Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2018

Λόγοι Αγίων Γερόντων περί Προσευχής

Ο ΜΕΓΑΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ, λέγουν οι βιογράφοι του, ύψωνε τα χέρια του, σαν άλλος Μωϋσής, στην προσευχή, ενώ ο ήλιος έδυε πίσω του και τα κατέβαζε, όταν έλαμπε πάλι στο πρόσωπό του.
ΕΝΑΣ ΠΑΤΕΡΑΣ λέει ότι, ο Χριστιανός, που θυμάται να συνομιλήση με τον Θεόν μόνον όταν φθάση η ωρισμένη ώρα της προσευχής, δεν έχει ακόμη μάθει να προσεύχεται.
*******
ΚΑΠΟΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ έλεγε: Από τούτα τα τέσσερα έχει πιο πολύ ανάγκη η ψυχή. Να φοβάται την κρίσι του Θεού, να μισή την αμαρτία, ν’ αγαπά την αρετή και να προσεύχεται αδιαλείπτως.
*******
Από του ΑΒΒΑ ΛΟΥΚΙΟΥ το κελλί πέρασαν κάποτε οι λεγόμενοι Ευχίται Μοναχοί. Ο Γεροντας τούς κράτησε και συνωμίλησε μαζί τους.

- Ποιο είναι το έργο σας αδελφοί; τούς ρώτησε.

- Εμείς δεν ασχολούμεθα με καμμιά υλική εργασία, αποκρίθησαν εκείνοι. Ακολουθούμε τη σύστασι του θείου Παύλου: αδιαλείπτως προσευχόμεθα.

- Δεν τρώτε καθόλου;

- Τρώμε.

- Δεν κοιμάσθε;

- Κοιμώμεθα λίγο.

- Όταν κοιμάσθε, ποιός προσεύχεται για σας;

- ...

- Μα τότε, αδελφοί μου, είπε ο Αββάς Λούκιος, δεν κάνετε ακριβώς αυτό που λέτε. Εμείς εδώ κάνομε εργόχειρο για να μη ζούμε εις βάρος άλλων και να πως τηρούμε το "αδιαλείπτως προσεύχεσθε":

Όταν αρχίζωμε το πρωϊ τη δουλειά μας, λέγει ο καθένας μας: "ελέησόν με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεός σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου". Δεν είναι τούτο προσευχή;

Όταν με το νου προσεύχωμαι, τα χέρια μου πλέκουν. Από την εργασία μου αυτή κερδίζω δεκαέξι νομίσματα. Ξοδεύω ελάχιστα για το καθημερινό μου ψωμί και τα υπόλοιπα τα δίνω ελεημοσύνη στούς πτωχούς και αρρώστους αδελφούς μου, που δεν μπορούν να εργασθούν. Το ίδιο κάνουν και οι άλλοι αδελφοί. Όταν λοιπόν εμείς τρώμε η κοιμώμεθα, οι πτωχοί προσεύχονται για μας και η καρδιά μας μας πληροφορεί πως έτσι εφαρμόζομαι τη σύστασι του Αποστόλου.
*******
Ο ΑΒΒΑΣ ΑΓΑΘΩΝΑΣ ερωτήθει από κάποιους αδελφούς, ποια αρετή νομίζει πως είναι πιο επίπονος.

- Η προσευχή, αποκρίθηκε εκείνος. Όταν ποθήση η ψυχή να συνομιλή συχνά με τον Δημιουργό της, αγωνίζονται τα πονηρά πνεύματα να την εμποδίσουν, γιατί ξέρουν πως δεν υπάρχει πιο ισχυρό όπλο εναντίον τους από την προσευχή. Όταν αποκτήση οποιαδήποτε άλλη αρετή η ψυχή, ύστερα ξεκουράζεται· μα για να μάθη να προσεύχεται, όπως πρέπει, χρειάζεται να κοπιάζη σ’ όλη της τη ζωή.
*******
Ο ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ λέγει ότι: Εκείνος που έχει συμαζεμένο το νου του, όταν προσεύχεται, και προσέχει σ’ αυτά που λέγει, απομακρύνει με τη φλόγα της προσευχής του τούς δαίμονας. Εκείνος όμως που μετεωρίζεται (= σκορπίζει το νου του σε ανώφελες σκέψεις) περιπαίζεται απ’ αυτούς.
*******
ΕΝΑΣ ΑΓΙΟΣ ΕΡΗΜΙΤΗΣ, πολλά χρόνια κλεισμένος μέσα σε μια σπηλιά στη ρίζα ενός απόκρημνου βράχου, είχε μοναδική του απασχόλησι την προσευχή. Ο Ουράνιος Πατήρ, προνοώντας γι’ αυτόν, όπως για τα πετεινά τ’ ουρανού, τον έτρεφε μ’ αυτό το θαυμαστό τρόπο: Καθε βράδυ, ύστερα από τη δύσι του ηλίου, έβρισκε ένα ζεστό ψωμί, που έλεγες πως μόλις είχε βγη από το φούρνο, στην είσοδο της σπηλιάς του. Χρόνια γινότανε αυτό!

Μια μέρα όμως, πήγε να ιδή τον Ερημίτη μας ένας συνασκητής του και καθώς συνωμιλούσαν, του υπέδειξε πως δεν ήταν σωστό να κάθεται αργός. Τον βοήθησε να κόψη καλάμια από το έλος και τον έμαθε να πλέκη πανέρια.

Σαν βράδυασε, κουρασμένος από τη δουλειά και πεινασμένος ο Γεροντας, πήγε στη σπηλιά του να πάρη το ψωμί του. Με πόση ανακούφισι θα το έτρωγε! Δε βρήκε όμως τίποτε. Έτσι κοιμήθηκε νηστικός. Την άλλη μέρα ασχολήθηκε πάλι με ζήλο στο εργόχειρο, αλλά δε βρήκε πάλι στη θέσι του το βράδυ το ευλογημένο ψωμάκι, με το οποίο τόσα χρόνια τον έτρεφε ο Θεός. Στενοχωρημένος τότε προσευχήθηκε και παρακάλεσε τον Κυριον να του φανερώση σε τι είχε σφάλλει, ώστε να πάψη να φροντίζη πια γι’ αυτόν. Άκουσε τότε θεία φωνή να του λέγη:

- Όταν ήσουν απασχολημένος μόνο με μένα, σε έτρεφα. Τωρα που έμαθες εργόχειρο, δίκαιο είναι να σε τρέφη αυτό.
*******
Ένας ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ, από τούς μεγάλους, ξεκίνησε μια μέρα να πάη στο όρος Σινά, για να επισκεφθή τούς Μοναχούς που ασκήτευαν εκεί επάνω. Στο δρόμο συνάντησε έναν απ’ αυτούς, κι’ ανέβαιναν σιγά - σιγά συζητώντας.

- Βρισκόμαστε σε μεγάλη στενοχώρια, Αββά, είπε αναστενάζοντας ο Μοναχός. Έχει μήνες να βρέξη και μας έλειψε τελείως το νερό.

- Γιατί δεν παρακαλείτε τον Θεόν να σας στείλη βροχή; ρώτησε ο Γεροντας.

- Προσευχές και λιτανείες κάνομε κάθε μέρα, αλλά δεν εισακουόμεθα.

- Τοτε δεν προσεύχεσθε, όπως πρέπει, είπε ο Πατήρ. Έλα, Αδελφέ, να κάνωμε μια προσευχή μαζί κι’ ελπίζω πως θα την δεχτή ο φιλεύσπλαγχνος Θεός.

Στάθηκαν. Ο Άγιος Γεροντας σήκωσε τα χέρια του στον Ουρανό και έκαμε μια σύντομη, αλλά θερμή προσευχή στον Κυριο, να λυπηθή τα πλάσματά Του που υποφέρουν και να στείλη σ’ αυτά την ευεργετική βροχή Του.

Δεν είχε προφθάσει να τελειώση, όταν πελώρια μαύρα σύννεφα μαζεύτηκαν στον ουρανό και άρχισε να βρέχη ραγδαία βροχή.

Σαστισμένος ο Αδελφός από το θαύμα, που έγινε τόσο αστραπιαία μπροστά στα μάτια του, έμεινε πολλή ώρα σαν απολιθωμένος. Ύστερα έβαλε μετάνοια στον Αββά και με πολλήν ευλάβεια του φίλησε τα πόδια. Εκείνος πάλι αποφεύγοντας τον ανθρώπινο έπαινο, δεν συνέχισε την πορεία του, αλλά γύρισε πίσω στο κελλί του.
*******
Από τον ΟΣΙΟ ΣΙΣΩΗ ένας αρχάριος Μοναχός ζήτησε συμβουλές.

Αν θέλης, παιδί μου, ν’ αρέσης στον Θεόν, απομάκρυνε πρώτα τον εαυτό σου ψυχικά από τον κόσμο, αποκρίθηκε ο σοφός Πατήρ. Μη απασχολής το νου σου με τα γήϊνα. Ανέβα από τα κτίσματα στο Δημιουργό τους. Η προσευχή και το κατανυκτικό δάκρυ ας φτιάξουνε ένα ισχυρό δεσμό ανάμεσα σε σένα και τον Πλάστη σου. Τοτε μόνο θα βρη η ψυχή σου ανάπαυσι στον πρόσκαιρο κόσμο και στην αιωνιότητα.
*******
Ο ΑΒΒΑΣ ΔΟΥΛΑΣ, ο μαθητής του Οσίου Βησσαρίωνος, διηγείτο στούς Αδελφούς. Καποτε, ενώ περπατούσαμε στις όχθες της Νεκράς Θαλασσας, ο Γεροντας μου κι’ εγώ, κυριεύθηκα από υπερβολική δίψα.

- Διψώ, Αββά, είπα στον Γεροντα μου.

- Πιές από τη θάλασσα, μου είπε.

Τον κύτταξα με απορία. Πινόταν εκείνο το νερό, που ήταν όλο αλμύρα και θειάφι; Ο Γεροντας όμως είχε σταθή σε προσευχή και με το ευλογημένο χέρι του σταύρωνε τα νερά.

- Πιές, μου ξανάπε.

Υπήκουσα. Πήρα με τη χούφτα μου και ήπια. Το πικρό νερό της Νεκράς Θαλασσας είχε γίνει πιο γλυκό από μέλι.

Σαν είδα το θαύμα αυτό, ετοιμάστηκα να γεμίσω το μικρό λαγήνι που είχα μαζί μου.

- Γιατί το γεμίζεις; με ρώτησε ο Γεροντας.

- Για να το έχω, όταν διψάσω πάλι, Αββά.

Με κύτταξε με αυστηρό βλέμμα:

- Ο Θεός που είναι εδώ, ολιγόπιστε, θα είναι και πιο κάτω.

Άλλη φορά θέλαμε να περάσωμε το ποτάμι και δεν βρίσκαμε βάρκα. Ο Γεροντας τότε, που βιαζόταν, έκανε την προσευχή του και πέρασε στην αντίθετη όχθη, περπατώντας πάνω στα νερά.

- Πως αισθανόσουν; τον ρώτησα αργότερα.

- Ένοιωθα το νερό ως τούς αστραγάλους μόνο, μου αποκρίθηκε. Από κει και πέρα, περπατούσα όπως στην ξηρά.
*******
ΚΑΠΟΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ σε μια σκήτη ήταν πρόθυμος στην προσευχή, αλλά αμελής σ’ όλα τ’ άλλα. Μια μέρα πήγε ο διάβολος σ’ έναν από τούς εκεί Πατέρες και του είπε με ειρωνεία:

- Τι παραδοξολόγοι που είσαστε σεις οι άνθρωποι.

- Γιατί; τον ρώτησε εκείνος.

- Να, ο τάδε Μοναχός αίφνης με κρατά κάτω από τη μασχάλη του και με σφίγγει δυνατά να μη του φύγω, κάνοντας όλα μου τα θελήματα. Κι’ ύστερα στέκεται ώρες ολόκληρες και λέγει στο Θεο: "ρύσαί με από του πονηρού".
*******
Ο ΑΒΒΑΣ ΗΣΑΪΑΣ ο Αναχωρητής, γράφει. Όταν προσεύχεσαι με ταπεινοσύνη, έχοντας βαθειά συναίσθησι της αναξιότητός σου, η προσευχή σου γίνεται αμέσως δεκτή από τον Θεο. Αν όμως, ενώ προσεύχεσαι, σου έλθη στο νου πως ο τάδε Αδελφός την ώρα αυτή κοιμάται η ο δείνα είναι αμελής κι’ αρχίζεις έτσι την κατάκρισι, τότε ο κόπος σου πηγαίνει εντελώς χαμένος.
*******
ΚΑΠΟΙΟΣ ΑΒΒΑΣ συμβουλεύει:

"Πρόσεχε, χριστιανέ, να μην αδικήσης ποτέ τον αδελφό σου, για να γίνεται δεκτή από τον Θεο η προσευχή σου. Αν όμως αδικήσης, η προσευχή σου είναι απαράδεκτη. Οι αναστεναγμοί του αδικημένου δεν την αφήνουν να φθάση στον Ουρανό. Αν μάθης πως κάποιος σε κακολογεί και έλθει καμμιά φορά να σ’ επισκεφθή, μη του δείξης με τον τρόπο σου πως τα γνωρίζεις όλα και είσαι στενοχωρημένος μαζί του. Δεξου τον χαρούμενος, με ήρεμο πρόσωπο και γλυκό τρόπο, για να βρη παρρησία στον Θεο η προσευχή σου."
*******
Ο ΑΒΒΑΣ ΜΩΫΣΗΣ λέγει για την προσευχή: Πρόσεχε να διατηρής στην καρδιά σου βαθειά την συναίσθησι της αμαρτωλής σου καταστάσεως, για να γίνεται δεκτή η προσευχή σου. Όταν απασχολής το νου σου με τις δικές σου αμαρτίες, δεν θα σου μένη καιρός να παρακολουθής τα σφάλματα των άλλων.
*******
Ο ΑΒΒΑΣ ΖΗΝΩΝ λέγει: Θελεις ν’ ακούη παρευθύς ο Θεός την προσευχή σου, Αδελφέ; Σαν σηκώνης τα χέρια στον Ουρανό, προσευχήσου πρώτα απ’ όλα, με την καρδιά σου, για τούς εχθρούς σου και ο Θεός θα σου δώση γρήγορα ο,τι άλλο του ζητήσεις.
*******
Ένας ΑΓΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ συμβούλευε τούς Μοναχούς: "Αν εργάζεσαι το εργόχειρό σου και σημάνη η ώρα της προσευχής, μη πης στον εαυτό σου· "ας αποτελειώσω τη σειρά που μου απόμεινε η ας συμπληρώσω λίγες βελονιές κι’ ύστερα πηγαίνω". Παραμέρισε όλα τ’ άλλα καθήκοντα και δόσε το χρέος σου στον Θεο. Διαφορετικά μαθαίνεις να θεωρής πάρεργο την Προσευχή και την Ακολουθία. Έτσι όμως και την ψυχή στερείς από πνευματική τροφή και το σώμα σου από υλική. Γιατί δε θα προκόψη το εργόχειρό σου, χωρίς την ευλογία του Θεού. Η προθυμία σου στα πνευματικά και στα σωματικά θα φανή από το πρωϊ που θα ξημερώση".
*******
ΚΑΠΟΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ λέγει ότι η προσευχή του χριστιανού, πρέπει να γίνεται, πρώτον, με διάθεσι ειρηνική, ύστερα με ησυχία και κοσμιότητα. Όταν προσεύχεται μαζί με άλλους στην εκκλησία, πρέπει ν’ αποφεύγη τις εξωτερικεύσεις της ευλαβείας του και τις δυνατές φωνές που φέρνουν σύγχυσι και στον ίδιο και στούς άλλους.

Η προσευχή οφείλει να γίνεται με εσωτερικό πόνο της καρδιάς και με ήρεμο νου αφωσιωμένο στο Θεό.

Υπάρχουν άνθρωποι, που πάσχουν από σωματικές αρρώστιες κι’ ενώ χειρουργούνται η καυτηριάζονται από το γιατρό, υποφέρουν καρτερικά τον πόνο, χωρίς φωνές και φασαρία, σιωπηλά και υπομονετικά. Άλλοι πάλι ανυπόμονοι χαλούν τον κόσμο από τις φωνές, όταν τούς κάνουν θεραπεία. Μηπως όμως έτσι αποφεύγουν τον πόνο; Μάλλον τον αυξάνουν.

Κατι παρόμοιο συμβαίνει και με την προσευχή. Οι πνευματικώτεροι άνθρωποι προσεύχονται αθόρυβα με "στεναγμούς αλαλήτους". Έτσι διατηρούν την ψυχική τους γαλήνη. Οι άλλοι δε συγκρατούν τον εαυτό τους. Προσεύχονται μεγαλοφώνως, με εκδηλώσεις εξωτερικές, που συχνά σκανδαλίζουν τούς άλλους. Ο πραγματικός χριστιανός πρέπει ν’ αποφεύγη την ακαταστασία και τα εξωτερικά σχήματα. Να προτιμά την τάξι, την ησυχία και την ταπείνωσι. Αυτό ζητά και ο Θεός με το στόμα του Προφήτου, που λέγει: "επί τίνα επιβλέψω, αλλ’ η επί τον ταπεινόν και ησύχιον, τον τρέμοντά μου τούς λόγους;"

Όσοι χριστιανοί διάλεξαν αυτό το δρόμο, έγιναν παράδειγμα και φως για πολλούς άλλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου