Ο Μοναχισμός και οι μοναχοί αποτελούν την εμπροσθοφυλακή μας στη σχέση μας με τον Θεό. Αυτοί αναχώρησαν από τον κόσμο, χωρίς να εγκαταλείψουν τον κόσμο, παραμένοντας δίπλα στον πόνο και τα πάθη του.
Ακόμη κι αυτοί οι μοναχοί, που έφυγαν μακριά από τον κόσμο, δηλ. οι ερημίτες, παραμένουν σφικτά δεμένοι με τον κόσμο μέσω της προσευχής τους. Ο αληθινός μοναχός ουδέποτε προσεύχεται μόνο για τη σωτηρία του, αλλά προσεύχεται και για τη σωτηρία των άλλων.
Κι αν αναχωρεί στην έρημο, το κάνει ακριβώς για να συγκεντρώνεται περισσότερο στη συνομιλία του με τον Θεό και μέσω της ασκήσεώς του να έχει να πει ένα λόγο με περισσότερη παρρησία ενώπιόν Του.
Κι αν αναχωρεί στην έρημο, το κάνει ακριβώς για να συγκεντρώνεται περισσότερο στη συνομιλία του με τον Θεό και μέσω της ασκήσεώς του να έχει να πει ένα λόγο με περισσότερη παρρησία ενώπιόν Του.
Με τα Μοναστήρια μας ο λαός μας είχε πάντοτε μια έντονη σχέση και επικοινωνία. Οι μοναχοί και οι λαϊκοί υποστηρίζονταν και ενισχύονταν αμοιβαίως. Σε στιγμές μεγάλων εθνικών δοκιμασιών τους οι λαϊκοί, είτε ήσαν ηγεμόνες, όπως ο Μέγας Στέφανος, είτε απλοί χωρικοί, έτρεχαν στους μεγάλους Πνευματικούς της εποχής τους και της περιοχής τους. Και επίσης είναι γνωστό ότι τα Μοναστήρια μας ανοικοδομήθηκαν από ανθρώπους που προέρχονταν απ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα, από ηγεμόνες και μεγάλους άρχοντες μέχρι τους απλούς μοναχούς, χωρικούς ή και συντεχνίες οικοδόμων αργότερα.
Υπάρχει στον λαό μας σήμερα βαθιά η συνείδηση ότι, αν αντέξαμε και επιβιώσαμε, μετά από τόσες φουρτούνες της εθνικής μας ιστορίας, το οφείλουμε κατά ένα μεγάλο ποσοστό στις δυνατές προσευχές των μοναχών και πνευματικών διδασκάλων των Μοναστηριών μας. Αυτές οι προσευχές ήσαν οι στύλοι φωτός, οι οποίες στήριξαν την πνευματικότητά μας, και σ’ αυτές, ακόμη και σήμερα, έχουμε μεγάλη ελπίδα να συνεχίσουμε τον αγώνα στη ζωή μας.
Αυτοί που στάθηκαν δίπλα στη ζωή και τις ταλαιπωρίες της Εκκλησίας μας κατά τις τελευταίες δεκαετίες, γνωρίζουν τις δυσκολίες των Μοναστηριών μας και πώς εκπλήρωσαν τον σκοπό τους, μπροστά στο πείσμα των διαφόρων φοβερών πιέσεων (συλλήψεις, το διάταγμα του 1958, σύμφωνα με το οποίο εκδιώχθηκαν από τα Μοναστήρια μας εκατοντάδες μοναχοί, οι σκληρές επιτηρήσεις, οι καταχθόνιες διεισδύσεις των ψευτο-μοναχών από όργανα του κομμουνιστικού κόμματος κλπ).
Χωρίς να αδικούμε την παρουσία και τον ρόλο άλλων Μοναστηριών, που το καθένα έχει τη δική του συμβολή, άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο γνωστή, επιθυμούμε να εκφράσουμε τώρα μερικές σκέψεις για τη Μονή Συχαστρία, η οποία από πολλές πλευρές, αν μας είναι επιτρεπτό να πούμε, είναι η ναυαρχίδα της Εκκλησίας μας. Στα χρόνια αυτά, δηλ. το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, η Συχαστρία απέκτησε αξιοσημείωτη θέση στη χώρα μας, με τους ειδικούς γνωστούς όρους, με τους οποίους η Μονή Νεάμτς την κατοχύρωσε κατά τον καιρό του οσίου Παϊσίου Βελιτσικόβσκυ. Γιατί; Ίσως για να διατηρήσει την τάξη της αδιάλειπτης προσευχής, ίσως για ν’ αναδείξει την πλειάδα των μεγάλων Πνευματικών, ή ακόμη και για να μεταδώσει την ασκητική ενθουσιαστική πνοή, η οποία εξαπλώθηκε σ’ ολόκληρη την αδελφότητα της Μονής. Ασφαλώς και χάρη στο ένδοξο παρελθόν της, κατά το οποίο αναδείχθηκαν σπουδαίες μοναχικές προσωπικότητες.
Η Συχαστρία είναι μια μυστική κλήση. Αν τη γνωρίσεις μια φορά, γίνεσαι ένα μαζί της. Διότι Συχαστρία δεν είναι μόνο ο ομώνυμος εδαφικός της χώρος. Περισσότερο σημαίνει και το πλήθος των πιστών που την επισκέπτονται τακτικά ή έκτακτα. Σημαίνει και τους μοναχούς της, που ασκούνται εκεί ως «εξόριστοι» από τις διάφορες εξουσίες του κόσμου. Αν κάποιος αξιώνεται να την επισκέπτεται, έστω μια φορά τον χρόνο, γεννιέται μέσα του μια άσβεστη επιθυμία να την επισκέπτεται συχνότερα. Αυτός που επισκέπτεται τη Συχαστρία νοιώθει ότι είναι ευτυχέστερος των άλλων.
Οι πατέρες της Συχαστρίας κάνουν το έργο τους με πολλή ευλάβεια και ταπείνωση, χωρίς να διεκδικούν διορατικά χαρίσματα, χωρίς να κοινολογούν στους άλλους τ’ αμαρτήματα των Χριστιανών, χωρίς να προβάλλουν κάποια ευτελή οράματα ή έκτακτες εμπνεύσεις διδασκαλικών λόγων. Η πορεία τους είναι ευθεία, βασιλική, γεμάτη από καλά αισθήματα, από ταπείνωση, προσευχή, από σκληρή άσκηση και συμμετοχή με αγάπη στους αγώνες των πνευματικών τους παιδιών.
Είναι, νομίζω, δύσκολο να εξηγήσω όλα αυτά σ’ εκείνον που δεν πέρασε απ’ εκεί και δεν αισθάνθηκε τον παράδεισο να κατεβαίνει από το επιτραχήλιο του π. Παϊσίου. Σ’ αυτόν που δεν άκουσε τον λόγο του π. Κλεόπα και σ’ αυτόν που δεν είδε τον π. Ιωήλ να εξομολογεί.
Ακόμη και όλοι σχεδόν οι ξένοι, που έρχονται εκεί, εκτός από τις προσωπικές τους αναζητήσεις και εξομολογήσεις, ενδιαφέρονται και για τη ζωή του μοναχισμού μας. Ωφελούνταν από την απλή παρουσία δίπλα σ’ ένα Γέροντα, και συγκεκριμένα κοντά στον π. Κλεόπα, πριν ακόμη να τους μεταφράσουμε τα λόγια του. Ακουόμενος ο λόγος από το στόμα των Πατέρων και διανθισμένος με τα άνθη της καθαρής προσευχής έχει μια ιδιαίτερη δύναμη που δεν μπορεί βέβαια να μεταφερθεί εδώ γραπτώς. Είναι χρυσός…
Τα κελλιά των διακεκριμένων αυτών Πατέρων τα γνώριζαν οι άνθρωποι· κοίταζαν αν οι πόρτες τους είναι ανοικτές για να εξομολογηθούν και να τους συμβουλευθούν. Προπαντός αυτοί που περίμεναν με υπομονή, ήσαν απλοί άνθρωποι από χωριά και κωμοπόλεις της πατρίδας μας. Με την ίδια απλότητα αναμιγνύονταν ανάμεσά τους και μερικοί διανοούμενοι. Κανείς δεν προσπαθούσε εκεί να προβληθεί. Επικρατούσε ένα πνεύμα μεγάλης αδελφοσύνης. Υπήρχε σε όλους η ίδια ανάγκη να πάρουν κατευθύνσεις, να παρηγορηθούν, να ευθυγραμμισθούν στη ζωή του Χριστού μας… Κανείς και τίποτε δεν μπορούσε να σταματήσει όλους αυτούς να φθάσουν μέχρι εκεί, διότι επιθυμούσαν με πολύ ζήλο αυτή την ιερή συνάντηση. Επιπλέον ήσαν και οι νυκτερινές Ακολουθίες με τη μυστικότητά τους, με τη δική τους πνευματική δύναμη, με την ανακαινιστική ωφέλειά τους…
Οποιοσδήποτε έρχεται στη Συχαστρία απολαμβάνει, εκτός από την παραδοσιακή εκκλησιαστική τάξη, ένα τόπο να κοιμηθεί και μια γαβάθα φαγητό, το οποίο, έστω και άνοστο ή λίγο να είναι, όμως είναι καλύτερο από οποιοδήποτε άλλο. Όταν στις εορτές και πανηγύρεις αυτοί που έρχονται είναι πάρα πολλοί και ξεπερνιούνται οι υπάρχουσες δυνατότητες φιλοξενίας, στέκονται εκεί χωρίς στενοχώρια. Κοιμούνται δύο και τρεις στο ίδιο κρεβάτι, άλλοι κοιμούνται κάτω στα δάπεδα, μέσα στην τραπεζαρία, επάνω στα χόρτα και όπου μπορούν.
Έχει πράγματι η Συχαστρία αρκετά ησυχαστήρια και κελλιά στον περίγυρό της, στα οποία οι πατέρες, κουρασμένοι από τον χείμαρρο των προσκυνητών, αποτραβιούνται ενίοτε, όπως στην περιοχή Στάνα, Πρισάκα, στον κήπο με τα βάτα και τις φράουλες και στο μικρό παρεκκλησάκι. Έχει ακόμη κι ένα άλλο μόνιμο αναχωρητικό τόπο, το Κοιμητήριο, που είναι από μόνο του ένα χρονικό… Και δεν μπορεί ακόμη να είναι η Συχαστρία χωρισμένη από τη Σύχλα, τη Σκήτη που βρίσκεται ψηλότερα μέσα στο δάσος, που είναι κι αυτός ένας τόπος κατεξοχήν ησυχαστικός και συναρπαστικός, με την ξύλινη εκκλησία στο κέντρο, με την πέτρινη σπηλιά της Οσίας Θεοδώρας, με το καλυβάκι κάτω από την πλαγιά, όπου επί πολλά χρόνια κατοικούσε ο π. Παΐσιος, εξομολογώντας τους Χριστιανούς και προσευχόμενος γι’ αυτούς.
Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τη Συχαστρία χωρίς να μνημονεύσουμε και τον ηγούμενό της, τον π. Βικτωρίνο, που είναι τόσο φιλόξενος και καταδεκτικός… Αυτός γνώριζε από παλιά να «κρατά τις πλάτες», να στέκεται μπροστά σαν μια προστατευτική ασπίδα, να εκτίθεται σε κάθε κίνδυνο, να τραυματίζεται… Τα υπέμεινε όλα με θαυμαστή υπομονή και για την ψυχική ωφέλεια της αδελφότητάς του.
Σίγουρα τα όσα μέχρι εδώ γράψαμε είναι το ορατό μέρος της Μονής. Η Συχαστρία δεν είναι μόνο ένας επίγειος παράδεισος. Διεξήχθησαν εκεί σκληρές μάχες, διότι ακριβώς η επιθυμία της αγιότητας υπήρξε πιο έντονη και η έφοδος του διαβόλου ήταν επίσης ισχυρή. Μόνο αυτοί που ζουν καθημερινά εκεί, σ’ αυτή τη μοναστική κοινότητα, γνωρίζουν καλύτερα από ποιους πειρασμούς πολεμήθηκαν και από ποιες επιθέσεις και πτώσεις δοκιμάστηκαν… Ασφαλώς υπήρχαν και μερικοί άλλοι, που δυστυχώς δεν κατανόησαν την πραγματικότητα αυτής της μάχης, δεν έμαθαν να πολεμούν, σκανδαλίστηκαν…
Αυτό που παραμένει σπουδαίο γεγονός για εμάς είναι ότι η Μονή εξήλθε νικήτρια, διότι κατόρθωσε να διατηρήσει την πίστη και την εν Χριστώ ζωή με ακρίβεια. Οι τόποι της Μονής Συχαστρίας είναι αγιασμένοι από τα λείψανα των Αγίων της, ευλογημένοι από τις προσευχές των μοναχών της και ποτισμένοι με τα δάκρυά τους.
Στη φωτογραφία: ο π. Κλεόπας με τον π. Βικτωρίνο στη Μονή Συχαστρία.
Από το βιβλίο: π. Κων. Κόμαν, Αρχιμ. π. Ιωαννικίου Μπάλαν, Ο Γέροντας Παΐσιος Ολάρου, Πνευματικός του Γέροντος Κλεόπα Ηλίε (1897-1990). Μετάφραση-επιμέλεια υπό αδελφών Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους. Άγιον Όρος 1990.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου