Ω θεία αγάπη! Πες μας, πού έχεις τον Χριστό; Πού κρύβεις τον Χριστό; Γιατί πήρες τον Σωτήρα του κόσμου και έφυγες μακριά μας; Άνοιξε και σ’ εμάς τους ανάξιους μία μικρή σου θύρα, για να δούμε και εμείς τον Χριστό, που έπαθε για μας, και να πιστέψουμε στο έλεός του, ότι δηλαδή δεν θα πεθάνουμε πια από τη στιγμή που θα τον δούμε.
Άνοιξε σ’ εμάς εσύ, που έγινες για τον Χριστό η θύρα για την ένσαρκη φανέρωσή του, εσύ, που ώθησες τα πλούσια και αβίαστα σπλάχνα του δικού μας Δεσπότη, ώστε να σηκώσει τις αμαρτίες και τις αρρώστιες όλων των ανθρώπων, και μη μας αρνηθείς λέγοντας: «Δεν σας γνωρίζω». Έλα μαζί μας, για να μας γνωρίσεις, διότι σου είμαστε άγνωστοι.
Κατοίκησε μέσα μας, για να έρθει και να επισκεφθεί και εμάς τους ταπεινούς, χάρη σ’ εσένα, ο Δεσπότης, καθώς θα τον προϋπαντήσεις εσύ, διότι εμείς είμαστε εντελώς ανάξιοι· ώστε να μείνει για λίγο, μιλώντας μαζί σου, και να δεχθεί και εμάς τους αμαρτωλούς να προσπέσουμε στα άχραντα πόδια του· και να συνομιλήσεις και να πεις για μας καλά λόγια· και να μεσιτεύσεις, για να αφεθεί σ’ εμάς το χρέος από τις αμαρτίες μας, ώστε να αξιωθούμε να υπηρετήσουμε πάλι χάρη σ’ εσένα τον ίδιο τον Δεσπότη· και να μας λάβει στην πρόνοιά του και να μας διατρέφει. Διότι το να μη χρωστά τίποτε κανείς, αλλά να πεθαίνει από την πείνα και από τη φτώχεια, δεν διαφέρει σχεδόν διόλου από την τιμωρία και την κόλαση εκείνου που τιμωρείται, επειδή χρωστά.
Ας λάβουμε, αγία αγάπη, τη συγχώρηση από σένα και ας αξιωθούμε να απολαύσουμε με τη μεσολάβησή σου τα αγαθά του δικού μας Δεσπότη, που χωρίς εσένα δεν θα γευθεί κανείς τη γλυκύτητά τους. Διότι εκείνος που δεν σε αγάπησε όπως πρέπει, και δεν αγαπήθηκε από σένα όπως χρειάζεται, τρέχει ίσως, αλλά δεν φθάνει στο τέρμα· άλλωστε κάθε δρομέας, πριν να τελειώσει τη διαδρομή του, είναι αβέβαιος για τον τερματισμό. Αλλά εκείνος που κατέκτησε εσένα, ή, μάλλον, εκείνος που κατακτήθηκε από σένα, είναι οπωσδήποτε βέβαιος για τον τερματισμό, επειδή εσύ είσαι το τέλος του νόμου (Ρωμ. 10:4, 13:10).
Εσύ που με περικυκλώνεις, εσύ που με φλογίζεις και με ανάβεις από τον πόνο της καρδιάς μου σε άπειρο πόθο για τον Θεό και τους αδελφούς και πατέρες μου. Διότι εσύ ήσουν η διδασκάλισσα των προφητών, η συνοδοιπόρος των αποστόλων, η δύναμη των μαρτύρων, η έμπνευση των πατέρων και διδασκάλων, η τελείωση όλων των αγίων, αλλά και τώρα εσύ είσαι η δική μου εκλογή για την παρούσα διακονία (του ηγουμένου).
Αλλά συγχωρήστε με, αδελφοί, που ξέφυγα λίγο από την υπόθεση της κατήχησης, διότι αυτό το έκανε ο πόθος της αγάπης. Έφερα δηλαδή στο νου μου την αγάπη και ευφράνθηκε η καρδιά μου, όπως λέει ο θείος Δαβίδ (Ψαλ. 15:9), και στράφηκα στην εξύμνηση των θαυμαστών έργων της. Γι’ αυτό παρακαλώ και τη δική σας αγάπη να ακολουθήσετε με όση δύναμη έχετε πίσω από την αγάπη, και να τρέξετε με πίστη να τη φθάσετε, και τότε δεν θα διαψευσθούν διόλου οι ελπίδες σας.
Διότι κάθε προθυμία και κάθε άσκηση, που γίνεται με πολλούς κόπους, αλλά δεν φθάνει στην αγάπη με πνεύμα συντριβής, είναι μάταιη και δεν καταλήγει σε καμία ωφέλεια. Άλλωστε, ούτε και με καμία άλλη αρετή και εκπλήρωση κάποιας εντολής τού Κυρίου μπορεί να αναγνωρισθεί κανείς μαθητής του Χριστού· διότι «απ’ αυτό», λέει ο Χριστός, «θα γνωρίζουν όλοι ότι είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη μεταξύ σας» (Ιω. 13:35).
Για χάρη της αγάπης ο Λόγος σαρκώθηκε και έστησε τη σκηνή του μέσα μας (Ιω. 1:14), και για χάρη της αγάπης υπέμεινε εκούσια, με το να γίνει άνθρωπος, όλα τα ζωοποιά πάθη, για να ελευθερώσει το πλάσμα του, τον άνθρωπο, από τα δεσμά του άδη, και να τον πάρει μαζί του και να τον ανεβάσει στους ουρανούς.
Για χάρη της αγάπης οι απόστολοι έτρεξαν εκείνο τον ασταμάτητο δρόμο, και έπιασαν με το αγκίστρι και με το δίχτυ του λόγου όλη την οικουμένη και την ανέσυραν από το βυθό της ειδωλομανίας και τη διέσωσαν στο λιμάνι της βασιλείας των ουρανών.
Για χάρη αυτής της αγάπης οι μάρτυρες έχυσαν τα αίματά τους, για να μη χάσουν τον Χριστό.
Γι’ αυτή την αγάπη οι θεοφόροι πατέρες μας και διδάσκαλοι της οικουμένης θυσίασαν πρόθυμα τη ζωή τους για την καθολική και αποστολική Εκκλησία, αλλά και εγώ ο ανάξιος ανέλαβα την προστασία σας, που είστε οι τιμιότατοι πατέρες και αδελφοί μου, ώστε να μιμηθώ εκείνους ανάλογα με τη δύναμή μου, και να πάθω και να υπομείνω όλα για σας, αλλά και να κάνω για την οικοδομή και την ωφέλειά σας όλα για σας, για να σας παρουσιάσω στην τράπεζα του Θεού θυσιάσματα τέλεια, ολοκαυτώματα λογικά.
Διότι εσείς είστε τα τέκνα του Θεού, που ο Θεός έδωσε σ’ εμένα σαν παιδιά· εσείς είστε τα δικά μου σπλάχνα· εσείς είστε τα δικά μου μάτια· εσείς είστε, για να εκφρασθώ με αποστολική έκφραση, το καύχημά μου (Β’ Κορ. 1:14) και η γνησιότητα της διδασκαλίας μου (Α’ Κορ. 9:2).
Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου Έργα, Λόγος πρώτος (απόσπασμα), σελ. 38. Μετάφραση Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2017.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου