Τα ερείπια της άλλοτε αγιορείτικης Μονής του Ζυγού βρίσκονται στην περιοχή της σημερινής Ουρανοπόλεως, περί τα σαράντα μέτρα έξω από την σημερινή οριογραμμή του Αγίου Όρους.
Η πρώτη γνωστή αναφορά «του Ζυγού» στην χερσόνησο του Άθω, προέρχεται από έγγραφο του 942. Από αυτήν αντιλαμβανόμεθα ότι πρόκειται για βασικό τοπογραφικό σημείο αναφοράς στην περιοχή, πλην όμως δεν διευκρινίζεται αν ήταν τόπος, χωριό η μονή.
Το 958 ο όσιος ο Αθωνίτης «γίνεται προς τω Ζυγώ ούτω καλουμένω», όπου άρχισε την αθωνική άσκηση του υποτασσόμενος σε γέροντα ασκητή της περιοχής. Το 991 φαίνεται ότι είχε ιδρυθεί ήδη η μονή του Ζυγού, για την οποία όμως η πρώτη σαφής μαρτυρία είναι μόλις του 996. Ήταν αφιερωμένη στον Προφήτη Ηλία.
Το 958 ο όσιος ο Αθωνίτης «γίνεται προς τω Ζυγώ ούτω καλουμένω», όπου άρχισε την αθωνική άσκηση του υποτασσόμενος σε γέροντα ασκητή της περιοχής. Το 991 φαίνεται ότι είχε ιδρυθεί ήδη η μονή του Ζυγού, για την οποία όμως η πρώτη σαφής μαρτυρία είναι μόλις του 996. Ήταν αφιερωμένη στον Προφήτη Ηλία.
Αν και κατά τον 11ον αιώνα η Μονή ήταν μία από τις σημαντικότερες αθωνικές μονές, το 1199 ήταν ήδη έρημη και παραχωρήθηκε, σαν μετόχι, από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Γ΄ Άγγελο στην επανασυσταθείσα, τότε, μονή του Χελανδαρίου. Γύρω στο 1206, φαίνεται ότι εγκαταστάθηκε στο κάστρο του Ζυγού ένας Φράγκος άρχοντας με τους στρατιώτες του, ο οποίος εξορμούσε από εκεί και λεηλατούσε το Άγιον Όρος, ώσπου, περί το 1211, με παρέμβαση του Πάπα της Ρώμης εκδιώχθηκε από την περιοχή.
Πρόκειται λοιπόν για το μοναδικό παράδειγμα μεγάλης αγιορείτικης μονής, της οποίας την δομή μπορούμε να μελετήσουμε χωρίς τα κωλύματα των μεταγενεστέρων οικοδομικών φάσεων και της λατρευτικής χρήσεως. Επισημαίνεται ότι η εντός των τειχών επιφάνεια ανέρχεται στα 5,5 στρέμματα, και τα τείχη ενισχύονται με 11 πύργους. Το κάστρο αποτελείται από πέντε, τουλάχιστον, οικοδομικές φάσεις, όλες παλαιότερες του 1211.
Με τις τελευταίες ανασκαφικές έρευνες διαπιστώθηκε ότι η Μονή κτίσθηκε σε θέση όπου προϋπήρχαν εγκαταστάσεις από τον 4ον π.Χ. μέχρι και τον 6ον μ.Χ. αιώνα. Το κτιριακό συγκρότημα της αποτελείται από τον παλαιό πυρήνα (τον δυτικό), ο οποίος διπλασιάσθηκε με επέκταση προς ανατολάς. Το Καθολικό βρίσκεται στην επέκταση, άρχισε να κτίζεται κατά το πρώτο μισό του 11ου αιώνος και είναι κτήριο αποτελούμενο από τέσσερις σαφώς διακρινόμενες οικοδομικές φάσεις: Αρχικώς οικοδομήθηκε ο σύνθετος τετρακιόνιος κυρίως ναός, με τον στενό νάρθηκα του. Οι μέγιστες εξωτερικές διαστάσεις του, χωρίς τις κόγχες, είναι 14,60μ Χ 9,70μ. Σε δεύτερη φάση προστέθηκε το βόρειο παρεκκλήσιο με τον κτητορικό τάφο, στην τρίτη προστέθηκε ο εξωνάρθηκας και στην τέταρτη το νότιο μονόχωρο τρουλλαίο παρεκκλήσιο με τον κτητορικό, επίσης, τάφο. Ακολούθησε η κατασκευή των τριών επισήμων τάφων σε επαφή με τον νότιο τοίχο του Καθολικού.
Οι τοιχοποιίες του ναού σώζονται σε ύψος 2-4 μέτρων. Τα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη του, έργα περίτεχνα, λεηλατήθηκαν μερικώς σε πολύ πρώιμη φάση και τα περισσότερα από όσα έμειναν ήσαν διαμελισμένα. Οι τέσσερις κίονες, που ανακρατούσαν τον τρούλο, λείπουν, όμως διατηρείται στην θέση του, σχεδόν ακέραιο, το μαρμάρινο διάφραγμα του βορείου διλόβου ανοίγματος του κυρίως ναού.
Το εσωτερικό του ναού ήταν επιχρισμένο με λεπτόκοκκο πατητό ασβεστοκονίαμα και τοιχογραφημένο.
Στον νάρθηκα διατηρήθηκαν τμήματα από την μεγάλη παράσταση του Ευαγγελισμού και διάλιθοι σταυροί, ενώ στην κόγχη της προθέσεως του νοτίου παρεκκλησίου αποκαλύφθηκαν δύο στρώματα τοιχογραφιών, με την ίδια παράσταση: ολόσωμος μετωπικός ιεράρχης, πιθανώς ο άγιος Νικόλαος.
Τα δάπεδα του Καθολικού και του βορείου παρεκκλησίου στολίζονται με περίτεχνα μαρμαροθετήματα, σωζόμενα σε ικανοποιητική κατάσταση, προφανώς έργα του 11ουαιώνος.
Κατά τον 16ον- 17ον αιώνα. όταν το Καθολικό ήταν μερικώς ερειπωμένο, εγκαταστάθηκε ένα συγκρότημα ελαιουργείου στον νάρθηκα. Ένα δεύτερο ελαιουργείο εγκαταστάθηκε, την ίδια εποχή, σε ένα ερειπωμένο, ήδη τότε, κτήριο στην αυλή της Μονής , αλλά αυτές οι χρήσεις των ερειπίων διακόπηκαν πολύ προ του 1858.
Από τα ανασκαφικά μικροευρήματα, χαρακτηριστικά είναι τα τρία μολυβδόβουλλα του 11ου αι., κλείστρα βιβλίων, ένα αργυρό επίχρυσο μετάλλιο με χαρακτή παράσταση της αγίας Παρασκευής, μία μικρότατη σφραγίδα- εγκόλπιο με παράσταση Αρχαγγέλου, υάλινες ψηφίδες από εντοίχιο ψηφιδωτό, χάλκινες βελόνες και δακτυλήθρες, μαχαίρια, νομίσματα 11ου και 12ου αι., εφυαλωμένη κεραμική και υάλινα αγγεία της ίδιας εποχής.
Οι ανασκαφές και αναστηλωτικές εργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη. (stagira.gr)
Η Μονή του Ζυγού ή Φραγκόκαστρο, που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη υπό τη διεύθυνση του αρχαιολόγου Δρος Ιωακείμ Παπάγγελου βρίσκεται μόλις 40 μέτρα από τη γραμμή των ορίων του Αγίου Όρους και 2χιλ. έξω από την Ουρανούπολη.
Έρευνες ιστορικής τοπογραφίας το 1984 αποκάλυψαν για πρώτη φορά τα ερείπια της Μονής, η οποία σύμφωνα με στοιχεία φαίνεται να είναι από τα αρχαιότερα μοναστικά ιδρύματα της χερσονήσου του Άθω. Ο Όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, ο ιδρυτής της Μεγίστης Λαύρας, όταν πλησίασε στο Άγιο Όρος εγκαταστάθηκε στην περιοχή της Μονής του Ζυγού, γύρω στο 958μ.Χ. και έκανε τη πρώτη ασκητική του δοκιμασία υπό την επίβλεψη ενός γέροντος μοναχού της περιοχής.
Όμως η πρώτη αναφορά του τοπωνυμίου «Ζυγός» γίνεται σε έγγραφο του 942μ.Χ., στο οποίο δεν προσδιορίζεται αν το όνομα αυτό αναφέρεται σε τόπο, Μονή ή χωρίο.
Η πρώτη σαφής αναφορά για ύπαρξη της Μονής Ζυγού γίνεται το 992μ.Χ. όταν το μοναστήρι ήταν ήδη ένα αξιόλογο μοναστικό ίδρυμα το οποίο έκτοτε παρουσίαζε μια διαρκή μεγέθυνση του ρόλου του στα πράγματα της Αθωνικής πολιτείας.
Το 1018μ.Χ. όταν ηγούμενος ήταν ο Νύφων αυξήθηκε η κτηματική περιουσία της Μονής με χορήγηση εκτάσεων από την Αγιορείτικη κοινότητα. Την ίδια περίοδο μεγάλωσε το κτιριακό συγκρότημα, κτίσθηκε το νέο Καθολικό (κεντρικός ναός), το οποίο έχει εντοπισθεί και αποτελεί βασικό στόχο στην ανασκαφική και αναστηλωτική προσπάθεια.
Η άνθηση, η ερήμωση
Μέσα στον 11ο αιώνα η Μονή του Ζυγού ήταν ένα από τα σημαντικότερα Αγιορείτικα μοναστήρια με υψηλή θέση στην ιεραρχία των μονών. Φαίνεται, ότι μέσα σε έναν αιώνα ολοκληρώθηκε το κτιριακό συγκρότημα, όπως διακρίνεται σήμερα μετά την ανασκαφική έρευνα. Πρόκειται για ένα πεντάπλευρο περίπου κάστρο, ενισχυμένο από δέκα πύργους, το οποίο περιβάλλει έκταση 5,5 στρεμμάτων. Για λόγους που δε γνωρίζουμε, στα τέλη του 12ου αιώνα η Μονή του Ζυγού θεωρούταν έρημη και με χρυσόβουλο του Αλεξίου Αγγέλου Κομνηνού παραχωρήθηκε μαζί με τα μετόχια της στην επανασυσταθείσα Μονή Χιλανδαρίου.
Η εγκατάλειψη και η λιθολόγιση που ακολούθησε μετέτρεψαν το περιφανές μοναστήρι σε έναν θλιβερό ερειπιώνα, ο οποίος αποτελούσε χώρο παροχής οικοδομικών υλικών για τους κατοίκους της περιοχής μέχρι το 1980. Μέσα στο μοναστήρι και πίσω από αυτό λειτουργούσαν έξι ασβεστοκάμινοι με τελευταία παραγωγή ασβέστη το 1960, προκειμένου να κτισθεί το ΞΕΝΙΑ στην Ουρανούπολη.
"Κωνσταντινουπολίτικος" ναός
Η ανασκαφική έρευνα είναι χαρακτηρισμένη ως τακτική και χρηματοδοτείται από το Υπουργείο Πολιτισμού και το Γ' Κ.Π.Σ. Από το μέχρι σήμερα έργο της αρχαιολογίας έχει αποκαλυφθεί ο φρουριακός περίβολος, το νέο Καθολικό, η ανατολική πτέρυγα με τους χώρους υγιεινής, μέρος της νότιας πτέρυγας και κτήρια στο κέντρο της αυλής. Σύμφωνα με τον επιβλέποντα αρχαιολόγο Δρ. Ιωακείμ Παπάγγελο το σημαντικότερο από τα κτήρια είναι το καθολικό, το οποίο, αν και λειτούργησε ως καθολικό Μονής μόνο για 150 χρόνια, είχε τέσσερις οικοδομικές φάσεις, γεγονός που υποδηλώνει την ταχεία άνθηση της Μονής. «Πρόκειται για έναν «Κωνσταντινοπολίτικο» ναό σταυροειδή, εγγεγραμμένο τετρακίονο με λιτή, νάρθηκα και δύο προσκολλημένα, κτιριακά, παρεκκλήσια» αναφέρει ο κ. Παπάγγελος.
Μοναδικό μαρμαροθέτημα
Ιδιαιτέρως σημαντικό είναι ότι σώζεται η τοιχοποιία, μέχρι ύψος 4 μέτρων και έχει βρεθεί ένα μεγάλο μέρος από το μαρμάρινο γλυπτικό διάκοσμό του, ο οποίος συγκολλείται και επανατοποθετείται στην αρχική του θέση. Στο καθολικό σπουδαία ευρήματα είναι το δάπεδό του και οι τοιχογραφίες του. «Όλο το δάπεδο του ναού ήταν κοσμημένο με πρωτότυπο και πλούσιο μαρμαροθέτημα του 11ου αιώνος, όμοιο προς το οποίο δεν υπάρχει πουθενά στο Άγιο Όρος και στην Ελλάδα» ανέφερε στη «Θ» ο κ.Παπάγγελος. Παρ' όλες τις καταστροφές, διατηρούνται ακέραια στη θέση τους αξιόλογα τμήματα τα οποία συμπληρώνουν ειδικοί τεχνίτες. Από τις τοιχογραφίες σώζονται λίγα τμήματα στους τοίχους του νάρθηκα και στο νότιο παρεκκλήσιο και από την μέχρι τώρα μελέτη τους συμπεραίνεται ότι πρόκειται για έργα του 11ου αιώνα.
Επισκέψιμη η ανασκαφή
Τα σημαντικότερα κινητά ευρήματα της Μονής του Ζυγού είναι ο μαρμάρινος αρχιτεκτονικός διάκοσμος καθώς και τα μαρμαρωθετημένα ψηφιδωτά δάπεδα, χαρακτηριστικό της βυζαντινής αρχιτεκτονικής που αποκαλύπτεται με σταθερά και γοργά βήματα. Επίσης από τα ανασκαφικά μικροευρήματα, ξεχωρίζουν τρία μολυβδόβουλλα του 11ου αι., κλείστρα βιβλίων, ένα αργυρό επίχρυσο μετάλλιο με χαρακτή παράσταση της αγίας Παρασκευής, μία μικρότατη σφραγίδα, εγκόλπιο με παράσταση Αρχαγγέλου, υάλινες ψηφίδες από εντοίχιο ψηφιδωτό, χάλκινες βελόνες και δακτυλήθρες, μαχαίρια, νομίσματα 11ου και 12ου αι., εφυαλωμένη κεραμική και υάλινα αγγεία της ίδιας εποχής.
Ο υπεύθυνος των ανασκαφών ανέφερε ότι η εξέλιξη των ανασκαφών προοιωνίζεται καλή: «Το καλοκαίρι οι γυναίκες, οι παραπονεμένες από το άβατο του Αγίου Όρους, θα μπορούν να επισκεφθούν ένα αγιορείτικο μοναστήρι κατανοητό, σπουδαίο, όμορφο με εξαιρετική βυζαντινή αρχιτεκτονική. Η παρουσία της Μονής του Ζυγού στην Ουρανούπολη θα συμβάλλει, αν μη τι άλλο, στην ελαχιστοποίηση των παραπόνων από τις γυναίκες». Ο κ. Παπάγγελος υπογράμμισε ότι οι επισκέπτες μπορούν μέσα από ειδικές διαδρομές εντός της Μονής να θαυμάζουν τα ευρήματα και να παρακολουθούν από κοντά την εξέλιξη των ανασκαφών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου