Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Τρίτη 8 Αυγούστου 2017

Από το Αγιολόγιο του Μηνός: Απόστολος Ματθίας, 9 Αυγούστου

Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Όταν ο Ιούδας ο Ισκαριώτης εξέπεσε του χορού των δώδεκα Αποστόλων, δηλαδή όταν πρόδωσε τον Χριστό και στην συνέχεια πήγε και κρεμάστηκε, τότε η Εκκλησία απεφάσισε να εκλέξη και να τοποθετήση στην θέση του κάποιον άλλον και έτσι να συμπληρώση τον αριθμό των δώδεκα Αποστόλων.
Ο τρόπος με τον οποίον έγινε αυτή η εκλογή περιγράφεται από τον Ευαγγελιστή Λουκά στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων. Γράφει ότι οι Απόστολοι επρότειναν δύο πρόσωπα, τον Ιωσήφ, ο οποίος εκαλείτο Βαρσαββάς και ονομάσθηκε Ιούστος και τον Ματθίαν.
Κατόπιν προσευχήθηκαν με αυτά τα λόγια: “Κύριε, καρδιογνώστα όλων, φανέρωσε ποιόν από αυτούς τους δύο εδιάλεξες, για να πάρη την θέση στην υπηρεσία αυτήν και την αποστολή, από την οποία εξέπεσε ο Ιούδας για να μεταβή στον δικό του τόπο”. Στην συνέχεια έρριξαν κλήρους και έπεσε ο κλήρος στον Ματθία, ο οποίος κατατάχθηκε με τους ένδεκα Αποστόλους.

Για τον βίο και την πολιτεία του Αποστόλου Ματθία γνωρίζουμε πολύ λίγα. Στα Συναξάρια δεν αναφέρονται λεπτομέρειες από την ζωή του, αλλά ωστόσο από αυτά που διαβάζουμε μπορούμε να κατανοήσουμε το μέγεθος της προσφοράς του, τους κόπους, τους αγώνες και την αγωνία του για την εξάπλωση του Ευαγγελίου.

Πριν συγκαταριθμηθή με τους ένδεκα Αποστόλους ανήκε στην χορεία των εβδομήκοντα Αποστόλων. Μετά την εκλογή του πήγε στην Αιθιοπία όπου και εκήρυξε το Ευαγγέλιο. Εκεί υπέστη διώξεις και τιμωρίες από τους Αιθίοπες και ετελείωσε την επί γης ζωή του με μαρτυρικόν θάνατο. Άλλωστε όλοι οι Απόστολοι έφυγαν από την πρόσκαιρη αυτή ζωή με μαρτυρικό θάνατο, εκτός από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη τον Θεολόγο που “ετελειώθη εν ειρήνη”. Αλλά ωστόσο και αυτός υπέστη τιμωρίες και διώξεις και τελικά απέθανε στην εξορία.

Η δόξα των αγίων Αποστόλων είναι το κήρυγμα του Ευαγγελίου της αγάπης, αλλά και όλα εκείνα, που είναι συνδεδεμένα με αυτό, ήτοι διώξεις, φυλακίσεις, εξορίες, ραβδισμοί, ατιμώσεις, εξευτελισμοί, κ.λ.π.

Στις Πράξεις των Αποστόλων αναφέρεται ότι οι Απόστολοι μετά από τις προπηλακίσεις, τους εξευτελισμούς και τις τιμωρίες συνέχιζαν το έργο τους χαρούμενοι. Και αυτό συνέβαινε επειδή “υπέρ του ονόματος του Κυρίου ηξιώθησαν ατιμασθήναι”.

Σχολιάζοντας τα παραπάνω θα θέλαμε να τονίσουμε δύο σημεία:

Πρώτον, ότι στην περίπτωση της εκλογής του Αποστόλου Ματθία φαίνεται καθαρά ο τρόπος με τον οποίον εργάζονται και ενεργούν οι άγιοι Απόστολοι. Θέλουν παντού και πάντοτε να γίνεται το θέλημα του Θεού. Προτείνουν αυτοί στον Θεό και Εκείνος εκλέγει. Κάνουν αυτοί το ανθρώπινο και αφήνουν το θεϊκό να το πράξη ο Θεός, δηλαδή αφήνουν χώρο στον Θεό να ενεργήση και να φανερώση το θέλημά Του. Στην Εκκλησία όλα είναι θεανθρώπινα. Ο Θεός ενεργεί και ο άνθρωπος συνεργεί. Δεν παραβιάζεται η ανθρώπινη ελευθερία, αλλά δεν παραθεωρείται και το θέλημα του Θεού.

Εμείς συνήθως, υποδουλωμένοι στα πάθη μας, θέλουμε να γίνεται το θέλημά μας. Και όταν ακόμα απευθυνόμαστε στον Θεό έχουμε την απαίτηση να μας υπακούση και να γίνη αυτό που εμείς επιθυμούμε. Να κάνη ο Θεός το ανθρώπινο, δηλαδή εκείνο που μπορούμε και πρέπει να κάνουμε εμείς, και να θέλουμε να κάνουμε εμείς αυτό που ο Θεός θα πράξη.

Εδώ θα πρέπη ακόμη να τονισθή ότι στην εκλογή του Αποστόλου Ματθία, διασώζεται ο παραδοσιακός τρόπος εκλογής των Επισκόπων, οι οποίοι είναι διάδοχοι των Αποστόλων.

Δεύτερον, ότι ο Απόστολος Ματθίας υπέστη διωγμούς και τιμωρίες από τους Αιθίοπες τους οποίους αγάπησε και υπηρέτησε. Έγινε, δηλαδή, και στο σημείο αυτό μιμητής του Χριστού, ο οποίος ευεργέτησε παντοιοτρόπως τους ανθρώπους και εκείνοι τον σταύρωσαν.

Το να διακονή κανείς τους ανθρώπους δεν είναι εύκολο πράγμα. Το να ποιμαίνη λογικά πρόβατα είναι έργον βαρύ και επίπονο. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος μας λέγει ότι ο άνθρωπος είναι όν δυσκολοκυβέρνητο. Οι εργάτες του Ευαγγελίου, βέβαια, γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο Χριστός θα είναι πάντοτε κοντά τους για να τους στηρίζη και τους ενδυναμώνη.

Στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχει ένας πολύ ωραίος διάλογος μεταξύ του Θεού και του Προφήτη Ιερεμία. Ο Θεός εκλέγει ως Προφήτη Του τον Ιερεμία και τον αποστέλλει να ομιλήση προς τον λαόν Του και να πη όσα θα του υπαγορεύση. Εκείνος προβάλλει σαν εμπόδιο το νεαρόν της ηλικίας του. Την εποχή εκείνη δεν ομιλούσαν δημοσίως οι νέοι, αλλά οι γεροντότεροι. Ο Θεός τον καθησύχασε λέγοντάς του να μη φοβάται, επειδή θα πορευθή σε εκείνους που Αυτός θα τον αποστείλη και θα πη όσα Αυτός θα του δώση εντολή να πή. Στην συνέχεια, ο Θεός δεν του κρύβει τις δυσκολίες και τους κινδύνους που πρόκειται να αντιμετωπίση. Του λέγει χαρακτηριστικά ότι θα πορεύεται και θα ζη ανάμεσα σε σκορπιούς οι οποίοι θα τον τσιμπήσουν και θα τον πονέσουν. Αλλά του λέγει ότι δεν πρέπει να τους φοβηθή, ότι δεν πρέπει να απογοητευθή, αλλά να έχη θάρρος, διότι δεν θα τον εγκαταλείψη. Θα είναι μαζί του για να τον στηρίζη και να τον παρηγορή. Του υπόσχεται, δηλαδή, αυτό που υποσχέθηκε αργότερα στους Αποστόλους, ότι θα είναι πάντοτε μαζί τους. Γι’ αυτό και οι Απόστολοι και όταν ακόμη έφθαναν στο σημείο να είναι τελείως απογοητευμένοι και τότε πάλι δεν απέκαμναν. Δεν άφηναν να τους κυριεύση η απελπισία, αλλά με την προσευχή ελάμβαναν δύναμη. Το Άγιον Πνεύμα τους ενίσχυε, τους παρηγορούσε, τους γέμιζε με χαρά.

Ο αγώνας για την μεταμόρφωση των παθών και την εσωτερική αναγέννηση συνδέεται στενά με την εκζήτηση του θελήματος του Θεού στην ζωή μας. Η σταύρωση του δικού μας θελήματος αποτελεί σφραγίδα γνησιότητος. Είναι η σφραγίδα του Χριστού, που διώχνει την ταραχή και την επελπισία και προξενεί υπαρξιακή χαρά, ειρήνη και εσωτερική πληρότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου