Ένα κοριστάκι τριών ετών με γύρισε σ’ όλες τις Κολάσεις. Τρομερές ήταν.Το τι γινόταν εκεί πέρα.Φοβερά πράγματα.Δέν μπορώ να τα περιγράψω,Νά δής εκεί πέρα σπήλαια, πρόσωπα ρυτιδιασμένα, τί νά πώ!
Ενα δάκτυλο ρυτίδα. Τά μαλλιά τους ήταν όρθια σάν αγκάθια, τά φορέματά τους κουρελιασμένα. Παντού γκρεμισμένα χαλάσματα. Τό κάθε σπήλαιο είχε μέσα κολασμένους. Ηταν σάν μιά μάζα -πώς τούς θάβεις όλους μαζί, έτσι ήταν- μαζεμένοι και ούρλιαζαν, σπάραζαν, κλαίγανε και οδύρονταν.
Όσο μου έλεγε θά σου ρίξω τό μπιλάκι, τόσο εγώ έτρεχα.
Όσο μου έλεγε θά σου ρίξω τό μπιλάκι, τόσο εγώ έτρεχα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου