Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Δευτέρα 31 Ιουλίου 2017

ΑΓΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ: Η Ακολουθία της Αρτοκλασίας

Ἡ Ἀκολουθία τῆς Ἀρτοκλασίας εἶναι μιὰ μικρὴ σχετικῶς ἀκολουθία ἡ ὁποία σύμφωνα μὲ τὸ Τυπικὸ ἀποτελεῖ μέρος τοῦ Μεγάλου Ἑσπερινοῦ τῶν Ἀγρυπνιῶν τῶν Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν ἑορτῶν καὶ τῶν
ἑορτῶν τῶν μεγάλων Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι σύμφωνα μὲ μοναστηριακὰ Τυπικὰ ἑορτάζονται μὲ Ἀγρυπνία. Τελεῖται κατὰ τὴν ἀκρίβεια στὸ τέλος τοῦ Μεγάλου Ἑσπερινοῦ, ἀκόμα καὶ στὸ τέλος τοῦ Ὄρθρου ἢ τῆς Θείας Λειτουργίας ἢ καὶ αὐτοτελῶς.

Ἡ σύγχρονη λειτουργικὴ ἔρευνα ἔχει καταδείξει ὅτι ἕλκει τὴν καταγωγή της ἀπὸ τὶς ἀρχαῖες ἀγάπες, τὰ κοινὰ δεῖπνα ποὺ τελοῦνταν κατὰ τὴν ἑβδομαδιαία ἑσπερινὴ σύναξη τῆς Ἐκκλησίας. Συγκεκριμένα μετὰ τὴν ἀποδέσμευση τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀπὸ τὸ δεῖπνο καὶ τὴν μεταφορά της μετὰ τὴν ὀρθρινὴ (πρωϊνὴ) Ἀκολουθία παρέμεινε κάποια εὐλογία ἄρτου καὶ οἴνου στὴν ἑσπερινὴ σύναξη τῶν Χριστιανῶν, ἡ ὁποία μάλιστα διέσωσε καὶ τὸν ἀρχαῖο ὅρο «κλάσις τοῦ ἄρτου». Βεβαίως πρέπει νὰ τονισθεῖ ὅτι δὲν ἀπετέλεσε ποτὲ μυστήριο αὐτὴ ἡ εὐλογία τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου.

Ἔχει ἐπίσης ἀποδειχθεῖ ἡ σχέση τῆς τελετῆς αὐτῆς μὲ τὰ νεκρόδειπνα, τὰ ὁποῖα ἐλάμβαναν χώρα μετὰ τὴν κηδεία ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν τέλεση τῶν μνημοσύνων τῶν κεκοιμημένων χριστιανῶν ὅπως ἐπίσης καὶ κατὰ τὶς μνῆμες τῶν ἁγίων. Εἶναι ἄλλωστε αὐτὰ τὰ νεκρόδειπνα συνέχεια καὶ ἐπιβίωση τῶν ἀρχαίων ἀγαπῶν μέχρι καὶ τὶς ἡμέρες μας. Κατ’ αὐτά, ὅπως δείχνουν οἱ λαϊκὲς παραδόσεις καὶ δοξασίες, θεωρεῖται ἀπαραίτητη ἡ παρουσία τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου. Συνοδεύονται ὅμως χαρακτηριστικὰ καὶ ἀπὸ ἔλαιο, ὕδωρ, κρέας καὶ φυσικὰ κόλλυβα, τὰ ὁποῖα θεωροῦνται «ἰσοδύναμα» τῆς προσφορᾶς ἄρτου καὶ οἴνου.

Ἡ Ἀκολουθία αὐτὴ ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο μέρος τῆς Ἀγρυπνίας, ἡ ὁποία συναντᾶται μόνον στὸ μοναχικὸ Τυπικό. Τοῦτο διότι ὁλονύκτιες Ἀγρυπνίες (ἢ παννυχίδες ἀλλιῶς διότι διαρκοῦσαν ὅλη τὴν νύκτα) ἦταν ἀδύνατο νὰ δημιουργηθοῦν καὶ νὰ εὐδοκιμήσουν στὸ Τυπικὸ τῶν Ἐνοριῶν, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦνται ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ δὲν διέθεταν τὸν χρόνο ἴσως καὶ τὴν ἀνάλογη διάθεση πολλὲς φορές. Ἀποτέλεσε λοιπὸν μέρος τῆς παννυχίδος-ἀγρυπνίας καὶ διετυπώθη κατὰ τὸν Συμεὼν Θεσσαλονίκης «ἐξαιρέτως διά τόν κόπον τῆς ἀγρυπνίας, ἵνα καί εὐλογίας Χριστοῦ καί μικρᾶς παρακλήσεως οἱ ἀδελφοί διά τόν κόπον τυχόντες, ἔκτοτε προσευχήν διά τήν κοινωνίαν τῶν φρικτῶν μυστηρίων ἔχωσι καί μάλιστα οἱ ἱερωμένοι». Καθιερώθηκε δηλαδὴ γιὰ νὰ ἐνισχυθοῦν οἱ συμμετέχοντες στὴν ὁλονύκτιο ἀγρυπνία, οἱ ὁποῖοι θὰ ἔπρεπε νὰ κοπιάσουν σωματικὰ ὅλη τὴ νύκτα, ἀλλὰ καὶ νὰ παραμείνουν χωρὶς τροφὴ καὶ νερὸ ἀπὸ ἐκείνην τὴν ὥρα καὶ μέχρι καὶ τὴν μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, σύμφωνα μὲ τοὺς σχετικοὺς μὲ τὴ Θεία Μετάληψη κανόνες. Ἤδη πολὺ νωρὶς συσχετίσθηκε ἡ Ἀρτοκλασία μὲ τὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων στὴν ἔρημο καὶ δόθηκε σ’ αὐτὴν ἀπὸ κάποιους ἑρμηνευτὲς εὐχαριστιακὸ περιεχόμενο παρ’ ὅλον ὅτι ὅπως διευκρινίσθηκε ποτὲ δὲν θεωρήθηκε ὡς Μυστήριο. Ἐξ αὐτῆς μάλιστα ἔλαβε καὶ τὸν ἀριθμὸ τῶν προσφερομένων ἄρτων, συνήθως πέντε δηλαδή.

Στὰ χειρόγραφα ποὺ ἀναφέρονται στὴν Ἀρτοκλασία ὅμως ὑπάρχει κάποια ἀσυμφωνία ὡς πρὸς τὸν ἀριθμὸ τῶν προσφερομένων ἄρτων. Κάποια ἀναφέρουν τρεῖς, ἄλλα πέντε, ἄλλα μόνο ἄρτους, κάποια ἄλλα πέντε ἄρτους καὶ οἶνο, ἄλλα μαζὶ μὲ αὐτὰ καὶ ψωμὶ κομμένο σὲ κομμάτια, σὲ ἄλλα προστίθεται τὸ ἔλαιο καὶ τέλος σὲ κάποια ἄλλα καὶ τὸ σιτάρι.

Αὐτὴ ἡ ἀσυμφωνία, ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ ἀσυμφωνία γενικότερα ὡς πρὸς τὰ προσφερόμενα εἴδη, ὁδήγησε τὴν ἔρευνα στὴν Ἀκολουθία τῆς Προθέσεως. Ἀποδείχθηκε λοιπὸν ὅτι ἡ προσφορὰ ἐλαίου καὶ σίτου στὴν Ἀκολουθία τῆς Ἀρτοκλασίας εἶναι δάνειο ἀπὸ τὴν προσφορὰ ἀπαρχῶν στὸν Ναό, ἡ ὁποία στὰ ἀρχαῖα χρόνια γινόταν μᾶλλον κατὰ τὴν Ἀκολουθία τῆς Προθέσεως. Ὀφείλουμε ὅμως νὰ καταγράψουμε καὶ τὸ γεγονὸς πὼς κατ’ αὐτὴν προσφέρονταν καὶ ξεχωριστὰ ἄρτοι, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ προορίζονταν γιὰ τὴν τέλεση τῆς Εὐχαριστίας καὶ τῶν ὁποίων ἡ εὐλογία εἶχε σκοπὸ τὴν ἴαση τῶν ἀσθενειῶν τῶν μεταλαμβανόντων ἀπὸ αὐτούς. Οἱ λειτουργικοὶ ὅμως χειρισμοὶ στὶς δύο αὐτὲς Ἀκολουθίες, δηλαδὴ τῆς Ἀρτοκλασίας καὶ τῆς Προθέσεως (τρόπος εὐλογίας κ.λπ.) παρουσιάζουν ὁμοιότητες. 

Ἐπειδὴ ὅμως ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸν 3ο Ἀποστολικὸ Κανόνα ἀλλὰ καὶ μὲ ἄλλους ἀπαγόρευσε τὴν προσφορὰ ἀπαρχῶν στὸ θυσιαστήριο ἡ εὐλογία τους μετετέθη ἐκτὸς τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ εὐλογία δὲ κάποιων ἀπὸ αὐτὰ –ὡς ἀπαρχῶν– βρῆκε μᾶλλον «καταφύγιο» στὴν Ἀκολουθία τῆς Ἀρτοκλασίας καὶ τοῦτα εἶναι ἡ εὐλογία τοῦ σίτου καὶ τοῦ ἐλαίου, ἴσως καὶ τοῦ οἴνου (ὅταν προσφέρεται ὡς ἀπαρχή).

Ὅσον ἀφορᾷ τώρα αὐτὴν καθ’ ἑαυτὴν τὴν Ἀκολουθία τῆς Ἀρτοκλασίας ὁ ἱερεὺς ἢ ὁ διάκονος θυμιάζει σταυροειδῶς τὰ προσφερόμενα στὸ μέσον τοῦ Ναοῦ εἴδη «οὐχ ὡς ἅγια, ἀλλ’ ὡς ἁγιασθῆναι μέλλοντα, μᾶλλον δέ ὡς προαγιάζων αὐτά τῷ σταυρῷ καί τῷ θυμιάματι». Ἔπειτα ἀναγινώσκει ὁ ἱερεὺς τὴν εὐχὴ τῆς Ἀρτοκλασίας, εὐλογεῖ τὰ εἴδη καὶ ψάλλεται, κατὰ νεώτερη τάξη, ὁ στίχος «πλούσιοι ἐπτώχευσαν». Ὁ εὐλογηθεὶς ἄρτος κατὰ τὰ χειρόγραφα «διάφορα χαρίσματα» κυρίως ἰαματικά. 

Σὲ κάποιο Τυπικὸ τοῦ 1545 ὑπάρχει μία παρατήρηση, ἡ ὁποία ἀφορᾷ στὸν εὐλογηθέντα ἄρτο: «ὁ δέ εὐλογηθείς ἄρτος, ἐστίν ἀλεξιτήριος παντοίων κακῶν, εἰ μετά πίστεως λαμβάνοιτο», παρατήρηση τὴν ὁποία κάνουν τὰ περισσότερα τῶν ἀρχαίων Τυπικῶν. Κάποιο ἄλλο Τυπικὸ τοῦ 12ου αἰῶνος ὁμιλεῖ καὶ περὶ φρύξεως (ἀποξήρανσης) καὶ διαφυλάξεως τοῦ εὐλογηθέντος ἄρτου, ὁ ὁποῖος ἀποστέλλεται «πρός ἴασιν ψυχικῶν παθῶν καί σωματικῶν, πινομένη μετά τοῦ ὕδατος καί μεταλαμβανομένη».

Προϊόντος τοῦ χρόνου, προστίθενται καὶ ἄλλες θαυματουργικὲς ἰδιότητες στὴν Ἀρτοκλασία: «ὁ δέ εὐλογηθείς ἄρτος ἔχει χαρίσματα διάφορα, ἤγουν παύει πυρετούς, πινόμενος μετά ὕδατος, φρίκην διώκει καί πᾶσαν μαλακίαν ἰᾶται, πρός δέ τούτοις καί σήτας (σαράκια) ἀπό τῶν γεννημάτων ἐλαύνει». Στὰ ἴδια πλαίσια κινεῖται καὶ ὁ ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης: «... ἅπερ (οἱ ἄρτοι καί ὁ οἶνος) καί τοῖς λαμβάνουσι μετά πίστεως, μεταδοτικά εἰσι χαρισμάτων, ἰάσεών τε καί ἄλλων δώρων πολλῶν».

Στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία ἀκολουθοῦνταν αὐτὴ ἡ πρακτικὴ τῆς εὐλογίας ἄρτου ἢ ἐλαίου ἢ ὕδατος γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς πρὶν ἀκόμη καθιερωθεῖ τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου ὅπως τὸ γνωρίζουμε σήμερα. Στὸ εὐχολόγιο τοῦ Σεραπίωνος ἐπισκόπου Θμούεως τῆς Αἰγύπτου (4ος αἰ.) ὑπάρχουν δύο εὐχὲς οἱ ὁποῖες συσχετίζονται μὲ «διάφορα χαρίσματα», «πᾶσαν μαλακίαν», « ἴασιν ψυχικῶν καί σωματικῶν νόσων», ἡ ὁποία ἐπέρχεται «πινομένη μετά τοῦ ὕδατος καί μεταλαμβανομένη».

Ἀναφέρουν σχετικὰ οἱ εὐχές: «...Χάρισαι δύναμιν θεραπευτικήν ἐπί τά κτίσματα ταῦτα, ὅπως πᾶς πυρετός καί πᾶν δαιμόνιον καί πᾶσα νόσος διά τῆς πόσεως καί τῆς ἀλείψεως ἀπαλλαγῇ, καί γένηται φάρμακον θεραπευτικόν καί φάρμακον ὁλοκληρίας...», «... ὥστε ἐκπέμψαι δύναμιν ἰατικήν ἀπό τῶν οὐρανῶν τοῦ μονογενοῦς ἐπί τό ἔλαιον τοῦτο, ἵνα γένηται τοῖς χριομένοις (ἤ μεταλαμβάνουσι τῶν κτισμάτων σου τούτων) εἰς ἀποβολήν πάσης νόσου καί πάσης μαλακίας, εἰς ἀλεξιφάρμακον παντός δαιμονίου, εἰς ἐκχωρισμόν παντός πνεύματος ἀκαθάρτου, εἰς ἀφορισμόν παντός πνεύματος πονηροῦ, εἰς ἐκδιωγμόν παντός πυρετοῦ καί ῥίγους καί πάσης ἀσθενείας, εἰς χάριν ἀγαθήν καί ἄφεσιν ἁμαρτημάτων, εἰς φάρμακον ζωῆς καί σωτηρίας, εἰς ὑγείαν καί ὁλοκληρίαν ψυχῆς, σώματος, πνεύματος, εἰς ῥῶσιν τελείαν. Φοβηθήτω, δέσποτα, πᾶσα ἐνέργεια σατανική, πᾶν δαιμόνιον, πᾶσα ἐπιβουλή τοῦ ἀντικειμένου, πᾶσα πληγή, πᾶσα μάστιξ, πᾶσα ἀλγηδών, πᾶς πόνος ἤ ῥάπισμα ἤ ἐντίναγμα ἤ σκίασμα πονηρόν...».

Σχετικὴ εἶναι καὶ ἡ «εὐχή εἰς τό εὐλογῆσαι ἄρτον πρός ἴασιν ἀσθενοῦς» ἡ ὁποία περιέχεται σὲ κάποια μικρὰ εὐχολόγια, ὅπου ὁ ἄρτος εὐλογοῦνταν πρὸς ψυχικὴ καὶ σωματικὴ ὑγεία καὶ εὐρωστία, ἀντίδοτο κατὰ τῶν ἀσθενειῶν καὶ τῶν ἐπιβουλῶν τοῦ ἀοράτου ἐχθροῦ. 

Εἶναι λοιπὸν μεγίστη ἡ εὐλογία καὶ ἀπὸ τὸν ἄρτο τῆς Ἀρτοκλασίας ποὺ ἀπολαμβάνει ὁ πιστὸς καὶ πρέπει νὰ τὸν λαμβάνει μὲ εὐλάβεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου