Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Σάββατο 22 Ιουνίου 2019

«Να γιατί μπήκα από την αρχή στην σάλα. Οι μεγάλοι άρρωστοι του σπιτιού σας είσαστε εσείς οι δύο»

Θεσσαλονίκη 2004 μ.Χ. 
Ένα παντρεμένο ανδρόγυνο: ο Κώστας και η Μαρία, ευκατάστατοι, μορφωμένοι, σαραντάρηδες. Ο Κώστας άθεος και βλάσφημος. Η Μαρία της Εκκλησίας. Έχουνε και ένα γιό δωδεκάχρονο, παράλυτο το παιδάκι, ανάπηρο στο καροτσάκι από πέντε χρονών νήπιο. Καημός μεγάλος, καρφί στην καρδιά του ανδρογύνου! 
Είναι καλοκαίρι Ιούλιος του 2004 μ.Χ. Η Μαρία πληροφορείται από μια φίλη της, στην Εκκλησία, ό,τι κάποιος μοναχός, Αγιορείτης, ηλικιωμένος, άγιος άνθρωπος με πολλά αγιοπνευματικά χαρίσματα φιλοξενείται από ευλαβή γειτονική οικογένεια, κοινή γνωστή οικογένεια στην ενορία της Μαρίας.
Η Μαρία συνεννοείται με τον σύζυγό της τον Κώστα να φέρουν τον μοναχό στο σπίτι να σταυρώσει τον ανάπηρο τον γιόκα τους, τον Γιαννάκη. Ο πατέρας, αν και άθεος, για χάρη της γυναίκας του ενδίδει. 

Ο μοναχός ο Αγιορείτης ειδοποιείται κι έρχεται σπίτι του Κώστα και της Μαρίας. Το ανδρόγυνο πληροφορεί τον Αγιορείτη μοναχό, π. Αναστάσιο, ό,τι το ανάπηρο αγοράκι βρίσκεται στην κρεβατοκάμαρά του καθισμένο στο ανάπηρο καροτσάκι του και να μπει ο Γέροντας π. Αναστάσιος να το σταυρώσει. 

Τότε με έκπληξη οι δυο γονείς βλέπουν τον π. Αναστάσιο να μπαίνει και να κάθεται σε μια πολυθρόνα του σαλονιού του σπιτιού. 

Λέει ο Κώστας, ο άθεος, ειρωνικά στη σύζυγό του: ‘’Ρε Μαρία τι ραμολιμέντο, γερό-ξεκούτη, έφερες σπίτι μας, αυτός δεν μπορεί να ξεχωρίσει σαλόνι από κρεβατοκάμαρα’’. Ντράπηκε η Μαρία, κοκκίνησε, αλλά δεν έβγαλε μιλιά. Άκουσε τα λεγόμενα του Κώστα –από την σάλα ο Αγιορείτης και φωνάζει και στους δυο: ‘’Για ελάτε στη σάλα που θέλω να σας μιλήσω’’.

Αμέσως το ανδρόγυνο, με έκδηλη αμηχανία και περιέργεια, μπαίνουν στη σάλα του σπιτιού τους και συν-κάθονται στον καναπέ του σαλονιού τους απέναντι από τον π. Αναστάσιο. Τότε ο μοναχός αρχινάει και λέει: ‘’Δεν μου λες εσύ Κώστα πόσα χρόνια έχεις να πας στην Εκκλησία, πόσες φορές βλαστημάς την ημέρα;’’. Κόκκαλο ο Κώστας και άσπρος σαν πανί. Μετά ο π. Αναστάσιος πιάνει στο στόμα του και την σύζυγό του Κώστα, την Μαρία κάνοντας ένα μικρό διάλογο μαζί της.

-π. Αναστάσιος: Μαρία, πόσα χρόνια έχεις να κοινωνήσεις σώμα και αίμα Χριστού;

-Μαρία: Πολλά χρόνια, ούτε θυμούμαι.

-π. Αναστάσιος: Μαρία πόσα παιδάκια έχεις πετάξει στο νεροχύτη; (δηλαδή πόσες εκτρώσεις έχεις κάνει;)

-Μαρία: Τέσσερα (κατάχλομη από ντροπή). 

-π. Αναστάσιος: Γιατί Μαρία μου χώρισες τον πρώτο σου άνδρα; Κοκκίνησε τώρα σαν παπαρούνα από ενοχή η Μαρία. 

Τότε ο π. Αναστάσιος απευθύνεται και στους δυο εμβρόντητους γονείς τον Κώστα και την Μαρία και τους λέει με αυστηρή αγάπη: ‘’Να γιατί μπήκα από την αρχή στην σάλα. Οι μεγάλοι άρρωστοι του σπιτιού σας είσαστε εσείς οι δυο. Το αγοράκι σας ο Γιαννάκης είναι αθώος στην ψυχή. Υποφέρει από σωματική αναπηρία για να παιδαγωγηθείτε και να μετανοήσετε’’.

Βάζουν τα κλάματα, συγκλονίζονται, συνθλίβονται οι δυο γονείς.

‘’Και τώρα, παππούλη, τι κάνουμε;’’

-π. Αναστάσιος: Τώρα θέλετε εξομολόγηση σε κανονικό ιερέα. Εγώ είμαι σκέτος μοναχός. Θα πάτε στον πνευματικό της ενορίας σας, τον π. Χαρίτωνα. Είναι άγιος άνθρωπος και παντρεμένος. Ξέρει από οικογενειακά βάσανα. Θα του τα πείτε όλα με το νι και με το σίγμα. 

Πράγματι 5 Αυγούστου εξομολογηθήκανε με κλάματα και ταπεινότατη συντριβή και ειλικρινά στον εν λόγω παππούλη. Ο εξομολόγος, πολύ καλός πνευματικός και άνθρωπος, τους διάβασε συγχωρητική ευχή και κατασυγκινημένος και κλαίγοντας τους είπε: ‘’Βρε καλά μου παιδιά με κατασυγκινήσατε με την συντριβή σας, με την ειλικρινή σας ταπεινότατη μετάνοια και εξομολόγηση. Μεθαύριο, που ξημερώνει Κυριακή και είναι εορτή της Μεταμορφώσεως του Χριστού μας (6 Αυγούστου) να πάτε να κοινωνήσετε σε όποιο ναό θέλετε. Δεν σας βάζω ούτε κανόνες, ούτε επιτίμια, ούτε τίποτε. Είμαι σίγουρος ότι ο Χριστός μας σας συγχώρησε απόλυτα’’. 

Έτσι κι έγινε. Κοινωνημένοι, χαρούμενοι γύρισαν σπίτι τους να περιποιηθούν το ανάπηρο παιδάκι τους. 

Και να το μεγάλο θαύμα! 

Το παιδάκι τους, τούς άνοιξε καταχαρούμενο την πόρτα πλήρως θεραπευμένο!



Τέλος και τω Θεώ Δόξα. Επίλογος μοναχού Ι. 
Αυτά τα λίγα θυμάμαι. Συγχωρέστε με για την πολυλογία. Ήμαρτον. Τα λάθη και τα ορνιθοσκαλίσματα δικά μου. Το έλεος του Χριστού και το δικό σας. 
Τέλος και τω Θεώ Δόξα. 
Ιανουάριος 2017. 
μοναχός Ι. 
Από το βιβλίο: «Η ζωή διδάσκει τον Χριστό» υπό μοναχού Ι. Αθήναι, 2017.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου