Ο Όσιος Γέροντας Παΐσιος ήταν υποτακτικός του παπα Τύχωνος και τόν γηροκόμησε τίς τελευταῖες ἡμέρες, τόν ἔθαψε καί τόν διαδέχθηκε στό Καλύβι. Ἐκοιμήθη στίς 10 Σεπτεμβρίου τοῦ 1968, ἀφοῦ προηγουμένως εἶδε σέ ὅραμα τήν Παναγία μαζί μέ τόν ἅγιο Σέργιο τοῦ Ραντονέζ καί
τόν ἅγιο Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, πού τοῦ προεῖπαν ὅτι θά περάσει ἡ ἑορτή τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου καί θά τόν πάρουν.
Διηγεῖται γιά τή θαυμαστή κοίμησή του ὁ Ἅγιος Γέροντας Παΐσιος:«Μιά μέρα ἀπό ἐκείνες τίς τελευταῖες του, εἶχα βγεῖ ἔξω, γιά νά τοῦ φέρω λίγο νερό. Ὅταν ἄνοιξα μετά καί μπήκα στό Κελλί του, μέ κοιτοῦσε παράξενα καί μοῦ λέγει: «Ἐσύ, ὁ Ἅγιος Σέργιος εἶσαι;».
«Ὄχι, Γέροντα, εἶμαι ὁ Παΐσιος».
«Τώρα, παιδί μου, ἦταν ἐδῶ ἡ Παναγία, ὁ Ἅγιος Σέργιος καί ὁ Ἅγιος Σεραφείμ.
Ποῦ πῆγαν;».
Κατάλαβα ὅτι κάτι γίνεται καί τόν ρώτησα:
«Τί σοῦ είπε ἡ Παναγία;».
«Θά περάσει ἡ Πανήγυρη καί μετά θά μέ πάρει».
Ἦταν ἀπόγευμα, παραμονή τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, 7 Σεπτεμβρίου 1968 καί μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες, στίς 10 Σεπτεμβρίου, ἀναπαύθηκε ἔν Κυρίω.
Τήν προτελευταῖα ἡμέρα μοῦ εἶχε πεῖ ὁ Γέροντας: «Αὔριο θά πεθάνω καί θέλω νά μήν κοιμηθής, γιά νά σέ εὐλογήσω».
Ἐγώ τόν λυπόμουνα ἐκεῖνο τό βράδυ, πού κουραζόταν, γιατί συνέχεια τρεῖς ώρες εἶχε τά χέρια του ἐπάνω στό κεφάλι μου, μέ εὐλογοῦσε καί μέ ἀσπαζόταν γιά τελευταῖα φορά. Γιά νά ἐκφράση καί τήν εὐγνωμοσύνη του γιά τό λίγο νερό πού τοῦ εἶχα δώσει στά τελευταία του, μοῦ ἔλεγε: «Γλυκό μου Παΐσιο, ἐμεῖς, παιδί μου, θά ἔχουμε ἀγάπη εἰς αἰῶνας αἰώνων ἡ ἀγάπη εἶναι ἀκριβή ἡ δική μας. Ἐσύ θά κάνης εὐχή ἀπό ἐδῶ, καί ἐγώ θά κάνω ἀπό τόν οὐρανό.
Πιστεύω ὅτι θά μέ ἐλεήση ὁ Θεός, γιατί ἑξῆντα χρόνια, παιδί μου, καλόγηρος, συνέχεια ἔλεγα Κύριε Ἰησού Χριστέ, ἐλέησόν με».
«Ἐγώ θά λειτουργῶ πιά στόν Παράδεισο. Ἐσύ νά κάνης εὐχή ἀπό ἐδῶ, καί ἐγώ θά ἔρχομαι κάθε χρόνο νά σέ βλέπω». Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἐκείνες οἱ δέκα τελευταῖες ἡμέρες, πού παρέμεινα κοντά του, ἦταν ἡ μεγαλύτερη εὐλογία τοῦ Θεοῦ γιά μένα, γιατί βοηθήθηκα περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά, ἀφοῦ μοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά τόν ζήσω λίγο ἀπό κοντά καί νά τόν γνωρίσω καλύτερα. Ἡ πρώτη του λοιπόν φορά πού μοῦ ἔκανε τήν πρώτη του ἐπίσκεψη ἦταν στίς 10 Σεπτεμβρίου 1971, τό βράδυ, μετά τό μεσονύκτιο. Ἐνῶ ἔλεγα τήν εὐχή, βλέπω ξαφνικά τόν Γέροντα παπα-Τύχωνα νά μπαίνει στό Κελλί! Πετάχθηκα καί τοῦ ἔπιασα τά πόδια καί τά φιλοῦσα μέ εὐλάβεια. Δέν κατάλαβα ὅμως πῶς μοῦ ξεγαντζώθηκε ἀπό τά χέρια μου καί, καθώς ἔφευγε, τόν εἶδα νά μπαίνει στόν Ἱερό Ναό καί ἐξαφανίσθηκε. Μετά τήν κοίμησή του ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Γέροντας Παΐσιος ἔγραψε τόν βίο τοῦ παπα-Τύχωνα, ἔπειτα ἀπό τή θαυμαστή ἐμφάνισή του μέσα στό Κελλί του. Τό βιβλίο ὀνομάζεται: «Ἁγιορεῖται Πατέρες»!” .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου