Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Σάββατο 7 Οκτωβρίου 2017

Ομιλία, συν Θεώ αγίῳ, στην ευαγγελική περικοπή της Γ´ Κυριακής του Λουκά (Λουκ. ζ´, 11-16)

Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ
«Εἶπεν ὁ Ἰησοῦς∙ ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή»
Στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, τίθεται ἕνα μεγάλο θέμα, ἕνα μεγάλο πρόβλημα, ποὺ ἀνέκαθεν ἀπασχολοῦσε τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ὅποιας φυλῆς καὶ γλώσσας καὶ ἐποχῆς: Ὁ θάνατος! 
Τὸ μυστήριο τοῦ θανάτου! Μά, ταυτόχρονα, ἐξιστορεῖται σ᾽ αὐτή, ἐκτυλίγεται ζωντανὸ στὰ μάτια μας κι ἕνα μεγάλο θαῦμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ: Ἡ ἀνάστασις ἑνὸς νεκροῦ! Ἕνα θαῦμα, πάνω ἀπὸ κάθε ἔννοια καὶ λογική!

Ὁ θάνατος, ἡ λήξη τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου στὸν κόσμο τοῦτο, ὁ χωρισμὸς δηλαδὴ τῆς ἀθάνατης ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ ἡ διάλυση τοῦ σώματός μας «εἰς τὰ ἐξ ὧν συνετέθη» στὸ χῶμα, ἀπ᾽ ὅπου ἔλαβε τὴ σύσταση, δὲν ἦσαν ἀπαρχῆς στὴ δημιουργία, στὸ κατ᾽ εὐδοκίαν θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς φοβερὲς συνέπειες τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων, τῆς ἁμαρτίας, τῆς παρακοῆς τους στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἂν δὲν ἁμάρταναν οἱ προπάτορές μας, οἱ ἄνθρωποι θὰ ἔμεναν στὴν ἀνέκφραστη ἐκείνη τρυφὴ τοῦ Παραδείσου ἀθάνατοι καὶ σωματικά. Ἡ παράβασή τους ἐπέφερε καὶ τὴ δίκαιη ἀπόφαση τῆς τιμωρίας τοῦ Θεοῦ: «Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γεν. 3, 19)! Καὶ τοῦτο, γιὰ νὰ μὴν παραμείνει τὸ κακὸ ἀθάνατο, ὡς ἀτιμώρητο, ὅπως ἑρμηνεύει θεόπνευστα ὁ Θεολόγος Γρηγόριος.

Ἡ ἔλευση ὅμως τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ στὸν κόσμο σήμανε τὴν κατάλυση τοῦ θανάτου. Ὁ Χριστός μας, ὅπως διακήρυξε στὴ Μάρθα ποὺ πενθοῦσε τὸν ἀδελφό της Λάζαρο, εἶναι «ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. 11, 25). Εἶναι ἡ αὐτοζωία. Αὐτός, ποὺ χορηγεῖ τὴ ζωή. Ἦλθε σωτήρας καὶ λυτρωτής μας ἀπὸ τὴ δύναμη τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ καὶ τοῦ θανάτου. Καὶ τὸ ἔδειξε ἔμπρακτα, θαυματουργώντας. Κατὰ τὴν ἐπὶ γῆς πανάγια ζωή Του ἀνέστησε νεκροὺς (τὰ Εὐαγγέλια μᾶς ἀφηγοῦνται τρεῖς νεκραναστάσεις, τὶς ὁποῖες ἐνήργησε ὁ Κύριος, τὴ σημερινή, τοῦ υἱοῦ δηλ. τῆς χήρας τῆς Ναΐν, τῆς θυγατέρας τοῦ Ἰαείρου καὶ τοῦ τετραημέρου Λαζάρου στὴ Βηθανία), καὶ μετὰ ἀναστήθηκε ὁ Ἴδιος, ὡς παντοδύναμος, παρέχοντάς μας τὴ βεβαιότητα καὶ τῆς δικῆς μας ἀνάστασης. Καί, ναὶ μέν, κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, ὁ θάνατος ἀκόμη παραμένει καὶ μετὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας, ἀλλὰ πλέον σὰν μιὰ οὐλὴ μετὰ ποὺ κλείνει μιὰ πληγή, γιὰ νὰ μᾶς θυμίζει τὴν προπατορικὴ πτώση, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ταπεινώνει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ περιορίζει τὸ κακό. Γιατί, ὅπως λέει στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὁ σοφὸς Σειράχ, «μιμνῄσκου τὰ ἔσχατά σου, καὶ εἰς τὸν αἰῶνα οὐχ ἁμαρτήσεις» (Σοφ. Σειρ. 7, 36). Ὅμως μὲ τὸ τέλος τῆς Ἱστορίας, μὲ τὴ Δευτέρα δηλαδὴ Παρουσία τοῦ Κυρίου, ὅλων τῶν κεκοιμημένων ἀνθρώπων τὰ σώματα, ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τῆς Δημιουργίας μέχρι τότε, θὰ ἀναστηθοῦν, θὰ ἑνωθοῦν μὲ τὶς ψυχές τους καὶ θὰ ἀφθαρτισθοῦν, δηλαδὴ δὲν θὰ ὑπόκεινται πλέον στὶς ὑλικὲς ἀνάγκες καὶ τὴ φθορά, καὶ ἔτσι θὰ κριθοῦν, θὰ κριθοῦμε ὁ καθένας κατὰ τὰ ἔργα μας. Αὐτῶν δέ, ποὺ τότε θὰ ζοῦν, θὰ ἀφθαρτισθοῦν ἐπίσης τὰ σώματα, γιὰ νὰ κριθοῦν παρόμοια μὲ ὅλους τοὺς ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένους. Καί, ἀναστάσεις νεκρῶν, πρὸς πίστωση τῆς τελικῆς πανανθρώπινης ἀνάστασης, τέλεσαν καὶ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, μὲ τὴ Χάρη πάντοτε τοῦ ἀναστημένου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ὁ θάνατος λοιπὸν εἶναι ἕνα γεγονός. Ἀλλὰ πρέπει νὰ τὸ ἀντιμετωπίζουμε σωστά, μὲ ὀρθή, Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ ἀντίληψη. Μὲ τὴν πίστη, ὅτι οἱ κεκοιμημένοι, οἱ ψυχές τους, ζοῦν, καὶ θὰ ἀναστηθοῦν καὶ τὰ σώματά τους. Γι᾽ αὐτὸ καὶ στὴν ἐποχὴ τῆς χάριτος οἱ νεκροὶ ὀνομάζονται κεκοιμημένοι καὶ ὁ χῶρος ταφῆς τους κοιμητήριο. Καὶ ἀναμένουν τὴν «ἐσχάτην σάλπιγγα», γιὰ νὰ ἐγερθοῦν ἀπὸ τὸν ὕπνο! Καὶ πρέπει νὰ ἔχουμε κι ἐμεῖς «μνήμην θανάτου», ὅπως συμβουλεύουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, δηλαδὴ νὰ ἐνθυμούμαστε τὸν θάνατο, γιὰ νὰ βάλουμε ἔτσι χαλινάρι στὰ πάθη, στὶς ἁμαρτίες μας, νὰ μετανοοῦμε καὶ νὰ διορθώνουμε τὴ ζωή μας. Ἔτσι θὰ συντελεσθεῖ ἡ ἀνάσταση τῆς ψυχῆς μας, ἡ πρώτη ἀνάσταση, ἀπὸ τὴν πτώση στὴν ἁμαρτία. Ὅποιος τὴν πέτυχε, δὲν θὰ ἔχει ἐξουσία ἐπάνω του ὁ δεύτερος θάνατος, ὁ αἰώνιος, ὁ χωρισμὸς δηλαδή, ἀλίμονο, ὁ παντοτινὸς ἀπὸ τὸν Θεό, τὴν Παναγία, τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἁγίους!

Τὴν ἀνάσταση τούτη τὴν πρώτη, τῆς ψυχῆς δηλαδὴ ἀπὸ τὰ πάθη στὴ ζωὴ τῆς Χάρης, ἐν ὅσῳ ἀκόμη ζοῦμε, καὶ τὴ δεύτερη, δηλαδὴ τὴν ἀνάσταση ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ βασιλεία, χαρίζει μόνος ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ὅ,τι κι ἂν κάμει ὁ ἄνθρωπος, ὅσα κι ἂν κερδίσει, ὅσο κι ἂν προχωρήσει ἐπιστημονικά, ὅ,τι κι ἂν ἀνακαλύψει, σὲ ὅσους ἄλλους πλανῆτες κι ἂν φθάσει, μόνος του δὲν σώζεται! Θὰ ἀποθάνει! Τὴ ζωὴ δὲν μπορεῖ νὰ τὴ δώσει: Οὔτε τὴν πρόσκαιρη, πολλῷ μᾶλλον τὴν αἰώνια! Γιατὶ εἶναι κτίσμα, δημιούργημα!

Τούτη τὴν ἀνάσταση ἀξιώθηκαν ὅλοι οἱ ἅγιοί μας. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁρισμένων τὰ σώματα παραμένουν ἄφθαρτα, αἰῶνες τώρα, ὅπως τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος στὴν Κέρκυρα, τοῦ ἁγίου Διονυσίου στὴ Ζάκυνθο, τοῦ ἁγίου Γερασίμου στὴν Κεφαλληνία, τοῦ ἁγίου Χριστοδούλου στὴν Πάτμο, τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ρώσου στὸ Προκόπιο Εὐβοίας, τῶν ὁσίων ἐκείνων ἀσκητῶν στὰ σπήλαια τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου, καὶ πολλῶν ἄλλων. Ὅλων ὅμως τῶν ἁγίων τὰ τίμια λείψανα εὐωδιάζουν, ἁγιάζουν τοὺς πιστοὺς καὶ θαυματουργοῦν. Γιατὶ ἡ πλούσια Χάρη, ποὺ εἶχαν ἐν ζωῇ, παραμένει καὶ μετὰ θάνατον στὰ ἅγια λείψανά τους ἀνεκφοίτητη. Πρέπει λοιπὸν νὰ τοὺς ἐπικαλούμαστε στὶς καθημέραν προσευχές μας, νὰ μᾶς βοηθοῦν, νὰ μᾶς στηρίζουν, νὰ μᾶς ἐνισχύουν στὶς δύσκολες μέρες ποὺ περνοῦμε, στὰ ποικίλα προσωπικὰ καὶ οἰκογενειακὰ προβλήματά μας· γιατὶ ἔχουν παρρησία στὸν Θεό, καὶ εἰσακούονται οἱ δεήσεις καὶ μεσιτεῖες τους.

Καὶ μὲ τὴν ἰσχυρὴ καὶ οὐράνια στήριξη τοῦ νέφους τούτου τῶν ἁγίων ἀδελφῶν καὶ πατέρων μας, μὲ τὸν κατὰ δύναμη μικρό μας ἀγῶνα τὸν πνευματικό, καί, κυρίως, μὲ τὸ ἔλεος καὶ τὴ Χάρη τοῦ Ἀναστάντος Ἰησοῦ, τοῦ νικητοῦ τοῦ θανάτου, ἐλπίζουμε καὶ εὐχόμαστε νὰ τύχουμε καὶ τῆς πρώτης καὶ τῆς δεύτερης ἀνάστασης, «ὅπου ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων», «ἔνθα ἀπέδρα λύπη καὶ στεναγμός», ὅπου ἡ ἀνέκφραστη μακαριότητα ὅσων βλέπουν καὶ ὅσων θὰ ἀξιωθοῦν νὰ βλέπουν τὸ πανυπέρλαμπρο Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν! Γένοιτο, Κύριε!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου