Φυλάσσεται στη Ιερά Μονή Μεγάλου Μετεώρου.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδουμε στα Αγία λείψανα τιμή και ευλαβική προσκύνηση, η όποια όμως δεν αποτελεί λατρευτική προσκύνηση η λατρεία. Τούτο γιατί κανείς ποτέ ορθόδοξος χριστιανός δεν ταύτισε στη σκέψη του τα τίμια λείψανα με «θεούς».
Ο οβελίσκος του Θεοδοσίου Α΄, είναι ένας Αιγυπτιακός
οβελίσκος του Φαραώ Τούθμωσι Γ΄, που βρίσκεται στην
Κωνσταντινούπολη, στο αρχαίο ιπποδρομίο και
επαναστήθηκε το 390 από τον Θεοδόσιο Α΄ως τιμητική
στήλη σε ανάμνηση των πολεμικών κατορθωμάτων του.
Στο σημείο αυτό μαρτύρησε ο Άγιος Νεομάρτυρας Νικόλαος.
Φωτογραφία του 1862
Ο Νικόλαος γεννήθηκε το 1520 στο Ψάρι Κορινθίας από τον Ιωάννη και την Καλή που όμως πέθαναν από άγνωστη αιτία περίπου το 1532.
Όταν πέθαναν οι γονείς του, ο Νικόλαος ήτανε μόλις δώδεκα ετών και έτσι ακολούθησε κάποιους συγχωριανούς του στην ξενιτιά, στην Σηλυβρία της ανατολικής Θράκης, κοντά στην Κωνσταντινούπολη.
Εκεί με μόχθο έβγαζε τον επιούσιο, εργάστηκε ακόμη και ως πλανόδιος παντοπώλης τροφίμων στον κεντρικό δρόμου της πόλης, ενώ αργότερα παντρεύτηκε μία γυναίκα Χριστιανή, απέκτησε παιδιά και ζούσε με χαρακτηριστικά Χριστιανικό τρόπο αλλά και Ελληνοπρέπεια.
Η έλλειψη και των πλέον απαραιτήτων όμως στα παιδικά του χρόνια, τον είχανε κάνει ιδιαίτερα ελεήμονα έναντι των φτωχών, χωρίς ποτέ να ξεχωρίζει αν ο φτωχός ήταν Χριστιανός ή Μωαμεθανός και αυτό τον έκανε ιδιαίτερα γνωστό και αγαπητό στους κατοίκους της περιοχής, αλλά δεν άργησε να προκαλέσει και το φθόνο των Τούρκων συναδέλφων του.
Τοιχογραφία του Αγίου από τον
ομώνυμο ναό του στο Ψάρι Κορινθίας
Αυτοί τον κατηγόρησαν ως υβριστή του προφήτη Μωάμεθ, στον Έπαρχο της Κωνσταντινούπολης Σινάν, ο οποίος ήταν συγγενής εξ αγχιστείας με τον τότε Σουλτάνο, Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή.
Ο Σινάν που ήταν από τους σκληρότερους διώκτες του Χριστιανισμού εκείνης της εποχής, διέταξε να συλληφθεί αμέσως ο Νικόλαος και να οδηγηθεί μπροστά του.
Ενώπιον του έπαρχου ο Νικόλαος αρνήθηκε την κατηγορία περί υβρισμού, αλλά ταυτόχρονα ευθαρσώς είπε στον Σινάν ότι μόνος Θεός είναι ο Θεός των Χριστιανών και αυτά τα λόγια του Νικόλαου εκνεύρισαν ιδιαίτερα τον έπαρχο, ο οποίος και απαίτησε από τον Νικόλαο να ασπαστεί αμέσως την θρησκεία των Μωαμεθανών, αν θέλει να σώσει τη ζωή του.
Η απάντηση του Νικολάου ήταν κατηγορηματικά αρνητική: «Όχι αυτό δεν θα γίνει ποτέ..» και τότε ο Σινάν εκτός εαυτού παρέδωσε τον Νικόλαο στους βασανιστές, οι οποίοι τον χτυπούσαν επί ώρες, με βέργες από ροδιά μέχρι που όλο του το σώμα έγινε μια πληγή και σχεδόν ημιθανή τον πέταξαν σε ένα άθλιο μπουντρούμι για τέσσερις ημέρες χωρίς νερό και φαγητό.
Την Πέμπτη ημέρα τον έφεραν και πάλι ενώπιον του έπαρχου ο οποίος σύμφωνα μα την πάγια πρακτική των Τούρκων άρχισε τώρα να του θυμίζει την οικογένειά του και να του τάζει μεγάλα αξιώματα αν αρνηθεί την πίστη του, μάλιστα του έταξε μεταξύ των άλλων να τον κάνει και έφορο του καινούργιου πτωχοκομείου που τότε κτιζόταν στην Πόλη.
Τοιχογραφία με το μαρτύριο του Αγίου από τον
ομώνυμο ναό του στο Ψάρι Κορινθίας
Η επιμονή αυτή του έπαρχου Σινάν και το τάξιμο υψηλών θέσεων στον Νικόλαο αν άλλαζε την πίστη του, δείχνουν ότι ο Νικόλαος έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στην περιοχή και για αυτό οι Τούρκοι ήθελαν οπωσδήποτε να τον εμφανίσουν ως «δικό τους» άνθρωπο.
Όμως ο Νικόλαος με σθένος και αποφασιστικότητα - παρά την σωματική του ταλαιπωρία - με στεντόρεια φωνή απαντά στις γαλιφιές του έπαρχου: «Μη χάνεις τα λόγια σου τύραννε, εγώ γεννήθηκα Έλληνας και Χριστιανός, αυτό δεν αλλάζει. Εσύ με την εξουσία που έχεις, κάνε ότι θέλεις. Ακόμα και αν με σφάξεις, ή αν με κάψεις, ή αν με τεμαχίσεις από το στόμα μου δεν θα ακούσεις τα λόγια που θέλεις».
Ο Σινάν τότε διέταξε να του περάσουν χοντρές αλυσίδες σε όλο το σώμα, τον έβαλαν μέσα σε ένα τσουβάλι και τον περιφέρανε όλη την ημέρα στους κεντρικούς δρόμους της Κωνσταντινούπολης ως κοινό εγκληματία με την γυναίκα και τα παιδιά του, να ακολουθούν την πομπή διακριτικά από φόβο ενώ στη συνέχεια τον οδήγησαν στον ιππόδρομο της Πόλης, όπου είχαν ανάψει τεράστια φωτιά.
Τοιχογραφία του Αγίου Νικολάου του Εξ Ιχθύος,
στον Ιερό Ναό Αγ. Ανδρέα στο Λαύριο Αττικής
Το μένος τους ήταν τόσο μεγάλο για τον μάρτυρα που τον έβαζαν και έβγαζαν από την φωτιά συνεχώς προκειμένου να κάνουν περισσότερο φρικτούς τους πόνους του. Η ηρεμία όμως στο πρόσωπο του Νικόλαου, παρ' όλους τους πόνους, έκανε έξαλλους τους συγκεντρωμένους φανατικούς, οι οποίοι για εξευτελισμό αλλά και για να μην βρεθούν μετά τα οστά του, έριχναν στη φωτιά ψόφια σκυλιά φωνάζοντας: «Να Γκιαούρη πάρε και τα αδέρφια σου».
Ήταν δώδεκα το μεσημέρι στις 14 Φεβρουαρίου του 1554, και ημέρα Πέμπτη όταν ο δήμιος αποκόπτοντας του την κεφαλή, έβαλε τέλος στο μαρτύριο του ενώ η τιμία κάρα του Νεομάρτυρα αγοράστηκε κρυφά από κάποιον Χριστιανό που πλήρωσε είκοσι χρυσά νομίσματα στον δήμιο και παραδόθηκε στη Μονή Μεγάλου Μετεώρου όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα θαυματουργούσα.
Ο σθεναρός τρόπος με τον οποίο ο Άγιος Νικόλαος, υπέμενε το μαρτύριο, εντυπωσίασε τον Ελληνισμό της εποχής του και η Εκκλησία μας τον ανεγνώρισε αμέσως Άγιο.
Τέσσερα μόλις χρόνια αργότερα από το μαρτύριο του, το 1558, ο τότε δεινός Θεολόγος της Ορθοδοξίας μας, Άγιος Δαμασκηνός ο Στουδίτης, συνέγραψε εγκωμιαστικό λόγο και ακολουθία του Αγίου Νικολάου τα οποία βρέθηκαν το 1928 στο Ιερό Βήμα της διαλυμένης Μονής Αγίας Τριάδος της Σιάμου, στην Πίνδο, από τον τότε Μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ (1874 - 1953).
Στον εγκωμιαστικό λόγο αναφέρει χαρακτηριστικά ο Δαμασκηνός ο Στουδίτης, ότι όπως μεγαλύνθηκαν η Αθήνα από τον Κέκροπα και η Σπάρτη από τον Λυκούργο, έτσι και το Ψάρι πατρίδα του Αγίου Νικολάου του εξ Ιχθύος της Κορινθίας, μεγαλύνεται γιατί Εκείνον εξέθρεψε και παραβάλει στη συνέχεια τον Άγιο με τους Μεγαλομάρτυρες Γεώργιο, Δημήτριο, Μερκούριο, Αρτέμιο, Νέστορα, Προκόπιο, Θεόδωρο, από τους οποίους όπως χαρακτηριστικά αναφέρει όχι μόνο δεν υστέρησε, «ΑΛΛΑ ΚΑΠΟΙΟΥΣ ΕΞ ΑΥΤΩΝ ΞΕΠΕΡΑΣΕ».
Η εκκλησία μας τιμά την μνήμη του στις 14 Φεβρουαρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου