Ιερομόναχος Ισαάκ
Το έτος 1977, κατόπιν προσκλήσεως από την τοπική Εκκλησία, ο Γέροντας Παΐσιος επισκέφθηκε την Αυστραλία μαζί με τον ηγούμενο της Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα π. Βασίλειο, για να βοηθήση πνευματικά τους ομογενείς της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Διηγήθηκε: «Πετώντας με το αεροπλάνο για μια στιγμή ένιωσα κάτι μέσα μου. Ρωτησα να μάθω ποια είναι η χώρα που φαίνεται από κάτω. Ήταν η Συρία. Έχει πολλή χάρι εξαιτίας των ασκητών που έζησαν στις ερήμους της. Το ίδιο αισθάνθηκα και για τους Αγίους Τόπους.
»Αργότερα αισθάνθηκα μια ψυχρότητα, μια δαιμονική ακτινοβολία. Και άκουσα τα μεγάφωνα του αεροπλάνου να ανακοινώνουν ότι πετάμε πάνω από το Πακιστάν.
»Στην Αυστραλία αισθανόμουν ότι ο τόπος εκεί ακόμη δεν έχει αγιασθή με μαρτυρικά αίματα και οσιακούς ιδρώτες, αλλά θα αγιασθή».
Φιλοξενήθηκε στην Μελβούρνη από τον μακαριστό π. Ιωάννη Λιμογιάννη. Την ημέρα προετοίμαζε τον κόσμο για το μυστήριο της εξομολογήσεως. Η κόρη του π. Ιωάννου, Δέσποινα, θυμάται: «Ήταν σοφός άνθρωπος. Ήξερε τα προβλήματά σου πριν του μιλήσης. Μοσχομύριζε και ευωδίαζε όλος και το δωμάτιο που έμενε. Η φιλάσθενη μητέρα μου έλεγε: «Έχομε έναν άγιο μέσα στο σπίτι μας που το ευλογεί. Όταν περπατά, δεν ακούς τα βήματά του. Είναι ένας άγγελος χωρίς φτερά. Έχει την θεία χάρι στο πρόσωπό του. Από την ημέρα που ήρθε στο σπίτι μας, αισθάνομαι τελείως καλά. Του βάζω καθαρές πετσέτες και δεν τις μεταχειρίζεται. Έχει μια δική του μικρή πετσετούλα που σκουπίζει το πρόσωπό του και όμως μοσχομυρίζει».
»Μας συμβούλευε να είμαστε ταπεινοί, να προσευχώμαστε και να ζητάμε από τον καλό Θεό να δίνη λύσεις στα προβλήματά μας. Να μην προσπαθούμε να τα λύσουμε μόνοι μας γιατί θα τα μπερδέψουμε περισσότερο. Η μητέρα μου κράτησε σαν φυλαχτό την κουβέρτα που σκεπάστηκε ο Γέροντας. Όταν ήταν άρρωστη τυλιγόταν μ’ αυτήν και αισθανόταν χάρι Θεού πλούσια επάνω της».
Ο π. Σπυρίδων Βανδώρος, προϊστάμενος του Ι. Ν. αγίου Νεκταρίου Μελβούρνης, που μετέφερε τον Γέροντα με τ’ αυτοκίνητό του, αναφέρει το εξής θαύμα: «Ένας πατριώτης μου, ο Διονύσιος Σπηλιώτης από το Αργοστόλι Κεφαλληνίας, 30 ετών τότε, νυμφευμένος με δύο παιδιά, έπαθε βαρύ εγκεφαλικό. Οι γιατροί είπαν ότι δεν θα ζήσει πολύ και, αν ζήση, θα παραμείνει φυτό. Πήγαμε με τον Γέροντα στο Βασιλικό Νοσοκομείο Μελβούρνης, όπου νοσηλευόταν ο ασθενής. Ο Γέροντας τον σταύρωσε πολλές φορές στο κεφάλι με ένα κογχύλι που μέσα είχε Λείψανα του αγίου Αρσενίου του Καππαδόκου, και έκανε προσευχές. Ο ασθενής προς έκπληξη των γιατρών και των συγγενών σε λίγες μέρες επέστρεψε υγιής στο σπίτι του τελείως καλά και ζει μέχρι σήμερα στην περιοχή Drommana Μελβούρνης».
Ο τότε Πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής και νυν ηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Παντανάσσης, πανοσιολογιώτατος αρχιμανδρίτης Στέφανος, αναφέρει:
«Το πέρασμα του αειμνήστου Γέροντος από την Αυστραλία υπήρξε αθόρυβο, και τούτο επειδή ήταν τότε στους περισσοτέρους άγνωστος. Εκείνο το οποίο ιδιαίτερα προκάλεσε την προσοχή μου ήταν το ακόλουθο γεγονός: Ένα απόγευμα επισκεφθήκαμε μετά του Γέροντος μικρόν ναόν. Τον άφησα εντός του ναού και πήγα στην παραπλεύρως αίθουσα δια κάποιαν εργασίαν. Μετά παρέλευσιν ολίγων μόνον λεπτών επέστρεψα εις τον ναόν, όπου είχα αφήσει τον Γέροντα. Δεν ήταν εκεί. Φωναξα το όνομά του. Καμμιά απάντησις. Επανέλαβα το ίδιο δυο-τρεις φορές και πάλιν σιωπή. Ανησύχησα. Ξαναφωνάζω τώρα σχεδόν όσον μου ήταν δυνατόν. Μετά από ολίγο τον βλέπω να εξέρχεται πίσω από τα τελευταία καθίσματα του ναού, σαν να ερχόταν από κάποιον άλλον κόσμον…
»Το συμπέρασμα: Εντός ολίγου χρονικού διαστήματος είχε πνευματικώς αφοσιωθή στην προσευχή. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του φαίνονταν αλλοιωμένα. Ήταν σαν να έβγαινε μέσα από ένα εξωκόσμιον τόπον τον οποίον εγνώριζε καλά και εντός ελαχίστου μόνον χρόνου είχε την ικανότητα να μεταφέρεται δια της προσευχής. Φυσικά το θέμα έμεινε από μέρους μου και από μέρους του τελείως ασχολίαστο. Τότε κατάλαβα την πνευματικήν αξίαν του, ποιον είχα δίπλα μου αυτή την στιγμή και το μέγεθος του πνευματικού του αναστήματος. Την ευχή του να έχουμε. Μας αγαπούσε. Τον νιώθουμε πλησίον μας. Στον κανόνα μου κάνω ευχή στο όνομά του».
Έλληνας της Αυστραλίας διηγήθηκε ότι, ενώ ο Γέροντας έβγαινε από το Ιερό μιας Εκκλησίας, κάποια γυναίκα πήγε να πάρη την ευχή του. Της έκανε νόημα με το χέρι του να φύγη, την έδιωχνε. Ρώτησε απορημένη:
–Εμένα, Γέροντα;
–Ναι.
–Γιατί; Τι έκανα;
–Να πας να συμφιλιωθής πρώτα με την ξαδέρφη σου και μετά νάρθης.
Όντως είχε γίνει παρεξήγηση και δεν μιλούσαν μεταξύ τους.
Ο Γέροντας τόνισε την ανάγκη ιδρύσεως μοναστηριών, για να βοηθήσουν πνευματικά τους ανθρώπους, πριν προλάβουν οι Γιόγκι και οι Πεντηκοστιανοί να τους παρασύρουν με τα ψεύτικα φώτα τους.
Το πέρασμά του από την μακρινή Ήπειρο μέχρι σήμερα άφησε ανεξίτηλα ίχνη στους Ορθοδόξους Έλληνες. Έλεγε ιερέας από την Αυστραλία: «Αισθανόμαστε σαν να ευλόγησε τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Δικαιολογημένα οι Χριστιανοί που τον γνώρισαν σέβονται την μνήμη του και επικαλούνται την χάρι και την βοήθειά του».
Από το βιβλίο: Ιερομονάχου Ισαάκ, ΒΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ,α έκδοσις, Άγιον Όρος 2008, σελ. 248.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου