- Ἤθελε οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι γύρω του καί συνεργάζονται μαζί του νά αἰσθάνονται ἄνεση καί ἐλευθερία καί νά κάνουν τό ἔργο τους μέ εὐχαρίστηση. Ἄν ἔβλεπε κάποιον νά δυσανασχετῆ καί νά εἶναι «μουτρωμένος», τόν ἀποδέσμευε.
-Δοκίμασε στήν ζωή του πολλούς καί ποικίλους πειρασμούς, κυρίως, ὅμως, συκοφαντήθηκε ὅσο λίγοι. Κάποτε, ἐρώτησα τόν ὅσιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη γιατί ὁ Μητροπολίτης Ἐδέσσης Καλλίνικος συκοφαντεῖται τόσο πολύ, καί μοῦ ἀπάντησε: «Γιατί ὁ διάβολος δέν ἔχει ἄλλον τρόπο νά τόν πολεμήση καί νά τόν βλάψη. Τούς ἁγίους τούς πολεμᾶ κυρίως μέ τήν συκοφαντία». Ἀντιμετώπισε, ὅμως, τούς πειρασμούς καί τίς δυσκολίες, καθώς ἐπίσης καί τήν ἀσθένειά του, στό τέλος τῆς βιολογικῆς ζωῆς του, μέ βαθειά πίστη, πνευματική ἀνδρεία καί ἐλπίδα στόν ζῶντα Θεό.
- Ὁ λόγος του ἦταν παρηγορητικός, ἐνισχυτικός, προφητικός, σωτήριος. Ἄγγιζε τήν καρδιά, τήν γλύκαινε καί στάλαζε μέσα σέ αὐτήν πίστη, δύναμη, παρηγοριά καί ἐλπίδα στόν ἀληθινό Θεό. Τόν ἄκουσα νά λέγη σέ Κληρικό, κατά τήν ὥρα τῆς χειροτονίας του. «Καί ἐσύ θά δοκιμάσης πειρασμούς. Ὁ προαιώνιος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, διά διαφόρων μέσων καί διά ἀνθρώπων θά σέ πολεμήση δριμύτερον, καί λέγω δριμύτερον διότι καί τώρα σέ πολεμᾶ. "Ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίει", κατά τούς λόγους τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Ἀλλά μή φοβηθῆς, μή δειλιάσης. Ἐάν ὅλον τόν οὐρανόν δῆς ἐναντίον σου, ἐάν ὅλην τήν γῆν δῆς ἐναντίον σου, μή φοβηθῆς, μή δειλιάσης, εἶναι μαζί σου ὁ Κύριος».
- Ἦταν σοφός κατά κόσμον καί κατά Θεόν. Σέ κάποιον πού αἰσθανόταν ὅτι ἀδικήθηκε καί ἀντιδικοῦσε μέ ἀνώτερό του στό ἀξίωμα, προκειμένου νά βρῆ, ὅπως νόμιζε, τό δίκαιό του, τοῦ εἶπε: «Μέ ἀνώτερό σου νά μή τά βάζης ποτέ, ἐπειδή ὅλοι θά δικαιώσουν ἐκεῖνον καί θά κατηγορήσουν ἐσένα». Καί γιά νά τεκμηριώση τόν λόγο του, τόνισε: «Μπορεῖ ὁ Προϊστάμενος νά ἔχη ἄδικο, ἀλλά ὅλοι θά κατηγορήσουν τόν Ὑφιστάμενο, π.χ. τόν Κλητήρα, πού τόλμησε νά τά βάλη μέ τόν Ὑπουργό». Ἤθελε νά μάθουν οἱ ἄνθρωποι νά ὑπομένουν τήν ἀδικία καί νά περιμένουν τήν δικαίωσή τους ὄχι ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἀπό τόν Θεό, τόν μόνον δίκαιο Κριτή. Αὐτός ἀνέθετε τά πάντα στόν Θεό καί ἦταν βέβαιος ὅτι τήν κατάλληλη στιγμή θά ἐπέμβη καί θά ὁμιλήση Ἐκεῖνος. Ἔλεγε: «Ζῆ Κύριος ὁ Θεός καί θά λαλήση Ἐκεῖνος. Θά λαλήση ὁ οὐρανός, καί ὅταν λαλῆ ὁ οὐρανός, τρέμει ἡ γῆ».
Ὁ περιορισμένος χῶρος δέν ἐπιτρέπει νά γραφοῦν περισσότερα. Τελικά εἶναι δύσκολο νά γράφει κανείς λίγα, ἀλλά «τοῖς φρονίμοις ὀλίγα». Νά μελετήσουμε τόν βίο του καί νά τόν ἐπικαλούμαστε. Προφθάνει ἀμέσως.
Πηγή: parembasis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου