Ἀπόσπασμα ὁμιλίας πού ἐκφωνήθηκε στό Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας κατά τούς πανηγυρικούς ἑορτασμούς τῆς ὀκτακοσιαετηρίδος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μαχαιρᾶ, τήν Κυριακή 21 Ὀκτωβρίου 2001.
Ὁ Ἁγιοτόκος Ἄθωνας μέσα ἀπό τήν ὑπερχιλιόχρονη ἱστορική ζωή του ἔχει ἀναδείξει πάμπολλες ὁσιακές μορφές.
Ἐμεῖς στήν παροῦσα ὁμιλια μας θά ἀναφερθοῦμε στόν μακάριο Γέροντα Ἰωσήφ τόν Ἡσυχαστή, ὁ ὁποῖος ἔζησε γιά σαράντα περίπου χρόνια στό Ἅγιον Ὄρος, καί ἀποτελεῖ μία σύγχρονη μαρτυρία ὅτι ὁ Ἄθως δέν παύει νά ἐπιτελεῖ τό ἕργο του, νά δημιουργεῖ ἁγίους.
Ἁγίους οἰκουμενικούς, πού μέ τόν φωτεινό βίο τους καί τήν κεχαριτωμένη διδασκαλία τους ἐπηρεάζουν ὅλη τήν Ἐκκλησία μας, ἡ ὁποία μέσῳ αὐτῶν σεμνύνεται, λαμπρύνεται καί δοξάζεται.
Ἁγίους οἰκουμενικούς, πού μέ τόν φωτεινό βίο τους καί τήν κεχαριτωμένη διδασκαλία τους ἐπηρεάζουν ὅλη τήν Ἐκκλησία μας, ἡ ὁποία μέσῳ αὐτῶν σεμνύνεται, λαμπρύνεται καί δοξάζεται.
Ὁ Γέροντας Ἰωσήφ γεννήθηκε στό χωριό Λεῦκες τῆς νήσου Πάρου τό 1898. Ἦταν προορισμένος «ἐκ κοιλίας μητρός» νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό καί νά γίνει συνεργός Του γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἡ μητέρα του ὅταν τόν γέννησε εἶδε σέ ὅραμα ἕνα ἄγγελο νά τῆς παίρνει τό μωρό· ὅταν ἐκείνη διαμαρτυρήθηκε, ὁ ἄγγελος τῆς ἔδειξε ἕνα σημειωματάριο μέ γραμμένη τήν ἐντολή ὅτι ὁπωσδήποτε ἔπρεπε νά πάρει τό μωρό.
Σέ ἡλικία περίπου 23 ἐτῶν εἶδε σέ ὅραμα ὅτι ὁ ἐπουράνιος Βασιλέας τόν καλοῦσε νά ὑπηρετήσει στά ἀνάκτορά του. Αὐτό τόν ἔκανε νά σκέφτεται συνεχῶς τήν αἰώνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί νά βιάζει τόν ἑαυτό του μέ κάθε εἴδους ἄσκηση καί κακοπάθεια στήν Πεντέλη καί στά γύρω βουνά τῆς Ἀθήνας, ὅπου τότε ἔμενε.
Ἔτσι μετά ἀπό λίγο διάστημα δοκιμασίας ἀπαρνεῖται τόν κόσμο καί ἔρχεται στό Ἅγιον Ὄρος, ποθώντας νά ζήσει τήν ἀσκητική ζωή. Ἦταν ἄνθρωπος ἐξαιρετικῆς σωματικῆς δυνάμεως καί ἀνδρείας μέ ἰσχυρή θέληση· ἔγινε ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς. Τό χάρισμα τῆς ἀδιάλειπτης νοερῆς προσευχῆς τοῦ δόθηκε ἀπό τήν Παναγία, ὅταν ἦταν ἀκόμα δόκιμος μοναχός.
Ἄσκησε στό ἔπαρκο τήν νηστεία, τήν ἀγρυπνία καί τήν προσευχή. Κατά τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἔτρωγε μία φορά τήν ἡμέρα 75 γραμμάρια ἀλεύρι πού τό ἔβαζε μέ λίγο νερό καί ἀλάτι. Τίς ὑπόλοιπες ἡμέρες τοῦ χρόνου ἕναν μικρό κονσερβοκούτι ἀποτελοῦσε τήν ἡμερήσια μεζούρα γιά τήν ποσότητα τοῦ φαγητοῦ του. Στά πρῶτα ὀκτώ χρόνια τῆς ἀσκήσεώς του δέν κοιμήθηκε σέ στρῶμα, πάνω σέ ἕνα σκαμνί τόν ἔπαιρνε λίγο ὁ ὕπνος. Ἀγρυπνοῦσε μέχρι περίπου τήν αὐγή τοῦ ἡλίου ὡς τό τέλος τῆς ζωῆς του.
Καθημερινή του ἐργασία, ἐκτός τῶν ἄλλων πνευματικῶν καθηκόντων του, ἦταν νά λέει τήν εὐχή νοερῶς ἐπί ἕξι συνεχόμενες ὥρες καί χωρίς νά μετεωρίζεται ὁ νοῦς του. Κύριο ἔργο του ἀποτελοῦσε ἡ νήψη, ἡ τήρηση τοῦ νοῦ. Αὐτή ἡ νοερά ἐργασία τόν ὁδηγοῦσε σέ αὐτεμεμψία καί αὐτογνωσία, σέ ἔντονη φλογερή προσευχή μετανοιάς καί σέ συχνές ἁρπαγές τοῦ νοῦ μέσα στήν θεωρία τοῦ ἀκτίστου φωτός τοῦ Θεοῦ.
Ὁ μακάριος Γέροντας ἦταν ἀγράμματος, ἀμόρφωτος κατά κόσμον, ἀλλά ἔγινε θεοδίδακτος καί σοφός κατά Θεόν. Βίωσε τήν θεία Χάρη, τήν πρώτη ἐπίσκεψή της, τήν συστολή της (τήν Θεοεγκατάλειψη κατά τόν ἀείμνηστο Γέροντα Σωφρόνιο) , ἀλλά καί τήν ἀνάκλησή της μέ μόνιμη καί αἰσθητή παρουσία κατά τό τελειωτικό πνευματικό στάδιο.
Ἀξιώθηκε πολλές φορές νά δεῖ ἀγγέλους. Μία φορά ἕνας ἄγγελος τόν κοινώνησε μέ τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, κάτι πού σπάνια συναντοῦμε στούς βίους τῶν Ἁγίων. Ἄλλη φορά τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων τρεῖς ἄγγελοι ἐμφανίσθηκαν ἐνώπιόν του, τόν θυμίαζαν, τόν εὐλογοῦσαν καί ἔψαλλαν «ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε, ἀλληλούια».
Εἶχε αὐτό πού θά ἔλεγε ἀργότερα ὁ Γέροντας Παΐσιος πνευματική τηλεόραση, ἄν καί ἔδινε μεγαλύτερη σημασία στήν διάκριση τῶν πνευμάτων πού τήν χαρακτήριζε ὡς ἅλας γιά τήν ζωή τῶν μοναχῶν. Πάμπολλες φορές, ὅπως μᾶς λέει καί τώρα ὁ βιογράφος του, ὁ Γέροντάς μας Ἰωσήφ ὁ Βατοπαιδινός –πού εἶχε τήν εὐλογία νά εἶναι ὑποτακτικός του-, ὅταν βρισκόταν γιά τίς ἀνάγκες τῆς συνοδίας σέ κάποιο μακρινό διακόνημα γιά ἀρκετό χρονικό διάστημα καί οἱ ἐκεῖ περιστάσεις τόν στενοχωροῦσαν, ἔστελνε ὁ μακάριος Γέροντας γράμμα πού τοῦ ἐξηγοῦσε τί τοῦ συμβαίνει, γιατί τοῦ συμβαίνει καί πῶς θά ἐπιτευχθεῖ ἡ ἔκβαση αὐτοῦ τοῦ πειρασμοῦ.
Χωρίς κἄν νά τοῦ μιλήσει κάποιος, λάμβανε πληροφορία γιά τήν ἐσωτερική κατάσταση τοῦ ἄλλου. Πολλές φορές διέκρινε ἔτσι τούς αἱρετικούς πού τόν πλησίαζαν, δίχως καμμία συνομιλία μέ τόν ἐπισκέπτη.
Ὅταν μία φορά ἐπέμενε ὁ Γέροντάς μας Ἰωσήφ ὁ Βατοπαιδινός νά μάθει τόν τρόπο τῆς πληροφορίας του γιά γεγονότα πού ἐλάμβαναν χώρα σέ διαφορετικό χῶρο καί χρόνο, τοῦ ἀνέφερε τό ἑξῆς περιστατικό: «Κάποτε καθόμουν ἐδῶ στό παράθυρο γονατιστός καί ἔλεγα τήν εὐχή.
Σέ μιά στιγμή, ὅπως κρατοῦσα τόν νοῦ μου στήν ἐνέργεια τῆς εὐχῆς μέ ἐπεσκίασε τό θεῖο φῶς καί ὁ νοῦς μου ἄρχισε νά πλατύνεται τόσο, πού ὅλα μοῦ ἔγιναν φωτεινά πλεόν καί ἔβλεπα ὅλην τήν πλευρά τοῦ τόπου μας, ἀπό τά Κατουνάκια ὡς τά μοναστήρια κάτω μέχρι τήν Δάφνη.
Τότε εἶδα τόν π. Ἀθανάσιο (κατά σάρκα ἀδελφό του) νά ἔρχεται πρός ἐμᾶς ἀπό τό μονοπάτι τοῦ Ἁγίου Παύλου φορτωμένος μέ τόν μεγάλο ντορβά του καί ἔμεινα νά τόν παρακολουθῶ, ἕως ὅτου ἦρθε μέχρις ἐδῶ.
Τόν ἔβλεπα σέ ὅλες τίς κινήσεις του, ποῦ καθόταν νά ξεκουραστεῖ ἤ ἀκουμποῦσε τό φορτίο του, στήν πηγή τῆς Ἁγίας Ἄννης, στόν μύλο ὅπου σταμάτησε νά πιεῖ νερό, καί μέχρι πού ἔφθασε στήν πόρτα μας καί πῆρε τό κλειδί, ἄνοιξε, μπῆκε μέσα καί ἦρθε μπροστά μου καί ἔβαλε μετάνοια»1.
Εἶχε φλογερή ἀγάπη πρός τήν Κυρία μας Θεοτόκου.
Μόνο πού ἄκουγε τό ὄνομά Της, δάκρυζε ἀπό τόν θεῖο πόθο καί τόν πάναγο ἔρωτα. Εἶχε ἄμεση ἐπαφή, γνώριζε τήν Παναγία μας -ὅπως ἔλεγε καί ὁ ἴδιος- μέ τήν διπλή τῆς ἰδιότητα, τήν μητροπαρθενική2. Συνήθως μετά ἀπό σκληρές δοκιμασίες καί περιόδους μεγάλων θλίψεων τοῦ ἐμφανιζόταν ἡ Παναγία γιά νά τόν παρηγορήσει.
Τοῦ τόνιζε συνέχεια «δέν σοῦ εἶπα νά ἔχεις τήν ἐλπίδα σου σέ ἐμένα, γιατί ἀποθαρρύνεσαι;»3. Μία φορά στό ἐκκλησάκι τοῦ Τιμίου Προδρόμου στίς σπηλιές τῆς Μικρῆς Ἁγίας Ἄννας, ἀπό τό τέμπλο πού βρίσκεται ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἐμφανίστηκε ζωντανή, ὁλόσωμη καί ὁλόφωτη ἡ Θεοτόκος καί εἶπε στόν Γέροντα «νά, πάρε τόν Χριστό», ὁ Γέροντας ὅμως συστάλθηκε καί δέν ἔκανε καμμία κίνηση· τότε τό θεῖο Βρέφος χάϊδεψε μέ τό χέρι Του τρεῖς φορές στό μέτωπο καί στό κεφάλι τόν μακάριο Γέροντα4. Μετά ἀπό μία μεγάλη θλίψη του εἶδε μέσα σέ ἄπλετο θεῖο φῶς τόν Χριστό ἐσταυρωμένο καί νά τοῦ λέει: «Ἰδέ, πόσα ἐγώ ὑπέφερα δι’ ἐσένα». Καί ὅπως ἀναφέρει ὁ ἴδιος· «ὅλαι αἱ θλίψεις μου ὡς καπνός διελυθησαν»5.
1. Γέροντος Ἰωσήφ Βατοπαιδινοῦ, Ὁ Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής, ἔκδ. Ἰερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, 52001,σ.138-139.
2. Ἔνθ.ἀνωτ., σ.156.
3. Ἔνθ.ἀνωτ., σ.156.
4. Ἔνθ. ἀνωτ., σ.156.
5. Ἔνθ.ἀνωτ.,Ἐπιστολή 37, σ.228.
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος
Ἐτήσια ἔκδοσις τῆς ἱερᾶς κοινοβιακῆς
Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
Ἔτος 2002 ἀριθμ. 27
Ἐπιμέλεια κειμένου: anavaseis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου