Α΄. Γέννηση Παναγίας εκ Πνεύματος Αγίου και σαρκός των γονέων της
Η γέννηση της Παναγίας δεν ήταν μόνο «φύσεως τόκος» λέγει ο Νικόλαος Καβάσιλας (1322-1392) αλλά και καρπός της ενάρετης ζωής και της προσευχής των γονέων της.
Η ενάρετη ζωή και η προσευχή των γονέων της είχαν σαν αποτέλεσμα, η δημιουργία της Παναγίας να μη είναι μόνο εκ του σαρκικού θελήματος των γονέων της αλλά, θα λέγαμε, και εκ Πνεύματος Αγίου. Αυτό συμβαίνει και στη γέννηση πολλών μεγάλων αγίων που έρχονται στον κόσμο αγιασμένοι εκ «κοιλίας μητρός» (Λουκ. 1,15). Όταν μεγαλώνουν, έχουν προσθήκη Αγίου Πνεύματος αναλόγως των δικών τους αγωνισμάτων και ασκήσεων. Αλλά, τη βάση θα λέγαμε, του Αγίου Πνεύματος την έχουν εκ κοιλίας μητρός. Ας θυμηθούμε τον Ισαάκ που αποκτά ο Αβραάμ και η Σάρα στα γεράματά τους μετά από 25 χρόνια αναμονής και προσευχών, τον προφήτη Σαμουήλ που αποκτά η στείρα Άννα κατόπιν προσευχής, τον Πρόδρομο που αποκτούν ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ κατόπιν αγίας ζωής και προσευχών και τόσους άλλους. Βρίθουν τα συναξάρια της Εκκλησίας μας από παρόμοιες περιπτώσεις. Ευτυχισμένα τα παιδιά που δεν είναι μόνο καρπός του σαρκικού θελήματος των γονέων τους αλλά και των προσευχών τους και της αγίας ζωής τους. Κατά κάποιο τρόπο είναι και αυτά «εκ Πνεύματος Αγίου» και της σάρκας των γονέων τους. Επίσης ευτυχισμένα τα παιδιά αυτά, διότι στο DNA τους λαμβάνουν τα εκτυπώματα των αρετών των γονέων τους και κληρονομούν τον υγιή ψυχοσωματικό τους κόσμο. Δεν τα βασανίζουν αμαρτωλές καταβολές και εξασθενημένες φύσεις αθλίων γονέων. Παίρνουν δώρο από τους γονείς τους τη βάση για να δομήσουν και να τελειοποιήσουν τη δική τους αγιότητα.
Μεγάλη και η τιμή των γονέων που δημιουργούν τέτοια παιδιά. Γίνονται συνεργοί του Θεού στο έργο της θείας οικονομίας. Δεν ικανοποιούν, εγωιστικά και ανθρωποκεντρικά μόνο, το σαρκικό θέλημά τους. Τα παιδιά τους είναι ένα δώρο και ένα έπαθλο του Θεού στους αγώνες τους για την επίτευξη της αγιότητάς τους. Κοντά σ’ αυτά χαίρονται και τιμώνται και αυτοί. Καθημερινά μνημονεύεται η Παναγία μας στις ακολουθίες της εκκλησίας μας. Καθημερινά μνημονεύονται και οι γονείς της, ο Ιωακείμ και η Άννα.
Β΄. Η Παναγία είναι άνθρωπος σαν και μας.
Η Θεοτόκος δεν υπήρξε ένα ιδιαίτερο δημιούργημα του Θεού χωρίς τα κοινά γνωρίσματα του γένους των ανθρώπων και χωρίς τις συνέπειες της προπατορικής αμαρτίας. Ήταν τέλειος άνθρωπος, απόγονος του Αδάμ και της Εύας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η σύλληψη της έγινε κατά Θεό, αλλά δεν ήταν άσπιλη όπως πρεσβεύουν οι παπικοί. Έγινε εκ σπέρματος και όχι μόνο εκ Πνεύματος.
Το επεισόδιο, που η Παναγία θέλει να διακόψει το κήρυγμα ο Χριστός και να υποδεχθεί αυτήν και τα αδέλφια του, δίνει αφορμή στον ιερό Χρυσόστομο να παρατηρήσει ότι η Παναγία είχε όλες της αδυναμίες μιας συνηθισμένης μητέρας. Ήθελε να σταματήσει το κήρυγμα ο Χριστός και να την υποδεχθεί, ώστε ο κόσμος ν’ αρχίσει να ρωτά ποια είναι αυτή, που για χάρη της έγινε αυτό, και να φανερωθεί έτσι η ιδιότητά της και να καμαρώσει κοντά στον υιό της. Η απάντηση του Χριστού, «Μήτηρ μου και αδελφοί μου ούτοι εισίν οι τον λόγον του Θεού ακούοντες και ποιούντες αυτόν» (Λουκ. 8,21), διορθώνει την ανθρώπινη αδυναμία της μητέρας του και αποκαλύπτει την δυνατότητα κάθε ανθρώπου να γίνει «Παναγία», εάν ακούει τον λόγο του Θεού και τον φυλάσσει. Το ίδιο είπε ο Χριστός, όταν μία γυναίκα μακάρισε την μητέρα του. Είπε· «Βεβαίως και είναι καλότυχη η μητέρα μου. Αλλά καλότυχοι είναι και όσοι ακούν τον λόγο του Θεού και τον φυλάσσουν (Λουκ. 11,27-28)».
Ο Νικόλαος Καβάσιλας λέγει· «Η πανάμωμος παρθένος ου πόλιν σχούσα τον ουρανόν, ουκ από των εκεί γενομένη σωμάτων, αλλ’ από γής το ίσον άπασι τρόπον αυτού του πεσόντος γένους». Εν τούτοις «μόνον άνθρωπος ούσα και των κοινών τούτων ανθρώποις μετασχούσα πλέον ουδέν, έπειτα μόνη την κοινήν διέφυγεν νόσον» (Λόγος εις την Γέννησιν). Δηλαδή η Παρθένος ούτε ουράνια καταγωγή είχε ούτε άγγελος ήταν, αλλά ήταν ομοιοπαθής με το πεσμένο ανθρώπινο γένος. Κι όμως ενώ ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος, μόνον αυτή διέφυγε των θανασίμων αμαρτιών. Εδώ θα πρέπει να θυμηθούμε τον άγιο Χρυσόστομο, ο οποίος, προτρέποντας κάποτε τους ακροατές του να μοιάσουν τον Πέτρο και τον Παύλο και ακούγοντας τις αντιρρήσεις τους ότι αυτοί είναι μεγάλοι και τρανοί και όχι σαν εμάς, είπε· «Γιατί, άνθρωποι σαν και μας ήταν χωρίς να έχουν τίποτα ιδιαίτερο».
Γ΄. Δυσχέρειες που αντιμετώπισε η Παναγία.
Η Παναγία όχι μόνο αγωνίστηκε χωρίς να λάβει επιπλέον βοήθεια από τον Θεό και χωρίς να έχει κάποιο ξεχωριστό προνόμιο, αλλά το θαυμαστό είναι ότι δεν ζούσε μέσα στην τρυφή του παραδείσου όπως ο Αδάμ ούτε μέσα στη χάρη των μυστηρίων της Εκκλησίας όπως οι άνθρωποι μετά την έλευση του Χριστού.
Η Παναγία έμοιασε σ’ αυτό τους δικαίους της Παλαιάς Διαθήκης· Άβελ, Ενώχ, Νώε, Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ, Ιωσήφ, Μωυσή, οι οποίοι χωρίς να έχουν τον ναό του Σολωμόντος, χωρίς να μετέχουν των θυσιών της Π.Δ., χωρίς να έχουν την βοήθεια του νόμου, φθάσανε σε ύψη αρετής και πίστεως και υπακοής στον Θεό.
Δ΄. Τελειότητα Παναγίας.
Η Παναγία, αξιοποιώντας μόνο τα κοινά γνωρίσματα του «κατ’ εικόνα», φανέρωσε τον αληθινό άνθρωπο καθαρό και ακέραιο, όπως είχε δημιουργηθεί από τα χέρια του Θεού. Η Παναγία είναι εκείνος ο άνθρωπος, που ενώ μπορούσε ν’ αμαρτήσει, εν τούτοις δεν αμάρτησε και με τη δική της δύναμη, ζέση και προθυμία παρέμεινε αναμάρτητη. Αυτή την ψυχική ομορφιά και αγνότητα εκτίμησε ο πλάστης μας, ο οποίος θελχθείς από την αγιότητά της ήρθε και σκήνωσε σ’ αυτήν.
Όταν την αποκάλυψε ο άγγελος, ότι «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι», δεν ανέφερε για άφεση αμαρτιών και για απαλλαγή από ενοχές. Εάν συγκρίνουμε τον ευαγγελισμό με το όραμα του Ησαΐα που είδε τον Θεό, βλέπουμε την διαφορά. Ο Ησαΐας μόλις είδε τον Θεό ελεεινολόγησε τον εαυτό του, γιατί ενώ είχε ακάθαρτα χείλη και κατοικούσε εν μέσω λαού έχοντος ακάθαρτα χείλη, είδε τον κύριο. Απεστάλη τότε ένα Σεραφίμ και καθάρισε τις ανομίες και τις αμαρτίες του προφήτου μ’ ένα κάρβουνο που πήρε από το θυσιαστήριο (Ησ. 6ο κεφ.). Εδώ, ούτε η Παναγία ελεεινολογεί τον εαυτό της ούτε ο άγγελος την καθαρίζει. Μόνο ρωτά πως θα γεννήσει, αφού δεν έχει άνδρα. Ο Νικόλαος Καβάσιλας την παρουσιάζει να διατείνεται· «Εγώ μεν του Θεού προς υποδοχήν έτοιμος και ικανώς έχω παρασκευής» (Λόγος εις Ευαγγελισμόν).
Συνεπώς η έλευση του Αγίου Πνεύματος δεν σημαίνει κάθαρση της Παναγίας, αλλά προσθήκη χαρισμάτων όπως συμβαίνει με τους αγγέλους που δεν έχουν καμμία σχέση με την αμαρτία. Η Παναγία απλώς μετά την έλευση του Αγίου Πνεύματος έμεινε αμετακίνητη στο αγαθό, όπως οι άγγελοι μετά την ελεύθερη εκλογή της αρετής έμειναν σταθεροί στο καλό. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, σε ομιλία του για τον ευαγγελισμό της Θεοτόκου, λέγει χαρακτηριστικά ανακεφαλαιώνοντας την πατερική σκέψη πάνω στο θέμα αυτό· «Η καθαρά καθαίρεται και η αγία αγιάζεται προς έτι μείζονα αγιασμόν αυτής».
Η Παναγία, πριν φανερώσει τον Θεό σωματικά στον κόσμο, τον αποτύπωσε και τον απεικόνισε πρώτα, με τα ίδια της τα έργα, πάνω στον εαυτό της. Γι’ αυτό ο Θεός την έκανε ναό και μητέρα του. Σκήνωσε και στην ψυχή και στο σώμα της. Η Παναγία ήταν ιερώτερη από το θυσιαστήριο του ναού του Σολομώντος. Γι’ αυτό το σώμα της δεν το επισκίαζαν άγγελοι αλλά ο ίδιος ο Θεός. «Δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι». Το αίμα της δεν το δέχθηκε το θυσιαστήριο, αλλά το πήρε ο ίδιος ο Θεός. Το αίμα της έγινε αίμα Θεού.
Ε΄. Εύα βοηθός Αδάμ, Μαρία βοηθός Θεού.
Η Εύα έγινε η μόνη βοηθός του Αδάμ απ’ όλο το βασίλειο των ζώων και των φυτών, γιατί ήταν ο μόνος άνθρωπος. Κατά παρόμοιο τρόπο, μόνο η Παναγία απ’ όλη την κτίση βοήθησε τον Θεό για να σαρκωθεί. Γιατί ήταν η μόνη που με την αγιότητα και την ενάρετη ζωή της συμμετείχε στην χρηστότητα του Θεού. Δεν ήταν απλά ένα όργανο του Θεού αλλά ένας ξεχωριστός και ικανός συνεργάτης. Η Παναγία πίστεψε στα λόγια του αγγέλου, θέλησε να συνεργασθεί με τον Θεό, και προετοίμασε με άσκηση και προσευχή τον εαυτό της για να ελκύσει τη χάρη του Θεού. Εάν δεν ενεργούσε έτσι δεν θα πρωτοστατούσε στο έργο της θείας οικονομίας. Κι αυτό γίνεται φανερό, από το ότι όσο η Παναγία ζητούσε από τον άγγελο εξηγήσεις για τον παράδοξο τρόπο της κυοφορίας της, ο Θεός δεν ερχόταν μέσα της. Από τη στιγμή όμως που άκουσε την απάντηση του αγγέλου, πίστεψε στο έργο της σωτηρίας των ανθρώπων, και δέχθηκε ελεύθερα να συμμετάσχει σ’ αυτό, ο Θεός αμέσως φόρεσε την ανθρώπινη σάρκα και αυτή έγινε Θεοτόκος.
Όταν ο Θεός έκανε τον άνθρωπο, δεν ζήτησε την συνδρομή του Αδάμ. Δεν υπήρχε άλλωστε. Όταν όμως επρόκειτο να τον ανακαινίσει, ρώτησε την ανθρωπότητα στο πρόσωπο της Παναγίας. Η ενσάρκωσή του είναι έργο της Αγίας Τριάδος αλλά και έργο της θελήσεως και της πίστεως και της αρετής της Παναγίας. Όπως ο Χριστός προσέλαβε όλο τον άνθρωπο, νουν-ψυχή-σάρκα, έτσι και η Παναγία δεν έδωσε μόνο τη σάρκα της, αλλά προσέφερε το νου και τη θέληση της. Ολόκληρο το ψυχοσωματικό της είναι. Δεν ήταν απλώς ετεροκίνητη μηχανή στα χέρια του Θεού. Αλλά μια λογική, σοβαρή και υπεύθυνη ύπαρξη, που είπε το μεγάλο ναι στη πρόσκληση του Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου