του Πρωτ. π. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγίας Παρασκευῆς Καλλιπόλεως Πειραιῶς
Ὁ χρόνος γυρίζει καί φεύγει. Καί μαζί μέ τόν χρόνο γερνᾶμε καί φεύγουμε κι ἐμεῖς. Κάθε χρόνο ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας, γιά νά μᾶς ὑπενθυμίσει αὐτή τή ρευστότητα καί τήν παροδικότητα τῶν ἐπιγείων
πραγμάτων, ἐπαναλαμβάνει τόν ἑόρτιο κύκλο, ἐπισημαίνοντας ὅτι, ἐάν δέν μποῦμε μέσα στόν σωτηριώδη χρόνο, ἐάν δέν ἐνταχθοῦμε μέσα στό γεγονός τῆς Θείας Οἰκονομίας, αὐτός ὁ χρόνος μέσα, στόν ὁποῖο ζοῦμε, δέν ἔχει καμμία σημασία. Μερικές φορές, μάλιστα, εἶναι καί ἐπικίνδυνος, ἄν δέν τόν ἀξιοποιήσουμε καταλλήλως.
Νά, λοιπόν, πού καί φέτος ξαναβρισκόμασθε στήν περίοδο τοῦ κατανυκτικοῦ Τριωδίου. Αἰῶνες ἐπί αἰώνων ἑορτάζουμε τήν περίοδο αὐτή τοῦ Τριωδίου. Καί ἐπί τόσους αἰῶνες ἐπισημαίνεται ὄτι θά πρέπει νά προσπαθήσουμε ὅλοι μας, ὅλοι ὅσοι ἔχουμε σχέση μέ τήν Ἐκκλησία, ὅλοι ὅσοι ἔχουμε λάβει τό ἅγιον Βάπτισμα, νά ἐγκαταλείψουμε τίς κοσμικές συνήθειες, νά ἀποκρούσουμε τίς πονηρίες καί μεθοδίες τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος ἰδιαίτερα τίς ἡμέρες αὐτές ἐπιτίθεται, δρᾶ καί ἐνεργεῖ περισσότερο. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας ἐπιθυμεῖ νά μᾶς προετοιμάσει γιά τόν ἀγώνα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Καί βάζει αὐτές τίς τρεῖς πρῶτες ἑβδομάδες τοῦ Τριωδίου (τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, τοῦ Ἀσώτου Υἱοῦ, τῆς Δευτέρας Παρουσίας καί τῆς Κρίσεως), εἰς τρόπον ὥστε νά μήν μᾶς φανεῖ πολύ δύσκολος ὁ ἀγώνας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀλλά σιγά-σιγά νά συνηθίσουμε σ’αὐτόν τόν ἀγώνα, ἀκούγοντας τά ἀναγνώσματα, τούς κατανυκτικούς ὕμνους καί τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας.
Σύμφωνα μέ τό συναξάρι τῆς Κυριακῆς τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου[1], οἱ ἅγιοι Πατέρες, μέ τό βιβλίο αὐτό τοῦ Τριωδίου, ἔχουν σκοπό νά μᾶς θυμίσουν μέ συντομία ὅλες τίς εὐεργεσίες, πού ἔκανε ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός ἀπό τήν ἀρχή σ’ἐμᾶς. Θέλουν νά ὑπογραμμίσουν σέ ὅλους μας ὄτι πλασθήκαμε ἀπ’Αὐτόν καί παραβήκαμε τήν ἐντολή, πού μᾶς ἔδωσε γιά τήν πνευματική μας ἐξάσκηση καί γι’αὐτό διωχθήκαμε ἀπό τόν Παράδεισο. Κι ἀκόμη ὄτι ὁδηγηθήκαμε στήν πτώση ἀπό τόν φθόνο τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καί ἐχθροῦ μας, τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος ἔπεσε ἀπό τόν οὐρανό ἐξ αἰτίας τοῦ ἐγωισμοῦ του καί εἴμασταν διαρκῶς στερημένοι ἀπό τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ καί ὁδηγούμενοι ἀπό τόν διάβολο. Θέλουν νά μᾶς θυμίσουν ἀκόμη ὄτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἀπό τήν πολλή καί ἀνιδιοτελῆ Του ἀγάπη γιά’μᾶς κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί κατοίκησε στή μήτρα τῆς Ἁγίας Παρθένου καί ἔγινε ἄνθρωπος καί μέ τήν ὅλη ζωή Του μᾶς ἔδειξε τόν δρόμο γιά τήν ἄνοδό μας στόν οὐρανό. Αὐτό τό πέτυχε πρωτίστως μέ τήν ταπείνωσή Του, τή νηστεία, τήν ἀποχή ἀπό κάθε κακό, ἀλλά καί μέ ὅλες τίς πράξεις Του. Κι ἀκόμη θέλουν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας νά μᾶς ὑπενθυμίσουν ὄτι ὁ Χριστός ἔπαθε για’μᾶς, σταυρώθηκε, τάφηκε καί ἀναστήθηκε καί ἀνέβηκε πάλι στούς οὐρανούς. Καί ὄτι ἔστειλε στούς ἁγίους μαθητές καί Ἀποστόλους Τοῦ τό Ἅγιον Πνεῦμα, οἱ ὁποῖοι κήρυξαν γι’Αὐτόν παντοῦ πώς εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός τέλειος καί ἄνθρωπος τέλειος, Θεάνθρωπος. Θέλουν, τέλος, νά μᾶς διηγηθοῦν τί ἔκαναν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι μέ τήν Χάριν καί τήν βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὄτι δηλ. συγκέντρωσαν μέ τό κήρυγμά τους σέ μία ποίμνη τούς ἁγίους ὅλων τῶν αἰώνων, γιά νά καταλάβουν τή θέση τῶν ἐκπεσόντων ἀγγέλων, πράγμα τό ὁποῖο ἦταν ἀπό τήν ἀρχή ὁ σκοπός τοῦ Δημιουργοῦ. Αὐτός, λοιπόν, εἶναι ὁ σκοπός τοῦ Τριωδίου.
Ἑπομένως, οἱ τρεῖς πρῶτες ἑβδομάδες, πού διανύουμε τώρα, ἐπινοήθηκαν ἀπό τούς ἁγίους καί θεοφόρους Πατέρες μας σάν μιά προγύμναση καί παρακίνηση, γιά νά προετοιμασθοῦμε γιά τούς πνευματικούς ἀγῶνες τῆς νηστείας, πού ἀκολουθοῦν. Εἶναι περίοδος κατανύξεως, περισυλλογῆς καί μετανοίας. Τά εὐαγγελικά ἀναγνώσματα, μαζί μέ τούς ἐμπνευσμένους ὕμνους, εἶναι ἰσχυρή προτροπή πρός μετάνοια καί ἐπιστροφή. Ὀφείλουμε νά συμμαζευθοῦμε οἱ ἄνθρωποι στόν ἑαυτό μας, γιά νά συνέλθουμε πνευματικά, νά σκεφθοῦμε ὑψηλότερα θέματα, νά ὁδηγηθοῦμε στήν αὐτογνωσία καί τήν θεογνωσία. Ὀνομάζουν, μάλιστα, οἱ ἅγιοι Πατέρες τήν πρώτη ἑβδομάδα τοῦ Τριωδίου προφώνηση ἤ προσφωνήσιμο (θά μπορούσαμε νά τήν ποῦμε καί εἰσαγωγική ἑβδομάδα), γιατί γίνεται ὄ,τι ἀκριβῶς συμβαίνει καί στήν περίπτωση πού πρόκειται οἱ στρατιῶτες νά ξεκινήσουν γιά σωματικούς πολέμους. Ἐνημερώνονται καί προετοιμάζονται ἀπό τούς στρατηγούς γιά τό πότε θά γίνει ὁ πόλεμος, ὥστε νά ἀκονίσουν τά ξίφη τους, νά τά καθαρίσουν καί νά τά γυαλίσουν, νά ἑτοιμάσουν τά πάντα καί νά ἀφήσουν στήν ἄκρη κάθε τί, τό ὁποῖο θά μποροῦσε νά εἶναι ἐμπόδιο γιά τήν ἐκστρατεία. Καί ἀφοῦ κάνουν ὅλα ὅσα εἶναι ἀπαραίτητα, ξεκινοῦν μέ προθυμία γιά τή μάχη. Πολλές φορές, μάλιστα, πρίν ἀπό τή συμπλοκή οἱ στρατηγοί χρησιμοποιοῦν ὁμιλίες, ἱστορίες καί παραδείγματα, γιά νά ἐρεθίσουν τό ζῆλο τῶν στρατιωτῶν καί νά διώξουν ἀπό τίς ψυχές τους τήν ὀκνηρία, τό φόβο, τή δειλία καί ὀ,τιδήποτε ἄλλο ἐπικίνδυνο. Ἔτσι κάνουν καί οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Μᾶς προαναγγέλλουν τή μάχη, πού θά γίνει, στόν καιρό τῆς νηστείας, ἀνάμεσα σ’ἐμᾶς καί τούς δαίμονες, ὥστε νά καθαρίσουμε τίς ψυχές μας ἀπό ὁποιοδήποτε πάθος ἔχει φωλιάσει στό βάθος τῆς καρδιᾶς μας καί ἀπό κάθε δηλητήριο τοῦ ἐχθροῦ, πού ἔμεινε μέσα μας μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου. Κι ἀκόμη τό κάνουν, γιά νά βιαστοῦμε νά ἀποκτήσουμε ὅποιο ἀγαθό λείπει ἀπό τήν ψυχή μας, ὥστε πάνοπλοι πνευματικά καί ἑτοιμασμένοι, ὅπως πρέπει, νά προχωρήσουμε στούς ἀγῶνες τῆς νηστείας. Ὄλ΄αὐτά τά κατορθώνουμε μέ τήν Χάριν τοῦ Θεοῦ, συμμετέχοντας κατά τό ἀνθρώπινο δυνατό ἀξίως καί βιωματικῶς στή μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, καί ἰδιαίτερα στά ἱερά μυστήρια τῆς μετανοίας καί ἐξομολογήσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας σέ ἔμπειρο πνευματικό πατέρα καί τῆς θείας Κοινωνίας-Μεταλήψεως τοῦ Τιμίου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
Ἐντούτοις, ἀντί ὅλοι μας νά ἐνταχθοῦμε σ’αὐτόν τόν σωτηριώδη χρόνο, σ’αὐτή τή σωτηριώδη πορεία, αὐτές τίς ἡμέρες γι΄ἀκόμη μία χρονιά θά γίνουμε μάρτυρες ἄλλων πραγμάτων διαβολικῶν καί σατανικῶν. Παρ΄ὅλη τή λεγόμενη οἰκονομική κρίση, τό καρναβάλι θά ὀργιάσει καί πάλι αὐτές τίς ἡμέρες, τό ὁποῖο κάθε χρόνο προσλαμβάνει διαστάσεις λοιμικής νόσου, ἀφοῦ πολλοί δήμαρχοι καί ἄλλοι φορεῖς ἐπιδεικνύουν ἀσυνήθιστο ζῆλο καί κοπιώδη δραστηριότητα γιά τό ποιός θά διοργανώσει τό ἐντυπωσιακότερο καρναβάλι, ξοδεύοντας τεράστια ποσά καί ἀπασχολώντας ἑκατοντάδες ἤ χιλιάδες ἀνθρώπων. Δέν εἶναι βέβαια μόνο ἡ σπατάλη τόσων χρημάτων, πού θά μποροῦσαν νά διατεθοῦν σέ κάλυψη ἄλλων σπουδαίων ἀναγκῶν, ὄχι μόνο στήν ἀνακούφιση πτωχῶν καί ἐνδεῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί σέ πολιτιστικούς καί πνευματικούς στόχους, στή βελτίωση π.χ. τῶν συνθηκῶν ὑγείας καί παιδείας. Τό σημαντικώτερο εἶναι ἡ ἠθική ζημία καί βλάβη ἀπό τήν ἀναισχυντία τῆς γύμνιας, τήν ξετσιπωσιά τῆς αἰσχρότητος, τίς βωμολοχίες καί τά πορνικά ἄσματα καί θεάματα, τήν παρότρυνση σέ σαρκικά ἁμαρτήματα, κάτω μάλιστα ἀπό τήν ἐλευθερία κινήσεων, πού προσφέρει ἡ μάσκα, ἄσυλο ἀδιαντροπιᾶς καί ἀπροσωποποίησης. Κάτω ἀπό τό προσωπεῖο ὁ ἄνθρωπος παύει νά εἶναι πρόσωπο, πού ἔχει ἀπέναντί του καί βλέπει τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους καί μεταβάλλεται σέ ἀπρόσωπο ὄν, μέλος ἑνός ἀνωνύμου πλήθους, πού κινεῖται μόνο ἀπό ἐμπαθεῖς ὀρέξεις καί ἐπιθυμίες.
Τό καρναβάλι κατ’ἀκρίβειαν καταδικάζεται ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Σήμερα ἔχει ὑποστεῖ τελεία ἀλλαγή ἐπί τά χείρω μέ εἰσαγόμενα πρότυπα καρναβαλιοῦ ἀπό μεγαλουπόλεις τοῦ ἐξωτερικοῦ καί πολλές φορές μέ περιφερόμενους καί ἁδρά ἀμειβόμενους ξένους καρναβαλικούς θιάσους, ὅπου κυριαρχοῦν οἱ γυμνές γυναῖκες. Δέν πρέπει νά παραβλέψουμε καί τήν διαφαινόμενη σαφῆ τάση τῶν φορέων, ποῦ ὀργανώνουν τό καρναβάλι, ἐπιστροφῆς στό παγανιστικό, εἰδωλολατρικό παρελθόν, ἀπ’ὅπου κατάγεται τό καρναβάλι, μέ σύγχρονη ἀδιαφορία καί περιφρόνηση τῶν ἀρχῶν τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανισμοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας, πού ἔβαλε τέρμα στά παλιά, ξερίζωσε τίς κακές συνήθειες καί εἰσήγαγε τόν νέο ἄνθρωπο τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἁγιότητος. Ὅταν πρόκειται μερικοί νά ἀντισταθοῦν στόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιο, ξεχνοῦν τόν ἐκσυγχρονισμό καί τήν πρόοδο καί ἐπιστρέφουν αἰῶνες πίσω, στό σκοτάδι τῆς πρό Χριστοῦ ἐποχῆς.
Ὅσες πόλεις δέν διοργανώνουν καρναβαλικές ἐκδηλώσεις, πρέπει νά καυχῶνται, γιατί δέν μολύνουν τήν ἀτμόσφαιρά τους μέ τίς αἰσχρότητες καί βωμολοχίες τοῦ καρναβαλιοῦ καί δέν ἀποδιώκουν ἔτσι τήν Χάριν καί προστασία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ καί τῶν ἁγίων πολιούχων τους. Πικραινόμαστε καί λυπόμαστε κάθε χρόνο, ὅταν βλέπουμε ἁγιασμένες πόλεις ἀπό τήν παρουσία τῶν ἁγίων, ἀπό τίς ἱερές εἰκόνες, ἀπό τά ἱερά λείψανα, νά γίνονται πομπές σατανικές, τόποι ὅπου πανηγυρίζει καί χορεύει ὁ διάβολος. Μέ πρωτοστατοῦσα, δυστυχῶς, τήν πόλη τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου, τήν Πάτρα, ἡ ὁποία ἔχει γίνει πρότυπο, μίμηση καί παράδειγμα καί γι΄ἄλλες πόλεις. Μέχρι πότε θά ἀνέχεται ὁ Θεός νά μεταβάλλεται ἡ Ἑλλάδα μας τήν περίοδο αὐτή σ’ἕνα τόπο δαιμονικό; Ὁ Θεός μᾶς στέλνει πολλά μηνύματα καί ἐπιτρέπει κατά παραχώρησιν θεομηνίες, πλυμμῆρες, καταστροφές, κατολισθήσεις, μετεωρῖτες, πολέμους, οἰκονομικές κρίσεις κ.ἄ. Κι ὅμως ἐμεῖς δέν συλλαμβάνουμε αὐτά τά μηνύματα. Οἱ δημοτικοί ἄρχοντες, ἐπίσης, πρέπει νά γνωρίζουν ὅτι οἱ πιστοί Χριστιανοί λαμβάνουν ὑπ΄ὄψιν καί κρίνουν θετικά ἤ ἀρνητικά ὅλες τίς ἐνέργειές τους, καταδικάζουν δέ ἀπερίφραστα ὅσα καταδικάζουν οἱ Ἱεροί Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας.
Καί γιά νά μήν ὑπάρχει ἐπ’αὐτοῦ καμμία ἀμφιβολία καί ἀμφιταλάντευση, οὔτε ἐκ μέρους τῶν λαϊκῶν πιστῶν, οὔτε πολύ περισσότερο ἐκ μέρους τῶν κληρικῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιδεικνύουν ἀδικαιολόγητη ἐλαστικότητα καί ἐπιείκεια, μπορεῖ κανείς νά ἀνατρέξει στό Ἱερό Πηδάλιο[2] τῆς Ἐκκλησίας μας καί νά ἀναγνώσει τόν 62ο Ἱερό Κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου (691 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος καταδικάζει τίς μεταμφιέσεις καί τίς μάσκες, ὅπως καί τούς χορούς καί τούς ἀστεϊσμούς, πού ἐλάμβαναν χώρα σέ παρόμοιες καρναβαλικές ἑορτές τοῦ παρελθόντος καί ἐπιβάλλει στούς κληρικούς, πού μετέχουν, τήν ποινή τῆς καθαιρέσεως, στούς δέ λαϊκούς τήν ποινή τοῦ ἀφορισμοῦ.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος[3], ἀναφερόμενος στό ἐπιχείρημα ὄτι μέ τίς καρναβαλικές ἐκδηλώσεις διασκεδάζουν καί εὐφραίνονται οἱ ἄνθρωποι καί ξεφεύγουν ἀπό τήν καθημερινότητα, ἀπαντᾶ ὄτι αὐτό εἶναι τελείως παράλογο, διότι ἡ χαρά καί ἡ εὐφροσύνη πρέπει νά συμβαδίζουν μέ τήν ἠθική καί τήν εὐπρέπεια. Ὅταν μεταβάλλεται ἕνα σπίτι σέ πορνεῖο, εἶναι ντροπή νά ἰσχυρίζεται κανείς ὄτι πρόκειται γιά ἡδονή καί εὐχαρίστηση. Πολύ περισσότερο, ὅταν ὁλόκληρες πόλεις μεταβάλλονται σέ πορνεία κατά τήν περίοδο τῆς Ἀποκριᾶς. Σέ λίγο ὅλη ἡ Ἑλλάδα - φεῖσαι Κύριε - ἡ χώρα τῶν ἁγίων, τῶν μαρτύρων καί τῶν ἡρώων θά μεταβληθεῖ σέ ἀπέραντο πορνεῖο. Στατιστικές στήν πόλη τῶν Πατρῶν ἔχουν δείξει ὄτι, μετά τίς καρναβαλικές ἐκδηλώσεις, ὁ ἀριθμός τῶν ἐκτρώσεων φθάνει σέ ἀνησυχητικό σημεῖο. Ὄ,τι πρόκειται νά κερδίσουν οἱ ἄνθρωποι ἀπό τούς πνευματικούς ἀγῶνες τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, προλαβαίνει ὁ διάβολος καί τούς τό ἀφαιρεῖ μέ τό καρναβάλι, τό ὁποῖο οἱ Ἅγιοι ὀνομάζουν «σατανική πομπή».
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης[4], ἀναφερόμενος σέ ὅσα γίνονται κατά τίς Ἀπόκριες γράφει : «Κατ’ἀλήθειαν μπορεῖ νά πεῖ κανείς ὄτι τότε οἱ Χριστιανοί δαιμονίζονται ὅλοι˙ διότι χορεύουν, παίζουν, τραγουδοῦν ἀσυνειδήτως, ἕως καί αὐτοί οἱ πλέον γέροντες... τότε δέν ἔχει διαφορά ἡ ἡμέρα ἀπό τή νύκτα˙ διότι ὅπως καί ἡ ἡμέρα ἔτσι καί ἡ νύκτα ξοδεύεται σέ χορούς καί παιχνίδια καί ἀταξίες καί μασκαριλίκια˙ τότε, γιά νά πῶ ἔτσι, πανηγυρίζει ἡ ἀσέλγεια˙ ἑορτάζει ἡ ἀκολασία˙ εὐφραίνεται ἡ μέθη˙ ἀγάλλεται ἡ τρυφή καί ἡ ἀσωτεία˙ χορεύει ὁ διάβολος μέ δέκα μαντήλια καί συγχορεύει μ’αὐτόν ὅλο τό πλῆθος τῶν δαιμόνων˙ διότι ὅσο κέρδος κάνουν μόνο στίς Ἀπόκριες, δέν μποροῦν νά τό κάνουν σ’ὅλο τόν χρόνο».
Ὅσα σχετικά λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος γιά τίς καρναβαλικές ἐκδηλώσεις καί τή ζημιά, πού προκαλοῦν, τά τελειώνει, λέγοντας πώς εἶναι ἀφροσύνη νά καταστρέφουμε προκαταβολικά καί νά ἀχρηστεύουμε τήν Ἁγία Τεσσαρακοστή˙ προτρέπει, ἐπίσης, τούς ἀρχιερεῖς, τούς πνευματικούς καί τούς διδασκάλους νά ἐμποδίσουν αὐτό τό μεγάλο κακό. Τώρα οἱ μέν περισσότεροι ἀρχιερεῖς καί πνευματικοί σιωποῦν, ἐνῶ ἔπρεπε νά μήν ἡσυχάζουν μπροστά στήν ἐπέκταση τοῦ κακοῦ, πολλοί δέ ἀπό τούς διδασκάλους καί τούς γονεῖς ὀργανώνουν οἱ ἴδιοι γιά τά παιδιά τούς καρναβαλικές ἐκδηλώσεις. «Γιατί εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερη ἡ βλάβη, πού προσλαμβάνουν στίς Ἀποκριές, παρά ἡ ὠφέλεια, πού λαμβάνουν ἀπό τήν ἐρχόμενη Τεσσαρακοστή˙ ἴλεως, ἴλεως, ἴλεως νά γίνει ὁ Θεός! Καί Αὐτός μακάρι νά φωτίσει τούς ἁγίους Ἀρχιερεῖς καί πνευματικούς καί διδασκάλους νά ἐμποδίσουν τέτοιας λογῆς κακά μέ ἀφορισμούς καί ἐπιτίμια, καθώς προστάζει καί ὁ 62ος Ἱερός Κανόνας τῆς Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς ΣΤ΄ Συνόδου»[5].
Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἐναντίον τῆς πνευματικῆς εὐωχίας καί τῶν ὑγιῶν πνευματικά ἐκδηλώσεων. Κατά παραχώρησιν, οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά ψυχαγωγοῦνται, ὄχι νά διασκεδάζουν, μέ ἐπιλεγμένους χορούς καί δημοτικά τραγούδια, φορώντας σεμνές, παραδοσιακές στολές, χωρίς νά κρύβουν τό πρόσωπό τους μέ μάσκες.
[1] ΙΕΡΟΜ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΔΕΛΗΜΑΡΗΣ, Τί γιορτάζουμε ἀπό τό Τριώδιο ἕως τήν Πεντηκοστή, ἔκδ. Ἀδελφότης Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Ναυπάκτου, Ναύπακτος 2001, σσ. 18-20.
[2] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 2003, σσ. 275-276.
[3] ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Λόγος α΄ πρός Κολασσαείς.
[4] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Χρηστοήθεια τῶν Χριστιανῶν, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 1999, σ. 35.
[5] ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΖΗΣΗΣ, «Τό καρναβάλι˙ λοιμική νόσος», Θεοδρομία ΣΤ 1 (2004) 46-49.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου