Ὁ πανταχοῦ παρών, δὲν εἶσαι ἐντός μου διὰ τὴν ἁμαρτίαν μου, διὰ τοῦτο δὲν Σὲ ἀκούω, δὲν Σὲ βλέπω, δὲν Σὲ κατανοῶ.
Ὦ Παντελεήμων Κύριε, κατέβα, ταπεινώσου ἐντὸς τῆς καρδίας μου, τῆς ψυχῆς μου, τοῦ σώματός μου, ποὺ εἶναι ἅδης.
Ἀλλὰ Σὺ καὶ εἰς τὸν ἄδην κατῆλθες καὶ πάλιν ἔμεινες Θεός, ἔλα εἰς τὴν κόλασιν, διὰ νὰ τὴν μεταβάλῃς εἰς παράδεισον.
Διότι, ὅπου εἶσαι Σύ, ἤδη ἐκεῖ εἶναι ὁ παράδεισος, καὶ ὁ ἄνθρωπος διὰ Σοῦ ἤδη εἶναι ἄγγελος.
Ὅλη ἡ πεπτωκυία φύσις προσπίπτει ἐνώπιόν Σου μὲ μίαν σπαρακτικὴν κραυγήν: Κύριε ἐλέησον!
Ὁ πόνος μας μαζεύει ὅλον τὸν ἀνθρώπινον λόγον εἰς μίαν προσευχητικὴν βοήν: Κύριε ἐλέησον!
Ἐστραμμένοι πρὸς Σέ, εὑρίσκομεν ὅλην μας τὴν ὕπαρξιν νὰ πλημμυρίζει ἀπ᾿ αὐτὸν τὸν ἀναστεναγμόν: Κύριε ἐλέησον!
Τὰ δάκρυα ρέουν καὶ Σοῦ καταθέτουν ὅλην μας τὴν ψυχὴν μέσα εἰς αὐτὰς τὰς δύο λέξεις: Κύριε ἐλέησον!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου