Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Σάββατο 16 Ιουλίου 2016

Για να μη σβήσει η Χάρις (Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Κυριακής των Αγίων Πατέρων της Δ’ Οικ. Συνόδου)


(Ματθ. ε’, 14-19)
Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς·Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ' ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι 
τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. οὕτως λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσιν τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς.
Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται. ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.
---------------
Η σημερινή Κυριακή είναι αφιερωμένη στους εξακοσίους τριάντα θεοφόρους Πατέρες, που συγκρότησαν την τέταρτη Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα, εναντίον του χριστομάχου Ευτυχή και άλλων αιρετικών, των «λαλούντων βλασφημίας και αρνουμένων» τη θεανθρωπίνη Υπόσταση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Οι πλανεμένοι αυτοί προστάτες της χριστομάχου αιρέσεως, λόγω εωσφορικού εγωισμού, αρνούνταν να υπακούσουν και να υποταγούν στην Ορθόδοξη πίστη της Εκκλησίας, που αποταμιεύθηκε σ’ Αυτή διά του Αγίου Πνεύματος και κήρυτταν τη σατανοκίνητη πλάνη τους, ότι ο Χριστός έχει μια μόνο φύση, τη θεία, είναι δηλαδή μόνο Θεός, χωρίς να είναι και άνθρωπος. Άλλοτε κήρυτταν την πλάνη ότι ο Χριστός έχει μεν δύο φύσεις -θεία και ανθρώπινη- αλλά, δεν ενώθηκαν στο πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού, γι’ αυτό και ο Χριστός, γι’ αυτούς, δεν είναι Θεάνθρωπος. Με όλες αυτές τις πλάνες, έπλαθαν έναν διαφορετικό Χριστό, απ’ Αυτόν που πίστευε η Εκκλησία και συγχρόνως, με τον τρόπο τους, ματαίωναν τη σωτηρία των ανθρώπων, που είναι ο σκοπός της θείας Ενανθρωπήσεως. Γιατί, αν η ανθρώπινη φύση του Χριστού δεν ενώθηκε με τη θεία, τότε δεν θεώθηκε. Και επομένως κανένας άνθρωπος δεν είναι δυνατό να θεωθεί και άρα η σωτηρία είναι ματαία.

1. Η πίστη της Εκκλησίας
Οι 630 θείοι Πατέρες, «ὅλην εἰσδεξάμενοι τὴν νοητὴν λαμπηδόνα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», φωτίσθηκαν, έγιναν «θείας σοφίας ποταμοί» και ενώθηκαν στον χώρο της καθαράς καρδίας των με τον Καθαρό και δέχθηκαν θείες αποκαλύψεις. Με την «εξ ύψους δύναμιν», ερμήνευσαν και ανέπτυξαν τις προφητείες των Προφητών για τον Χριστό, καθώς και τα κηρύγματα των Αποστόλων, που περιέχονται στα Ευαγγέλια. Με τον τρόπο αυτό «διετράνωσαν» (=διεσάφησαν) την ορθόδοξη πίστη για τον Χριστό και έγιναν οι «ακριβείς φύλακες των Αποστολικών Παραδόσεων», που πίστευε και κήρυττε πάντοτε η Εκκλησία. Και η πίστη αυτή, ότι ο Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος διαιωνίζεται στην Εκκλησία, ως δόγμα και ως ήθος. Και αυτή είναι η σωτηρία του κόσμου. Ως τέλειος Θεός, είναι ίσος με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, ως τέλειος άνθρωπος, είναι όμοιος μ’ εμάς, εκτός από την αμαρτία.

Ο Χριστός προσέλαβε και ένωσε στη θεία Του φύση, που είναι άφθαρτη και αθάνατη, την ανθρώπινη φύση και από φθαρτή και θνητή τη μεταποίησε σε άφθαρτη και αθάνατη, γιατί την εθέωσε. Ήθελε με τούτο να δώσει το μήνυμα ότι ο θνητός άνθρωπος είναι δυνατό να ενωθεί με τον Θεό και να θεωθεί και να γίνει αθάνατος, εφ’ όσον ο Θεός είναι πηγή ζωής και αθανασίας.

Τόσο η θεία όσο και η ανθρώπινη φύση του Χριστού είναι ενωμένες σε ένα πρόσωπο, σ’ αυτό του Υιού και Λόγου του Θεού. Έτσι, δεν έχουμε ένα πρόσωπο-Θεό και ένα πρόσωπο-άνθρωπο, όπως είπαν οι αιρετικοί, αλλά ένα και μοναδικό θεανθρώπινο πρόσωπο, του ενός Θεανθρώπου Χριστού. Ο «ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Πατρὸς καὶ ἐν ἀγκάλαις τῆς μητρὸς» και επί το ξύλον του Σταυρού και «ἐν τάφω καὶ ἐν τῇ Ἐδὲμ» είναι ο ένας της Τριάδος, ο Θεάνθρωπος Χριστός. Από τη στιγμή της θείας Εναθρωπήσεως, που ενώθηκαν η θεία και η ανθρώπινη φύση, έμειναν για πάντα ενωμένες και αδιαίρετες. Αυτή η ένωση είναι η σωτηρία, που εξασφάλισε για τον άνθρωπο, ενώ ο χωρισμός είναι θάνατος.

Αυτή την αλήθεια ήλθαν να αλλοιώσουν και παραποιήσουν οι αιρετικοί, με την υποκίνηση του διαβόλου, για να μείνει ο άνθρωπος χωρίς σωτηρία. Ευτυχώς οι θείοι Πατέρες «τὴ σφενδόνη τὴ τοῦ Πνεύματος» έβγαλαν από την Εκκλησία τους «βαρείς και λοιμώδεις λύκους» και διέσωσαν τον άρραφο χιτώνα της Εκκλησίας -τη θεανθρώπινη ένωση- που ο διάβολος με τα όργανά του θέλησε να χωρίσει και διαιρέσει και να διώξει τον Χριστό από τον κόσμο, για να ματαιώσει τη σωτηρία του.

2. Συνεχιστές των Αποστόλων
Οι Πατέρες συγκρότησαν τις Αγίες Συνόδους και διατύπωσαν τους όρους (= όρια) της πίστεως, που δεν επιδέχονται προσθήκη ή αφαίρεση, ούτε και ένα γιώτα, γιατί αλλοιώνεται η πίστη και ματαιώνεται η σωτηρία. Μόνο στηριγμένος στην ορθή πίστη ο άνθρωπος, μπορεί με ασφάλεια να βαδίζει την οδό προς τον Θεό, που είναι η μόνη σωτηρία. Την οδό αυτή προς τον Θεό βάδισαν πρώτοι οι Απόστολοι. Οι Πατέρες τη συνέχισαν, γι’ αυτό θεωρούνται από την Εκκλησία συνεχιστές και μιμητές των Αποστόλων. Την ίδια αξία που η Εκκλησία μας αποδίδει στο «κήρυγμα των Αποστόλων», αποδίδει και στα «δόγματα των Πατέρων», γιατί στηρίζεται σε όσα κήρυξαν οι Απόστολοι. Και τους μεν και τους δε καθοδήγησε το Άγιο Πνεύμα να εργασθούν για τον ίδιο σκοπό, τη σωτηρία του ανθρώπου, που ο Χριστός εξασφάλισε με τον θάνατο και την Ανάστασή Του και την όλη ζωή Του.

Γι’ αυτό και η περικοπή του Ευαγγελίου, στην οποία ο Χριστός αποκαλεί τους Μαθητές και Αποστόλους Του «φῶς τοῦ κόσμου, λυχνίαν καὶ πόλιν ἐπάνω ὅρους κειμένην», διαβάζεται σήμερα, που δεν τιμούμε τους Αγίους Αποστόλους, αλλά τους Αγίους Πατέρες, τους οποίους η Εκκλησία θεωρεί μιμητές και συνεχιστές του έργου των αγίων Αποστόλων.

3. Το φως και το σκοτάδι
Όταν ο Χριστός απευθύνεται στους Μαθητές Του και στη συνέχεια στους συνεχιστές τους, που είναι όλοι οι Άγιοι, και τους αποκαλεί «φως του κόσμου», σημαίνει πως ο κόσμος δεν έχει φως και βρίσκεται στο σκοτάδι. Εκείνος που έφερε το σκοτάδι είναι ο άνθρωπος, που αθέτησε τις θείες εντολές και δέχτηκε να κατευθύνεται στην πορεία του από τον διάβολο και τα αμαρτωλά πάθη. Οι εντολές του Θεού είναι φως αληθινό, γιατί, όπως λένε οι Πατέρες, βρίσκεται σ’ αυτές ο ίδιος ο Θεός, που φωτίζει «πάντα άνθρωπον», που αγωνίζεται να τις τηρήσει. Ο Προφήτης Δαβίδ βεβαιώνει, διά του Αγίου Πνεύματος, ότι είναι «φως τα προστάγματά σου (= οι εντολές σου) επί της γης». Όπου δεν υπάρχει το φως των θείων εντολών, υπάρχει «η νυξ των παθών», δηλαδή το σκοτάδι της αμαρτίας και της υποδούλωσης σ’ αυτή.

Ο άνθρωπος πλάστηκε από τον Θεό για να είναι φως και να βασιλεύει σ’ όλη τη δημιουργία και να τη φωτίζει. Αντί όμως να κατευθύνεται «άνωθεν», ζώντας σε αγαπητική σχέση και κοινωνία με τον Θεό, διέκοψε αυτή τη σχέση και βυθίστηκε στο σκοτάδι της αυτόνομης ζωής και των αμαρτωλών παθών. Σκέφθηκε πως θα θεωθεί «δίχα Θεού» και θα αποκτήσει την αυτοζωή, που έχει αποκλειστικά και μόνο ο Θεός. Και αντάλλαξε την πνευματική και άφθαρτη θεία τροφή της Χάριτος του Θεού, που φωτίζει και δίνει ζωή αιωνία, με τον υλικό και φθαρτό καρπό του απαγορευμένου δένδρου. Και αφού η τροφή του ήταν φθαρτή, έγινε και η ζωή του φθαρτή και θνητή, όπως ο καρπός του δένδρου. Η ανθρώπινη φύση χωρίς τον Λόγο έγινε άλογη, σκοτεινή, δούλη στα πάθη. Η ζωή του μεταποιήθηκε σε επιβίωση, σε βιολογική ζωή, και αγωνίζεται να αυξήσει τη φιληδονία, τη φιλαργυρία και τη φιλοδοξία του. Έχασε τον θείο προσανατολισμό του προς τη θέωση, ο δε θείος έρωτας του, έγινε έρωτας για την αμαρτία.

4. Η θεραπεία από τον Χριστό
Ο Χριστός, υπακούοντας ως άνθρωπος, καθ’ όλα, στον Θεό- Πατέρα Του, θεράπευσε την ανθρώπινη φύση και την καθάρισε από τη σήψη των παθών και την εθέωσε με τα άγια Πάθη του, τον σταυρικό θάνατο, την ταφή, την Ανάσταση, την Ανάληψη. Η θεωμένη και σωσμένη ανθρώπινη φύση Του είναι η Εκκλησία, το θεανθρώπινο Σώμα Του, που είναι η κιβωτός της σωτηρίας γιατί κατέχει τη Χάρη, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και τον ευαγγελικό λόγο Του, δηλαδή όλο τον Χριστό. Την παρέδωσε στους Αποστόλους και αυτοί στους θεοφόρους Πατέρες, οι οποίοι με τους αγώνες τους, την άσκησή τους και την «κατά Θεόν» πολιτεία τους τη διατήρησαν στη νέα κατάσταση, στην οποία την παρέλαβαν. Θεώθηκαν και απέδειξαν με τον τρόπο αυτό, ότι η Εκκλησία σώζει, γιατί θεώνει τον άνθρωπο, η δε θέωση είναι η σωτηρία. Εκλέγηκαν από τον Θεό για να επαναφέρουν τον άνθρωπο στη σχέση και κοινωνία του με τον Θεό. Το πραγματοποίησαν, γιατί «ἄξιόν της Χάριτος ἐπέδειξαν βίον».

5. Το «φως του κόσμου»
Οι αιρετικοί ακολουθούν τον διάβολο, ζουν «κατά σάρκα». Λόγω της αλαζονείας τους και της υποταγής τους στον διάβολο, νομίζουν πως είναι σε θέση να ερμηνεύουν τα θεία με την ανθρώπινη σκέψη και τη λογική. Αρνούνται να ζητήσουν τη βοήθεια του Θεού, γιατί αυτό προϋποθέτει ταπείνωση, συντριβή, άσκηση, δάκρυα, με μια λέξη, μετάνοια. Όλα αυτά τα αρνούνται, γιατί ο υπερήφανος θεωρεί τον εαυτό του ισόθεο. Γι’ αυτό παρέμειναν στην πλάνη και ματαίωσαν τη σωτηρία για τους ίδιους και για όσους τους ακολουθούν. Είναι η επανάληψη της πτώσεως του διαβόλου και των πρωτοπλάστων.

Αντίθετα, οι θείοι Πατέρες είναι «δούλοι γνησιώτατοι Χριστού». Ζούσαν πάντοτε με ταπείνωση και συντριβή καρδίας, υπακοή και υποταγή στον Θεό. Αγαπούσαν τον Θεό και για την αγάπη του ήταν πρόθυμοι να απολέσουν τα πάντα, ακόμη και τη ζωή τους. Τα πράγματα του κόσμου, όλα δηλαδή τα υλικά αγαθά, τα έβλεπαν «κατά φύσιν». Έκαναν χρήση, χωρίς να τα απολυτοποιούν και να υποδουλώνονται σ’ αυτά. Μέσα τους δεν βασίλευε το «φρόνημα της σαρκός», αλλά η Χάρις του Αγίου Πνεύματος, που οδηγούσε την ψυχή στην κατά Θεό πορεία, στο «γενηθήτω το θέλημά Σου». Πάντοτε υπέτασσαν τη σάρκα στο πνεύμα.

Με την τήρηση των θείων εντολών και τη νέκρωση των κοσμικών επιθυμιών, γίνονταν κοινωνοί των παθημάτων και του Σταυρού του Χριστού, αλλά και της Αναστάσεώς του. Άσκησαν τον νου τους να περιπολεύει στα ουράνια και αιώνια αγαθά, γίνονταν κοινωνοί και της Αναλήψεώς Του. Έτσι ζούσαν μέσα στον Χριστό και ο Χριστός μέσα σ’ αυτούς και έβλεπαν με τον καθαρό νου τους τα μυστήρια του μέλλοντος αιώνος.

Ακολούθησαν στον τρόπο ζωής τους τους Αγίους Αποστόλους και τον ίδιο τον Χριστό. Ο απόστολος Παύλος λέγει, πως «όσοι οδηγούνται από το πνεύμα του Θεού, αυτοί είναι υιοί του Θεού» (Ῥωμ. 8, 14). Οι θείοι Πατέρες πάντοτε καθοδηγούνταν στη ζωή τους από το Άγιο Πνεύμα. Γι’ αυτό, δίκαια μπορούν να ονομασθούν «υιοί Θεού» και «θεοί κατά χάριν». Όπως λέγει και το σημερινό Ευαγγέλιο, τον Θεό τον δοξάζουμε με τα έργα μας. «Ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Οι Πατέρες με τη φωτεινή ζωή τους εδόξασαν τον Θεό, δηλαδή τον φανέρωσαν στον κόσμο με τη ζωή τους. Αν ζούμε ζωή γεμάτη πάθη και αμαρτίες και συγχρόνως αποκαλούμε τον Θεό Πατέρα, τον υβρίζουμε και τον βλασφημούμε.

Γι’ αυτό η Εκκλησία αναγινώσκει σήμερα το ευαγγέλιο που αναφέραμε, γιατί πραγματικά οι Πατέρες έγιναν «φως του κόσμου». Έλαμψαν με το φως της διδασκαλίας τους και της ζωής τους.

Ο λαός του Θεού τους αναγνωρίζει ως ακόλουθους του Χριστού και τους αποδίδει τιμές. Η φήμη τους φτάνει στα πέρατα της Οικουμένης. Τους τιμούμε με ψαλμούς και ύμνους και ωδές πνευματικές. Η άσκηση της αρετής δεν μπορεί να μείνει απαρατήρητη. Δεν κρύβεται, όπως δεν κρύβεται η πόλις, που είναι κτισμένη στην κορυφή του βουνού, καθώς και το φως της λυχνίας που βρίσκεται στον λυχνοστάτη. Έγιναν λυχνίες θείου φωτός. Κανένας πιστός δεν αμφισβητεί την αξία των θεοφόρων Πατέρων, που είναι οι μεγάλοι στη Βασιλεία του Θεού, γιατί όπως λέγει ο Κύριος στο σημερινό Ευαγγέλιο, «εποίησαν και εδίδαξαν».

Οι θεοφόροι Πατέρες είχαν πάντοτε στον νου τους, ότι ο χρόνος της παρούσας ζωής είναι σύντομος. Γι’ αυτό η καρδιά τους ήταν στραμμένη προς τον ουρανό. «Ἠπείγοντο πρὸς ἀποδημίαν», δηλαδή βιάζονταν να φύγουν από τον κόσμο αυτό της φθοράς. Δούλεψαν μέσα τους και γύρω τους, για να μη σβήσει το φως της θείας Χάριτος από τον κόσμο. Έζησαν τον νέο τρόπο ζωής, που έφερε ο Χριστός, που είναι η σχέση και η αγάπη με τον Θεό και τον άνθρωπο.

Αν δεν μπορούμε να τους φτάσουμε και να είμαστε «φως του κόσμου» με τον ενάρετο βίο μας, τουλάχιστο ας μη γινόμαστε αιτία με τις αμαρτίες μας να βλασφημείται το όνομα του Θεού. Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο, όχι για να τον κάνει καλύτερο, αλλά για να τον μεταμορφώσει σε Βασιλεία Θεού, σε Εκκλησία θεανθρώπινη, σε «σκηνή του Θεού μετά των ανθρώπων».

Ας αγωνισθούμε, κατά το παράδειγμα των αγίων Πατέρων, να ζήσουμε κι εμείς στον μεταμορφωμένο κόσμο της Βασιλείας αυτής. Μπορούμε κάτι να κάνουμε, αν δεχόμαστε έστω και ελάχιστη συντριβή του εγωισμού μας, για να αποκτήσουμε την υψοποιό ταπείνωση των Πατέρων. Να αγαπάμε τον Θεό και να ελεούμε τους αδελφούς μας. Εάν μας υβρίζουν να μην ανταποδίδουμε τις ύβρεις. Να στοχεύουμε στην προσφορά και της άλλης σιαγόνας. Με τον τρόπο αυτό είναι δυνατό να επηρεάσουμε τον κόσμο προς το καλό. Να σωθούμε εμείς και με τον τρόπο της ζωής μας να οδηγήσουμε και άλλους στη σωτηρία. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου