Ο άγιος και ένδοξος μάρτυς του Χριστού Παντελεήμων γεννήθηκε στη Νικομήδεια από πατέρα ειδωλολάτρη, τον Ευστόργιο, που είχε το αξίωμα του συγκλητικού, και από μητέρα χριστιανή, την Ευβούλη, οι οποίοι του έδωσαν το όνομα Παντολέων.
Τη μόρφωσή του εμπιστεύθηκαν σε έναν φημισμένο ιατρό, τον Ευστόργιο, και σε λίγο χρόνο ο Παντολέων απέκτησε τέλεια γνώση της ιατρικής επιστήμης σε σημείο μάλιστα που ο αυτοκράτορας Μαξιμιανός Γαλέριος, μαθαίνοντας για τις ικανότητές του, σχεδίαζε να τον προσλάβει στο παλάτι ως προσωπικό του ιατρό.
Καθημερινά ο νεαρός Παντολέων περνούσε μπροστά από το σπίτι όπου κρυβόταν ο άγιος Ερμόλαος [26 Ιουλ.], και ο όσιος ιερέας διακρίνοντας στην όψη του το ποιόν της ψυχής του, τον προσκάλεσε μια μέρα να εισέλθει στο σπίτι και άρχισε να του διδάσκει ότι η ιατρική επιστήμη δεν μπορεί να προσφέρει παρά αδύναμη ανακούφιση στη βαθειά πάσχουσα φύση μας, την υποκείμενη στον θάνατο, και ότι μονάχα ο Χριστός, ο μόνος αληθινός Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων μας, ήλθε να μας χαρίσει τη Σωτηρία, δίχως φάρμακα και εντελώς δωρεάν. Η καρδιά του Παντολέοντος γέμισε χαρά ακούγοντας τα λόγια αυτά, και έτσι ο νέος άρχισε να συχνάζει στο σπίτι του Ερμολάου, από τον οποίο κατηχήθηκε στο μεγάλο Μυστήριο της Πίστεως. Μια μέρα, επιστρέφοντας από τον Ευφρόσυνο, βρήκε στον δρόμο ένα παιδί νεκρό από δάγκωμα οχιάς. Κρίνοντας μέσα του πως είχε ήδη έλθει η ώρα να δοκιμάσει την αλήθεια των επαγγελιών του Ερμολάου, ο Παντολέων επικαλέσθηκε το Όνομα του Χριστού και αμέσως το παιδί αναστήθηκε ενώ το φίδι ψόφησε. Έτρεξε στον Ερμόλαο γεμάτος χαρά και ζήτησε να λάβει δίχως χρονοτριβή το άγιο Βάπτισμα. Έμεινε κατόπιν κοντά στον άγιο γέροντα για να χαρεί ως νεοφώτιστος τις ουράνιες διδαχές του και επέστρεψε στο σπίτι του την όγδοη ημέρα. Στις ερωτήσεις του ανήσυχου πατέρα του, απάντησε ότι είχε μείνει στο παλάτι ασχολούμενος με τη νοσηλεία ενός ανθρώπου του αυτοκράτορα. Κρατώντας ακόμη μυστικό το γεγονός της μεταστροφής του, προσπάθησε εν τούτοις με μεγάλο ζήλο να πείσει τον Ευστόργιο για τη ψυχόλεθρη πλάνη και ματαιότητα της λατρείας των ειδώλων.
Λίγο αργότερα, έφεραν στον συγκλητικό έναν τυφλό που παρακάλεσε τον Παντολέοντα να τον θεραπεύσει, γιατί είχε αναλώσει χωρίς αποτέλεσμα την περιουσία του σε άλλους γιατρούς. Έχοντας την εμπιστοσύνη του στον Χριστό που ενοικούσε πλέον μέσα του με δύναμη, ο νέος διαβεβαίωσε τον έκπληκτο πατέρα του ότι θα τον θεράπευε με τη χάρη του Διδασκάλου του. Σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τα μάτια του τυφλού, επικαλούμενος τον Χριστό, και αμέσως ο άνθρωπος βρήκε το φως όχι μόνο των σωματικών οφθαλμών του, αλλά και εκείνων της ψυχής, γιατί αναγνώρισε πως ο Χριστός τον είχε θεραπεύσει. Βαπτίσθηκε από τον άγιο Ερμόλαο μαζί με τον Ευστόργιο, ο οποίος εκοιμήθη εν ειρήνη λίγο αργότερα.
Ο Παντολέων μοίρασε τότε την κληρονομία του στους πτωχούς, ελευθέρωσε τους δούλους του και επιδόθηκε με ακόμη μεγαλύτερο ζήλο στη φροντίδα των ασθενών, από τους οποίους ζητούσε αντί άλλης αμοιβής να πιστέψουν στον Χριστό που είχε έλθει στον κόσμο να μας θεραπεύσει από όλες τις αρρώστιες μας. Οι άλλοι γιατροί της Νικομήδειας άρχισαν να τον φθονούν και, καθώς είχε φροντίσει έναν ασθενή που μόλις είχε βασανισθεί με εντολή του αυτοκράτορα, άδραξαν τότε την ευκαιρία για να τον καταδώσουν στον Μαξιμιανό. Ακούγοντας με λύπη την κατάθεση κατά του προστατευομένου του, ο αυτοκράτορας κάλεσε τον πρώην τυφλό και τον ανέκρινε σχετικά με τα μέσα που χρησιμοποίησε ο Παντολέων για να του δώσει το φως του. Όπως ο εκ γενετής τυφλός του Ευαγγελίου, έτσι και ο άνθρωπος αυτός αποκρίθηκε με απλότητα ότι τον είχε θεραπεύσει ο Παντολέων επικαλούμενος το Όνομα του Χριστού και ότι το θαύμα αυτό του είχε χαρίσει το αληθινό φως της Πίστεως. Εξοργισμένος ο αυτοκράτορας, πρόσταξε να τον αποκεφαλίσουν και έστειλε τους ανθρώπους του να αναζητήσουν τον Παντολέοντα. Όταν ο άγιος βρέθηκε ενώπιόν του, τον έμεμψε ότι είχε προδώσει την εμπιστοσύνη του και τον κατηγόρησε για ύβρη κατά του Ασκληπιού και των άλλων θεών με την πίστη του στον Χριστό, έναν άνθρωπο που πέθανε μόνος και σταυρωμένος. Ο άγιος τού απάντησε ότι η πίστη και η ευσέβεια απέναντι στον αληθινό Θεό είναι ανώτερες από τα πλούτη και από όλες τις τιμές του μάταιου τούτου κόσμου και, για του λόγου το ασφαλές, πρότεινε στον Μαξιμιανό να τον δοκιμάσει. Έφεραν λοιπόν έναν παραλυτικό, υπέρ του οποίου ανέπεμψαν κατ’ αρχήν δέηση οι ιερείς των ειδώλων, υπό τη χλεύη του αγίου, χωρίς να φέρουν όμως κανένα αποτέλεσμα. Ο Παντολέων τότε ανέπεμψε την προσευχή του στον Κύριο και παίρνοντας το χέρι τον παραλυτικό τον θεράπευσε στο Όνομα του Χριστού. Πολλοί ειδωλολάτρες βλέποντας τον άνθρωπο να βαδίζει περιχαρής πίστεψαν στον Θεό, ενώ οι εθνικοί ιερείς πίεσαν τον αυτοκράτορα να θανατώσει τον επικίνδυνο αυτόν ανταγωνιστή.
Καθώς ο Μαξιμιανός τού υπενθύμισε τα μαρτύρια στα οποία είχε υποβληθεί ο άγιος Άνθιμος, αρχιεπίσκοπος της Νικομηδείας [3 Σεπτ.], ο Παντολέων αποκρίθηκε ότι εάν ένας γέρος άνθρωπος είχε επιδείξει τόσο θάρρος, πολύ περισσότερο οι νέοι θα έπρεπε να αποδειχθούν ανδρείοι μπροστά σε κάθε δοκιμασία. Αφού ούτε οι κολακείες ούτε οι απειλές δεν μπόρεσαν να τον κάνουν να ενδώσει, ο τύραννος τον παρέδωσε στα βασανιστήρια. Τον έδεσαν σε έναν στύλο και του ξέσχισαν τα πλευρά με σιδερένια νύχια, ενώ εν συνεχεία έκαυσαν τις πληγές με δαυλούς. Ο Χριστός όμως, εμφανιζόμενος στον άγιο με τη μορφή του πνευματικού του πατρός, του Ερμολάου, του είπε: «Μη φοβάσαι τίποτε, τέκνο μου, γιατί Εγώ είμαι μαζί σου και θα έχεις την αρωγή Μου σε ό,τι κι αν πάθεις για Μένα!». Αμέσως οι δαυλοί έσβησαν και οι πληγές του αγίου θεραπεύθηκαν. Από τη στιγμή εκείνη, ο Κύριος τον συνόδευε και τον κρατούσε αβλαβή σε όλες τις δοκιμασίες, είτε όταν τον έριξαν σε λιωμένο μολύβι είτε όταν τον πέταξαν στη θάλασσα δεμένο με μια βαριά πέτρα. Εν συνεχεία τον παρέδωσαν στα θηρία, αλλά κι εκεί ο Χριστός τον προστάτευσε και τα ζώα έρχονταν να κυλιστούν στα πόδια του γλείφοντάς τα τρυφερά σαν να ήταν κατοικίδια. Ο τύραννος όμως, παραμένοντας πιο άγριος και από τα άλογα ζώα, διέταξε να δέσουν τον άγιο σε έναν τροχό εφοδιασμένο με κοφτερές λάμες που τον άφησαν να κυλήσει από υψηλό τόπο μπροστά σε όλη την πόλη που είχε συγκεντρωθεί για το θέαμα. Πάλι ο Κύριος παρενέβη θαυματουργικά, λύοντας τον δούλο Του από τα δεσμά του, ενώ ο τροχός στο σαρωτικό πέρασμά του συνέτριψε πλήθος ειδωλολατρών.
Στις ερωτήσεις του Μαξιμιανού, που ήθελε να μάθει από ποιον είχε τη δύναμη αυτή και πώς οδηγήθηκε στη χριστιανική Πίστη, ο Παντολέων υπέδειξε το μέρος όπου κρυβόταν ο Ερμόλαος, διότι ο Θεός τού είχε αποκαλύψει ότι είχε φθάσει πια ο καιρός, εκείνος και ο διδάσκαλός του, να ομολογήσουν και να τελειωθούν διά του μαρτυρίου. Μετά τον ένδοξο θάνατο του αγίου Ερμολάου και των συν αυτώ, ο τύραννος κάλεσε εκ νέου τον Παντολέοντα και, υποκρινόμενος ότι οι μάρτυρες είχαν δήθεν λυγίσει, προσπάθησε να τον πείσει να θυσιάσει. Αντί για όποια άλλη απάντηση, ο άγιος ζήτησε να τους δει. Ο ηγεμόνας απάντησε ότι τους είχε στείλει σε άλλη πόλη και ο Παντολέων είπε προς αυτόν: «Είπες την αλήθεια χωρίς να το θέλεις, ψεύτη, γιατί αυτοί τώρα βρίσκονται στην Άνω Ιερουσαλήμ!». Βλέποντας ότι δεν μπορούσε να νικήσει την αποφασιστικότητά του, ο Μαξιμιανός διέταξε να τον αποκεφαλίσουν και να κάψουν το σώμα του.
Ο άγιος έφθασε περιχαρής στον τόπο της θανάτωσής του έξω από την πόλη, αλλά τη στιγμή που ο δήμιος ύψωσε το ξίφος του, το ξίφος έλιωσε όπως ακριβώς το κερί στη φωτιά. Μπροστά στο θαύμα αυτό, οι στρατιώτες που ήσαν εκεί ομολόγησαν το Όνομα του Χριστού. Ο Παντολέων τούς παρότρυνε ωστόσο να εκπληρώσουν το έργο τους και ανέπεμψε μια τελευταία προσευχή. Μια φωνή εξ ουρανού τού απάντησε: «Δούλε πιστέ, η επιθυμία σου θα εκπληρωθεί, οι πύλες του Ουρανού είναι ανοικτές για σένα, ο στέφανός σου έτοιμος. Θα υπάρξεις εφεξής ως καταφυγή των απεγνωσμένων, αρωγή των δοκιμαζομένων, ιατρός των ασθενών και τρόμος των δαιμόνων, γι’ αυτό και το όνομά σου δεν θα είναι πια Παντολέων, αλλά Παντελεήμων». Έκλινε τότε τον αυχένα και, όταν έπεσε η κεφαλή του, γάλα έτρεξε από τον λαιμό του, το σώμα του έγινε λευκό σαν το χιόνι και η ξερή ελιά στην οποία ήταν δεμένος πρασίνισε αίφνης και έδωσε πλούσιο καρπό. Οι στρατιώτες, που είχαν διαταχθεί να κάψουν το λείψανο του αγίου, τελικά το παρέδωσαν σε πιστούς που το έθαψαν με τιμή στο κτήμα του Αδαμαντίνου του Σχολαστικού και πήγαν να διαδώσουν το Καλό Άγγελμα σε άλλους τόπους. Έκτοτε τα τίμια λείψανα του αγίου Παντελεήμονος δεν έπαυσαν να χαρίζουν την ίαση και τη Χάρη του Χριστού, του μόνου Ιατρού των ψυχών και των σωμάτων, σε όσους τα ασπάζονται με πίστη και ευλάβεια.
— ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ —
Ἦχος γ΄.
Ἀθλοφόρε Ἅγιε καὶ ἰαματικὲ Παντελεῆμον, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
— ΕΤΕΡΟΝ ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ —
Ἦχος ὁ αὐτός. Θείας πίστεως.
Χάριν ἔνθεον, εἰσδεδεγμένος, ῥῶσιν ἄφθονον ἀεὶ παρέχεις, καὶ ψυχῶν τε καὶ σωμάτων τὴν ἴασιν, τοῖς τῷ ἁγίῳ ναῷ σου προστρέχουσι, Παντελεῆμον ἐλέους θησαύρισμα, Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
— ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ —
Ἦχος πλ. α΄. Αὐτόμελον.
Μιμητὴς ὑπάρχων τοῦ Ἐλεήμονος, καὶ ἰαμάτων τὴν χάριν παρ’ αὐτοῦ κομισάμενος, Ἀθλοφόρε καὶ Μάρτυς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, ταῖς εὐχαῖς σου τὰς ψυχικὰς ἡμῶν νόσους θεράπευσον, ἀπελαύνων τοῦ ἀεὶ πολεμίου τὰ σκάνδαλα, ἐκ τῶν βοώντων ἀπαύστως· Σῶσον ἡμᾶς Κύριε.
— ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ —
Ῥεῖθρα ἰαμάτων ὡς ἐκ πηγῆς, χάριτι θαυμάτων, βλύζει χρήζουσι δωρεάν, ὁ Παντελεήμων, ὁ πάνσοφος ἀκέστωρ· οἱ ῥώσεως διψῶντες, δεῦτε ἀρύσασθε.
[Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου: «Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 11ος, Ιούλιος, σελ. 303–305.
Διασκευή εκ του Γαλλικού: Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση Κειμένου: Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος», Αθήναι Ιούνιος 2008.
Επιμέλεια ανάρτησης, επιλογή θέματος και φωτογραφιών, πληκτρολόγηση κειμένων:π. Δαμιανός.]
Πηγή: toeilhtarion
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου