Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2019

ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΘΩΝΑ: Τήρηση τοῦ νοῦ

Τὸ πᾶν στὸν μοναχὸ εἶναι ἡ τήρησι τοῦ νοῦ. Ἀπὸ ἐκεῖ γίνονται ὅλα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐπιβάλλεται ὁ μοναχὸς νὰ ἔχῃ αὐστηρὴ προσήλωσι, τήρησι καὶ στροφὴ πρὸς τὸν νοῦ του. Νὰ τὸν ἐλέγχῃ, γιατὶ ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινοῦν ὅλα τὰ καλὰ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μπαίνει φραγμὸς ὅλων τῶν κακῶν.
Ἡ χρῆσι καὶ παράχρησι τῶν νοημάτων, γεννᾷ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα. Ἐὰν κάποιος κάνῃ καλὴ κρίσι τῶν νοημάτων, ὁπωσδήποτε θὰ κάνῃ καὶ καλὴ χρῆσι τῶν πραγμάτων ἀλλοιῶς θὰ συμβαίνῃ τὸ ἀντίθετο. Γι᾿ αὐτὸ νὰ στρέψετε ὅλο σας τὸ ἐνδιαφέρο στὴν προσοχὴ τοῦ νοῦ.
Ἕνας ἄριστος τρόπος τηρήσεως τοῦ νοῦ εἶναι ἡ συνεχὴς μνήμη τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν ἡ προσοχὴ στραφῇ εἰς αὐτὸν τὸν στόχο, τότε ὁ ἄνθρωπος ἀμέσως εὑρισκόμενος στὴν μνήμη τοῦ Θεοῦ, δὲν ἁμαρτάνει. Ὁ ἄνθρωπος «κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσι Θεοῦ» πλασμένος, σπανίως γίνεται κακοήθης ἐκ προθέσεως. Καὶ αὐτοὶ ἀκόμα οἱ ἀπολύτως διεφθαρμένοι, ποὺ δὲν ἠμποροῦν νὰ ἀντισταθοῦν στὰ πάθη τους καὶ συνεχῶς παρασύρονται καὶ ἁμαρτάνουν ἠμποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι δὲν ἁμαρτάνουν πάντοτε ἐκ προθέσεως, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς ἐξ ἀδυναμίας. Ἐκ προθέσεως ὁ ὑγιὴς ἄνθρωπος δὲν γίνεται κακοήθης· καὶ τὸ ὅτι παρασύρεται, ὀφείλεται στὸ ὅτι σιγὰ-σιγὰ ἔφυγε ὁ νοῦς ἀπὸ τὸν στόχο καὶ ἔγινε θῦμα τῆς πονηρίας τοῦ σατανᾶ καὶ τῆς ἐμπαθοῦς καταστάσεως τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου.

Μὴ δυνάμενος λοιπὸν νὰ ἔχῃ σωστὴ σκέψι, σωστὴ ὅρασι γιὰ νὰ διακρίνῃ τὰ πράγματα, ἀποπλανᾶται ἀπὸ ἀκατονόμαστες προφάσεις καὶ προτιμᾷ τὰ κακὰ ἀντὶ τῶν ἀγαθῶν. Ὅταν ὅμως ὁ νοῦς εὑρίσκεται στὴν θέσι του καὶ γνωρίζῃ καλὰ τὴν ἀποστολή του καὶ συναισθάνεται τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ - γιατὶ «ἐκ δεξιῶν ἡμῶν ἐστίν, ἵνα μὴ σαλευθῶμεν» - δὲν κινεῖται πρὸς τὸ κακό» ἀλλὰ τὸ ἀποστρέφεται.

Ἰδίως ἐμεῖς οἱ μοναχοί, οἱ ὁποίοι ἔχομε ἰδιαιτέραν κλῆσι καὶ ἐγκατελείψαμε τὸν κόσμο καὶ εἴμεθα αὐτοεξόριστοι, ἐὰν αὐτὸ ἔχωμε ὑπ᾿ ὄψι μας, ἤδη πρέπει νὰ εἴμεθᾳ πεπεισμένοι γιὰ τὴν ἐπιτυχία μας. Ἂν ὁ νοῦς εὑρίσκεται στὴν θέσι του, δὲν θὰ πλανηθῇ ποτέ. Γιατὶ ἡ ἁμαρτία εἶναι ἄλογος, δὲν ἠμπορεῖ νὰ πείσῃ, μόνο ἀπατᾷ. Εἶναι δυνατὸ νὰ ἀπατήσῃ ἀνθρώπους ποὺ ἡ γνῶσι τους ἔχει ἀμβλυνθῇ καὶ ἡ ἕξι τους ἔχει παρασυρθῇ ἀπὸ τὸ περιβάλλο τους. Δὲν ἠμπορεῖ ὅμως τόσο εὔκολα νὰ ἀποπλανᾷ τοὺς μοναχούς, οἱ ὁποίοι ἔχουν συναίσθησι τῆς ἰδιαιτέρας προνοίας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς καθημερινῆς ἐνεργείας τῆς Χάριτός Του. Ἕνας μοναχὸς ὁ ὁποῖος φοβᾶται νὰ χορτάσῃ, φοβᾶται νὰ ξεκουραστῇ, φοβᾶται νὰ μιλήσῃ, πῶςεἶναι δυνατὸ νὰ γίνῃ κακοήθης;

Ὅταν γίνεται, εἶναι σημεῖο ὅτι ξέχασε τὸν στόχο του καὶ ὁ νοῦς του ἔφυγε ἀπὸ τὴν βάσι. Ὁ φύλακας ἔφυγε. Ὁ φρουρὸς δὲν εἶναι ἐκεῖ, καὶ ἐφ᾿ ὅσον δὲν ἔχει ὁ στρατὸς φρουρό, ἔρχονται οἱ ἀντίθετοι καὶ τὸν περικυκλώνουν.

Ἐὰν ἦταν ὁ φρουρὸς στὴν θέσι του καὶ ἐκοίταζε μακρυά, θὰ ἔδινε τὸ σύνθημα καὶ τότε ἦταν ἀδύνατο νὰ πλησιάσῃ ὁ ἐχθρός. Τόση μεγάλη σημασία ἔχει ἡ τήρησι τοῦ νοῦ. Τὸ ξέρετε καὶ ἀπὸ τοὺς Πατέρες μας. Ὁ Μ. Ἀντώνιος, ἐρωτώμενος νὰ διευκρινίσῃ τί σημαίνει μοναχός, εἶπε: «Μοναχός ἐστι ὁ νοῦν τηρῶν». Καὶ ἐκεῖ ἡ ἀνθρώπινη γνῶσι ἐσήκωσε ψηλὰ τὰ χέρια καὶ εἶπε: «Ἐμεῖς δὲν ἠμποροῦμε νὰ τὸ κάνωμε αὐτό».

Βέβαια αὐτὴ ἡ ἐργασία χωρὶς τὴν θεία Χάρι, εἶναι ἀδύνατο νὰ ἐπιτευχθῇ. Ἐμεῖς ὅμως ἔχοντες μαζί μας τὴν Χάρι, εἶναι τὸ μόνο εὔκολο ποὺ ἠμποροῦμε νὰ ἐπιτύχωμε, διότι εἶναι καὶ τὸ κέντρο τοῦ στόχου μας. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ οἱ Πατέρες μας ἐφώναζαν ὁ καθένας μὲ τὸν τρόπο του· ὁ Μ. Ἀρσένιος ἐφώναζε ὀνομαστικά: «Ἀρσένιε, δι᾿ ὃ ἐξῆλθες». Ἄλλος ἔδενε τὴν μέση του μὲ σχοινιά, ἄλλος μὲ ἁλυσίδες, ἄλλος ἔθετε στὰ ροῦχα του σύμβολα, ἄλλος ἔγραφε στοὺς τοίχους, ἄλλος στὸ ἐργόχειρό του. Ὅλα αὐτὰ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ νόημα εἶχαν. Οἱ Πατέρες εἶχαν ἀξιολογήσει τὴν σημασία τοῦ νοῦ καὶ ἐπινοοῦσαν τεχνητὰ μέσα γιὰ νὰ τοὺς ἐνισχύσουν πρὸς τὴν ἐπιτυχία.

Καὶ σεῖς, καθένας μὲ τὸν τρόπο του νὰ ἐπιδιώξετε αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Καὶ ἂν τοῦτο τὸ ἐπιτύχετε, ποὺ ὁπωσδήποτε πρέπει, τότε ἀσφαλῶς βαδίζετε ἀπρόσκοπτα τὴν Πατερικὴ γραμμὴ καὶ ἡ ἐπιτυχία εἶναι βεβαία· διαφορετικά, ἐὰν δὲν τὸ ἐπιδιώξετε, θὰ δεινοπαθήσετε, διότι θὰ γίνετε εὔκολη λεία στὴν ποικιλόμορφη προφασιολογία τῆς ἁμαρτίας καὶ θὰ παρασύρεστε ἀπὸ τὸ ἕνα ὀλίσθημα στὸ ἄλλο. Τότε θὰ ἐνεργῇ μέσα σας ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος, τὸν ὁποίο ἔχετε ἀντίπαλο καὶ ἐχθρό. Καὶ τοῦτο θὰ γίνεται, γιατὶ ὁ νοῦς ἔχει ξεφύγει ἀπὸ τὴν ἀποστολή του. Πολὺ συντελεῖ στὴν τήρησι τοῦ νοῦ ὁ θεῖος ζῆλος.

Τὸν θεῖο ζῆλο τὸν κρατεῖ ἡ ἀκρίβεια τῆς συνειδήσεως, ἡ ἀκρίβεια τῆς συνειδήσεως στέκεται στὴν ἐπιμονή, στὸ πρόγραμμα καὶ στὸ τυπικό μας.

«Ἄνω σχῶμεν, λοιπόν, τὰς καρδίας». «Ἄνω» στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός, ἐκεῖ ποὺ εἶναι τὸ ἀπαύγασμα τῆς δόξης, ἐκεῖ ποὺ εἶναι τὸ κέντρο τῆς ἀγάπης, ὁ Ἰησοῦς μας, ὁ ὁποίος μᾶς ἀναμένει. Πότε θὰ ξυπνήσωμε ἀπὸ τὴν ἀναισθησία μας καὶ θὰ ἐπικαλεσθοῦμε μὲ πόνο, μὲ ταπείνωσι τὴν ἀγαθότητά Του, νὰ συγκαταβῇ νὰ μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπὸ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο;

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ – ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ


Ἐρωτ.: Γέροντα, τί γνώμη ἔχετε γιὰ τὶς τεχνικὲς ποὺ χρησιμοποιοῦνται ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς γιὰ τὴν συγκέντρωσι τοῦ νοῦ; Ποιὰ σχέσι ἔχουν μὲ τὸν ἁγιασμὸ τοῦ ἀνθρώπου;

Ἀπ.: Τὸ θέμα δὲν εἶναι σύγχρονο. Ὑπῆρχε καὶ ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, θέλοντας νὰ κτυπήσουν οἱ κακοήθεις ἐχθροὶ τὸ θέμα τῆς ἡσυχίας καὶ ἐσωστρέφειας ποὺ ὁ Ἄθωνας τότε ἐπλουτοῦσε ἀπομόνωσαν μερικὲς κινήσεις τῆς πρακτικῆς μας ζωῆς καὶ ἔλεγαν κοροϊδευτικὰ ὅτι εἴμεθα «Ὀμφαλοσκόποι» καὶ ἄλλα πολλὰ ποὺ ἀναφέρονται στὸν βίο τοῦ Ἁγίου.

Καὶ ὁ Ἅγιος ἀνέσυρε τὸ ἀνάστημά του καὶ εἶπε: «Ναί, μεταχειρίζονται οἱ νηπτικοὶ Πατέρες διάφορους πρακτικοὺς τρόπους ποὺ συντελοῦν στὸ νὰ ἔχωμε περισσότερη εὐχέρεια στὴν συγκράτησι τοῦ νοῦ, ἀλλὰ αὐτοὺς δὲν τοὺς δογματίζομε». Εἰς αὐτοὺς τοὺς τρόπους ἢ τὶς τεχνικές, ὅπως εἴπατε, δὲν στεκόμεθα. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο μᾶς ἀπασχολεῖ, εἶναι ἡ ἀκριβὴς τήρησι τῶν Ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁλοκληρωτικὴ πρὸς Αὐτὸν ἀγάπη μας, καθὼς καὶ πρὸς τὸν πλησίο μας, μέσῳ τῶν ὁποίων δεχόμεθα τὴν ἐπίσκεψι τῆς Χάριτος. Σήμερα ἀκούομε παντοῦ νὰ γίνεται λόγος περὶ νοερᾶς προσευχῆς καὶ Ἐσωστρέφειας μέσα στὸν κόσμο καὶ πολλὰ ἄλλα συναφῆ.

Ἂν καὶ ἐμᾶς τοὺς μοναχούς μας ἀπασχολοῦν αὐτοὶ οἱ τρόποι, ἐν τούτοις δὲν δίνομε εἰς αὐτοὺς κανένα κέντρο βάρους. Τὸ κέντρο βάρους εἶναι ἡ ἀκρίβεια τῆς συνειδήσεώς μας στὸ νὰ φυλάξωμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ τηρήσωμε πάσας τὰς ἐντολάς Του καὶ μέσῳ αὐτοῦ τοῦ τρόπου νὰ δεχθοῦμε τὴν ἐπίδρασι τῆς Χάριτος. Δὲν ἀποβλέπαμε στοὺς τρόπους ποὺ χρησιμοποιοῦμε γιὰ συγκράτησι τοῦ νοῦ, διότι ἡ ἐργασία μας δὲν εἶναι μαγική, οὕτως ὥστε μὲ ἐξωτερικὰ σχήματα νὰ προσδοκῶμε τὴν ἔλευσι τῆς Χάριτος. Ἔχοντες υἱικὲς σχέσεις μὲ τὸν Πατέρα Θεό, ἀποδεικνύαμε τὴν πρὸς Αὐτὸν στροφή μας μὲ τὴν ἀπόλυτη πίστι καὶ ἀγάπη καὶ ἄρα ἀφοσίωσι.

Καὶ ἔτσι εὑρίσκομε ἀνταπόκρισι. «Ἐν ᾧ μέτρῳ» μετροῦμε, ἀντιμετρεῖται σὲ μᾶς. Καθὼς ἀγαποῦμε τὸν Θεὸ καὶ ἐξ ὁλοκλήρου ἐπεκτεινόμενα πρὸς Αὐτόν, τηροῦντες τὸ θέλημά Του κατὰ τὴν δική του ρῆσι - «ὁ μὴ ἀγαπῶν με, οὐ τηρεῖ τοὺς λόγους μου» - ἔρχεται πρὸς ἡμᾶς. Καὶ ἡ κοινωνία γίνεται ὀργανική, καὶ ἡ συνάντησι προσωπική. Ἀκόμη καὶ ἂν ἡ τήρησι τοῦ θελήματος θὰ στοιχίσῃ καὶ αὐτή μας τὴν ζωὴ προθυμότατα τὸ κάνομε. Καὶ τότε γίνεται τὸ «ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεὸς καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός».

Αὐτὸ τὸν τρόπο διασάφισε ὁ Μέγας Φωστὴρ τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅταν ἐθόλωσαν τὰ νερὰ οἱ δυτικοὶ ὀρθολογισταί, γιὰ νὰ εὕρουν πρόφασι νὰ κατηγορήσουν τοὺς ὀρθοδόξους.

Καὶ πάντοτε εἶναι ἐπίκαιρα αὐτά, ἰδίως στὸν σημερινὸ κυκεῶνα τῆς ἀρνήσεως τῶν πάντων καὶ τοῦ περιεκτικοῦ ὀρθολογισμοῦ. Καὶ εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ δώσωμε λόγο «παντὶ τῷ αἰτοῦντι, περὶ τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος». Αὐτὴ εἶναι ἡ στροφή μας. Ἀγαποῦμε τὸν Θεό, στὸν ὁποῖο ἀπολύτως πιστεύομε καὶ ἀφιερώναμε ὁλόκληρο τὸ εἶναι μας. Ὅλη ἡ θέλησι, ἡ πρόθεσι, ἡ ἐνέργειά μας ἐπεκτείνεται στὴν τήρησι τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν.

Καὶ δὲν τὸ κάνομε αὐτό, διότι προσδοκοῦμε νὰ μᾶς χαρίσῃ δωρεᾶς. Ὄχι! Πιστεύομε στὸν Θεὸ διότι μόνο εἰς Αὐτὸν ἀξίζει νὰ πιστεύωμε. Τὸν ἀγαποῦμε, διότι εἶναι ἡ ἀπόλυτη αὐτοαγάπη διότι πλέον ἐξ ὁλοκλήρου ἀνήκομε εἰς Αὐτόν. Γιὰ μᾶς εἶναι διπλοὺς Κύριος καὶ Δεσπότης, διότι καὶ ἐκ τοῦ μηδενὸς μᾶς ἐδημιούργησε καὶ μετὰ τὴν πτῶσι μας ἀνέπλασε καὶ ἀνακατεσκεύασε διὰ τῆς προσωπικῆς Του θυσίας. «Καὶ οὐκέτι πλέον, ἐσμὲν ἑαυτοῖς» ἀλλὰ «τῷ ὑπὲρ ἡμῶν ἀποθανόντι καὶ ἀναστάντι» κατὰ τὸν Παῦλο. Καὶ ὅπως ὁ Ἴδιος ὁμολογεῖ «ὅστις τηρεῖ τὰς ἐντολάς μου ἀγαπηθήσεται ὑπὸ τοῦ Πατρός μου καὶ ἐγὼ καὶ ὁ Πατήρ μου ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ᾿ οὕτω ποιήσομεν». Αὐτὸς εἶναι ὁ τρόπος ποὺ μᾶς ὁδηγεῖ στὸν ἁγιασμό.
ΙΩΣΗΦ ΜΟΝΑΧΟΥ
ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΘΩΝΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ»- ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1989

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου