Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

† Eπίσκοπος Αὐγουστῖνος - «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι»

Η Προηγιασμένη εἶνε, ἀγαπητοί μου, μία ἰ­δι­­αιτέρα λειτουργία τῆς ἁγίας μας Ἐκ­κλη­σί­ας. Χαρακτηριστικό της, ὅπως δείχνουν τὰ καλύμματα τῆς ἁγί­ας τραπέζης καὶ τὰ ἄμφια τοῦ ἱερέως, εἶνε ἡ κατάνυξις καὶ τὸ πένθος. 
Πενθοῦ­­με γιὰ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰη­σοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὰ δικά μας ἄθλια πάθη, γιὰ τὶς ἁμαρτίες κλή­ρου καὶ λαοῦ, καὶ ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ προσέξουμε ἕνα σημεῖο τῆς λειτουργίας αὐτῆς. Εἶνε τὸ σημεῖο ποὺ ὁ ἱερεὺς κρατώντας ἀναμ­μένη λαμπάδα καὶ θυμιατὸ βγαίνει στὴν ὡ­ραία πύλη ἐνῷ τὰ φῶτα εἶνε σβηστά, εὐλογεῖ σταυροειδῶς τὸ ἐκκλησί­ασμα καὶ λέει· «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι». Αὐ­τὴ ἡ ἐκφώνησις περιέχει σπουδαῖα νοήματα. Περὶ φωτὸς λοιπὸν θὰ εἶνε ὁ λόγος. Καὶ ὑ­πάρχει φῶς ὑλικὸ καὶ φῶς πνευματικό. Τὸ ὑλικὸ φῶς, ἀγαπητοί μου, τὸ δημιούργη­σε ὁ Θεός· Αὐ­τὸς εἶπε «Γενηθήτω φῶς· καὶ ἐ­γένετο φῶς» (Γέν. 1,3). Πηγές του ὥρισε γιὰ τὴν ἡ­μέ­ρα τὸν ἥλιο καὶ γιὰ τὴ νύχτα τὴ σελήνη. Τὸ φῶς μᾶς εἶνε ἀ­ναγκαῖο. Ὅ­ταν ὁ ἥλιος δύῃ, προ­σπαθοῦμε νὰ ἔχουμε φῶς μὲ ἄλ­λα μέσα· σήμερα μὲ τὸ ἠλεκτρικὸ ῥεῦμα, παλαιότερα μὲ λάμπα πετρε­λαίου, μ᾽ ἕνα λυχνάρι, μ᾽ ἕνα κερί, ἀκόμα καὶ μ᾽ ἕνα δᾳδί. Χωρὶς φῶς δὲν ζοῦ­με· ἂν καμμιὰ φορὰ παρουσιαστῇ βλά­βη, ζητᾶμε νὰ διορθωθῇ τὸ συν­τομώτερο. Κι ὅ­ταν στὸ σπίτι ἔρθῃ τὸ φῶς, ὅλοι ἔχουμε χαρά. Ἐὰν περπατάῃ καν­εὶς στὰ σκοτεινά, κινδυνεύει νὰ σκοντάψῃ καὶ νὰ πέσῃ· δὲν μπορεῖ νὰ ἐργασθῇ, δὲν μπο­ρεῖ νὰ βρῇ κάτι ποὺ ψάχνει. Ἔχουμε καὶ παραδεί­γματα στρατιωτῶν πού, μέσ᾽ στὸ σκοτάδι, ἀντὶ νὰ πυροβολήσουν ἐχθρούς, πυροβόλησαν συστρατιῶτες – ἀδέρφια τους.
Ἀλλ᾽ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὑλικὸ ὑπάρχει καὶ τὸ πνευματικὸ φῶς, ποὺ ἔρχεται νὰ διαλύσῃ τὸ ἠθικὸ καὶ πνευματικὸ σκοτάδι ποὺ ἁπλώνεται γύρω. Μπορεῖ νὰ ἠλεκτροφωτίσουμε κάθε γωνιά, καὶ ὅμως ὑπάρχει σκοτάδι. Τὸ μεγάλο σκοτάδι δὲν εἶνε τὸ ὑλικό, στοὺς δρόμους ἢ στὰ σπίτια· τὸ μεγάλο σκοτάδι, ἀδελφοί μου, εἶνε μέσα μας, στὴν καρδιά μας, στὰ μυαλά μας. Αὐτὸ λίγοι τὸ καταλαβαίνουν. Ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγάλους ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ τὸ ἅγιό του λείψανο εἶνε στὴ Θεσσαλονίκη, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλα­μᾶς, ἔλεγε· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, φώτισόν μου τὸ σκότος». Αὐτὴ τὴν προσευχὴ ἔκανε διαρκῶς στὸ ἀσκητήριό του. Διότι πράγματι μέσα μας ὑπάρχει σκοτάδι. Τὸ λέει καὶ ἡ ἁγία Κασσιανὴ στὸ ὡραῖο τροπάριό της· Κύριε, ζῶ στὴν ἁμαρτία· «νύξ μοι ὑπάρχει… ζοφώδης τε καὶ ἀ­σέληνος», ἔχω νύχτα χωρὶς φεγγάρι, νύχτα μὲ πυκνὸ σκοτάδι (δοξ. ἀποστ. αἴν. Μ. Τετ.).

Κατασκότεινη ἡ ζωή μας, βυθισμένη στὴ νύ­χτα τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν παθῶν. Ποιά δύναμι στὸν κόσμο, ποιά φιλοσοφία, μπορεῖ νὰ διαλύσῃ τὸ σκοτάδι αὐτό; Μπορεῖ κάποιος νά ᾽χῃ κάνει τὸ μυαλό του ἐγκυκλοπαιδικὸ λεξικό, κι ὅμως νά ᾽χῃ μεσάνυχτα στὰ πιὸ ζωτικὰ θέματα. Ρωτῆστε τοὺς μακρὰν τοῦ Χριστοῦ σοφοὺς π.χ., τί εἶνε Θεός καὶ ποιά ἡ σχέσι μας μαζί του; Κανείς δὲν θὰ σᾶς ἀπαν­τήσῃ μὲ τὰ λίγα καὶ καθαρὰ ἐκεῖνα λόγια τοῦ Χριστοῦ «Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ἰω. 4,24). Ρωτῆστε τους τί εἶνε ὁ ἄν­θρωπος; Ἡ φιλοσοφία δὲν λύνει τὸ αἴνιγμα. Ὁ Χριστὸς λέει· ὁ ἄνθρωπος ἔχει θεία καταγωγή, εἶνε ἀθάνατος, ἀλλὰ κάποτε ἔπεσε καὶ τώρα στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του κρύβεται βόρ­βορος, πάθη – κακίες – ἐλαττώματα· ἔχει ἀνάγ­κη ῥιζικῆς ἀλλαγῆς, ἀλλαγῆς καρδίας, ν᾽ ἀναγεννηθῇ, νὰ γίνῃ νέος ἄνθρωπος, καινὴ κτίσις, νέα δημι­ουργία. Ρωτᾷς τοὺς φιλοσόφους γιὰ τὴν ψυχή, καὶ πελαγώνουν σὲ ἰδέες καὶ θεωρίες. Ὁ Χριστὸς ἀπαντᾷ μὲ λίγες ἀθάνατες λέξεις· «Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδή­σῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυ­χὴν αὐ­τοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36). ῾Ρωτᾷς τοὺς φιλοσόφους, ποῦ εἶνε ἡ εὐτυχία, καὶ σὲ ζαλίζουν· στὴ δύνα­μι, στὸ χρῆμα, στὴ δόξα, στὴ γνῶσι… Ὁ Χριστὸς λέει· τὸ κλειδὶ τῆς εὐτυχίας εἶνε ἡ ἀρετή, ἡ ἁ­γιότης. Ρωτᾷς, ποιός τέλος πάντων εἶνε ὁ προ­ορισμός μας; καὶ δὲν ἀκοῦς μιὰ σωστὴ κουβέντα. Ὁ Χριστὸς δείχνει τὸν οὐρανὸ καὶ λέει· «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Α΄ Πέτρ. 1,16). Πηγαίνεις καὶ στοὺς τάφους καὶ ρωτᾷς γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ θανάτου, τί γίνεται ἐδῶ; Οἱ σοφοὶ σιωποῦν· ὁ Χριστὸς ἀπαντᾷ μὲ λόγια καὶ ἔργα. Στὶς ἀδερφὲς τοῦ Λαζάρου εἶπε· Μὴν κλαῖτε, «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή». Κ᾽ ἐμ­πρὸς στὸ μνῆμα προστάζει· «Λάζαρε, δεῦ­ρο ἔξω» (Ἰω. 11,25,43) κι ὁ Λάζαρος ἀνασταίνεται. Τέλος ὁ ἴδιος τὴ νύχτα τῆς Ἀναστάσεως συν­τρίβει τὶς χάλκινες πύλες τοῦ ᾅδου καὶ τότε ἀκούγε­ται ὁ παιάν· «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐ­ρανός τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια…» (καν. Πάσχ.).«Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι». Ὁ Χριστὸς εἶ­νε τὸ φῶς. Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ τὸ μεσημέρι θ᾽ ἀκούσουμε· «Σέ, τὸν ἀναβαλλόμενον τὸ φῶς ὥσπερ ἱμάτιον» (Ψαλμ. 103,2 καὶ δοξ. ἀποστ. ἑσπ. Μ. Σαβ.). Ὅπως ἐμεῖς φοροῦμε ροῦχο, ἔτσι ὁ Χριστὸς ὡς ἔν­δυμα, ὡς ροῦχο του, ἔχει τὸ φῶς.Καὶ ὄχι μόνο εἶνε φῶς ὁ Χριστός, ἀλλὰ ἔχει τὴ δύναμι κ᾽ ἐμᾶς, ποὺ εἴμαστε στὸ σκοτάδι, νὰ μᾶς κάνῃ παιδιὰ τοῦ φωτός, «υἱοὺς φω­τὸς» καὶ «υἱοὺς ἡμέρας» (Ἰω. 12,36. Α΄ Θεσ. 5,5). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε στοὺς προγόνους μας· Ζούσα­τε κάποτε στὸ σκοτάδι· τώρα εἶστε φῶς, γι᾽ αὐτὸ «ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε» (Ἐφ. 5,8), νὰ ζῆτε σὰν παιδιὰ τοῦ φωτὸς καὶ τῆς ἡμέρας.
* * *
Μὲ ποιό τρόπο ἆραγε μποροῦμε νὰ γίνουμε φῶς; Ἡ ἀπάντησι, ἀγαπητοί μου, εἶνε· διὰ τῆς πίστεως. Ναί· ὅποιος πιστέψῃ πραγματικά, θὰ λάβῃ τὸ φῶς. Τὸ εἶ­πε ὁ Κύριος· «Ὁ ἀ­κολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατή­σῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ᾽ ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς»· ὅ­ποιος μὲ ἀκολουθήσῃ, ὅποιος πιστέψῃ στὰ λόγια μου, δὲν θὰ ζῇ πλέον στὸ σκοτάδι, ἀλλὰ θὰ ἔχῃ τὸ φῶς τῆς ζωῆς· «ἡ σκοτία οὐ μὴ καταλά­βῃ αὐ­τόν» (βλ. Ἰω. 8,12· 12,35), θὰ ζῇ μέσα στὸ φῶς. Μπορεῖ λοιπὸν ὁ καθένας νὰ γίνῃ φῶς διὰ τῆς πίστεως. Ἀλλ᾽ ὄχι τῆς πίστεως τῆς νεκρᾶς, τῆς τυπικῆς, τῶν χειλέων· χρειάζεται πίστις ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ ἔργα. Ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος λέει, ὅτι τὴν πίστι μας πρέπει νὰ τὴ δεί­ξουμε μὲ ἔργα (βλ. Ἰακ. 2,18), μὲ συνεπῆ ζωὴ καὶ μὲ παράδειγμα φωτεινό. Καὶ ὁ προφήτης Ἠ­σαΐας φωνάζει· Ὄχι ξηρὰ θρησκευτικότης, μιὰ τυπικὴ νηστεία καὶ μιὰ ἀσήμαν­τη ἐλεημοσύνη, καὶ κατόπιν ὑπερηφάνεια καὶ καύχησις, σὰν νὰ λέμε· Θεέ, δὲν εἶδες ποὺ σοῦ ἔκανα αὐτὸ κι αὐτό; λοιπὸν πλήρωσέ με τώρα! Ἐὰν νομίζετε ὅτι ἔτσι θὰ σωθῆτε, ἀπατᾶσθε. Θέλεις, λέει ὁ Ἠ­σαΐας, νὰ διαλυθῇ τὸ σκοτάδι τῆς ψυχῆς σου; ἀποκατάστησε τὸ δίκαιο, ἀπόδωσε δικαιοσύνη, δεῖξε ἔμπρακτη ἀγάπη καὶ ἐλεημοσύνη, καὶ τότε «ῥαγήσεται πρώϊμον τὸ φῶς σου» (Ἠσ. 58,8), τότε θὰ ἔλθῃ νωρὶς σ᾽ ἐσένα ἡ νοητὴ χαραυγή, τότε στὴν ἀσέληνη νύχτα σου θὰ λάμψῃ τὸ φῶς τοῦ νοητοῦ ἡλίου. Δὲν ἀρκεῖ, ἀδελφοί μου, νὰ λέμε μόνο μέσα στὸ ναὸ καὶ ν᾽ ἀ­κοῦ­με στὴν Προ­ηγιασμένη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ φῶς ποὺ «φαίνει πᾶσι», ποὺ φωτίζει δηλαδὴ ὅλους. Ὁ ἴδιος στὴν Ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία ζητάει ἀπὸ τὰ παιδιά του· «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐ­ρανοῖς» (Ματθ. 5,16). Θέλει, καθένας ἀπὸ μᾶς νὰ γινώμαστε ἀφορμὴ νὰ δοξάζεται ὁ οὐράνιος Πατέρας ἀ­πὸ ἐκείνους ποὺ θὰ βλέπουν τὰ κα­λὰ ἔρ­γα μας, τὴν συνεπῆ καὶ ἐνάρετη ζωή μας.

Παρὰ τὰ τόσα φῶτα τῶν διαφημίσεων, παν­τοῦ ἐπικρατεῖ σκοτάδι· στὰ σπίτια, στοὺς δρό­μους, στὰ γραφεῖα, στὰ ἐργοστάσια, στὰ σχολεῖα, στὸ στρατό, στὰ δικαστήρια, στὰ νοσοκο­μεῖα, στὰ ὑπουργεῖα, στὴ βουλή, στὰ παλάτια τῶν κυβερνώντων. Ὅσοι ἀξιωθήκαμε νὰ δοῦμε καὶ νὰ πάρουμε λίγο φῶς, ἔχουμε χρέος νὰ ζήσουμε σὰν παιδιὰ τοῦ φωτός, ὄχι τῆς νύχτας – νυχτερίδες. Ἕνας ἀληθι­νὸς Χριστιανός, ὅπως βλέπουμε στοὺς βίους τῶν ἁγίων, γίνεται φῶς, ἕνας μικρὸς ἥλιος, ποὺ ἀκτινοβολεῖ γύρω του τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τότε πράγματι στὸ πρόσωπό του τὸ «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι».Ἂς ἀνάβῃ ὁ κόσμος τόσα φῶτα τεχνητά. Ἐγὼ προτιμῶ νὰ κάθωμαι σὲ μιὰ καλύβα καὶ νὰ φωτίζωμαι ἀπὸ τὴ λαμπάδα τῆς Προηγιασμένης· προτιμῶ νά ᾽χω τὸ Χριστό, «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω. 8,12), παρὰ νὰ ζῶ στὰ παλάτια μὲ τὰ φῶτα τοῦ ψεύτικου πολιτισμοῦ.

Αὐτὸ τὸ οὐράνιο φῶς νὰ προσπαθήσουμε, ἀδελφοί μου, ν᾽ ἀποκτήσουμε μὲ τὴν πίστι, μὲ τὰ ἔργα, μὲ τὴν προσευχή, μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας· νὰ γίνουμε μέσα στὸν κόσμο μικροὶ πολυέλεοι, πνευματικὲς λαμπάδες, καλώντας ὅλους τοὺς γύρω μας καὶ λέγοντας · «Δεῦτε, λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου Φωτός» (ἀκολ. Ἀναστ.). Τὸ δὲ Φῶς, τὸ ἀν­έσπερο, τὸ ἄδυτο, τὸ αἰώνιο, εἶνε ὁ Κύριος ἡ­μῶν Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου