Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων
Ήλθε η ώρα τον Μηνά να φέρουμε στο μέσον της διήγησης, τον Φιλόπονο, (*) που προΐστατο του εργαστηρίου του Αγίου Ανδρέα, που είναι στην περιοχή της Περώνης.
Αρρώστησε βαριά ο φιλόπονος, πυρετός σφοδρός ήταν το νόσημά του, ο οποίος πυρετός, προσβάλλοντάς τον συνεχώς και επιτεταμένα, εξαφάνισε όλη την υγρότητα της κοιλιάς του και οδήγησε σε έμφραξη των αφυδατωμένων εντέρων, στην οποίαν έμφραξη οι γιατροί επικεντρώθηκαν με βιασύνη για να τη διαλύσουν, αδιαφορώντας για τον πυρετό, ως μη τόσο επικίνδυνο, χρησιμοποιώντας αλοιφές και πολλά διαλύματα ως και τροφές, που περισσότερο έφθειραν το στομάχι του παρά θεράπευσαν το νόσημα. Αλλά, αφού προσπάθησε μ’ αυτά, τελικά τα σταμάτησε όλα, όχι μόνον γιατί κανένα από αυτά που του δόθηκαν δεν τον ωφέλησε, αλλά επιπροσθέτως και τον έβλαψαν στο μέγιστο βαθμό. Γιατί από αυτά, που έστελναν στο στομάχι του και που παρέμειναν μέσα στα έντερα χωρίς να μπορούν να βγουν, ο άνθρωπος κινδύνευε να πεθάνει κι έβλεπε την κοιλιά του λίγο-λίγο να φουσκώνει όλο και περισσότερο και να ανυψώνεται, χωρίς να βρίσκει καμιά ανακούφιση από την ανάγκη που τον απέπνιγε.
Αυτόν τον κίνδυνο υπομένοντας δύο εβδομάδες και μη μπορώντας άλλο να υποφέρει, κατέφυγε στον Κύρο και τον Ιωάννη, αφήνοντας στα χέρια τους τη ζωή και το θάνατο. Προσήλθε, όχι χρησιμοποιώντας τα πόδια του, ούτε άλογα ζώα καβαλικεύοντας, μήτε σε φορείο καθισμένος, επειδή δεν μπορούσε να καθίσει έτσι όπως είχαν φουσκώσει τα εντόσθιά του και είχε καταντήσει παράξενο θέαμα, αλλά ξαπλωμένος σε κρεβάτι, ενώ δεκαέξι άνθρωποι εναλλασσόμενοι τον υποβάσταζαν κατά τη μεταφορά.
Όταν έφτασε, οι μάρτυρες, επειδή τον λυπήθηκαν, από φιλανθρωπία την ίδια νύκτα τον επισκέπτονται σε όραμα, δίνοντάς του ένα ξερό σύκο και προτρέποντάς τον να το φάει, ότι αυτό μπορεί από τη νόσο κι απ’ τον Άδη να τον λυτρώσει. Αυτός, ξυπνώντας απ’ τον ύπνο –γιατί όνειρο ήταν το όραμα– νόμιζε ότι κρατούσε ακόμη στο χέρι του το σύκο, μη βρίσκοντάς το όμως, στεναχωριόταν σαν να έχασε την ίδια του τη ζωή. Καλεσε δε τη γυναίκα του και της διηγούνταν το όραμα και ότι διατάσσονταν να φάει το ξερό σύκο.
Εκείνη όμως, την ώρα που τον άκουγε παρατηρώντας το στρώμα του άντρα της, είδε να υπάρχει ένα σύκο πάνω σ’ αυτό, το άρπαξε αμέσως και ενώ ακόμη ο άντρας της της έλεγε και της εξιστορούσε το όραμα, του το φανέρωσε. Αυτός βλέποντας το σύκο, αμέσως ομολόγησε ότι είναι αυτό ακριβώς που είδε στον ύπνο του και ευθύς αμέσως ξανααπόκτησε και πάλι τη χαρά που είχε.
Αφού δε έφαγε το σύκο, που οι μάρτυρες του έδωσαν για τη σωτηρία της ζωής του, της σωτηρίας αυτής και πέτυχε. Γιατί, ενώ ακόμη είχε στο στόμα του και μασούσε το σύκο, η έμφραξη πήρε τέλος και αφού λύθηκε αυτό που δέσμευε την κοιλιά του, επείγονταν να πάει στο αποχωρητήριο. Και πηγαίνοντας σ’ αυτό όλη την ύλη, που είχε θησαυρίσει στην κοιλιακή του χώρα από την έμφραξη, την απέβαλε κι έγινε τόσο λεπτός στο σώμα, όσο ήταν και πριν πάθει την έμφραξη.
Και αφού τελείως θεραπεύτηκε, έγινε κήρυκας ευγνώμων της χάριτος των αγίων. Γιατί, αφού πήρε στον ώμο του το κρεβάτι, πάνω στο οποίο τον είχαν κουβαλήσει, έτρεχε στο δρόμο για την Αλεξάνδρεια, μιμητής γενόμενος του αρρώστου, που κείτονταν στην προβατική κολυμβήθρα και τον οποίον ο Χριστός, αφού τον θεράπευσε μετά από τριάντα οχτώ χρόνια, τον πρόσταξε να σηκώσει τον κρεβάτι του, και σε όλους κήρυττε των αγίων την απερίγραπτο δύναμη και την επενεργήσασα σ’ αυτόν μ’ αυτόν τον παράδοξο τρόπο χάρη.
(*) Φιλόπονος: επώνυμο χριστιανών μη κληρικών φιλοσόφων.
Από το βιβλίο: Αγίου Σωφρονίου Ιεροσολύμων, Αββάκυρος. Ο ισάγγελος βίος και τα παράδοξα θαύματα των Αγίων Άμπακίρ (Κύρου) και Αμπαγιοχάνα (Ιωάννου). Εισαγωγή, μετάφραση και σχόλια από τον Γιάννη Φουρτούνα, Θεολόγο. Εκδόσεις ΚΕ.Π.Ε., Αθήνα, σελ. 105.
Πηγή: koinoniaorthodoxias
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου