Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Κυριακή 12 Μαρτίου 2017

Παραμυθίες και περιστατικά του Γέροντος Ανθίμου

Για τον μακαριστό όσιο Γέροντα Άνθιμο τον Πνευματικό (1913–1996), αναφέρει τα εξής ο ιερομόναχος Εφραίμ Κυκκώτης:
«Κάποτε, πήγα στη Μονή Διονυσίου να εξομολογηθώ και να πάρω την ευχή του σεβάσμιου Γέροντος παπα–Χαράλαμπου (1910–2001), ο οποίος με ανέπαυε πάντοτε. Αυτή τη φορά με ταλάνιζε έντονα ένα δύσκολο προσωπικό θέμα. Όταν τελείωσα την εξομολόγηση, μου υπέδειξε ο παπα–Χαράλαμπος να δω οπωσδήποτε τον παπα–Εφραίμ στα Κατουνάκια (1912–1998) και τον παπα–Άνθιμο τον Πνευματικό στην Αγία Άννα. Πήρα, λοιπόν, την ευχή του και κίνησα πρώτα για τα Κατουνάκια.
»Με δυσκολία είδα τον Γέροντα Εφραίμ, που μου είπε να μη φοβάμαι, γιατί είναι δοκιμασία και θα περάσει. Μου συνέστησε μόνο να λέγω την Ευχή και αυτή θα με ελευθερώσει από τον πειρασμό. Λαχανιασμένος, πήρα μετά την κατηφόρα για την Αγία Άννα. Με λαχτάρα ανείπωτη κατευθύνθηκα στον πολιό και άγιο Γέροντα Άνθιμο.
»Όταν τον αντίκρισα, η χαρά και η συγκίνησή μου ήταν πολύ μεγάλη. Ζήτησα να πάρω την ευχή του με δάκρυα στα μάτια και του ψιθύρισα:
»–Γέροντα, θέλω κάτι να σας πω!
»–Ξέρω, ξέρω, παιδί μου! Μη φοβάσαι, όμως, τίποτα! Ο Θεός και η Χάρη της Κυρίας των Αγγέλων είναι μαζί σου. Ο Θεός σε δοκιμάζει. Μη δείχνεις στον πειρασμό ότι τον φοβάσαι. Δεν μπορεί να κάνει τίποτε. Είναι το πιο θρασύδειλο ον που υπάρχει. Μόνο προσοχή και προσευχή. Το μεγαλύτερο όπλο μας είναι η συμμετοχή στα Μυστήρια της Εκκλησίας μας. Όταν εξομολογούμεθα και μεταλαμβάνουμε του Σώματος και του Αίματος του Σωτήρος Χριστού, δεν φοβούμεθα τις επιθέσεις του αντικειμένου.
»Εγώ δεν μπόρεσα από τη βαθιά μου συγκίνηση να αρθρώσω λέξη, γιατί ο Γέρων Άνθιμος ο Πνευματικός έδειχνε να γνώριζε όλο το πρόβλημά μου. 
»Αφού, λοιπόν, μου διάβασε μια ευχή, μου λέει: 
»“Ο Θεός μαζί σου! Και, κοίτα· θα βρεθεί και άλλος άριστος Πνευματικός που θα σε βοηθήσει. Μη λησμονείς μόνον ότι, εκείνος που έχει ένα ελάττωμα, για να κρύψει το δικό του, κατηγορεί τους άλλους. Έτσι, δεν στρέφεται η προσοχή των άλλων επάνω του. Εκείνος που εργάζεται την Ευχή του Ιησού, πολεμείται πολύ από τον μισόκαλο δαίμονα· αλλά δεν πρέπει να αποκάμνει. Όταν ο άνθρωπος έχει την ελπίδα του στον Θεό, είναι περιφραγμένος από τη θεία Χάρη και δεν επιτρέπει ο φιλεύσπλαχνος Κύριος να καταβληθεί αυτός από απελπισία. Πρέπει, τέλος, παιδί μου, να πιστέψεις ότι σε αγαπά ο Θεός, ακόμη κι αν όλοι οι άνθρωποι σε αποστραφούν!”.
»Αυτά τα λόγια του οσίου Γέροντος Ανθίμου μού έδωσαν φτερά στα πόδια και με αισθήματα χαρμολύπης κατηφόρισα από τα αγιασμένα χώματα της Αγίας Άννης προς τον Αρσανά της Σκήτης. 
»Κατεβαίνοντας, σε μια στροφή του ανήλιου και δύσβατου καλτεριμιού, άκουσα πίσω μου πατήματα. Σταμάτησα να ξαποστάσω και είδα εκστατικός να με πλησιάζει ο μακαριστός επίσκοπος Σιατίστης Αντώνιος (1920–2005). 
»Εκεί που πήγα να πάρω την ευχή του, μου λέει: 
»“Μη λυπάσαι! Ο Θεός είναι ζωή και χαρά! Όλα θα τα βολέψει· Αυτός μόνον, όταν θα πας στην πατρίδα σου, να βάλεις μετάνοια στον Αρχιεπίσκοπο και Αυτός θα σε βοηθήσει, παιδί μου. Ο Θεός μαζί σου και προσπάθησε να διατηρήσεις μέσα στην καρδιά σου την Ευχή του Ιησού”. 
Αυτός, λοιπόν, ήταν ο άνθρωπος που προέβλεψε ο Γέρων Άνθιμος ο Πνευματικός ότι θα βρεθεί στον δρόμο μου και θα με αναπαύσει!».
«Είναι παιδί της Παναγίας»
Ο κ. Θεόδωρος Πουλόπουλος είχε πάει με τον γιατρό κ. Νικολάου και τον αγιογράφο κ. Κουστώφ στο Άγιον Όρος. Ο Γέρων Άνθιμος τούς φιλοξένησε με αβραμιαία αγάπη και το πρωί μετά την ακολουθία άρχισε τη συζήτηση κάτω από τη μεγάλη απλωταριά. Μεταξύ των άλλων, είπε και για ένα προσωπικό του θέμα, για ένα μεγάλο και θαυμαστό γεγονός που συνέβη στον ίδιο τον Γέροντα Άνθιμο, το οποίο, ο αυτήκοος μάς το περιγράφει ως εξής:
«Υπήρχε κάποιος άρρωστος μοναχός στη Νέα Σκήτη. Ο πατήρ Άνθιμος, πρόθυμος πάντοτε να “εξυπηρετεί τις ανάγκες των αγίων” ασκητών και μοναχών (πρβλ. Ρωμ. 12, 13), πήρε το ραβδάκι του και πήγε να τον επισκεφθεί και να τον εξομολογήσει. Στον δρόμο της επιστροφής έπιασε τρομερό μπουρίνι και έγινε μούσκεμα. Δεν υπάρχει, βλέπετε, σ’ αυτή τη διαδρομή κάποιο σημείο να προφυλαχθεί κανείς. Ο ιδρώτας της ανηφόρας και η βροχή ανακατεύτηκαν στο γηρασμένο κορμί του Γέροντα και κρύωσε. Πήγε στην Καλύβη του και έπεσε βαριά άρρωστος στο ασκητικό του κρεβάτι από πνευμονία. Εκεί που ξάπλωνε, βλέπει να πέφτει ο τοίχος του κελιού του. Βλέπει τον ήλιο λαμπερό να ακτινοβολεί. Βλέπει, επίσης, δύο Αγγέλους να έρχονται να πάρουν τη ψυχή του και να λέει ο ένας προς τον άλλον: “Ας τον αφήσουμε λίγο ακόμα! Έχει έργο να επιτελέσει...”. Κοιτάζει, όμως, και προς τη μεριά της Σιθωνίας και βλέπει πλήθος δαιμόνων να τραβιούνται σαν τα σκυλιά. Ένας κατάμαυρος απ’ αυτούς, ο αρχηγός, είπε:
»–Σηκωθείτε να πάρουμε αυτόν που μας πολεμάει!
»Σηκώθηκε ο άλλος και είπε:
»–Δεν μπορούμε να τον πάρουμε! Αυτός είναι παιδί της Παναγίας!
»Και, με το λόγο αυτό, εξαφανίστηκαν...».
[Χαραλάμπους Μ. Μπούσια: «Ο Γέρων Άνθιμος ο Αγιαννανίτης» – Ο σοφός και θεοφόροςσύγχρονος πατέρας του Άθωνος– 
Επιμέλεια κειμένων: Φιλόλογος Παρέση Τσιρίδου - Μπούσια.
Κεφ. 3ο–§10 και Κεφ. 5ο–§9, σελ. 156–157 και 223–226,
Εκδόσεις «Μυγδονία», Θεσσαλονίκη, Ιούλιος 2000.
Επιμέλεια ανάρτησης, επιλογή θέματος και φωτογραφιών, πληκτρολόγηση κειμένου: π. Δαμιανός.]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου