Πρωτοπρεσβυτέρου Στεφάνου Κ. Ἀναγνωστόπουλου
Σὲ μία κωμόπολι τῆς Βορείου Ἑλλάδος ζοῦσε μία κοπέλα τυφλή, ὀνόματι Ἀσπασία. Ἦταν ὀρφανή, πολὺ φτωχὴ καὶ ἐγκαταλελειμμένη ἀπ᾿ ὅλους, γι᾿ αὐτὸ μεγάλωσε χωρὶς νὰ μπορέση νὰ μάθη γράμματα.
Ἦταν περίπου 18-20 ἐτῶν, ὅταν πέρασε κάποιος Ἱεροκήρυκας τῆς Μητροπολιτικῆς Περιφέρειας καὶ τὴν εἶδε, τὴν πῆρε μαζί του καὶ τὴν ἔβαλε στὴν Σχολὴ Τυφλῶν στὴν Θεσσαλονίκη καὶ ἔτσι ἔμαθε ἀνάγνωσι διὰ τῆς ἁφῆς κατὰ τὸ σύστημα τῶν τυφλῶν. Ἐν συνεχείᾳ, ἀφοῦ ἔμαθε καλῶς νὰ διαβάζη, τῆς χάρισε καὶ μία Καινὴ Διαθήκη, γραμμένη στὴν ἴδια γλῶσσα, στὴν γλῶσσα τῶν τυφλῶν. Ἄρχισε λοιπὸν ἡ κοπέλα νὰ τὴν διαβάζη ψηλαφώντας την μὲ τὰ δάκτυλα καὶ ὅσο τὴν μελετοῦσε τόσο μάθαινε ποιὸς ἦταν ὁ Χριστὸς καὶ τὶ ἔκανε γιὰ αὐτὴν προσωπικὰ καθὼς καὶ γιὰ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Καὶ ὅσο μάθαινε, τόσο γαλήνευε καὶ εἰρήνευε ἡ ταραγμένη της καρδιά. Ὁ πόνος ἀπὸ τὰ βασανιστικὰ χρόνια ποὺ πέρασε, μαλάκωσε μέσα ἀπὸ τὴν μελέτη τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ ἡ Ἀσπασία γέμισε ἀπὸ χαρὰ καὶ εἰρήνη. Πλημμύρισε ἀπὸ εὐτυχία. «Βρῆκα τὴν χαρά», ἔλεγε. «Τώρα ἄνοιξαν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου καὶ ἂν λείπουν τὰ μάτια τοῦ σώματος, δὲν μὲ πειράζει... Μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μπορῶ νὰ δῶ ὅλο τὸν κόσμο...». Ἔβλεπε τὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε Θεία Λειτουργία καὶ ἐχαίρετο...
Κάποτε ὅμως ἔπαθε μία φοβερὴ δερματικὴ νόσο ποὺ ἐπρόσβαλε ἀκόμη καὶ τὰ χέρια της, τὰ ὁποῖα «κάηκαν», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χάση ἀπὸ τὰ δάκτυλά της τὴν ἁφή... Δὲν μποροῦσε πλέον νὰ ψηλαφήση τὴν Ἁγία Γραφὴ οὔτε καὶ κανένα ἄλλο ἱερὸ βιβλίο... Ἡ λύπη της καὶ ὁ πόνος της ἦταν ἀπερίγραπτος. Ἔκλαιγε μέρα-νύκτα... Εἶχε χάσει τὴν δυνατότητα νὰ παίρνη δύναμι καὶ χαρὰ μέσα ἀπὸ τὸ ἅγιο Βιβλίο. Τῆς ἔμεινε ὅμως ἡ προσευχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Ἔκανε λοιπὸν πολλὴ προσευχὴ γιὰ νὰ δώση ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μία καλὴ λύσι. Καὶ ὁ Θεὸς ἀπάντησε... Μία ἡμέρα πῆρε μὲ λαχτάρα τὸ ἱερὸ Βιβλίο, τὴν Καινὴ Διαθήκη, καὶ τὸ ἔφερε στὸ στόμα της, γιὰ νὰ ἀσπασθῆ τὰ γράμματά του, ποὺ αὐτὰ τὰ γράμματα, μᾶς μεταφέρουν τὴν σο- φία τοῦ Θεοῦ, τὴν λύτρωσι καὶ σωτηρία. Καὶ τότε ἀνακάλυψε κάτι παράξενο: κατάλαβε ὅτι μποροῦσε νὰ διαβάζη τὴν γραφὴ τῶν τυφλῶν μὲ τὰ χείλη της! Τῆς Ἀσπασίας ἡ ζωὴ πάλι γέμισε χαρά, τὴν ὁποία τῆς ἔδινε ἡ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν παράδοξη μελέτη, ἦλθε ἡ δοξολογία, ἦλθε ἡ εὐχαριστία, ἦλθε ἡ ζῶσα προσευχή! Μελετοῦσε καὶ ὕστερα ἔκανε προσευχὴ μετὰ δακρύων γιὰ ὅσους εἶχαν τὰ ἴδια προβλήματα μὲ σωματικὲς ἀναπηρίες καὶ ἀσθένειες καὶ ἰδιαιτέρως προσευχὴ γιὰ ὅσους ἦσαν τυφλοὶ στὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία... Μὲ τὴν προσευχή της ἔβλεπε τὸν Θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ Τὸν παρακαλοῦσε καὶ Τὸν ἱκέτευε γιὰ τοὺς πτωχούς, τὰ ὀρφανά, τοὺς ἀνέργους, τοὺς ἀστέγους, γιὰ ὅλους τοὺς ἀσθενεῖς. Γιὰ τοὺς καλοὺς καὶ τοὺς κακούς, γιὰ τοὺς ἀγαθοὺς καὶ τοὺς πονηρούς, γιὰ τοὺς δικαίους καὶ τοὺς ἀδικουμένους, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ ἐξακολουθοῦν νὰ ἀδικοῦν τὸν κόσμο... γιὰ τοὺς ἄρχοντες καὶ τοὺς ἀρχομένους. Ὅλοι τους νὰ φωτισθοῦν καὶ ὅλοι τους νὰ δοῦν τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό, τὸν Χριστό, τὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου!
Κάποτε, ἀρρώστησε βαρειά. Ἐξωμολογήθηκε γιὰ τελευταία φορὰ καὶ κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ζήτησε τὴν Καινὴ Διαθήκη, εἶπε νὰ τὴν ἀνοίξουν καὶ ἀνοικτὴ νὰ τὴν ἀκουμπήσουν στὰ χείλη της. Ἅπλωσε τὰ χέρια της ἡ Ἀσπασία καὶ τὴν κράτησε γερά, ἀλλὰ ξεψυχισμένα. Οἱ οἰκεῖοι της κατὰ Θεία Πρόνοια τὴν ἄνοιξαν στὸ Α´ κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου. Ἐπαναλαμβάνοντας συνεχῶς τὸ «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν», ἡ Ἀσπασία παρέδωσε τὸ πνεῦμα της καὶ ἡ ψυχούλα της πέταξε ψηλὰ στὸν οὐρανό, ἐνῶ συγχρόνως πλημμύρισε τὸ δωμάτιό της μὲ ἄρρητη γλυκύτατη εὐωδία!... Εἶναι καὶ αὐτὴ μία ἀφανὴς ἁγία!...
Πηγή: inagiounikolaoutouneou
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου