Το πρόβλημα της θεοδικίας συγκλονίζει πολλούς. Γιατί υποφέρει ο δίκαιος σ’ αυτή τη ζωή; Γιατί ευημερεί ο άδικος; Για τον πιστό δεν μπορεί να δοθεί απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα ανεξάρτητα από την πραγματική ελπίδα του χριστιανού, που δεν αναφέρεται ασφαλώς στην αντιμετώπιση των δυσχεριών αυτής της ζωής.
Τονίζοντας την ελπίδα αυτή ο Απόστολος Παύλος υπογραμμίζει: Εάν μόνον δια την ζωήν αυτήν έχομεν ελπίσει εις τον Χριστόν, τότε είμεθα οι πιο αξιολύπητοι από όλους τους ανθρώπους… αλλά ο Χριστός πραγματικά αναστήθηκε εκ νεκρών και έγινε απαρχή των κεκοιμημένων… όλοι θα ζωοποιηθούν εν τω Χριστώ, ο καθένας εις την ιδίαν τάξιν του.
Η αρχή είναι ο Χριστός, έπειτα, κατά την παρουσίαν του, όσοι είναι του Χριστού μετά έρχεται το τέλος… ο τελευταίος εχθρός που θα καταργηθεί είναι ο θάνατος (Α Κορ. ιε 19-26).
Οι θλίψεις στη ζωή μας δεν είναι η τελική έκβαση των πραγμάτων, γιατί η Ανάσταση του Χριστού είναι πραγματικότης και η τελική νίκη κατά των θλίψεων και του θανάτου είναι για τον πιστό βεβαιότητα. Είμαστε χριστιανοί όχι αποβλέποντες σ’ αυτή τη ζωή, αλλά στην Ανάσταση. Επομένως δεν μπορεί κανείς να δώσει απάντηση στο πρόβλημα της θεοδικίας με βάση τη χριστιανική πίστη, ανεξάρτητη από τη χριστιανική ελπίδα.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει πως μεταξύ δύο πονηρών ο ένας τιμωρείται σ’ αυτή τη ζωή ενώ ο άλλος αντίθετα ευδαιμονεί. Και μεταξύ δύο ευσεβών ανθρώπων συμβαίνει κάτι ανάλογο. Ο ένας απολαμβάνει πλούσια τα αγαθά της ζωής, ενώ ο άλλος δοκιμάζεται. Όλα αυτά, λέγει, είναι έργο της προνοίας του Θεού…
Εάν Ανομίας παρατηρήσης, Κύριε, Κύριε, τις υποστήσεται;, αν λάβεις υπ’ όψιν σου τις ανομίες, ποιος θα αντέξει; (Ψαλμ. ρκθ/ρλ 3). Αν ο Θεός τιμωρούσε όλους, για όλα τα αμαρτήματα, θα είχε προ πολλού εξαφανιστεί το γένος των ανθρώπων και δεν θα διατηρούσε τη συνέχειά του, σχολιάζει ο ίδιος πατέρας της Εκκλησίας.
Εάν η ζωή περιοριζόταν μόνο στον παρόντα κόσμο, δεν θα επέτρεπε ο Θεός ποτέ, να μη λάβουν αμοιβή εκείνοι που έπαθαν τόσο μεγάλα και πολλά κακά και περνούν ολόκληρον την ζωήν των με πειρασμούς και αναριθμήτους κινδύνους. Είναι φανερόν ότι καλυτέραν και λαμπροτέραν άλλην ζωήν ητοίμασε, κατά την οποίαν μέλλει να στεφανώνη και να ανακηρύττη νικητάς τους αθλητάς της ευσεβείας, ενώπιον όλου του κόσμου.
Γι’ αυτό ο Θεός έκανε τη ζωή μας κοπιαστική, για να επιθυμήσουμε τα μέλλοντα αγαθά εξαιτίας των εδώ θλίψεων, λέγει σε άλλο σημείο ο Χρυσόστομος. Αν τώρα που μας περιστοιχίζουν τόσα δυσάρεστα είμαστε τόσο προσκολλημένοι σ’ αυτή τη ζωή, πότε θα επιθυμούσαμε τα μέλλοντα, αν η ζωή μας ήταν χωρίς καθόλου λύπες;…
Για όσους δυσανασχετούν για τις θλίψεις, οι πατέρες γνωρίζουν μία συνταγή να μη θεωρούν συνεχώς τα λυπηρά και να μη αφοσιώνονται στα παροδικά πράγματα της ζωής αυτής να περιφέρουν το βλέμμα τους στη θεωρία των αληθινών αγαθών, όπως ακριβώς κάνουν εκείνοι που είναι άρρωστοι στα μάτια αποφεύγουν να κοιτάζουν λαμπερά αντικείμενα (Μ. Βασίλειος).
Μπροστά σ’ αυτό το μεγάλο ταξείδι για τον ουρανό, είναι ντροπή να ενοχλείται κανείς με τις δυσκολίες που υπάρχουν στο δρόμο του, λέγει ο Χρυσόστομος. Διότι και εάν συνεκεντρώνοντο όλα τα δεινά που υφίστανται οι άνθρωποι, είτε λοιδορίαι, είτε ύβρεις, είτε ατιμίαι, είτε συκοφαντίαι, είτε ξίφος, είτε πυρ, είτε αλυσίδες και θηρία και καταποντισμοί και όσα από κτίσεως κόσμου ο παρών βίος εδοκίμαςε κακά, δεν θα περιγελάσης όλα αυτά, ειπέ μου, και δεν θα τα καταφρονήσης; Θα σκεφθής λοιπόν αυτά;.
Οι πατέρες της Εκκλησίας απαριθμούν διάφορες αιτίες, για τις οποίες ο Θεός επιτρέπει τις θλίψεις στη ζωή του ανθρώπου.
Η ζωή αυτή είναι μέσο δοκιμασίας, πειρατήριον, αναφέρεται στο βιβλίο του Ιώβ (ζ 1)στάδιο αθλήσεως για τους ανθρώπους. Οι θλίψεις και γενικά οι πειρασμοί στη ζωή είναι τα όργανα αυτής της αθλήσεως. Αγαθόν μοι ότι επείρασάς με, όπως αν μάθω τα δικαιώματά σου, λέγει ο ψαλμωδός (Ψαλμ. ριη/ριθ 7). Αυτό είναι το γνώρισμα των συνετών, λέγει ένας πατέρας της Εκκλησίας: λέγοντας τη φράση αυτή,διαπαιδαγωγούνται από τις συμφορές και καθαρίζονται όπως το χρυσάφι, γιατί η ταλαιπωρία γεννά την γνώσιν των προσταγμάτων του Θεού. Τα γενναία φρονήματα, λέγει σε άλλο σημείο, συνηθίζουν να αντιδρούν εναντίον της δια της βίας επιβουλής, όπως αντιδρά η φλόγα όταν προσβάλλεται από τον άνεμο και ανάπτει τόσο περισσότερο, όσο δυνατώτερα φυσάται.
Οι θλίψεις λοιπόν είναι απαραίτητες για τους αθλητές του Χριστού. Ο ίδιος ο Χριστός προειδοποίησε: Στον κόσμο σάς περιμένει θλίψι, αλλά έχετε θάρρος, εγώ νενίκηκα τον κόσμον (Ιω. ιστ 33).
Όλοι όσοι θέλουν να ζουν με ευσέβεια εν Χριστώ Ιησού θα διωχθούν (Β Τιμ. γ 12)…
Οι δοκιμασίες στη ζωή, λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, συντελούν στο να γνωρίσει ο άνθρωπος την αδυναμία του και να ταπεινωθεί προφυλάσσοντας τον εαυτό του από το λογισμό της υψηλοφροσύνης.
Ο Απόστολος Παύλος έλαβε ιδιαίτερα χαρίσματα Από τον Θεό και όμως εβασανίζετο από ένα αγκάθι στο σώμα του, για το οποίο τρεις φορές παρακάλεσε τον Θεό, με αποτέλεσμα να πάρει την απάντηση: Σου αρκεί η χάρις μου, διότι η δύναμίς μου φανερώνεται τέλεια εκεί που υπάρχει αδυναμία˙ η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται. Ο ίδιος προσθέτει: Και δια να μη υπερηφανεύομαι δια τας πολλάς αποκαλύψεις, μου δόθηκε σκόλοψ τη σαρκί μου, ένας άγγελος του Σατανά, δια να με ραπίζη, δια να μη υπερηφανεύομαι (Β Κορ. ιβ 79)…
Ο πιστός δεν θέτει το ερώτημα, γιατί αυτός υποφέρει και εκείνος ευτυχεί στη ζωή, επειδή το αξιολογικό κριτήριο είναι διαφορετικό. Η σκέψη του συγκεντρώνεται στο λόγο της Γραφής: Παιδί μου μη περιφρονήσης την διαπαιδαγώγησιν του Κυρίου και μη χάσης το θάρρος σου, όταν ελέγχεσαι από αυτόν, διότι εκείνον που αγαπά ο Κύριος τον παιδαγωγεί, και μαστιγώνει κάθε παιδί, το οποίον δέχεται. Υπομείνατε την διαπαιδαγώγησίν σας….
Ο Κύριος Αφήνει τον δούλο του να παλεύη ενώ τον προσέχει ο ίδιος από κοντά, όπως πρόσεχε και τον Μ. Αντώνιο, όταν πάλευε με τα δαιμόνια. Κατοικούσε μέσα σ ένα μνήμα κι εκεί τον έδειραν οι δαίμονες μέχρι που έμεινε αναίσθητος. Ο φίλος του που τον υπηρετούσε τον μετέφερε στο Κυριακό του χωριού. Την νύχτα, όταν ο Αντώνιος ξαναβρήκε τις αισθήσεις του, παρακαλούσε το φίλο του να τον ξαναπάη πίσω στο μνήμα. Άρρωστος βαρειά ο όσιος δεν μπορούσε να σταθή στα πόδια του και προσευχόταν ξαπλωμένος. Τότε δέχτηκε νέα σκληρή επίθεση των δαιμόνων και υπέφερε πολύ σε μια στιγμή ανέβλεψε, είδε φως και τότε κατάλαβε πως είχε έλθει ο Κύριος μέσα στο φως, και του είπε:
Πού ήσουν; Γιατί δεν φάνηκες από την αρχή, για να πάψης τα βάσανά μου; Και ο Κύριος του αποκρίθηκε:
Εδώ ήμουν, Αντώνιε, αλλά περίμενα να δω τα αγωνίσματά σου.
Έτσι κι εμείς πρέπει να θυμόμαστε πάντοτε πως ο Κύριος παρακολουθεί τον αγώνα μας κατά του εχθρού και γι αυτό να μη φοβόμαστε, έστω και αν μας επιτεθή όλος ο Άδης, αλλά να είμαστε ανδρείοι (π. Σωφρόνιος).
Ταπεινώσου και θα δης πως όλες οι δυστυχίες σου θα μετατραπούν σε ανάπαυση, έτσι που συ ο ίδιος έκπληκτος θα λες: Γιατί βασανιζόμουν και στενοχωριόμουν τόσο πολύ πιο πριν; Τώρα όμως χαίρεσαι, γιατί έχεις ταπεινωθή και ήλθε η χάρη του Θεού. Τώρα, κι αν ακόμη μείνης μόνον εσύ πτωχός στον κόσμο, δεν θα σε εγκαταλείψει η χαρά. Γιατί δέχθηκες στην ψυχή σου εκείνη την ειρήνη για την οποία λέει ο Κύριος ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν, (Ιω. ιδ 27). Έτσι δίνει ο Κύριος σε κάθε ταπεινή ψυχή την ειρήνη Του, που ξεπερνά τα όρια του νου.
Είπε ο Αββάς Ποιμήν για τον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, ότι παρακάλεσε τον Θεό και σηκώθηκαν τα πάθη απ’ αυτόν και έγινε αμέριμνος. Και πήγε σ’ ένα γέροντα και του είπε: Βλέπω τον εαυτό μου να αναπαύεται και να μην έχη κανένα πόλεμο. Και του λέγει ο γέρων: Πήγαινε παρακάλεσε τον Θεό να σου ξαναφέρη τον πόλεμο, καθώς και τη συντριβή και την ταπείνωση που είχες πρώτα. Γιατί μέσ’ από τους πολέμους προοδεύει η ψυχή. Παρακάλεσε λοιπόν και σαν ήλθε ο πόλεμος ποτέ δεν ξαναζήτησε πλέον να απαλλαγή απ’ αυτόν. Αλλά έλεγε: Δόσε μου, Κύριε, υπομονή στους πειρασμούς (Από το Γεροντικό).
Η διδαχή αυτή για τους γενναίους αθλητές των θλίψεων κηρύττεται ομόφωνα από τους πατέρες της Εκκλησίας…
Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να αδικήση ένα πιστό. Ο μόνος που μπορεί να τον αδικήσει είναι ο ίδιος ο εαυτός του, τονίζει ο Χρυσόστομος. Αν ο ίδιος δεν αδικήσει τον εαυτό του, δεν θα μπορέσει κανείς να το κάνει και αν ακόμη ολόκληρος η οικουμένη εγείρη εναντίον του σκληρόν πόλεμον. Αν κάποιος οικοδομήσει την οικία του επί την πέτραν, δεν έχει να φοβηθή ούτε τη βροχή, ούτε τους ποταμούς, ούτε τους σφοδρούς ανέμους˙ τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν. Αντίθετα η οικοδομή του άλλου γκρεμίστηκε, όχι εξαιτίας της βροχής, των ποταμών ή των ανέμων, αλλά επειδή ο ίδιος την θεμελίωσε πάνω στην άμμο (Ματθ. ζ 24-27)…
Διότι τι επροξένησε η ασθένεια εις τον πτωχόν Λάζαρον; Τι δε η έλλειψις προστατών; Τι η έφοδος των σκύλων; Η γειτονία του προς τον πλούσιον; Και εις τι εζημίωσε τον αθλητήν τούτον η μεγάλη πολυτέλεια και υπερηφάνεια και η ηθική φαυλότης εκείνου; Μήπως τον κατέστησεν ασθενέστερον δια τους υπέρ της αρετής αγώνας; Και τι έβλαψεν την ψυχικήν του δύναμιν; Πουθενά τίποτε. Αντίθετα όλα αυτά ήταν πρόσθετος λόγος δόξης, διότι δεν εστεφανώνετο μόνον δια την πτωχείαν του, ούτε δια την πείναν, ούτε δια τας πληγάς, ούτε δια τας γλώσσας των σκύλων αλλά δια το ότι ενώ είχε τοιούτον γείτονα, και ενώ κάθε ημέραν εβλέπετο από αυτόν και περιφρονείτο διαρκώς, με γενναιότητα και με πολλήν καρτερίαν υπέμεινε τον πειρασμόν τούτον, ο οποίος όχι ολίγον, αλλά πάρα πολύ έκαιε την πενίαν και την εγκατάλειψίν του.
Διότι τι ημπορεί να κάμη εις τον γενναίον άνδρα δια να τον ρίψη εις την λύπην; θα του αφαιρέση χρήματα; Όμως έχει πλούτον εις τον ουρανόν. Θα τον εκδιώξη από την πατρίδα του; Όμως θα τον στείλη εις την άνω πατρίδα. Θα τον δέση με δεσμά; Όμως έχει την συνείδησίν του ελευθέραν και δεν αισθάνεται τα εξωτερικά δεσμά. Θα τον φονεύση; Όμως πάλιν θ’ αναστηθή. Και όπως εκείνος που κτυπά την σκιάν και δέρνει αέρα κανένα δεν θα ημπορέση να κτυπήση, έτσι κι εκείνος που πολεμάει τον δίκαιον άνθρωπον ματαιοπονεί μόνον και καταναλίσκει την δύναμίν του και εις εκείνον ουδεμίαν πληγήν θα ημπορέση να επιφέρη….
Την ίδιαν διδαχή προβάλλει και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ας μη γίνουμε πονηροί δούλοι, λέγει, οι οποίοι δοξολογούν τον Κύριο όταν τους ευεργετεί και δεν τον πλησιάζουν όταν τους τιμωρεί αν και πολλάς φοράς ο πόνος είναι καλύτερος από την υγείαν, η εγκαρτέρησις εις τας θλίψεις από την έλλειψιν των θλίψεων, η εξονυχιστική έρευνα από την αμέλεια και η μετάνοια από την συγχώρησιν. Θα το είπω με συντομίαν: Δεν πρέπει ούτε να απελπιζόμεθα δια τας συμφοράς, ούτε να υπερηφανευόμεθα δια την αφθονίαν.
Για το ίδιο θέμα μιλούν και οι Ασκητικοί πατέρες. Έτσι ο Ισαάκ ο Σύρος αναφέρει πως αν ο πόθος του Χριστού δεν νικά με τέτοιον τρόπο μέσα στον πιστό, ώστε να μένει απαθής στις θλίψεις του, τότε πρέπει να γνωρίζει πως ο πόθος του κόσμου υπερτερεί του πόθου του Χριστού. Και όταν η αρρώστια, η φτώχεια, ο αφανισμός του σώματος και τα άλλα κακά ταράσσουν το λογισμό του και του αφαιρούν τη χαρά που προέρχεται από την ελπίδα προς τον Θεό και από τη φροντίδα κατά Θεόν, τότε πρέπει να γνωρίζει πως μέσα του ζει η αγάπη του σώματος και όχι η αγάπη του Χριστού…
Γίνεσθε μιμηταί μου, καθώς εγώ είμαι μιμητής του Χριστού, λέγει ο Απόστολος (Α Κορ. ια 1) και σε άλλο σημείο προσθέτει: εγώ γαρ τα στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματί μου βαστάζω (Γαλ. στ 17)…
Σ’ αυτούς που γνωρίζουν τον πόθο του Χριστού, λέγει ο Χρυσόστομος, το να κακοποιηθούν για χάρη Του θεωρείται το πιο αξιομακάριστον από όλα…
Ο ανόητος άνθρωπος δεν αποδέχεται τα φάρμακα του Θεού και ζητάει από το Θεό να επέμβει στη ζωή του, όπως ο ίδιος θέλει και όχι όπως κρίνει ο μεγάλος ιατρός της ψυχής του ανθρώπου ότι συμφέρει. Γι’ αυτό δείχνει αδιαφορία και κυριεύεται από ανησυχία και άλλοτε πολεμεί με πείσμα τους ανθρώπους, άλλοτε δε βλασφημεί προς τον Θεό και με τον τρόπο λοιπόν αυτό και την αγνωμοσύνη του δείχνει, και παρηγοριά δεν βρίσκει (Μάξιμος ομολογ.).
Όποιος σκέπτεται πως ο πειρασμός παρουσιάστηκε για κάτι καλό, για τη διαπαιδαγώγησή του, για την εξάλειψη αμαρτιών, για να εμποδίσει μελλοντικά αμαρτήματα, δεν αγανακτεί, αλλά αποβλέπει στον Θεό και τον ευχαριστεί γιατί παρεχώρησε τον πειρασμό. Δέχεται πρόθυμα την παιδαγωγική τιμωρία, όπως ο Δαβίδ (Β Βασιλ./Β Σαμ. ιστ 10) ή ο Ιώβ (Ιώβ β 10)…
Ας μη δυσφορούμε λοιπόν δια τα παρόντα κακά διότι εάν έχεις αμαρτίας, εξαφανίζονται και κατακαίονται εύκολα από την θλίψιν εάν δε έχης αρετήν γίνεσαι λαμπρός και φαιδρός από αυτήν. Διότι εάν διαρκώς αγρυπνής και είσαι νηφάλιος θα είσαι ανώτερος από κάθε βλάβην. Διότι δεν είναι αιτία των ηθικών πτώσεων η φύσις των πειρασμών, αλλά η αμέλεια αυτών που πειράζονται (ι. Χρυσόστομος).
Συμπερασματικά αναφέρουμε πως οι δυσχέρειες σ’ αυτή τη ζωή, οι λεγόμενες κακώσεις ή το φυσικό κακό δεν αποτελούν την τελική έκβαση. Είναι απλώς εμπόδια στο δρόμο του ανθρώπου προς την τελική πραγματικότητα, χρήσιμα να τον γυμνάσουν και να τον αναδείξουν αθλητή του Χριστού.
Αν οι κακώσεις επιβληθούν στον πιστό και περνώντας μέσα από αυτές συνεχίσει ατάραχος το δρόμο του προσηλώνοντας τα μάτια του στο σκοπό, χαρακτηρίζονται στίγματα του Κυρίου που βαστάζονται από τους πιστούς με χαρά και λογίζονται από αυτούς καύχημα. Οι ταλαιπωρίες στο όνομα του Κυρίου αποτελουν δόξα για τον πνευματικό αθλητή και χαρίζουν σ αυτόν παρρησία ενώπιων του Θεού.
Ο Κύριος είναι και μένει πάντοτε στοργικός πατέρας, δεν εγκαταλείπει ποτέ τα παιδιά του και δεν επιτρέπει να δοκιμαστούν πάνω από τη δύναμή τους, ακόμη και αν νομίσει κανείς πως εγκαταλείφθηκε εντελώς από τη χάρη του Θεού… Ο Κύριος βρίσκεται κοντά του και επεμβαίνει όταν χρειασθεί.
Το πρόβλημα της θεοδικίας δεν υφίσταται για ένα πιστό, που βαδίζει συνειδητά το δρόμο του, με κατεύθυνση την Ανάσταση, την αφθαρσία και την αθανασία, την επιστροφή στην κοινωνία μετά του Θεού και στη μία φύση, δηλαδή στη βασιλεία της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της αρμονίας, της Αγάπης στην επιστροφή στο κατ’ εικόνα και στην πραγμάτωση του καθ’ ομοίωσιν Θεού. Κάθε πιστός γνωρίζει πως η σημερινή κατάσταση, όσο απαράδεκτη και αν είναι, δεν αποτελεί την τελική έκβαση του αγώνος, δεν είναι η αιώνια πραγματικότης.
Για τους Αθλητές του Χριστού οι κακώσεις είναι πλούτος και για τους αμελείς βοηθός, που τους προφυλάσσει από τα βλαβερά, ενώ εκείνους που βρίσκονται μακρυά από το Θεό τους διευκολύνει να επιστρέψουν. Σε κάθε λοιπόν περίπτωση, στο κέντρο βρίσκεται το συμφέρον του ανθρώπου.Ο Θεός δεν είναι εκδικητής, αλλά στοργικός πατέρας και πνευματικός γιατρός. Ποτέ κανείς δεν θα μπορούσε να κατηγορήσει το γιατρό για τις κακώσεις στις οποίες υποβάλλει τον ασθενή του δεν είναι ο ασθενής ο εχθρός του γιατρού, αλλά η ασθένεια. Αυτή είναι η αιτία, όχι ο γιατρός. Όπως και όταν φυσήξει άνεμος, πέφτει μόνο το σπίτι που θεμελιώθηκε στην άμμο, όχι εκείνο που κτίσθηκε πάνω στην πέτρα και κανείς δεν θα πει πως φταίει ο άνεμος που έπεσε το σπίτι.
Η κάκωση λοιπόν δεν είναι ο εχθρός καμμία κάκωση δεν μπορεί να αδικήσει τον πιστό χριστιανό. Μόνο ο ίδιος θα μπορούσε να αδικήσει τον εαυτό του αν εκλάβει τις κακώσεις σαν την τελική κατάσταση και τα βάλει ακόμη και με το Θεό!
Περιοδικό "ΔΙΑΛΟΓΟΣ¨", τ. 28
Από το βιβλίο: Το νόημα της ζωής στο φως της Ορθοδοξίας σελ. 139-146
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου