Αρχίζουν την Τετάρτη 18 Οκτωβρίου οι εορταστικές εκδηλώσεις για τον Άγιο Δημήτριο Πολιούχο Θεσσαλονίκης.
Στις 18:00 στο προαύλιο χώρο του Ναού, θα γίνει η υποδοχή της Ιεράς
και θαυματουργού Εικόνας της Παναγίας της Κανάλας από την Κύθνο και θα ακολουθήσει Δοξολογία χοροστατούντος του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου. Η Εικόνα θα αναχωρήσει την Κυριακή 5 Νοεμβρίου.
Η εικόνα της Παναγιάς Κανάλας – Ιστορικό της θαυματουργής εικόνας
~ Η εκκλησία της Παναγιάς της Κανάλας είναι από τους σημαντικότερους χώρους προσκυνήματος στις Κυκλάδες καθώς φυλάσσει τη θαυματουργή εικόνα, που θεωρείται έργο του Αποστόλου Λουκά. Η εικόνα της Παναγίας όπως λέει η παράδοση βρέθηκε από τους ψαράδες στο στενό – κανάλι -ανάμεσα στην Κύθνο και τη Σέριφο.
«Ήταν νύχτα έναστρη, εαρινή, χαρούμενη, πανώρια. Η φύση σκορπούσε γύρω της μύρα. Το πέλαγος βαθυγάλαζο, μυστηριώδες. Τ’ άστρα τρεμόσβηναν στο απέραντο χάος. Τ’ αγέρι χάϊδευε, νανούριζε την πλάση και το κύμα, νταντέλλα κυκλώτερη, γλυκοφιλούσε την αμμουδιά, τα βράχια.
Κάπου εκεί στον όρμο της Κανάλας, σε μια βάρκα, ψαράδες σήκωναν τα παραγάδια και ξαγκίστρωναν τη σοδειά τους. Κάθε λίγο και λιγάκι έβγαζαν οι ψαράδες τη γλώσσα και μάζευαν από τα χείλη τους την αλμύρα. Θαύμαζαν τη σοδειά και κάθε τόσο σταυροκοπιόντουσαν. Δεν θυμόντουσαν άλλοτε τέτοια πλούσια σοδειά. Έπεσαν σε κοπάδι λιθρινιών; Ήταν θαύμα; Ήταν όνειρο, τι ήταν τούτο το πράγμα;
Η βάρκα έγερνε από το ψάρι και όμως ακόμα δεν είχαν τραβηχτεί ούτε τα μισά παραγάδια. Κι όσον τραβούσαν τόσο τους φαίνονταν βαρύτερα και τόσο καλλίτερα ψάρια ξαγκιστρώνονταν.
Τι θαύμα ήταν τούτο τα’ αποψινό, έλεγαν και σταυροκοπιόντουσαν οι ψαράδες.
Εκεί που τραβούσαν τα παραγάδια σιγά – σιγά η βάρκα όλο και έφτανε προς τα βράχια, εκεί κοντά στην ακτή, ένας από τους ψαράδες αντίκρυσε ένα φως. Ένα φως που παιχνίδιζε και κυμάτιζε, που μια στιγμή, για μια μόνο στιγμή φαινότανε, κι ύστερα έσβηνε και πάλι παρουσιαζότανε. Φοβήθηκαν οι δόλιοι, κρύος ίδρως τους έλουζε και σκέφτηκαν να φύγουν μακριά. Γρήγορα, χωρίς ανάσα τραβούσαν τα παραγάδια τους. Κάποτε σταμάτησαν, τα παραγάδια κάπου είχαν μπλεχτεί και ήταν αδύνατον να φύγουν.
Βοήθα Παναγία μου, παρακάλεσε ένας ψαράς.
Το φως που πάντα τόβλεπαν ν’ ανάβει και να σβήνει, έγινε ανέσπερο και έλαμψε με μιάς παράξενα, δυνατά. Τα παραγάδια λευτερώθηκαν. Μα τώρα σαν κάποια δύναμη να τους ωθούσε, δεν έφυγαν, μα θαρετά τράβηξαν ίσια, ολόισια στο φως, στο φως το θείο, το ανέσπερο, το ιερό φως.
Πλησίασαν και είδαν κάτι που ‘μειναν εμβρόντητοι. Το φως έβγαινε μέσα από το βυθό, σαν πύρινη φλόγα και πλάι ένα ορθοστάδην πλεούμενο πλατύ ξύλο. Δίχως σκέψη τ’ ανέσυραν για να δουν. Ο ένας ψαράς φώτισε με το δαυλό και η Παναγιά γλυκιά και ήρεμη, παρουσιάστηκε εκεί πάνω στο ξύλο ζωγραφισμένη.
Σταυροκοπήθηκαν, φίλησαν το εικόνισμα. Η φλόγα με μιας σβήστηκε κι οι ψαράδες με το άγιο εικόνισμα και την καλή σοδειά, πλώρισαν για την αμμουδιά μας με πόση χαρά, με πόση λαχτάρα, με πόσο δέος μέσα στην ψυχή τους.
Στο χωριό, την Δρυοπίδα σαν έφτασαν, διηγήθηκαν τη νύχτα τους, το θαύμα της σοδειάς, το φως το ανέσπερο, την εύρεση της Παναγίας. Και το νησί σε λίγο αναστατώθηκε. Γυναίκες, άντρες, γέροι και παιδιά, μαζεύτηκαν γύρω στο εικόνισμα, όπου άναβαν κεριά και έκαιγαν λιβανωτά. Ο κλήρος έκανε δοξολογία και ολημερίς χαρμόσυνα χτυπούσαν οι καμπάνες. Αρχές, κλήρος, λαός, όλοι με μια χαρά αγκαλιάζονταν, φιλιόντουσαν και ορκίστηκαν στη χάρη της, εκκλησιά να χτίσουν, όμορφη και λαμπρή, κι εκεί ν’ αποθέσουν το ιερό το εύρημα.
Χωρίς πολλά η απόφαση μπήκε στην πράξη κι άρχισε κάπου εκεί που βρέθηκε το εικόνισμα, να χτίζεται η Παναγιά η Κανάλα. Μα της Παναγιάς δεν άρεσε η μεριά και μια νύχτα παρουσιάστηκε στον ύπνο των ψαράδων και ζήτησε η εκκλησιά να γίνει όχι εκεί που χτιζότανε, αλλά σ’ άλλο μέρος, σ’ αυτό που σήμερα βρίσκεται».
(απόσπασμα από το βιβλίο ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΝΑΛΑ του Ιερέως Κωνσταντίνου Γονίδη)
Κάθε Δεκαπενταύγουστο στην Παναγιά την Κανάλα γίνεται μεγάλο πανηγύρι με την περιφορά αλλά και την αναπαράσταση της εύρεσης της εικόνας της Παναγίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου