ΜΑΡΤΥΡΙΑ: Κύριος Αναστάσης απο Γρεβενά
Ηταν καλοκάιρι του ΄90 μάλλον. Ήμασταν μια μεγάλη παρέα στο υπαίθριο σαλόνι του γέροντα Παϊσίου. Σαλόνι το λέμε, γιατί ήταν γεμάτο κούτσουρα κομμένα, για να κάθεται ο κόσμος, που μαζευόταν εκεί.
Κάποια στιγμή δεν μιλούσε κανείς.
Να πούμε κάτι βρε παιδιά, λέει ο γέροντας.
Πέστε μας εσείς κάτι ωφέλιμο, του λέει κάποιος.
Να πώ λέει αν είναι εγώ. Εσείς οι παντρεμένοι έχετε παιδιά;
Έχουμε, είπαν κάποιοι.
Τα αγαπάτε;
Εμ βέβαια, παιδιά μας είναι.
Μήπως τα μαλλώνετε, τα καταριέστε αν δεν ακούν;
Ε, οχι πάτερ δεν φτάνουμε ως εκεί!
Μήπως τα στέλνετε στον να μην πώ;
Άμα καμμιά φορά μας σκάνε....
Ακούστε μια ιστορία παιδιά μου, μας είπε, δική μου είναι με κάτι παιδιά από τα δικά μου μέρη. Ήρθαν να με βρούνε δυο παλληκάρια, να με παρακαλέσουν να κάνω κάτι γιατί δεν μπορούσαν να στεργιώσουν έναν αρραβώνα, δεν μπορούσαν να παντρευτούν.
Ήταν δυο αγόρια και μια αδερφή, ορφανά από πατέρα, μια χαροκαμένη μάνα τα μεγάλωσε. Πολύ καλά παιδιά. Όλοι τους σε ηλικία γάμου, και κανένα παντρεμένο. Μέχρι αρραβώνα έφτασε κάποιο, αλλά όλο κάτι γινόταν και σε γάμο δεν φτάσανε.
Έκανα προσευχή πολλή για την οικογένεια αυτή. Μου ξανάρθανε , φαντάστηκα ότι θα παντρεύτηκε κάποιο. Δέν γίνεται τίποτε πάτερ μου λένε, κακορίζικοι είμαστε.
Μήπως βρε καλά μου παιδιά σας καταράστηκε κανείς, προσευχήθηκα πολύ για σας, γιατί δεν βλέπω πρόοδο;
Τι να πούμε πάτερ, αν ξέραμε κι εμείς δεν θα ερχόμασταν και ξαναρχόμασταν! Κάνε κάτι, εκεί που πάει να δέσει ένας αρραβώνας να γίνει ο γάμος, κάτι γίνεται και χαλάει αμέσως.
Μήπως βρε καλά μου παιδιά σας καταριέται η μάνα σας, αυτό σαν κάτι να μου λέει, ότι είναι κατάρα.
Όχι πάτερ μου, τι λες, μας αγαπάει η μάνα μας, είναι καλή! Μόνο άμα την σκάμε να πούμε την αλήθεια, θυμώνει και μας λέει " κούτσουρο να μείνεις, και κούτσουρο να μείνεις " με νεύρα.
Πέστε το βλογημένα παιδιά, λέω κι εγώ... Βρέ ξέρετε τι σημαίνει αυτό;
Ε! που να ξέρουμε πάτερ, το λέει πάντα! Κούτσουρο είναι ένα ξεραμμένο ξύλο, ούτε φύλλα, ούτε καρπό δίνει. ΄Ετσι κι εσείς μένετε χωρίς προκοπή κι οικογένεια, να της πείτε να το σταματήσει αμέσως, μπορεί να φαίνεται αθώο, αλλά είναι από την μάνα και πιάνει, κατάρα είναι κι αυτό!
Δεν πέρασε πολύς καιρός, νά τα πάλι τα παλληκάρια.
Βρέ καλώς τα παιδιά, πώς πάτε;
Πάτερ να σου φιλήσουμε το χέρι, παντρευτήκαμε όλοι, μπήκε τάξη στην ζωή μας. Το είπαμε στην μάνα μας αυτό με την κακιά ευχή και τό έκοψε ευτυχώς αμέσως. Και μπήκαν όλα σε μια σειρά, τάκα τάκα βρήκαμε τα ταίρια μας.
Να έχετε την ευχή μου παιδιά μου, τους είπα και χάρηκα πολύ, γιατί ήταν από καλή οικογένεια.
Έτσι, μας είπε ο πατήρ Παΐσιος, σας είπα αυτήν την ιστορία για να καταλάβετε, ότι ούτε για αστείο δεν λέμε στα παιδιά μας να πάνε να μην πω που...Κι αυτή ακόμα η ακούσια κατάρα από τους γονείς πιάνει, έχει δύναμη η κατάρα των γονιών. Κι εκείνη η μάνα δεν το έλεγε με κακία, από συνήθεια το έλεγε όταν νευρίαζε, πού να ξέρει τι κακό θα έκανε στα παιδιά της όμως!
Κάποια στιγμή δεν μιλούσε κανείς.
Να πούμε κάτι βρε παιδιά, λέει ο γέροντας.
Πέστε μας εσείς κάτι ωφέλιμο, του λέει κάποιος.
Να πώ λέει αν είναι εγώ. Εσείς οι παντρεμένοι έχετε παιδιά;
Έχουμε, είπαν κάποιοι.
Τα αγαπάτε;
Εμ βέβαια, παιδιά μας είναι.
Μήπως τα μαλλώνετε, τα καταριέστε αν δεν ακούν;
Ε, οχι πάτερ δεν φτάνουμε ως εκεί!
Μήπως τα στέλνετε στον να μην πώ;
Άμα καμμιά φορά μας σκάνε....
Ακούστε μια ιστορία παιδιά μου, μας είπε, δική μου είναι με κάτι παιδιά από τα δικά μου μέρη. Ήρθαν να με βρούνε δυο παλληκάρια, να με παρακαλέσουν να κάνω κάτι γιατί δεν μπορούσαν να στεργιώσουν έναν αρραβώνα, δεν μπορούσαν να παντρευτούν.
Ήταν δυο αγόρια και μια αδερφή, ορφανά από πατέρα, μια χαροκαμένη μάνα τα μεγάλωσε. Πολύ καλά παιδιά. Όλοι τους σε ηλικία γάμου, και κανένα παντρεμένο. Μέχρι αρραβώνα έφτασε κάποιο, αλλά όλο κάτι γινόταν και σε γάμο δεν φτάσανε.
Έκανα προσευχή πολλή για την οικογένεια αυτή. Μου ξανάρθανε , φαντάστηκα ότι θα παντρεύτηκε κάποιο. Δέν γίνεται τίποτε πάτερ μου λένε, κακορίζικοι είμαστε.
Μήπως βρε καλά μου παιδιά σας καταράστηκε κανείς, προσευχήθηκα πολύ για σας, γιατί δεν βλέπω πρόοδο;
Τι να πούμε πάτερ, αν ξέραμε κι εμείς δεν θα ερχόμασταν και ξαναρχόμασταν! Κάνε κάτι, εκεί που πάει να δέσει ένας αρραβώνας να γίνει ο γάμος, κάτι γίνεται και χαλάει αμέσως.
Μήπως βρε καλά μου παιδιά σας καταριέται η μάνα σας, αυτό σαν κάτι να μου λέει, ότι είναι κατάρα.
Όχι πάτερ μου, τι λες, μας αγαπάει η μάνα μας, είναι καλή! Μόνο άμα την σκάμε να πούμε την αλήθεια, θυμώνει και μας λέει " κούτσουρο να μείνεις, και κούτσουρο να μείνεις " με νεύρα.
Πέστε το βλογημένα παιδιά, λέω κι εγώ... Βρέ ξέρετε τι σημαίνει αυτό;
Ε! που να ξέρουμε πάτερ, το λέει πάντα! Κούτσουρο είναι ένα ξεραμμένο ξύλο, ούτε φύλλα, ούτε καρπό δίνει. ΄Ετσι κι εσείς μένετε χωρίς προκοπή κι οικογένεια, να της πείτε να το σταματήσει αμέσως, μπορεί να φαίνεται αθώο, αλλά είναι από την μάνα και πιάνει, κατάρα είναι κι αυτό!
Δεν πέρασε πολύς καιρός, νά τα πάλι τα παλληκάρια.
Βρέ καλώς τα παιδιά, πώς πάτε;
Πάτερ να σου φιλήσουμε το χέρι, παντρευτήκαμε όλοι, μπήκε τάξη στην ζωή μας. Το είπαμε στην μάνα μας αυτό με την κακιά ευχή και τό έκοψε ευτυχώς αμέσως. Και μπήκαν όλα σε μια σειρά, τάκα τάκα βρήκαμε τα ταίρια μας.
Να έχετε την ευχή μου παιδιά μου, τους είπα και χάρηκα πολύ, γιατί ήταν από καλή οικογένεια.
Έτσι, μας είπε ο πατήρ Παΐσιος, σας είπα αυτήν την ιστορία για να καταλάβετε, ότι ούτε για αστείο δεν λέμε στα παιδιά μας να πάνε να μην πω που...Κι αυτή ακόμα η ακούσια κατάρα από τους γονείς πιάνει, έχει δύναμη η κατάρα των γονιών. Κι εκείνη η μάνα δεν το έλεγε με κακία, από συνήθεια το έλεγε όταν νευρίαζε, πού να ξέρει τι κακό θα έκανε στα παιδιά της όμως!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου