Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

Άγιος Νεκτάριος

Ο Άγιος Νεκτάριος, κατά κόσμον Αναστάσιος Κεφαλάς, γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου του 1846 στη Σηλυβρία της Θράκης. Γονείς του ήταν ο Δήμος και η Βασιλική Κεφαλά, άνθρωποι φτωχοί αλλά κοντά στο Θεό. Ειδικά η γιαγιά του ήταν πάρα πολύ πιστή γυναίκα και ευσεβής.
Στα δεκατέσσερα του χρόνια αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη γενέτειρα του και να κατευθυνθεί προς την Κωνσταντινούπολη, όπου δούλεψε σκληρά για να ζήσει. Κυκλοφορούσε ξυπόλητος, φόραγε τριμμένα παπουτσάκια, έκανε διάφορες δουλειές σε διάφορα καταστήματα.
Κάποια στιγμή, έφθασε σε τέτοια πείνα, που έγραψε γράμμα με παραλήπτη "προς τον Ιησού Χριστό, εις τους ουρανούς"! Σε κάποια εργασία που έκανε έγραφε διάφορους στίχους της Αγίας Γραφής πάνω σε πακέτα τσιγάρων πριν διανεμηθούν και έτσι ωφελούνταν πολύ αυτοί που τα αγόραζαν. 

Σε ηλικία 20 ετών, πηγαίνει στα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσει. Γυρίζοντας από τους Αγίους Τόπους, τον ίδιο χρόνο ταξιδεύει στη Χίο. Διορίζεται δάσκαλος, παρόλο που δεν είχε πάρει το πτυχίο του, στο χωριό Λιθί, όπου υπηρετεί επί 7 και πλέον έτη. Ήταν υπόδειγμα κάλου και συνεπή δασκάλου. Εκεί, στη Χίο, άναψε η φλόγα στη καρδιά του για την αφιέρωση στο Χριστό. Τις Κυριακές και τις γιορτές, μετέβαινε στη σκήτη των Αγίων Πατέρων και διδασκόταν από το γέροντα Παχώμιο, τα της μοναστικής πολιτείας. Εκεί, τελικά κείρεται μοναχός με το όνομα Λάζαρος, στις 7 Νοεμβρίου 1876. Αργότερα, ο Μητροπολίτης Χίου, εκτιμώντας την ευλάβεια του και την αφοσίωση του στο θεό, τον χειροτονεί διάκονο και τον ονομάζει Νεκτάριο.

Εκεί γνωρίζεται με κάποιον πλούσιο της περιοχής, τον Ιωάννη Χωρέμη, ο οποίος θέλοντας να κάνει μια δωρεά στη Χίο, να σπουδάσει κάποιον ευλαβή νέο, επιλέγει τον διάκονο Νεκτάριο. Τον στέλνει στην Αθήνα να τελειώσει το Γυμνάσιο. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του, με σύσταση του, ο Νεκτάριος μεταβαίνει στην Αλεξάνδρεια, στον Πατριάρχη Σωφρόνιο, ο οποίος τον δέχθηκε με πολύ στοργή και αγάπη στους κόλπους του Πατριαρχείου. Του παρέχει όλα τα εφόδια και τον στέλνει για σπουδές στη θεολογική Σχολή των Αθηνών. Έτσι, τελειώνει τη θεολογία και επιστρέφει πάλι στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Χειροτονείται πλέον πρεσβύτερος και γίνεται ιεροκήρυκας της Αλεξάνδρειας στο Κάιρο και πατριαρχικός επίτροπος στην ίδια πύλη. Αναπτύσσει τόσο μεγάλη δραστηριότητα, που ο Πατριάρχης τον χειροτονεί Μητροπολίτη Πενταπόλεως σε τρία μόλις χρόνια.

Σαν Μητροπολίτης Πενταπόλεως, δείχνει ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον και περισσότερο ζήλο. Οι πάντες τον αγαπούσαν. Υπήρχαν όμως και κάποιοι που τον μισούσαν φοβερά. Ήταν τρεις ρασοφόροι, τρεις αρχιμανδρίτες, οι οποίοι άρχισαν να τον ζηλεύουν και να τον διώκουν. Επειδή ο λαός τον αγαπούσε πολύ, φοβόντουσαν μήπως αναλάβει τον Πατριαρχικό θρόνο, διότι ο Πατριάρχης ήταν ήδη μεγάλης ηλικίας.

Έτσι, άρχισαν σιγά-σιγά να τον διαβάλλουν: "Οτι δήθεν είναι ανήθικος, ότι επιδιώκει να ανέβει στον πατριαρχικό θρόνο, ότι είναι φιλόδοξος κ.λπ. Ακόμη και ο Πατριάρχης Σωφρόνιος πέφτει θύμα των συκοφαντιών αυτών, τις οποίες πιστεύει ως αληθινές και στέλνει ένα έγγραφο μήνυμα στον Μητροπολίτη Πενταπόλεως Νεκτάριο: "Απολύεσαι". Ο Νεκτάριος, προσπάθησε τρεις φορές να έρθει σε επαφή μαζί του, μάταια όμως. Αναγκάζεται λοιπόν, να στείλει μία επιστολή, η οποία έφθασε στο Πατριαρχείο, πλην όμως δεν έλαβε ποτέ καμμία απάντηση. Ο Άγιος στέλνει και δεύτερη επιστολή, αλλά ο Πατριάρχης με έγγραφό του, ζητά να απομακρυνθεί από την Αλεξάνδρεια. Του υπενθυμίζει, ότι δεν ανήκει πλέον στο Πατριαρχείο. Ένας χρόνος και λίγοι μήνες είχαν μόνο περάσει από την εκλογή του ως Μητροπολίτη και οι εχθροί του κατάφεραν να τον εκδιώξουν. Μάλιστα, επειδή αυτό το διάστημα δεν είχε καν εισπράξει κανέναν από τους μισθούς του, δεν είχε χρήματα ούτε για να φύγει από την Αίγυπτο στην Ελλάδα. Αναγκάζεται λοιπόν να δανεισθεί για να πληρώσει τα ναύλα του για το ταξίδι.

Φθάνει στην Αθήνα με τη "ρετσινιά" όμως, ότι είναι ανήθικος!! "Όταν παρουσιάζεται στην Ιερά Σύνοδο, οι Μητροπολίτες τον βλέπουν με λοξύ μάτι. Κανείς δεν τον θέλει. Ο Άγιος, ζητά, από Μητροπολίτης να γίνει ιεροκήρυκας, κάτι που ήθελε από μικρός, να κηρύττει δηλαδή το λόγο του θεού. Άδεια όμως, δεν του δίνουν. Έτσι, αναγκάζεται να καταφύγει στον αρμόδιο Υπουργό. Η απάντηση του Υπουργού ήταν επίσης ""Όχι". Και καθώς κατέβαινε τα σκαλιά του Υπουργείου, δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του. Συναντάει στις σκάλες κάποιο φίλο του Υπουργού και με δάκρυα στα μάτια του εξηγεί, ότι δεν έχει πόρους να ζήσει, δεν έχει που να μείνει, είναι νηστικός τόσες ημέρες... Αυτός τον ξαναγυρίζει στον Υπουργό, ο οποίος για να φανεί καλός, υπογράφει ένα χαρτί και η Σύνοδος τον διορίζει ιεροκήρυκα σ'ένα απομακρυσμένο μέρος,στην Κύμη της Ευβοίας.Οι εχθροί του όμως πάλι τον είχαν προλάβει.Στην Αλεξάνδρεια εν τω μεταξύ, ο κόσμος είχε ξεσηκωθεί, γιατί κατάλαβαν ότι όλα ήταν συκοφαντίες των ιερέων και ότι ο Μητροπολίτης Πενταπόλεως Νεκτάριος ήταν ηθικός και πέραν πάσης υποψίας. Φθάνουν λοιπόν εκεί στην Κύμη και φίλοι, εκτός των εχθρών, οι οποίοι ξεσηκώνουν τον κόσμο: "Σας ξεγέλασαν, είναι άγιος ο Νεκτάριος". Και τότε, γεμίζει η εκκλησία και όλοι ζητούν συγχώρεση γι' αυτά που είχαν κάνει στον Άγιο, αναγνωρίζοντας το μεγαλείο του.

Κατόπιν από ιεροκήρυκας Κύμης, μετατίθεται στη Φθιώτιδα. Εκεί, στη Λαμία, μένει στο σπίτι του Κωστή Σακκόπουλου, ο οποίος και τον ακολουθεί μέχρι το τέλος της ζωής του. Όπου πήγαινε, έκανε έργο και γι αυτό απ' όπου έφευγε, οι άνθρωποι έκλαιγαν και έτρεχαν πίσω του. Από τη Φθιώτιδα, λόγω της δράσης του, τον καλούν να αναλάβει Διευθυντής της Ριζαρείου Σχολής. Ακόμα όμως και εκεί, οι συκοφαντίες έτρεξαν πιο γρήγορα. Αλλά μέσα στη Σχολή, όσα χρόνια έμεινε ως Διευθυντής, απέδειξε τι ήταν: Άριστος λειτουργός, άριστος εξομολόγος, άριστος παιδαγωγός. Μάλιστα για κάποιο διάστημα σκούπηζε κρυφά τους χώρους της σχολής για λογαριασμό κάποιου βοηθού ο οποίος έλειπε για κάποιο διάστημα.Και τούτο έκαμε ο άγιος για να μην απολυθεί ο φτωχός αυτός εργάτης αν έμεναν οι χώροι ακάθαρτοι.Το συγγραφικό του έργο ήταν πλούσιο.Έγραψε πλήθος βιβλίων, αλλά και ύμνων.

Η ψυχή του όμως λαχταρούσε και αγαπούσε το μοναστήρι. Διαπραγματεύεται στην Αίγινα, ένα εγκαταλελειμένο μοναστήρι, την Αγία Τριάδα, στο οποίο εγκαταστεί τρεις μοναχές, πνευματικά του παιδιά. Παίρνει προφορική άδεια από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Θεόκλητο, να τελέσει τις μοναχικές κουρές και να ανεγείρει εκ βάθρων, το Ναό και το Μοναστήρι. Αλλά ο σατανάς τον φθόνησε κι εκεί. Ο Αρχιεπίσκοπος αναιρεί την δια λόγου εντολή του, η οποία φυσικά δεν μπορούσε και να αποδειχθεί!! Δυστυχώς, δεν υπήρχαν έγγραφα και δεν μπορούσε ν' αποδείξει τίποτα. Δεν φθάνει μόνο αυτό ο επόμενος Αρχιεπίσκοπος, ο Μελέτιος Μεταξάκης, κυνήγησε τον Άγιο με μοναδικό του στόχο να διαλύσει το μοναστήρι του στην Αίγινα.Ο διάβολος τον φθόνησε γιατί ήταν ταπεινός και είχε άπειρη υπομονή και ακλόνητη πίστη. έκανε τον τσαγκάρη, έσκαβε,έχτιζε μαζί με τις μοναχές. "Οταν κάποτε, κάποια κοπέλα είχε προβλήματα με το σπίτι της κατέφυγε στο μοναστήρι για να προστατευθεί. Ο Άγιος, παίρνει την άδεια του Μητροπολίτη για να την δεχθεί και να την περιθάλψει. Η μητέρα όμως της κοπέλας τον κατηγορεί μανιασμένα και ασταμάτητα. Με το θέμα ασχολείται η Ιερά Σύνοδος και φθάνει μέχρι και τον Αρχιεπίσκοπο, ο οποίος και αποφαίνεται: "Ουδέν μεμπτόν ευρίσκω". Στην υπόθεση εμπλέκεται ακόμη και εισαγγελέας, ο οποίος καταφθάνει στο Μοναστήρι, βουτάει τον Άγιο από τα ράσα του, τον ταρακουνάει και του λέει: "Βρε βρωμοκαλόγερε, χαρέμι το έχεις κάνει εδώ μέσα και δεν κοκκινίζεις;". Ο Άγιος όμως σιωπά. Σηκώνει μόνο τα μάτια του ικετευτικά στον ουρανό και λέει: "Εκείνος γνωρίζει". Πράγματι, ο Θεός γνώριζε και γι' αυτό προστάτεψε τον Άγιο. Η κοπέλα σε εξέταση που της έγινε για το αν είναι ηθική, βρέθηκε ηθικότατη, το χέρι δε του εισαγγελέα που βούτηξε τον Άγιο, ξεράθηκε. Μετανοιωμένος έτρεξε και ζήτησε συγχώρεση από τον Άγιο, αλλά το χέρι του δεν έγινε ποτέ καλά. Σε λίγο καιρό μάλιστα οι γιατροί του το έκοψαν.

Ο Άγιος Νεκτάριος έζησε λίγα χρόνια στο Μοναστήρι του. Το 1920, προσβλήθηκε από καρκίνο του προστάτη. Επισκέπτεται τότε για τελευταία φορά την Παναγία τη Χρυσολεόντισσα κοντά στην Αίγινα, πέφτει στα γόνατα και προσεύχεται για 15 ήμερες, με δάκρυα στα μάτια: "Βοήθησέ με Παναγία μου να τελειώσω το μοναστήρι μου". Αλλά, ο Θεός αλλιώς ήθελε. Αρρωσταίνει βαρεία και τον μεταφέρουν στο Νοσοκομείο "Αρεταίειον", στην Αθήνα. Όταν τον μετέφεραν εκεί, όλοι ρωτούσαν ποιος είναι αυτός ο καλόγερος. Εγκόλπιο δεν φορούσε, ούτε χρήματα είχε, ούτε κάτι άλλο αξίας, ήταν πάμφτωχος και γι αυτό τον έβαλαν στο δωμάτιο των απόρων και των μελλοθανάτων, αφού δεν διέθετε χρήματα για ένα καλύτερο δωμάτιο. Μετά από λίγο, ο Άγιος παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του θεού. Ήταν το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου του 1920 και ξημέρωνε η 9η Νοεμβρίου.

Μόλις κοιμήθηκε, το δωμάτιο γέμισε άρρητη ευωδία και για μέρες ολόκληρες ευωδίαζε. Όπως του έβγαλαν τα ράσα για να του φορέσουν άλλα καθαρά και τα ακούμπησαν επάνω σε κάποιο άρρωστο, αυτός έγινε αμέσως καλά...

Μέχρι να ξεκινήσει το βαποράκι για την Αίγινα τον εκθέσανε στον Πειραιά, το σκήνωμα του είχε γίνει λαικό προσκύνημα. Όλοι τότε κατάπληκτοι παρατήρησαν ότι από την ήρεμη όψη του έσταζε κάτι σαν ιδρώτας που μοσχομύριζε! Ο Άγιος ευωδίαζε! Τον μετέφεραν στην Αίγινα και ο κόσμος έδειξε κι εκεί την αγάπη του... Χτυπούσαν οι καμπάνες του νησιού πένθιμα, έκλαιγε όλο το νησί. Ξεκίνησε η πομπή που θα τον μετέφερε στο Μοναστήρι, όπου κι εκεί ο κόσμος συνέρεε κατά μιλούνια για να αποχαιρετήσουν όλοι τον Άγιο Δεσπότη! Τρεις μέρες, κράτησε το λαικό προσκύνημα. Και το λείψανο αδιάκοπα σκορπούσε μύρο και ευωδία παντού!

"Έξι μήνες μετά, το Μάιο του 1921, όταν οι μοναχές θέλησαν να κάνουν μια επιδιόρθωση στον τάφο του Αγίου, κατάπληκτες αντίκρυσαν το σκήνωμα του Αγίου ανέπαφο με την ίδια ευωδία όπως την πρώτη μέρα της ταφής! Στον ενάμισυ χρόνο έβγαλαν πάλι το σκήνωμα από τον τάφο και ξανά η ίδια κατάσταση! Το σώμα ακέραιο, ανέπαφο και ευωδιάζον! Στά τρία χρόνια που άνοιξαν εκ νέου τον τάφο ο Άγιος γαλήνιος και άθικτος, ακέραιος όπως όταν τάφηκε, σκορπούσε άρρητη ευωδία! Οι μοναχές τότε αποφάσισαν να αναφέρουν το γεγονός ότι ο Γέροντας τους είναι ακέραιος και ευωδιάζει στον τότε Επίσκοπο "Υδρας κι εκείνος κοροιδευτικά απάντησε: "Ποιος βρε ο Νεκτάριος; Σιγά μην αγίασε ο Νεκτάριος!". Το αποτέλεσμα ήταν ότι όταν κάποια φορά βρέθηκε στο Μοναστήρι ο πλέον δύσπιστος Μητροπολίτης και κοιμήθηκε στο κρεβάτι του Αγίου, όλο το βράδυ οι μοναχές τον άκουγαν να φωνάζει: "Νεκτάριε, Νεκτάριε άσε με!". Έντρομος και κατασυγκλονισμένος παραδέχθηκε μετά την "επίσκεψη του Αγίου": "Είναι άγιος, είναι άγιος!". Και πράγματι! Αυτό φώναξε ο ουρανός και η γη, αυτό έδειξε η ζωή του, αυτό μαρτυρούν τα εκατοντάδες θαύματά του! Είναι ο άγιος που διώχθηκε και ο άγιος που τιμήθηκε τόσο από τον Κύριο στα πέρατα της Οικουμένης. Ο "Αγιος Νεκτάριος είναι γνωστός σε όλο τον κόσμο. Ποιος είναι εκείνος που δεν επικαλείται με λαχτάρα τη Χάρη του!

Ακόμα και εκείνοι που τον δίωξαν, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, με πρωτοβουλία του μακαριστού Πατριάρχου Αλεξανδρείας Πέτρου, το 1999 δικαίωσε τον αδικηθέντα ιεράρχη που δίωξε άδικα στο παρελθόν. Τη Συνοδική Διαγνώμη διάβασε ο Πατριάρχης Πέτρος μπροστά στην εικόνα του Αγίου, ζητώντας του συγνώμη για όσα αδίκως υπέστη και με λαμπρές τελετές που έγιναν στην Αίγινα, στην Αλεξάνδρεια και στο Κάιρο τιμήθηκε και δικαιώθηκε εκεί που άλλοτε διώχθηκε ο θαυματουργός Άγιος Νεκτάριος.

Άγιε του Θεού Νεκτάριε, δυνατέ στην πίστη και υπόδειγμα της αγάπης, της υπομονής, της καρτερίας, της ταπεινοφροσύνης και της ανεξικακίας, ευλαβικά σε παρακαλούμε να μεσιτεύεις για να βαδίζουμε πάντα την οδό του Κυρίου, την οδό της σωτηρίας μας.
Πηγή: Περιοδικό Μοναχική έκφραση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου