του κ. Παύλου Μουκταρούδη, Θεολόγου
Οι θείοι Πατέρες της Εκκλησίας όρισαν τη Β' Κυριακή των αγίων Νηστειών της αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής να τιμάται η μνήμη του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, αντί της 14ης Νοεμβρίου, κατά την οποία ο Άγιος παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό και εντάχθηκε στον χορό των αγίων Ιεραρχών.
Γιατί όμως έγινε η μετάθεση αυτή; Φαίνεται πως οι άγιοι Πατέρες, οι οποίοι ζούσαν «εν Χριστώ Ιησού» και θεολογία τους ήταν το βίωμά τους και φωτίζονταν από το Άγιο Πνεύμα, πίστευαν πως ο άγιος Γρηγόριος με την ισόβια μετάνοιά του, την ταπείνωσή του, την αέναη εκζήτηση του Θεού με την κραυγή «φώτισόν μου το σκότος», αλλά και τους αγώνες του για την επικράτηση της Ορθοδόξου Πίστεως στο πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ήταν επίκαιρη η θέση του κατά τη Β' Κυριακή των Νηστειών, που ήταν μία συνέχεια και ταύτιση με την Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Η αγία μας Εκκλησία για να αποκαταστήσει τον άνθρωπο στην αρχική του κατάσταση, δηλαδή στη σχέση και την αγάπη στον Θεό και την υπακοή στο θέλημά Του, που είναι διάβαση από τον θάνατο της παρακοής στην Ανάσταση και την αιώνια ζωή, τον καλεί πάντοτε, ιδιαίτερα όμως τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή να μετανοήσει, να αλλάξει δηλαδή τρόπο ζωής και να μιμηθεί την ταπείνωση και την υπακοή του Χριστού προς τον Πατέρα Του, που φθάνει «μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλ. 2, 8). Ο Χριστός μας προτίμησε τον θάνατο του Σταυρού παρά να παραβεί το θέλημα του Πατρός του. Έτσι κατάργησε τον θάνατο της παρακοής και χάρισε στον άνθρωπο την ανάσταση από την πτώση της αμαρτίας και την αιώνια ζωή.
Πώς όμως θα γίνει η μίμηση του τρόπου ζωής του Χριστού; Ο άγιος Γρηγόριος μας καθοδηγεί: «Προσετάγημεν -λέγει- σταυρῶσαι τὴν σάρκα σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις»(Γαλ.5, 24). Δηλαδή -επεξηγεί- να απέχουμε από τις φαύλες επιθυμίες και πράξεις και η φυγή μας απ’ αυτές να είναι χωρίς επιστροφή. Και αντί των φαύλων επιθυμιών να γίνουμε «άνδρες επιθυμιών» του Θεού, όπως έγινε και ο προφήτης Δανιήλ (κεφ.9, 23 και 10, 19). Να ζούμε δηλαδή με την επιθυμία του Θεού και να προχωρούμε μπροστά, στην επιθυμία που υπάρχει να προσθέτουμε κι άλλη, χωρίς να γυρίσουμε πίσω σ’ αυτά που εγκαταλείψαμε, όπως έκανε η γυναίκα του Λωτ.
Χάρη στον θείο έρωτα του «ἀνέθεσεν ἑαυτὸν τῷ Κυρίῳ» και ενώ ζούσε με τους γονείς και τα αδέλφια του στο παλάτι του Βυζαντινού Αυτοκράτορα, όπου είχε μεγάλο αξίωμα ο πατέρας του, εγκατέλειψε τα πάντα, πήγε στη Μεγίστη Λαύρα στο Άγιον Όρος και στη συνέχεια στην έρημο για να επιδοθεί στον αγώνα της καθάρσεως των αισθήσεων, ώστε με καθαρές τις αισθήσεις από κάθε γήινο και φθαρτό να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να γίνει «Θεού χωρητικός». Έφθασε στην «ἀυλὸν καθαρότητα» των αγίων Αγγέλων, γιατί έφθασε στην έσχατη απώλεια «πάντων τῶν ἐν τῷ κόσμῳ» για την αγάπη του Χριστού και της Βασιλείας Του.
Ζούσε διαρκώς τον Σταυρό και την Ανάσταση, το πένθος της Μεγάλης Παρασκευής από τον αγώνα για τη νίκη και τον θρίαμβο κατά των αμαρτωλών παθών, αλλά και τη χαρά της Αναστάσεως της Αγίας Κυριακής του Πάσχα, που του χάριζε το Άγιο Πνεύμα, του οποίου ανεδείχθη κατοικητήριο. Στον αγώνα του κατά των εκπροσώπων της Δύσεως Βαρλαάμ και Ακίνδυνου, για τους οποίους η θεολογία δεν ήταν καρπός της παρουσίας της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος στον άνθρωπο, αλλά προϊόν ανθρωπινής γνώσεως και υποστήριζαν ότι το Θαβώρειο Φως ήταν αισθητό για να μπορέσουν οι τρεις μαθητές να το δουν, ο άγιος Γρηγόριος υποστήριξε τη θέση της Ορθοδοξίας, ότι οι κεκαθαρμένοι από τα πάθη γίνονται θεοειδείς και μπορούν να δουν το «υπέρ αίσθησιν», Άκτιστο Φως, σύμφωνα και με τα λόγια Του Κυρίου: «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». (Ματθ. 5, 8). Αυτό ήταν εμπειρία του Αγίου Πατρός και όχι ισχυρισμός.
Πίστη στον Χριστό για τον Άγιο της Χάριτος και του Ακτίστου Φωτός, δεν σήμαινε μόνο μία θεωρητική πίστη στον Τριαδικό Θεό και στον Σαρκωθέντα, Σταυρωθέντα και Ταφέντα και Αναστάντα Χριστόν, αλλά και ανένδοτος αγώνας «μὴ ἀποστῆναι Θεοῦ», να μη φύγουμε από κοντά Του.
Η θεολογία του ήταν θεολογία της Χάριτος. Θεολόγοι δε, κατά τον ορισμό που δίνει, είναι «οἱ Ἅγιοι οἱ πάσχοντες τὴν ἀφαίρεσιν». Το πάθος της διαρκούς αφαιρέσεως των παθών από τον χώρο της καρδίας, δίνει «τόπον» στον Θεό για να κατοικήσει σ’ αυτόν. Αυτό το «πάθος» που βίωνε κάθε μέρα ο άγιος Γρηγόριος, οι εκπρόσωποι της Δύσεως το στερούνταν, γι’ αυτό η θεολογία τους ήταν νοησιαρχική και δεν διακονούσε τον άνθρωπο και τη σωτηρία του. Και ο ληστής με τη μετάνοιά του και την ομολογία της θεότητας του Ιησού Χριστού, «εν μια στιγμή» έγινε θεολόγος και «είδε» τα αόρατα και «ήκουσε» τα ανήκουστα.
Με την ευκαιρία λοιπόν που εισήλθαμε στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, παραθέτουμε μία ακόμη συμβουλή του Αγίου Γρηγορίου, που πηγάζει από τη σοφία της Χάριτος που είχε: «Όποιος επείγεται να φθάσει προς την ένωσιν με τον Θεόν, πρέπει να γίνει αναίσθητος για όλα τα αισθητά και ακόμη να λησμονήσει και τον ίδιο τον εαυτό του. Σ’ αυτόν ο Θεός δίνει χείρα βοηθείας».
(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Παράκληση. Περιοδική Ἔκδοση Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ”, τεῦχος 65)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου