Τον Οκτώβριο του 1990 βρέθηκα, λόγω διαφόρων προβλημάτων, σε μια όχι καλή πνευματική κατάσταση και δοκίμασα αφόρητους πειρασμούς.
Μη έχοντας ούτε τη δύναμη να προσευχηθώ- ήταν ένα πολύ παράδοξο πράγμα- περιορίστηκα για κάμποσες ημέρες, αντί άλλης προσευχής, να λέω: «Θεέ μου, είμαι αμαρτωλός, δεν έχω τρόπο να μιλήσω μαζί σου». Και θυμόμουν το Γέροντα, ο οποίος πολλές φορές μου είχε πει:
«Ξέρεις, Νίκο, πόσο μεγάλη δωρεά είναι το ότι μας έδωσε ο Θεός το δικαίωμα να του μιλούμε κάθε ώρα και κάθε στιγμή και σε οποιαδήποτε θέση και αν βρισκόμαστε, κι εκείνος να μας ακούει; Αυτή είναι η μεγαλύτερη τιμή που έχουμε. Γι’ αυτό πρέπει να αγαπήσουμε το Θεό».
Ευρισκόμενος, λοιπόν, σ’ εκείνη την πνευματική κατάπτωση που σας είπα, πήγα με τρεις φίλους μου να συναντήσω το Γέροντα Πορφύριο. Μπήκαν πρώτα οι άλλοι και τελευταίος μπήκα εγώ.
Μόλις μπήκα μέσα, μου λέει: «Κάθισε , αμαρτωλέ». Μόλις μου το είπε αυτό, κατάλαβα ότι όλο αυτό τον καιρό παρακολουθούσε την κατάσταση στην οποία είχα περιέλθει.
Κι όπως ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του ασθενής, με τις πολυπληθείς ασθένειες που είχε, βρήκε τη δύναμη, σηκώθηκε και σαν θυμωμένος μου είπε: «Πες, Νίκο, τίποτε άλλο, παρά όλη την ώρα λες: είμαι αμαρτωλός, είμαι αμαρτωλός». Και συνέχισε το ίδιο σαν θυμωμένος: «Πες τίποτε άλλο στο θεό. Κάνε προσευχή. Δεν κατάλαβες ότι αυτό ήταν πειρασμός και δεν μπόρεσες ν’ αντισταθείς;»
Βγαίνοντας έξω, ο ένας από τους τρεις φίλους, μαζί με τους οποίους είχα πάει εκείνη την ημέρα στο Γέροντα και στον οποίο αφηγήθηκα τι μου είχε πει ο Γέροντας Πορφύριος, μου είπε ότι εκείνου του είχε διορθώσει και μια λέξη στην προσευχή που έκαμνε. Του είπε: «Γιάννη, αυτή τη λέξη να μη τη λες έτσι, αλλά να τη λες έτσι»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου