Ὁ ΞΘ΄ (69ος) κανόνας τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς συνόδου ὁρίζει ξεκάθαρα ὅτι στό Ἱερό Βῆμα εἰσέρχονται μόνον οἱ κληρικοί καί κανένας ἄλλος, ἐκτός ἀπό τους μοναχούς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι «δέν ἔχουν κανένα
ἔγκλημα, διά τήν σεμνότητα τοῦ μοναχικοῦ σχήματος» καί οἱ μοναχές στά γυναικεῖα μοναστήρια, γιά τήν ἔλλειψη ἀνδρῶν, γιά νά τό καθαρίζουν καί νά ἀνάβουν τά κανδήλια. Ὁ ἅγιος Νικόδημος, μάλιστα,
ἀπευθυνόμενος πρός τούς ἱερεῖς τους προτρέπει «ἄς παρακινηθοῦν οἱ ἱερεῖς καί πνευματικοί νά ἀποκόψουν τήν παράνομον συνήθειαν, ὁποῦ ἐπικρατεῖ εἰς πολλούς τόπους, τό νά εἰσέρχονται, λέγω, λαϊκοί μέσα εἰς τό ἅγιον βῆμα, ἥτις μή διακρίνουσα ἱερεῖς ἀπό λαϊκούς, κάμνει νά πίπτουν οἱλαϊκοί ὑποκάτω εἰς τήν ποινήν τοῦ βασιλέως Ἄχαζ, ὅστις λαϊκός ὤν, τά τῶν ἱερωμένων ἔργα ἐπιχειρῆσαι ἐτόλμησε۠ τρόπον γάρ τινα καί αὐτοί τά τῶν ἱερέων οἰκειοποιοῦνται, εἰςτόν διορισμένον τόπον τῶν ἱερέων εἰσερχόμενοι» (5).
Ὅλα, ὅμως, τά παραπάνω «παραστρατήματα» τῶν ὀργανώσεων ἔχουν τήν βάση τους στήν καινοφανή ἄποψη ὅτι ὑπάρχει ἡ εἰδική καί ἡ «γενική ἱερωσύνη», πάνω στήν ὁποία στηρίζουν καί ἄλλες καινοτομίες ὅπως τή συμψαλμωδία, τή κατάργηση τοῦ τέμπλου, τή κατάργηση τῶν μυστικῶν εὐχῶν, καί ἄλλα φαιδρά πού ἐφαρμόζουν ἤ ζητοῦν νά ἐφαρμοσθοῦν σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία. Ἡ ἄποψη βέβαια αὐτή περί «γενικῆς ἱερωσύνης» εἶναι προτεσταντίζουσα καί ὄχι Ὀρθόδοξος.
Ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος ἔχει δώσει στό συγκεκριμένο ζήτημα πολλές καίριες ἀπαντήσεις καί ἔχει ξεκαθαρίσει τό θέμα. Λέει, λοιπόν, ὁ π. Ἐπιφάνιος ὅτι ἡ «γενική ἱερωσύνη» ὑφίσταται καθ’ ὅσον ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι μετέχουν τοῦ τριπλοῦ ἀξιώματος τοῦ Κυρίου δηλαδή τοῦ Προφητικοῦ, Βασιλικοῦ, καί Ἱερατικοῦ. Ἀναρωτιέται ὅμως ποιόν διδάσκουν, σέ ποιόν βασιλεύουν καί γιά ποιόν ἱερουργοῦν, ἀφοῦ ὅλοι ἔχουν καί τά τρία αὐτά ἀξιώματα. Σ’ αὐτό ἀπαντᾶ ξεκάθαρα ὅτι «οἱ μέν πιστοί (λαϊκοί) εἶνε βασιλεῖς ἐφ’ ἑαυτῶν, εἶνε ἱερεῖς διά τήν θυσίαν ἑαυτῶν, εἶνε διδάσκαλοι προς ἑαυτούς τό δε ἱερατεῖον, πλήν αὐτῶν τῶν δικαιωμάτων ἅμα καί καθηκόντων, ἅτινα ἔλαβεν ἐκ τοῦ Βαπτίσματος, ἔχει καί ἄλλα ἄλλης φύσεως δικαιώματα ἅμα καί καθήκοντα: πρῶτον, νά διοικῇ τους πιστούς δεύτερον, νά θύῃ καί δι’ ἑαυτό καί διά τούς πιστούς οὐχί τά ἴδια σώματα, ἀλλά τό Σῶμα τό Κυριακόν, τόν Ἀμνόν τοῦ Θεοῦ ( καί γενικώτερον νά τελῇ τά ἱερά Μυστήρια) καί τρίτον, νά διδάσκῃ τους πιστούς τόν λόγον τῆς ἀληθείας» (6). Φυσικά ὁ π. Ἐπιφάνιος φέρει πλῆθος ἁγιοπατερικῶν χωρίων πού στηρίζουν τήν ἄποψη αὐτή, τά ὁποία δέν ἀναφέρουμε διότι ἤδη μακρηγορήσαμε. Ἐκεῖνο ὅμως πού θέλουμε νά ὑπογραμμίσουμε εἶναι τό γεγονός ὅτι τό δόγμα τῆς «γενικῆς ἱερωσύνης» εἶναι καθαρῶς προτεστάντικο καί ἀλλοιώνει τήν Πίστη ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ χρειάζεται τήν διάκριση τῶν χαρισμάτων. Ἡ ὁλοκληρωτική, μάλιστα, ἀποδοχή τοῦ συγκεκριμένου δόγματος θά καταστήσει ἄχρηστα τά μυστήρια ἤ συμβολικά, ἄχρηστους τούς ἱερεῖς ἤ «ἐπιτίμους» ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει στούς Προτεστάντες. Συμπερασματικά : Ἡ ἀλλοίωση τοῦ δόγματος φέρνει τήν ἀλλοίωση τοῦ βιώματος καί ἀντίστροφα ἡ ἀλλοίωση τοῦ βιώματος γεννᾶ τήν αἵρεση.
Ἐντύπωση πάντως μᾶς κάνει καί τό γεγονός ὅτι οἱ ὁμάδες αὐτές ἔχουν καί τους δικούς τους Ναούς. Μοιάζουν νά μήν ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία. Ἄν νοιώθουν ὅτι πραγματικά ἀνήκουν σ’ Αὐτήν, τότε γιατί δέν μετέχουν στήν λειτουργική ζωή τῶν ἐνοριῶν τους ἀλλά αἰσθάνονται ὡς ἰδιαίτερη κάστα καί αὐτονομοῦνται; Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία καί πρῶτο κύτταρο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἐνορία ὅπως τῆς κοινωνίας ἡ οἰκογένεια. Ὁτιδήποτε ζεῖ καί ἐνεργεῖ ὄχι μέσα ἀλλά παράλληλα ἤ καί πολλές φορές ἀντίθετα στήν ἐνορία θέλει μεγάλη, πολύ μεγάλη προσοχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου