Τοῦ ὁσίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου (†1994)
«Ἒκανα προσευχή στό κελλί μου (στήν μονή Φιλοθέου). Ξαφνικά ἀκινητοποιήθηκα τελείως. Δέν μποροῦσα νά σηκωθῶ. Ἦταν ἀδύνατο. Μιά ἀόρατη δύναμη μέ κρατοῦσε ἀκίνητο. Κατάλαβα ὃτι κάτι συμβαίνει.
Ἒμεινα ἒτσι σάν βιδωμένος γιά δυό-δυόμισι ὧρες, Μποροῦσα νά προσεύχομαι, νά σκέφτομαι, ἀλλά δέν μποροῦσα νά κινηθῶ καθόλου. Ἐνῶ βρισκόμουν σ' αὐτή τήν κατάσταση, εἶδα σάν σέ τηλεόραση ἀπό τήν μιά μεριά τά Κατουνάκια καί ἀπό τήν ἂλλη τήν Μονή Στομίου στήν Κόνιτσα.
Ἐγώ μέ λαχτάρα γύρισα τά μάτια μου πρός τά Κατουνάκια. Μιά φωνή τότε -ἦταν τῆς Παναγίας- μοῦ εἶπε καθαρά: "Δέν θά πᾶς στά Κατουνάκια• θά πᾶς στήν Μονή Στομίου". "Παναγία μου, ἐγώ ἒρημο Σοῦ ζήτησα καί Σύ μέ στέλνεις στόν κόσμο;", εἶπα.
Ἂκουσα ξανά τήν ἲδια φωνή νά μοῦ λέη αὐστηρά: "Θά πᾶς νά συναντήσης τό τάδε πρόσωπο, τό ὁποῖο θά σέ βοηθήσει πολύ". Συγχρόνως κατά τήν διάρκεια αὐτοῦ τοῦ θείου γεγονότος μοῦ ἦρθαν ἀπαντήσεις σάν σέ τηλεόραση σέ πολλές ἀπορίες πού εἶχα.
Ἀμέσως λύθηκα ἀπό ἐκεῖνο τό ἀόρατο δέσιμο καί πλημμύρισε ἡ καρδιά μου ἀπό τήν θεία χάρι»•
«Βίος γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου», ἱερομονάχου Ἰσαάκ, ἔκδοσις Ζ΄, σελ. 119.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου