Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Τρίτη 18 Απριλίου 2017

Ο Άγιος Πορφύριος και ο ανέντιμος επιχειρηματίας

Δανείζει ὁ Γέροντας πενήντα λίρες καὶ παίρνει μία 
Κάποιο πρωινό, ὅπως μοῦ εἶπε ὁ Γέροντας, ἦλθε στὸν Ἅγιο Γεράσιμο ἕνας πολὺ καλοντυμένος κύριος, ὁ ὁποῖος πῆρε ὅλα τὰ κεριὰ ἀπὸ τὸ παγκάρι μὲ τὴ χούφτα καὶ τὰ ἄναψε.  
Ἰωάννη Μαρουσιώτη, Ὅσα εἶδα καὶ ἄκουσα ἀπὸ τὸν Γέροντα Πορφύριο
Ἔπαιρνε κι ἄλλες φορὲς τὰ κεριὰ καὶ τὰ ἄναβε καὶ μετὰ ἄρχιζε τὶς ἐδαφιαῖες μετάνοιες στὴν Ὡραία Πύλη γιὰ πολλὴ ὥρα. Αὐτὸ τὸ ἔκανε μερικὲς φορές. 

Μιὰ μέρα ποὺ ξαναῆλθε, μὲ πλησιάζει καὶ μοῦ λέει: Πάτερ, ἔχω μεγάλη ἀνάγκη καὶ θέλω ὁπωσδήποτε νὰ μοῦ βρεῖτε πενήντα λίρες καὶ θὰ σᾶς τὶς δώσω σὲ λίγες μέρες. Τὸ ὄνομά μου εἶναι τάδε (μοῦ εἶπε τὸ ὄνομά του καὶ τὸ ἐπώνυμο). 
Ἐπρόκειτο γιὰ ἕνα μεγάλο καταστηματάρχη σὲ μέρος πολὺ κεν­τρικὸ στὴν πλατεῖα Ὁμονοίας. Τὸν λυπήθηκα καὶ τοῦ εἶπα ὅτι θὰ παρακαλέσω κάποιον δικό μου νὰ τοῦ δανείσει τὶς πενήντα λίρες γιὰ δέκα ἡμέρες. Πράγματι, ἦλθε ὁ γνωστός μου, τὶς πῆρα καὶ τοῦ τὶς ἔδωσα χωρὶς τόκο. 

Πέρασαν ὅμως 15 ἡμέρες καὶ τὰ λεφτὰ δὲν τὰ ἔφερε πίσω. Τότε ἐγὼ πῆγα στὸ κατάστημά του καὶ λέω στὸν ὑπάλληλό του: Πὲς στὸ ἀφεντικό σου ὅτι τὸν ζητάει ὁ πατὴρ Πορφύριος, κάτι τὸν θέλει. Πῆγε ὁ ὑπάλληλος καὶ τοῦ τὸ εἶπε καὶ μετὰ ἔρχεται καὶ μοῦ λέει ὅτι μοῦ εἶπε νὰ σοῦ πῶ ὅτι δὲν εἶναι ἐδῶ!!… 

Ξαναπῆγα, ἀλλὰ πάλι τὸ ἴδιο ἔλεγε στὸν ὑπάλληλό του νὰ μοῦ πεῖ. Ἐγὼ ὅμως πήγαινα κάθε ἡμέρα, ὥσπου μιὰ μέρα βρῆκα τὸν ἴδιο στὸ ταμεῖο τοῦ μαγαζιοῦ του. Τὸν χαιρέτισα καὶ αὐτὸς ἔκανε πὼς δὲν μὲ γνώριζε. Τοῦ εἶπα ὅτι εἶμαι ὁ Πορφύριος ἀπὸ τὸν Ἅγιο Γεράσιμο καὶ θέλω νὰ μοῦ ἐπιστρέψει τὶς πενήντα λίρες ποὺ τοῦ ἔδωσα δανεικὲς καὶ τὶς χρωστῶ στὸν δανειστή μου. 
Μοῦ ἀπαντάει: Τί λέτε, ποιὲς λίρες, ἐγὼ δὲν χρωστάω τίποτε.  Ἔφυγα, ἀλλὰ τὴν ἄλλη μέρα πῆγα πάλι. Λέει λοιπὸν στὸν ὑπάλληλο: Δῶσε στὸν παπᾶ μία λίρα καὶ νὰ μὴν ξαναέλθει ἐδῶ. 
 Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἰωάννη Μαρουσιώτη “Ὅσα εἶδα καὶ ἄκουσα ἀπὸ τὸν Γέροντα Πορφύριο”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου