Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2017

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ, ο Πρωτομάρτυς και Αρχιδιάκονος

Μετά την Πεντηκοστή και την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους, πολλοί ήσαν εκείνοι που άρχισαν να ασπάζονται την Πίστη του Χριστού εξαιτίας του φλογερού κηρύγματος των Αποστόλων και των θαυμάτων που επιτελούσαν. 
Όταν γίνονταν μέλη του Σώματος του Χριστού διά του αγίου Βαπτίσματος, οι πιστοί εγκατέλειπαν όλα τους τα αγαθά και κατέθεταν το αντίτιμο της πώλησής τους στα πόδια των Αποστόλων, κόβοντας έτσι δεσμούς και συγγένειες με τον κόσμο, και ζούσαν πλέον «με ομοψυχία, συγκεντρωμένοι στο ίδιο μέρος, έχοντας κοινά τα πάντα» (βλ. Πράξ. 2, 1 και 44) με μια καρδιά και με μια ψυχή. Και αφού επιμελώς τελούσαν τα καθήκοντά τους στον Ναό, συναθροίζονταν κατ’ οίκον για να ακούσουν την διδασκαλία των Αποστόλων, να δοξολογήσουν τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και να συμμετάσχουν με αγαλλίαση στο Δείπνο της αιωνίου ζωής, την θεία Ευχαριστία, σφραγίδα της κοινωνίας με τον Θεό και της αμοιβαίας τους αγάπης (βλ. Πράξ. 2, 42-47· 45, 32-34).

Καθώς όμως διαρκώς μεγάλωνε ο αριθμός των μαθητών, οι Δώδεκα αποφάσισαν να ορίσουν επτά αδελφούς που έχαιραν του σεβασμού όλων και ήταν έμπλεοι Πνεύματος Αγίου, για να βοηθούν και να μεριμνούν για τις υλικές ανάγκες της πρωτοχριστιανικής κοινότητας, για να επικεντρωθούν κυρίως στην διακονία των αδελφών κατά την διάρκεια των κοινών γευμάτων και στην φροντίδα για τις χήρες και τους απόρους, ώστε οι Απόστολοι να μπορούν να αφιερωθούν απερίσπαστοι στην προσευχή και στην διδασκαλία.
Αλλά τι είναι η «διακονία» και τι σημαίνει «διακονώ»; «Διακονώ» σημαίνει υπηρετώ, όχι με την έννοια της υποταγής σε κάποια ανώτερη αρχή, αλλά εις μίμησιν Χριστού, ο Οποίος κατέστη «πάντων Διάκονος» με την Ενανθρώπισή Του (βλ. Λουκ. 22, 27· Ιωάν. 13, 14). Η γνήσια χριστιανική διακονία είναι ολόθυμη έκφραση αγάπης προς τους αδελφούς και «σύνδεσμος τελειότητος» (Κολ. 3, 14). Ο πιστός χριστιανός κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια για να διέρχεται παντοιοτρόπως «διά» μέσω της «κόνεως» (διά+κόνεως, δια+κονώ), της σκόνης δηλαδή και της στάχτης του παλαιού εαυτού του, προκειμένου να αγαπήσει με καθαρούς λογισμούς και με ανυπόκριτη διάθεση, με φωτιστικό λόγο και με έργο που αναπαύει τον αδελφό του και τον κόσμο γύρω του. Και έτσι η «διακονία» που επιτελείται εξωτερικά, δεν είναι παρά το «έργο» και η «πράξη» της αγάπης που βασίζεται στη δύναμη και την έμπνευση του Χριστού οι οποίες ενυπάρχουν πλούσιες μέσα του. 
Έτσι, οι Απόστολοι χειροτόνησαν επτά Διακόνους: Στέφανο, Φίλιππο, Πρόχορο, Νικάνορα, Τίμωνα, Παρμενά και Νικόλαο (Πράξ. 1, 1-6). Τα καθήκοντα του Στεφάνου, που ήταν επικεφαλής, εκτείνονταν πολύ πέρα από την υλική μέριμνα για την εκκλησιαστική κοινότητα. Πλήρης της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, ώστε να επιτελεί θαύματα και να μιλά με το κύρος των Δώδεκα μαθητών του Χριστού, ο Στέφανος έχαιρε του θαυμασμού όλων σε τέτοιο βαθμό, ώστε μία ημέρα οι Εβραίοι, έξαλλοι από οργή που δεν μπορούσαν να απαντήσουν στα δυναμικά επιχειρήματά του, τον κατηγόρησαν ψευδώς ως βλάσφημο και ως συνωμότη κατά των θεσμών του Νόμου, και τον έφεραν ενώπιον του Συνεδρίου, του δικαστηρίου του μεγάλου αρχιερέως.

Ο νεαρός Στέφανος άφοβα προχώρησε ενώπιον των δικαστών, και το Πνεύμα το Οποίο ο Χριστός υποσχέθηκε ότι θα δώσει στους μαθητές Του σε παρόμοιες περιστάσεις (βλ. Ματθ. 10, 19), του ενέπνευσε πύρινους λόγους, με τους οποίους υπενθύμισε στους σκληροτράχηλους Εβραίους την πρόνοια και την μακροθυμία που δεν σταμάτησε να δείχνει ο Θεός προς τον λαό Του, υποσχόμενος την Διαθήκη Του στους πατριάρχες και βοηθώντας αδιάκοπα τον περιούσιο λαό. Θαύματα και σημεία, επαγγελίες, τρομερές αποκαλύψεις διά του Μωϋσέως στο Σινά στην έρημο και σε όλη την ιστορία του Ισραήλ· αδιάκοπα ο Θεός έκανε τα πάντα για να ανυψώσει τον λαό Του υπεράνω της προσκόλλησης στα δημιουργήματα και για να τον λυτρώσει από την ειδωλολατρία· πάντα όμως ο λαός αντιστεκόταν, και όταν ήλθε επί γης ο Δίκαιος, ο Σωτήρας και ο Λυτρωτής Χριστός, η επαγγελία των Πατριαρχών και η εκπλήρωση όλων των προφητειών, αποδείχθηκαν και πάλι ότι ήταν κατά την καρδιά τους απερίτμητοι. Έτσι με όλη την δύναμη του Αγίου Πνεύματος που ενοικούσε μέσα του, γύρισε ο Πρωτομάρτυς και τους είπε θαρρετά και απερίφραστα: «Σκληροτράχηλοι! Η καρδιά σας είναι πωρωμένη και τ’ αυτιά σας κλειστά. Πάντοτε αντιστέκεστε στο Άγιο Πνεύμα· όπως οι πρόγονοί σας, το ίδιο κι εσείς. Ποιον από τους προφήτες δεν καταδίωξαν οι πρόγονοί σας; Θανάτωσαν αυτούς που προφήτεψαν τον ερχομό του Δίκαιου Μεσσία, που κι εσείς τώρα γίνατε προδότες και φονιάδες Του, εσείς οι ίδιοι που λάβατε τον Νόμο του Θεού μέσω αγγέλων αλλά δεν τον τηρήσατε!» (βλ. Πράξ. 7, 51-53).
Η Χάρις του Θεού γέμιζε την καρδιά του Στεφάνου· τον έκανε να μοιάζει με ουράνιο Άγγελο, έκανε να αναβλύζουν από το στόμα του θεόπνευστοι λόγοι και θείο φως απλωνόταν σε όλο το σώμα του, φωτίζοντας το πρόσωπό του, που ακτινοβολούσε όπως ο Κύριος την ημέρα της θείας Μεταμορφώσεως (βλ. Ματθ. 17, 6· Λουκ. 9, 29). Βλέποντάς τον να περιβάλλεται από απαστράπτουσα δόξα ως Άγγελος Κυρίου (Πράξ. 6, 15), οι Εβραίοι στο δικαστήριο έτριξαν με μίσος τα δόντια και η οργή τους ξέσπασε όταν ο άγιος ατένισε τον ουρανό και, θεωρώντας την δόξα του Θεού και τον Χριστό ιστάμενο εκ δεξιών του Πατρός τόσο καθαρά όπως όταν θα έλθει στην συντέλεια του αιώνος, ανέκραξε: «Να, βλέπω τον ουρανό ανοιχτό και τον Υιό του Ανθρώπου να στέκεται στα δεξιά του Θεού» (Πράξ. 7, 56). Μη μπορώντας να αντέξουν την φοβερή αποκάλυψη αυτή της υψώσεως του Χριστού στον ουρανό και την σωματική Του παρουσία εντός της μακαρίας Τριάδος, οι Εβραίοι έκλεισαν τ’ αυτιά τους, άρπαξαν τον Στέφανο και τον έσυραν έξω από την πόλη για να τον θανατώσουν.

Ενώ τον λιθοβολούσαν, ο Στέφανος, γαλήνιος και ακτινοβολών, χαιρόταν που ακολουθούσε με αυτόν τον τρόπο το παράδειγμα του Διδασκάλου του, και οι πέτρες που του έριχναν γίνονταν για εκείνον ωσάν βαθμίδες μιας κλίμακας που τον υπερύψωνε μέχρι το ένδοξο όραμα του Χριστού που είχε διαβλέψει η καθαρή του καρδιά. Επικαλούμενος το Όνομα του Κυρίου, άφησε με την τελευταία του πνοή, όπως ο Χριστός στον Σταυρό, την φωνή της υπέρτατης αγάπης προς τους διώκτες του: «Κύριε, μη τους λογαριάσεις την αμαρτία αυτή!» (Πράξ. 7, 60· βλ. και Λουκ. 23, 34).
Ο Πρωτομάρτυς και Αρχιδιάκονος Στέφανος υπήρξε ο πρώτος που ακολούθησε την οδό την οποία χάραξε ο Χριστός προς τον Ουρανό με το Πάθος Του και οι σταγόνες του αίματός του κόσμησαν την Εκκλησία ωσάν πολύτιμα μαργαριτάρια. Ο εκούσιος θάνατός του υπέρ της Αληθείας τού άνοιξε τους Ουρανούς και τον έκανε να δει ασκίαστα και καθαρά την αιώνια δόξα του Κυρίου. Η τέλεια αγάπη του προς τον Θεό και τον πλησίον έφθασε μέχρι την θαυμαστή συγχώρεση των δημίων του και τον έκανε να συγκαταλεχθεί στην πρώτη γραμμή των άφθαρτων φίλων του Θεού. Για τον λόγο αυτό, όλοι οι ένθερμοι μιμητές των μαρτύρων που βλέπουν σήμερα το απαστράπτον φως του προσώπου του να σμίγει με το φως του Άστρου της Βηθλεέμ, εμπιστεύονται πλήρως στην μαρτυρική μεσιτεία του.

Το λείψανο του αγίου Στεφάνου ενταφιάσθηκε από τους πιστούς· ανευρέθη το 415 στο Καφάρ-Γαμαλά από τον ιερέα Λουκιανό, μετά από αποκαλυπτικό όραμα, και κατετέθη στα Ιεροσόλυμα στον ναό που έχτισε προς τιμήν του αγίου η αυτοκράτειρα Ευδοκία [13 Αυγ.], σύζυγος του Θεοδοσίου του Μικρού. Κατόπιν μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Τιμούμε την εύρεση των λειψάνων του αγίου Στεφάνου στις 15 Σεπτεμβρίου και την ανακομιδή τους στα Ιεροσόλυμα και στην Κωνσταντινούπολη στις 2 Αυγούστου.
— ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ —
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον διάδημα,
ἐστέφθη σὴ κορυφή,
ἐξ ἄθλων ὧν ὑπέμεινας,
ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ,
Μαρτύρων Πρωτόαθλε Στέφανε·
εἶδές σου τὸν Σωτῆρα,
τοῦ Πατρὸς δεξιόθεν.
Αὐτὸν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί,
ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
— ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ —
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὁ Δεσπότης χθὲς ἡμῖν,
διὰ σαρκὸς ἐπεδήμει,
καὶ ὁ δοῦλος σήμερον,
ἀπὸ σαρκὸς ἐξεδήμει·
χθὲς μὲν γάρ,
ὁ Βασιλεύων σαρκὶ ἐτέχθη·
σήμερον δέ,
ὁ οἰκέτης λιθοβολεῖται,
δι’ Αὐτὸν καὶ τελειοῦται,
ὁ Πρωτομάρτυς
καὶ θεῖος Στέφανος.
— ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ —
Πρῶτος διακόνων ἀναδειχθείς,
πρῶτος τοῦ Δεσπότου,
ἐχρημάτισας μιμητής·
ὅθεν Ἀθλοφόρων,
πρωτεύων Πρωτομάρτυς,
τύπος αὐτοῖς ἐγένου,
Πρώταθλε Στέφανε.
[Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου: «Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 4ος (Δεκέμβριος), σελ. 309–312.
Διασκευή εκ του Γαλλικού: Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Μάρτιος 2005.
Επιμέλεια ανάρτησης, επιλογή θέματος και φωτογραφιών, πληκτρολόγηση κειμένου: π. Δαμιανός.]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου