Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2021

[3] Επιλεγμένα αποφθέγματα του μακαριστού Γέροντος Σίμωνος Αρβανίτη (1/1/1901 – 4/3/1988)

31. Καθολικοί.
Στα θέματα της πίστεως ήταν απόλυτος και ασυμβίβαστος. Κάποτε ένας προσκυνητής είπε κάτι για τους Καθολικούς. Ο Γέροντας αμέσως άναψε και κοκκίνισε, και με χειρονομίες και έντονη φωνή είπε: «Οι Καθολικοί δεν έχουν Χάρη και έγιναν χίλια κομμάτια, διαλύθηκαν, δεν είναι εκκλησία οι Καθολικοί, δεν έχουν ιεροσύνη, δεν έχουν Μυστήρια, ακόμη και στον αγιασμό βάζουν αλάτι να μη βρωμίσει». (Β-43/44)

32. Νοερά προσευχή.
Μια ημέρα, λέει ο π. Ζωσιμάς (+2009), μου είπε ο Γέροντας Σίμων (+ 1988) περί νοεράς προσευχής: «Εγώ, πατέρα Ζωσιμά, μπορώ και τα δύο να κάνω: Να εξομολογώ τον κόσμο, να τους μιλάω, και να λέω και την νοερά προσευχή, χωρίς να εμποδίζομαι και να με κουράζει. Έχω και τα δύο μαζί». Ο Γέροντας, επίσης, μου είπε για την νοερά προσευχή:
«Όταν αρχίσεις να προσεύχεσαι και να λες το « Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», θα συγκεντρωθείς πρώτα στο μυαλό σου και θα αρχίζεις να την λες, αργά στην αρχή, να προσέξεις η συγκέντρωση και οι λέξεις, που θα λες, να πηγαίνουν μαζί και σιγά-σιγά θα την λες πιο γρήγορα. Όταν θα φεύγει ο νους σου και οι λέξεις σου δεν πάνε μαζί, θα την λες ξανά αργά. Όταν βλέπεις ότι πηγαίνεις καλά, θα την λες γρήγορα. Αυτό θα κάνεις κάθε φορά, που θα προσεύχεσαι με την νοερά προσευχή».

Όταν έδωσα τον λόγο μου στον Γέροντα ότι θα μείνω στο Μοναστήρι για Μοναχός, μια από τις πολλές συμβουλές, που μου έδωσε, ήταν: «Την νοερά προσευχή θα την λες, λέγοντας το Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με».
«Να είναι ευλογημένο», είπα.
Κάποτε ήλθε ένας προσκυνητής στο Μοναστήρι και είδα να κρατάει στο χέρι του ένα κομποσχοίνι μεγάλο και να λέει την ευχή πολύ γρήγορα. Σαν μηχανή πήγαινε το χέρι του. Εγώ τον κοιτούσα και απόρησα μέσα μου και έλεγα «τι ευχή να λέει άραγε και το κάνει τόσα γρήγορα»; Ήθελα να μάθω και τον ερώτησα πώς την λέει την ευχή και μου είπε: Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.
Καλά, του είπα, το «Υιέ του Θεού» γιατί δεν το λες; Δεν χρειάζεται, είπε, το ίδιο είναι. Με λίγες λέξεις λέγεται πιο γρήγορα. Εγώ το πίστεψα και άρχισα εκείνη την ημέρα να κάνω και εγώ το ίδιο με την ευχή. Φούσκωνα από την υπερηφάνειά μου, που έλεγα και εγώ γρήγορα την ευχή. Το βράδυ που κοιμήθηκα βλέπω στον ύπνο μου έναν αράπη γεροδεμένο, σαν παλαιστής ήταν. Είχαμε αγκαλιαστεί στήθος με στήθος και παλεύαμε. Αυτός είχε πολύ δύναμη.
Καταλάβαινα ότι δεν θα μπορούσα να τον νικήσω. Άρχισα να λέω την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Με τίποτα δεν ελευθερωνόμουν, πότε με έσπρωχνε αυτός πίσω, πότε εγώ. 
Αυτό γινόταν συνέχεια και έλεγα μέσα μου και απορούσα, να λέω την ευχή τόση ώρα και να μη μπορώ να ελευθερωθώ. Δεν ήξερα, τι άλλο να κάνω. Να λέω την ευχή συνέχεια πολύ και να μη πιάνει καθόλου. Είχα κουραστεί να παλεύω, είχα καταϊδρώσει. Εκείνη τη στιγμή θυμήθηκα να πω την ευχή, όπως μου είχε πει ο Γέροντας, «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με».
Ακούω τον σατανά να βγάζει μια κραυγή πολύ δυνατή «Όχι!!! Δεν μπορώ να το αντέξω αυτό».
Αμέσως έγινε ένας μαύρος καπνός και ελευθερώθηκα.
Εγώ έμεινα κατάπληκτος και είπα εκείνη τη στιγμή: «πόση δύναμη έχει η ευχή, όταν είναι μέσα και το «Υιέ του Θεού». Χίλιες φορές είπα την ευχή χωρίς «Υιέ του Θεού» και δεν ελευθερωνόμουν. Μια φορά είπα «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», δεν το άντεξε ο σατανάς, έσκασε και διαλύθηκε σαν καπνός.

Το πρωί πήγα και τα εξομολογήθηκα στον Γέροντα... Ο Γέροντας μου είπε: «Παιδί μου, η καλή προσευχή και η αληθινή έτσι είναι. Εσύ να μην κοιτάς πως την λένε οι άλλοι, να την λες όπως πρέπει». Γι’ αυτό επιβάλλεται να λέμε την νοερά προσευχή με το «Υιέ του Θεού», διότι είναι ομολογία πίστεως.1
Πρέπει αυτά να τα εφαρμόζουμε και να τα βιώνουμε, για να αισθάνεται ο χριστιανός ότι βρίσκεται μέσα στον οίκο του Θεού και να είναι συγκεντρωμένος. (Β- 105).
(Β-80/85)

33. Όχι «ευχή» και πολυλογία.
Μια ημέρα σκεφτόμουν τον Γέροντα και έλεγα: «Θεέ μου,
πώς ο Γέροντας τα κατάφερε και έφτασε τόσο ψηλά»; και λέγοντας αυτά ήρθα σε έκσταση και βλέπω τον Γέροντα ανάσκελα ξαπλωμένο κάτω με το κομποσχοίνι στο χέρι του και προσευχόταν ψυχή και σώματι με την νοερά προσευχή, κοιτάζοντας τον ουρανό. Εκεί που τον κοιτούσα, ανασηκώνεται λίγο προς τα επάνω από το έδαφος, με κοιτάζει αυστηρά με θυμό, με μάλωσε και είπε: «Δεν σ’ έχω πει, να μη μιλάς πολύ»; Με τον έλεγχο, που μου έκανε, τρόμαξα και συνήλθα αμέσως. Εγώ κατάλαβα πως, για να έχω την νοερά προσευχή, χρειάζεται
να φύγω από την πολυλογία, όπως λένε οι πατέρες «εκ γαρ πολυλογίας ουκ εκφεύξει αμαρτίας». Καταστροφή στην προσευχή είναι η πολυλογία. (Β-80/85)

34. Καλός τρόπος στην ομιλία.
Όταν θύμωνα, μου έκανε ο Γέροντας συστάσεις να μιλάω
με καλό τρόπο: «Να προσέχεις και τον καλό τρόπο και όχι σαν αστυνομικός. Να προσέχεις και το περπάτημά σου. Να μην είναι γρήγορες και νευρικές οι κινήσεις σου, διότι αυτό είναι της υπερηφανείας. Να είσαι σεμνός σ’ όλα, να είσαι πολύ ευσεβής, για να σε αγαπάνε όλοι. Να αποφεύγεις τους κακούς ανθρώπους, πολυλογάδες και φιλοκατήγορους, γ ια ν α μ η σ ου βγει το όνομα, γιατί δεν θα μπορέσεις κατόπιν να σταθείς πουθενά. Πάντα να σκέφτεσαι το καλό, να λες το καλό και να κάνεις το καλό. Και πάντα να θυμάσαι ότι εδώ δεν ήλθαμε για τίποτα άλλο, μόνο και μόνο να πάμε στον Παράδεισο». (Β-80/85)

35. Εξάψαλμος.
Έλεγε, ο γέροντας Σίμων, πως ο καλός Χριστιανός πρέπει να πηγαίνει
πρωί-πρωί στην εκκλησία τις Κυριακές και τις εορτές. Πρέπει να είναι μέσα, όταν ο ιερεύς βάζει το «ευλογητός», διότι η πρώτη προσευχή, που γίνεται, είναι ο «Εξάψαλμος», που είναι η προσευχή της κρίσεως, διότι με αυτήν την προσευχή θα κριθούμε όλοι μας. Εάν τύχει, πηγαίνοντας στην Εκκλησία, να έχει αρχίσει ο «Εξάψαλμος» και τον ακούσεις απ’ έξω να διαβάζεται, θα μείνεις επί τόπου, όπου τον ακούσεις, δεν θα κινηθείς καθόλου, ούτε ένα βήμα δεν θα κάνεις. Αν σου πει ο λογισμός σου, «μπες μέσα στην εκκλησία και κάθισε», εσύ να μην το κάνεις. Να μείνεις εκεί που βρίσκεσαι μέχρι να τελειώσει. Θα κάθεται ένας στα κεριά και δεν θα αφήνει κανέναν να κινείται αυτή την ώρα, διότι γίνεται η «κρίσις» και θα κριθούμε όπου βρεθούμε. Επίσης, θα σβήνει όλα τα κεριά, όταν αρχίζει ο «Εξάψαλμος», και θα τα ανάβει, μόλις τελειώσει. Τα κεριά πρέπει να σβήνουν, διότι εκείνη τη στιγμή κάνει την παρουσία του ο Χριστός, «το αληθινό φως».

36. Όχι έπαινοι.
Πολλές φορές ο Γέροντας έλεγε στον υποτακτικό του, π. Ζωσιμά, να μην
επαινεί κανέναν άνθρωπο, όσο καλός και αν είναι, ούτε και να τον κολακεύει και να τον θαυμάζει, γιατί είναι καλός χριστιανός κλπ, διότι του επιτίθεται μετά ο σατανάς, μεγάλο πόλεμο του στήνει και τον βλέπεις κατόπιν να γίνεται ο χειρότερος και τα χάνεις που έφτασε σ’ αυτό το σημείο, και είναι να τον λυπάσαι, που τον βλέπεις. (Β-110)

37. Σαρανταλείτουργο.
Μια χριστιανή ζήτησε από τον πατέρα Σίμωνα να κάνει ένα
σαρανταλείτουργο. Ο Γέροντας της είπε: «Ναι, παιδί μου, να ξέρεις ότι το σαρανταλείτουργο σώζει κεκοιμημένους και ζωντανούς. Έχει πολύ μεγάλη ωφέλεια και θα σου πω ένα περιστατικό: Είχε έλθει κάποτε μια χήρα γυναίκα, είχε πεθάνει ο άνδρας της και ζήτησε να κάνει ένα σαρανταλείτουργο, γιατί ο άνδρας της δεν ήταν και πολύ κοντά στο Θεό. Δεν πρόλαβε να τελειώσει το σαρανταλείτουργο και η γυναίκα βλέπει στον ύπνο της τον άνδρα της γεμάτο πληγές ξεραμένες να της λέει: «Εκεί που πήγες και μ’ αυτό που για μένα έκανες, με βγάλανε από εκεί που ήμουνα και οι πληγές αρχίζουν να επουλώνονται». Και όταν μου το είπε, της ξαναείπα ότι το σαρανταλείτουργο σώζει ανθρώπους». (Β-114 / 115 / 116)

38. Ο ηγούμενος της Μονής Φιλοθέου για τον π. Σίμωνα.
Ο Άγγελος, ένας πνευματικός αδελφός του πατρός Ζωσιμά, του είπε ότι, όταν πήγε στο Άγιον Όρος, συνάντησε στη Μονή Φιλοθέου τον ηγούμενο της Μονής, πατέρα Εφραίμ, και τον ρώτησε, αν γνώριζε τον Γέροντα Σίμωνα Αρβανίτη.
Ο πατήρ Εφραίμ τότε του μίλησε για την αγιότητά του και του ανέφερε και το εξής περιστατικό:
«Είχα πάει μια μέρα στο Μοναστήρι του Γέροντα, στον Άγιο Παντελεήμονα, στην Πεντέλη.
Συνάντησα τον Γέροντα, που με προσπέρασε, πηγαίνοντας προς την εκκλησία, και του λέω αμέσως: «Πάτερ Σίμωνα, ήρθα να σε δω και να πάρω την ευχή σου». Και μου απαντά ο Γέροντας: «Δεν βλέπεις, παιδί μου, που με τραβάει από το χέρι ο Άγιος Παντελεήμονας και με πάει στην εκκλησία»; (Β-122)

39. Κατάκριση και πάθη.
Είπε ο Γέροντας: «Παιδί μου, όλα τα πάθη προέρχονται από την κατάκριση. Αν κόψεις την κατάκριση, κόβονται και τα πάθη». (Β-122)

40. Υπομονή στις δοκιμασίες.
«Παιδί μου, όταν έχεις δοκιμασίες και πειρασμούς, να μην
έχεις αγωνία, πότε θα ελευθερωθείς, αλλά να ξέρεις ότι κάνοντας υπομονή, τότε τελειοποιείσαι».
Μια κυρία είπε στον Γέροντα: «Την ευλογία σου, πατέρα Σίμωνα». Ο Γέροντας της είπε: «Παιδί
μου, την ευχή μου θα σου δώσω, την ευλογία την δίνει ο Θεός». (Β-122)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου