Ιερομόναχος Ιουστίνος
Εφόσον ο Χριστός είναι ο πράος, ταπεινός και στοργικός Βασιλιάς, κατ’ ακολουθίαν δεν μπορεί παρά και το έργο Του να είναι τέτοιο, έργο αρμονίας, καρδιακό, εσωτερικό, πνευματικό.
Σε πολλά σημεία διαφέρει και υπερτερεί η Βασιλεία Του από τις επίγειες βασιλείες, ακόμη και τις πιο περίλαμπρες κοσμοκρατορίες. Το άφθαστο όμως σημείο στο οποίο δεν επιδέχεται καμμιά σύγκριση είναι η υφή της. Είναι ακριβώς η πνευματική ουσία της.
Δεν πρόκειται για κοσμική, επεκτατική, στυγνά «ιμπεριαλιστική» δύναμη, που στηρίζεται στη βία. Δεν έχει τόπο ο «ιερός» πόλεμος του τύπου «Να μη μείνει κανείς άπιστος στη γη»· του τύπου «Ο αποκτέννων εχθρόν, ή υπό εχθρού αποκτεννόμενος εις παράδεισον εισέρχεται» (Θεοφάνης Χρονογραφία στο Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου Γιαννουλάτου, Ισλάμ Έκδ. «Πορευθέντες» Αθήναι, 1993, σελ. 89) για ν’ απολαύσει από τον Αλλάχ αισθησιασμούς κτηνώδεις… Το ίδιο και η Ιερά Εξέταση είναι ξένη στο πνεύμα της Ορθοδοξίας.
Η Βασιλεία Του δέν είναι καταναγκασμός και σκοτισμός και διάλυση της προσωπικότητος και ιδιαιτερότητος. Δεν είναι μαζοποίηση-αγελοποίηση, «ιδεώδη» που επιδιώκουν με κάθε τρόπο τα απολυταρχικά καθεστώτα δικτατόρων και τυράννων, για να αισθάνονται ασφαλή και ανεπιβούλευτα.
Αυτός δεν έκανε «προπαγάνδα», διαφήμιση για ταλέντα και επιτεύγματα πραγματικά ή φανταστικά, το αντίθετο μάλιστα επανειλημμένα επέβαλε αυστηρά σιωπή ύστερα από συνταρακτικά θαύματά Του.
Η Βασιλεία Του είναι πνευματική, ταπεινή. Γι’ αυτό επίσης μετά την Μεταμόρφωσή Του δέσμευσε τους τρεις αποστόλους που είχε μαζί Του να μη «διηγήσωνται α είδον» πριν αναστηθεί (Μάρκ. 9.9). Δεν ήθελε να προκληθεί έξαψη για μεσσιανισμό παρανοημένο.
Ο Χριστός καθώς συλλαμβανόταν στη Γεθσημανή ενώ ο Πέτρος τράβηξε το μαχαίρι του και απέκοψε το αυτί του δούλου του αρχιερέα, αποδοκίμασε τη χρήση βίας.
Είχε έρθει μεν στη γη για να μη βάλει ειρήνη, αλλά μάχαιρα, μα μάχαιρα νοητή και πόλεμο νοητό, αφού είναι Παμβασιλιάς πνευματικός. Ο έρχομός Του έσχισε και δίχασε τον κόσμο σε οπαδούς Του και εχθρούς Του, εχθρούς Αυτού και των ανθρώπων Του (Ματθ. 10.34-36).
Ακόμη αργότερα, όταν ο Πιλάτος απορεί: «Συ ει ο βασιλεύς των Ιουδαίων;», ο υπόδικος Σαβαώθ, δηλ. ο Κύριος των δυνάμεων, διακηρύσσει άπαξ δια παντός: «Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου». Αν ήταν κοσμική, οι υπασπιστές Του θα τον υπερασπίζονταν (Ιω. 18.33-36).
Η Βασιλεία Του δεν φαντάζει εξωτερικά. Δεν έχει εκθαμβωτική λάμψη που θαμπώνει τα δυό χοϊκά μας μάτια.
Και όμως! Εγκαθίσταται· η πολιτογράφηση γίνεται συνέχεια, αν και αθόρυβα και ανεπαίσθητα σαν τη ζύμωση. «Ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών ζύμη ην λαβούσα γυνή ενέκρυψεν εις αλεύρου σάτα τρία, έως ου εζυμώθη όλον» (Ματθ. 13.33). Το μεν πλήρωμά της και η τελείωσή της είναι έργο του μέλλοντα αιώνα – τούτο ζητάμε όταν παρακαλάμε «Ελθέτω η βασιλεία σου» (Ματθ. 6.10) – αλλά ήδη υπάρχει στον νυν αιώνα, στην Εκκλησία. «Ιδού γαρ η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστιν» (Λουκ. 17.21).
Ανάλογα τώρα με την πνευματική ουσία της Βασιλείας είναι και τα κριτήρια και οι προδιαγραφές εισόδου σε αυτή και «σταδιοδρομίας» στους βαθμούς της. Οι διακεκριμένες θέσεις της κατακτώνται με τρόπο αντίστροφο από ό,τι στις πρόσκαιρες βασιλείες. «Ει τις θέλει πρώτος είναι, έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος» (Μάρκ. 9.35), είχε τονίσει τότε που πήρε και αγκάλιασε ένα παιδάκι, για να τους διδάξει «εποπτικά» την ταπείνωση και την απλότητα.
Άρα «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών έστιν η βασιλεία των ουρανών… μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, ότι αυτών έστιν η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5.3,10). Ο πρώτος από τους δυο αυτούς μακαρισμούς του Χριστού στην επί του Όρους ομιλία Του αναφέρεται στην ταπείνωση – ο δεύτερος στις ταπεινώσεις. Η μεν, εσωτερική και εκούσια – οι δε εξωτερικές και ακούσιες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου