Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

Αγρυπνία για την πρώτη επίσημη μνήμη του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου

Με κατανυκτική αγρυπνία εορτάστηκε η πρώτη επίσημη μνήμη του οσίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Λεμεσού. Κατά την διάρκεια του εσπερινού χοροστάτησε ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Αμαθούντος κ. Νικόλαος. Στη Θεία Λειτουργία συλλειτούργησαν ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης μας κ. Αθανάσιος με τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Αμαθούντος κ. Νικόλαο καθώς και πλειάδα κληρικών της Μητροπόλεώς μας.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι πιστοί είχαν την ευλογία να προσκυνήσουν την πρώτη εικόνα του Αγίου Πορφυρίου στην οποία αναγράφεται ως Άγιος της Εκκλησίας. Η εικόνα είχε παραγγελθει πριν ένα χρόνο από τον Πανιερώτατο Μητροπολίτη μας στην Ιερά Μονή Χρυσοπηγής Χανίων με την επιθυμία να αναγράφει την επωνυμία «ο Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης» όπως ήταν και στη συνείδηση του λαού.
Η εικόνα έφθασε στην Μητρόπολή μας την 26η Νοεμβρίου και την επομένη 27η Νοεμβρίου πληροφορηθήκαμε την απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την κατάταξη του Οσίου Γέροντος στο αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Η εικόνα θα παραμείνει στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Λεμεσού όπου θα εορτάζετε κάθε χρόνο πανηγυρικά η μνήμη του.
Σύντομο Βιογραφικό του Αγίου Πορφυρίου
Ο όσιος Γέρων Πορφύριος, κατά κόσμο Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης, γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906 στο χωριό Άγιος Ιωάννης Καρυστίας Ευβοίας. Οι γονείς του Λεωνίδας Μπαϊρακτάρης και η μητέρα του Ελένη, το γένος Αντωνίου Λάμπρου ήσαν πτωχοί, αλλ’ ευσεβείς γεωργοί κι φιλόθεοι άνθρωποι. Ο πατέρας του ήταν ψάλτης στο χωριό και είσαι γνωρίσει προσωπικά τον Άγιο Νεκτάριο. Η οικογένεια του ήταν πολυμελής και οι γονείς, φτωχοί γεωργοί, δυσκολεύονταν να τη συντηρήσουν. Γι’ αυτό ο πατέρας υποχρεώθηκε να φύγει στην Αμερική, όπου δούλεψε στην κατασκευή της διώρυγας του Παναμά.
Ο μικρός Ευάγγελος ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας. Φύλαγε πρόβατα στο βουνό και είχε παρακολουθήσει μόνο την πρώτη τάξη του δημοτικού, όταν αναγκάστηκε και αυτός λόγω της μεγάλης φτώχειας να πάει στην Χαλκίδα να δουλέψει. Ήταν μόλις 7 χρόνων. Εργάστηκε 2-3 χρόνια σ’ ένα κατάστημα. Μετά πήγε στον Πειραιά για δύο χρόνια όπου δούλεψε στο Παντοπωλείου ενός συγγενούς.
Στα δώδεκα του χρόνια έφυγε κρυφά για το Άγιον Όρος, με τον πόθο να μιμηθεί τον Άγ. Ιωάννη τον Καλυβίτη, του οποίου τον βίο είχε από παλαιά είχε διαβάσει και τον ίδιο ιδιαίτερα έχει αγαπήσει. Η χάρις του Θεού τον οδήγησε στην καλύβη του Γεωργίου Καυσοκαλυβίων και στην υποταγή δύο γεροντάδων, αδελφών κατά σάρκα, του Παντελεήμονος, ο οποίος και ήταν ο πνευματικός, και του Ιωαννικίου. Αφοσιώθηκε στους δύο Γέροντες του, που ήταν κατά κοινή ομολογία ιδιαίτερα αυστηροί, με μεγάλη αγάπη και με πνεύμα απόλυτης υπακοής.
Έγινε μοναχός σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών και πήρε το όνομα Νικήτας. Μετά από δύο χρόνια έγινε μεγαλόσχημος. Λίγο αργότερα ο Θεός του δώρισε το διορατικό χάρισμα.
Στα δεκαεννιά του χρόνια ο Γέροντας αρρώστησε πολύ σοβαρά, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει οριστικά το Άγιον Όρος. Επέστρεψε τότε στην Εύβοια, όπου εγκαταβίωσε στη Μονή του Αγίου Χαραλάμπους Λευκών. Ένα χρόνο αργότερα, το έτος 1926, σε ηλικία 26 χρόνων, χειροτονήθηκε ιερέας στον Άγιο Χαράλαμπο Κύμης από τον Πορφύριο Γ’, Αρχιεπίσκοπο Σινά,, ο οποίος του έδωσε το όνομα Πορφύριος. Στα είκοσι δύο του έγινε πνευματικός-εξομολόγος και λίγο αργότερα αρχιμανδρίτης. Για ένα διάστημα εργάστηκε ως εφημέριος στους Τσακαίους, χωριό της Εύβοιας.
Στην Εύβοια, στην Ιερά Μονή Αγίου Χαραλάμπους, έζησε δώδεκα χρόνια, διακονώντας τους ανθρώπους ως πνευματικός και εξομολόγος, και τρία χρόνια στην Άνω Βάθεια, στην εγκαταλελειμμένη Μονή του Αγίου Νικολάου.
Το 1940, παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Γέροντας Πορφύριος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ανέλαβε καθήκοντα εφημερίου και πνευματικού στην Πολυκλινική Αθηνών. Όπως ο ίδιος έλεγε, έζησε εκεί τριάντα τρία χρόνια σαν μια μέρα, ασκώντας ακαταπόνητα το πνευματικό έργο και ανακουφίζοντας τον πόνο και την ασθένεια των ανθρώπων.
Από το 1955 είχε εγκατασταθεί στα Καλλίσια , όπου είχε μισθώσει από την Ιερά Μονή Πεντέλης το εκεί ευρισκόμενο μονύδριο του Αγίου Νικολάου με την αγροτική περιοχή που το περιέβαλλε, την οποία καλλιεργούσε με μεγάλη επιμέλεια. Εδώ, παράλληλα, εξασκούσε το πλούσιο πνευματικό του έργο.
Το καλοκαίρι του 1979, εγκαταστάθηκε στο Μήλεσι με το όνειρο να κτίσει μοναστήρι. Εκεί ζούσε στην αρχή σε ένα τροχόσπιτο κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες και μετά σ’ ένα απέριττο κελλάκι από τσιμεντόλιθους, όπου και υπέμενε αγόγγυστα τις πολλές δοκιμασίες της υγείας του. Το 1984 μεταφέρθηκε σε κτίσμα του υπό ανέγερση μοναστηριού, για την ολοκλήρωση του οποίου ο Γέροντας, παρόλο που ήταν πολύ άρρωστός και τυφλός, εργαζόταν ακατάπαυστα και ακαταπόνητα. Με τη θεμελίωση του Καθολικού της Μονής της Μεταμορφώσεως, στις 26 Φεβρουαρίου 1990, αξιώθηκε να δεί το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα.
Τα τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής του άρχισε να προετοιμάζεται για την κοίμηση του. Επιθυμούσε να αποσυρθεί στο Άγιον Όρος, στα αγαπημένα του Καυσοκαλύβια, όπου μυστικά και αθόρυβα, όπως έζησε θα έδιδε την ψυχή του στον Νυμφίο της. Πολλές φορές τον άκουσαν ναν λέει: «Επιδιώκω και τώρα που εγήρασα να πάω και να πεθάνω εκεί πάνω».
Πράγματι, το οσιακό τέλος τον βρήκε στα Καυσοκαλύβια, στην καλύβη του, το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1991.
Τα τελευταία λόγια, που ακούστηκαν από το στόμα του ήταν από την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου, αυτά που τόσο αγαπούσε και πολύ συχνά επαναλάμβανε: «Ίνα ώσι έν».
Στην αγιοκατάταξη του Γέροντος Πορφυρίου προχώρησε η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κατά την συνεδρίασή της 27ης Νοεμβρίου, 2013 υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
Πηγή: Γ.Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Λόγοι περί Πνευματικής Ζωής, Ι.Μονή Χρυσοπηγής, Χανιά, 2004

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου