[Αφηγείται η Μοναχή Πορφυρία] Φεύγοντας [από τον Άγιο Πορφύριο] περίμενα κάτω στον δρόμο, στην στάση, να περάσει το λεωφορείο για να γυρίσω στην Αθήνα. Περίμενα αρκετή ώρα και το λεωφορείο δεν ερχόταν.
Ο άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης (1906-1991).
Οπότε ξαφνικά βλέπω μια μεγάλη νταλίκα μόλις με προσπέρασε να σταματάει. Εγώ δεν έδωσα σημασία, δεν ήξερα γιατί σταμάτησε. Περίμενε, περίμενε ο οδηγός, έκανε νόημα, αλλά εγώ κοιτούσα από την άλλη μεριά για να δω αν έρχεται το λεωφορείο.
Οπότε κατεβαίνει ο οδηγός από την πόρτα την δική του κι έρχεται πίσω και μου λέει:
– Για σένα σταμάτησα. Πάω στην Αθήνα. Άμα θέλεις, έλα να σε πάρω, γιατί το λεωφορείο άλλαξε δρομολόγια και θ’ αργήσει.
Ξαφνιάστηκα, αλλά αισθάνθηκα μέσα μου μία δύναμη που μου έλεγε “προχώρα, πήγαινε”.
Πήγα λοιπόν. Με δυσκολία ανέβηκα στην νταλίκα, γιατί ήταν πολύ ψηλή και κατά την διαδρομή μου λέει ο άνθρωπος αυτός:
– Εγώ πρώτα οδηγούσα λεωφορείο, αλλά επειδή με έβαζαν να μεταφέρω ιεχωβάδες και έχανα τις Κυριακές, δεν πήγαινα εκκλησία, σταμάτησα και τώρα οδηγώ νταλίκα, που οι νταλίκες Κυριακή δεν κυκλοφορούν. Και πάω με την γυναίκα μου και το παιδάκι μου στην εκκλησία.
Με πήγε μέχρι εκεί που θα έβρισκα ταξί στην Αθήνα και πολύ τον ευχαρίστησα που με διευκόλυνε.
Όταν λοιπόν πήγα πάλι στον Γέροντα, μου λέει:
– Μωρέ, εγώ για σένα και νταλίκα σταματάω.
Και του λέω:
– Γέροντα, εσύ σταμάτησες την νταλίκα; Κι εγώ είπα, πώς αυτός σταμάτησε για να με πάρει;
Από το βιβλίο της Μοναχής Πορφυρίας (Σπυριδούλας Μόσχου), “Μαθητεία στον Άγιο Πορφύριο”, των εκδόσεων “Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου