Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἰωσήφ ὁ Δαμασκηνός (+10 Ιουλίου 1860)

Πιστοί, ας τιμήσουμε τον μάρτυρα του Χριστού, τον ιερέα της Εκκλησίας της Αντιοχείας, ο οποίος βάφτισε τη γη, τις εκκλησίες, και το λαό της Συρίας, κατά τον λόγο του Κόσμου, στο αίμα του και στο αίμα των συντρόφων του. 
Όντας βαφτίστηκε από τα νεανικά του χρόνια από το φως του Ευαγγελίου, μόχθησε , δίδαξε, και διατήρησε την εκκλησία του Χριστού με το ποίμνιο της. Τοιουτοτρόπως, ο Ιωσήφ ο Δαμασκηνός, είναι το παράδειγμά μας και προστάτης μας και ο ένθερμος μεσσολαβητής μας με τον Σωτήρα.

Εισαγωγή:
Το όνομα του Ιερομάρτυρος είναι Ιωσήφ, γιος του Γιωργίου Μωυσή, που ήταν γιος του Μουχάνα Αλ- Χαντάντ, γνωστός ως Πάτερας Ιωσήφ Μουχάνα Αλ- Χαντάντ. Συνήθως χαιρόταν να συστήνει τον εαυτό του ως άτομο του οποίου η καταγωγή ήταν από τη Βηρυτό, και η πατρίδα του ήταν η Δαμασκός, και ότι είχε την Ορθόδοξη πίστη. Ο πατέρας του άφησε την Βηρυτό κατά το τελευταίο τρίμηνο του δέκατου όγδοου αιώνα, για να εγκατασταθεί στη Δαμασκό. Εκεί εργάστηκε υφαίνοντας ύφασμα, παντρεύτηκε και γέννησε τρεις γιους: τον Μωυσή, τον Αβραάμ και τον Ιωσήφ. Η καταγωγή της οικογένειάς του ανάγεται στους Χασανίδες- οι πρόγονοί του μετακόμισαν στο λιβανικό χωριό Αλ- Φιρζούλ τον δέκατο έκτο αιώνα, και από εκεί στην Μπασκίντα, στο Όρος Λιβάνου, και στη συνέχεια, στην Βηρυτό.

Οι βιογράφοι του Ιωσήφ τον περιγράφουν ως ιερέα μετρίου αναστήματος, με λευκή χροιά, αξιοπρεπή εμφάνιση, μεγάλο μέτωπο, έξυπνα μάτια, και θαμνώδη γενειάδα, στην οποία οι γκίζες τρίχες είχαν εξαπλώσει τις γραμμές τους, μέχρι που έμοιαζε σαν τις ακτίνες του ήλιου τα ξημερώματα.

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΤΑ ΝΕΑΝΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ
Γεννήθηκε το Μάιο του 1793, σε μια φτωχή, αλλά ευσεβή οικογένεια. Σε νεαρή ηλικία απέκτησε κάποια εκπαίδευση, έτσι έμαθε τα αραβικά, και μερικά ελληνικά. Επειδή ο πατέρας του δεν μπορούσε να πληρώσει τα δίδακτρα, αποφάσισε να σταματήσει την εκπαίδευση του και να τον βάλει να εργαστεί στην βιομηχανία του μεταξιού. Η επιθυμία του για γνώση, ωστόσο, δεν είχε σβήσει λόγο της φτώχειας και την εξαθλίωσης, έτσι αποφάσισε να βρει μια λύση. 

Άρχισε να δουλεύει όλη την ημέρα και μάθαινε γράμματα από μόνος του το βράδυ – η αναγκαιότητα δημιούργησε ένα αυτοδημιούργητο άνθρωπο. Το πιο πιθανό είναι ότι ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Μωυσής, ο οποίος ήταν ένας καλά εκπαιδευμένος συγγραφέας και ένας καλά στιχουργημένος άνθρωπος στην αραβική γλώσσα, να τον έχει ωθήσει στο να έχει μια τέτοια επιθυμία προς τη γνώση. Ο Μωυσής είχε μια μικρή βιβλιοθήκη στο σπίτι, στην οποία ο Ιωσήφ ξεκινήσει τη μελέτη του, αλλά δυστυχώς ο Μωυσής έφυγε από αυτή τη ζωή στην ηλικία των είκοσι πέντε. 

Λέγεται ότι πέθανε επειδή ο ίδιος έπαθε υπερκόπωση από τη πολλή μελέτη. Αυτή η δοκιμασία είχε διττό αντίκτυπο πάνω τους γονείς του Ιωσήφ σχετικά με την λαχτάρα του Ιωσήφ προς τα βιβλία. Η δάδα της γνώσης, ωστόσο, συνέχισε να καίει στην καρδιά του Ιωσήφ.

Από την ηλικία των δεκατεσσάρων, ο νεαρός άνδρας άρχισε να διαβάζει τα βιβλία του αδελφού του, αλλά ήταν απογοητευμένος γιατί μπορούσε να κατανοήσει μόνο λίγο από αυτά που διάβαζε. Αν και ανεπιτυχής, δεν αποκαρδιώθηκε, αλλά απεναντίας, η αποφασιστικότητά του αυξήθηκε σημαντικά. 

Η ερώτησή του ήταν: «οι συγγραφείς αυτών των βιβλίων δεν ήταν ανθρώποι σαν κι εμένα; Γιατί να μην μπορώ να τους καταλάβω;! Πρέπει να κατανοήσω τι εννοούν.» Στη συνέχεια, σπούδασε κάτω από την καθοδήγηση ενός Δαμασκηνού μουσουλμάνου σοφού, τον Μοχάμεντ Αλ- Αττάρ, ο οποίος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους λόγιους της εποχής του. Από αυτόν έμαθε αραβικά, λογική, την τέχνη της συζήτησης και να λογικεύεται σωστά. Ωστόσο, διέκοψε τις σπουδές του, επειδή τα δίδακτρα και το κόστος των βιβλίων υπερφόρτωναν τον πατέρα του, και υποχρεώθηκε να επιστρέψει στον παλιό τρόπο ζωής του: να εργάζεται την ημέρα, και να μαθαίνει γράμματα από μόνος του το βράδυ. Σε αυτό το σημείο, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η εκπαίδευση ήταν τότε σε συνδυασμό με την πνευματικότητα και την θεολογία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Βίβλος ήταν το πιο σημαντικό βιβλίο.

Ο Ιωσήφ αφιέρωνε ολόψυχα τα βράδια του για να μελετήσει την Τορά, τους Ψαλμούς και την Καινή Διαθήκη, συγκρίνοντας το ελληνικό κείμενο των Εβδομήκοντα με την αραβική μετάφραση, μέχρι να αποκτήσει γνώση στη μετάφραση από και προς τα ελληνικά. Η γνώση του δεν περιορίστηκε στην ελληνική γλώσσα, αλλά έμαθε να απομνημονεύει το μεγαλύτερο μέρος της Βίβλου. Με μεγάλη λαχτάρα, επέμενε στην αξιοποίηση κάθε ευκαιρίας για να αποκτήσει περισσότερη μάθηση. Ο Ιωσήφ σπούδασε θεολογία και ιστορία κάτω από τον κ. Γιώργιο Σιαχαντέχ Σαμπάχ. Ξεκίνησε τότε να διδάσκει από το σπίτι του και συνάμα έμαθε εβραϊκά από έναν εβραίο μαθητή του. Η επίμονη προσπάθεια του άναψε το φόβο των γονέων του, γι’ αυτό προσπάθησαν να τον αποτρέψουν από την εκμάθηση και τη διδασκαλία, από φόβο ότι μπορεί να αντιμετωπίσει την ίδια μοίρα με τον αδερφό του. Ανεπιτυχής στις προσπάθειές τους, προσπάθησαν με μια άλλη λύση: 

Τον έδωσαν σε γάμο με μια Δαμασκηνή κοπέλα της οποίας το όνομα ήταν Μαριάμ Αλ- Κούρσι, ενώ ήταν ακόμα δεκαεννιά ετών σε ηλικία (1812). Ο γάμος, ωστόσο, δεν τον έστρεψε μακριά από την άσκηση της γνώσης, η βιογραφία του, μας λέει ότι ακόμη και κατά τη νύχτα του γάμου του, επέμεινε στην ανάγνωση και τη μάθηση.
Ο ΙΩΣΗΦ ΩΣ ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ
Ένεκα της έντιμης φήμης του, υπέπεσε στην αντίληψη της ενορίας του στη Δαμασκό και τον ζήτησε ο Πατριάρχης Σεραφείμ (1813-1823) για να τον διορίσει ως ποιμένα τους. Δεδομένου ότι ο Πατριάρχης απέκτησε μεγάλο θαυμασμό για αυτόν, τον χειροτόνησε διάκονο, και μέσα σε μια εβδομάδα ως ιερέα, ενώ ήταν ακόμα είκοσι τεσσάρων χρόνων (1817). 

Όταν ο διάδοχός του Σεραφείμ, Πατριάρχης Μεθόδιος (1824-1850), γνώρισε τη θέρμη, ευσέβεια, τη γνώση και την τόλμη του, αυτός τον ανέδειξε σε Αρχιερέα, και του έδωσε τον τίτλο: Μέγας Οικονόμος. Λαμβάνοντας μεγάλο ενδιαφέρον στο να κηρύττει για πολλά χρόνια από τον άμβωνα του Πατριαρχικού Καθεδρικού Ναού (Αλ- Μαριαμέιχ), πέτυχε εξαιρετικά αποτελέσματα στα κηρύγματά του. Μερικοί άνθρωποι τον θεωρούσαν ως το διάδοχο του Χρυσοστόμου: 
Ο Νεεμάν Κασάτλι τον επαίνεσε στο βιβλίο του «Ο Υπεράφθονος Κήπος» ως ένα δημιουργικό ιεροκήρυκα. Στο τέλος του δεκάτου ενάτου αιώνα, δηλαδή, τριάντα εννέα χρόνια μετά το θάνατό του, ο Αμίν Καϊράλα αναφέρει στο βιβλίο του «Η Ευώδης Οσμή» ότι οι ηλικιωμένοι επαναλάμβαναν ακόμη μερικά από τα κηρύγματά του. Η ηχώ από τα κηρύγματά του αντιλαλούσε ακόμη μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα. Ο Χαμπίπ Αλ- Ζαΐατ, ένας Μελχίτης (Ουνίτης) συγγραφέας, αναφέρει ότι ήταν γνωστός μεταξύ των Ορθοδόξων Αράβων από τη γνώση και τα κηρύγματά του. Στα κηρύγματά του ξεχώριζε από τις αποδείξεις του και τις πειστικές και αδιασείστατες απαντήσεις του. 

Σύμφωνα με τον Ίσσα Ισκαντέρ Αλ- Μααλούφ, είχε μια ήρεμη φωνή που ακουγόταν από μακρυά. Ο κόσμος συνήθιζε να ακούει τα λόγια του με λαχτάρα και με απόλαυση και αμιλλούσε τις συμβουλές του και κρατούσε τις εντολές του. Εκτός από τα κηρύγματά του, ήταν επιμελής στο να θώσει παρηγοριά στους καταβεβλημένους, να παρηγορεί τους παθόντες, να βοηθά τους φτωχούς και να ενισχύει τους αδύνατους. Το 1848, όταν εξαπλώθη ο κίτρινος πυρετός στη Δαμασκό, ο Πάτερ Ιωσήφ δόθηκε με μεγάλη θέρμη υπηρετώντας τους αρρώστους, και στην ταφή των νεκρών, χωρίς να ενοχλείται από τη δυνατότητα να κολλήσει από αυτό το λοιμώδη πυρετό, επειδή είχε βαθιά πίστη στον Θεό. Παρά το γεγονός ότι έχασε ένα από τα παιδιά του από την μεταδοτική ασθένεια, ήταν ακούραστος στο ποιμενικό του καθήκον. Η θέρμη του, η επιμονή του και η συμπόνια του αυξήθηκε.

Ήταν πολύ σεβαστός από τους κατοίκους της Δαμασκού. Έβλεπαν στο πρόσωπό του την εικόνα του Αγίου Παύλου ο οποίος είπε: «εν πάντι θλιβόμενοι αλλ΄ου στενοχωρούμενοι, απορούμενοι αλλ΄ουκ εξαπορούμενοι, διωκόμενοι αλλ’ ουκ εγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι αλλ΄ ουκ απολλύμενοι, πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι περιφέρονταις, ίνα και η ζωή του Ιησού εν τω σώματι ημών φανερωθή» (Β’ Κορ. 4:8-10). Ανάμεσα στις πολυσχιδής επιδιώξεις του, κατάφερε να μεταστρέψει τους ανθρώπους μακριά από πολλές ανορθόδοξες παραδόσεις κατά τη διάρκεια αρραβώνων, γάμους και κηδείες. Όπως ήταν άξιος για την οικοδόμηση των ψυχών, ήταν και άξιος για την οικοδόμηση εκκλησιών. Το 1845 αποκατάστησε την εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που ήταν δίπλα στον Πατριαρχικό Καθεδρικό Ναό, αλλά κάηκε από πυρκαγιά κατά τη διάρκεια των φρικτών γεγονότων του 1860.

Η ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
Δεν ξέρουμε ακριβώς ποιος δημιούργησε τη Πατριαρχική Σχολή στη Δαμασκό, ούτε πότε ιδρύθηκε. Επιβεβαιώνεται ότι η Σχολή συνδέθηκε το δέκατο ένατο αιώνα με το όνομα του Πατρός Ιωσήφ, μέχρι που έγινε γνωστή ως Σχολή του. Όταν ανέλαβε τη Σχολή το 1836, έφερε μαζί τους μαθητές του με τους μαθητές της. Τότε κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να την αναπτύξει, διορίζοντας διοικητικό συμβουλίου διοίκησης και έδωσε στους καθηγητές τακτικούς μισθούς, μέχρι που προσελκύσει σπουδαστές από όλη τη Συρία και τον Λίβανο. Ανησυχία του Πατρός Ιωσήφ ήταν να εκπαιδεύσει το μυαλό των Ορθόδοξων νέων, και «να τους προετοιμάσει για την ιεροσύνη για να εξυπηρετήσουν το ποίμνιο με ένα χρήσιμο τρόπο.» Τα έξοδα της εκπαίδευσης καλύφθηκαν από τους πιστούς και από το Πατριαρχείο.

Το όραμά του ήταν να αυξήσει το ενδιαφέρον για θεολογικές μελέτες. Το 1852, κατά τη διάρκεια του Πατριάρχη Ιεροθέου (1850-1885), ο Πάτερ Ιωσήφ πήρε την πρωτοβουλία να ανοίξει τμήμα Θεολογικών Σπουδών, προσπαθώντας να το ανυψώσει στο επίπεδο των άλλων Θεολογικών Σχολών στον Ορθόδοξο Κόσμο. Δώδεκα μαθητές φοίτησαν σε αυτό, και όλοι τους έγιναν επίσκοποι στην Εκκλησία.

Το μαρτύριο του το 1860 θα θέσει τέλος στο όνειρο του, το οποίο είχε ως στόχο να καθιερώσει το τμήμα σε στέρεες βάσεις. Ανάσανε στους μαθητές του το πνεύμα της ειρήνης και της επιτυχίας, το οποίο μπορεί να βρεθεί μεταξύ των αγίων, μέχρι που αυτό το θείο πνεύμα εξαπλώθη σαν αλυσίδα πέρα από τους φοιτητές και αποφοίτους για να φθάσει όλους τους γνωστούς, συναδέλφους και φίλους τους. Έτσι, η διδασκαλία του έγινε ευρέως διαδεδομένη, και η εκπαίδευση που παρέδιδε, έφερε τον καρπό της δικαιοσύνης. Αναφέρεται ότι ο Πατέρας Ιωσήφ ήταν για ένα χρονικό διάστημα, ένας από τους διδάσκοντες στην Σχολή Μπαλαμάντ, μεταξύ του 1833 και του 1840.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού του Αρχιερέα και διδάσκαλου ήταν η φτώχεια του. Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι η υπηρεσία του στην Εκκλησία ήταν χωρίς πληρωμή. Ένας από τους Ρώσους λόγιους αναφέρει ότι δεν είχε εισόδημα από τη διδασκαλία του στη Σχολή. Κέρδιζε τα προς το ζειν μέσω της εργασίας των παιδιών του. Τα χρήματα δεν τον έβαλαν στον πειρασμό. Λόγο της ανέπαφης φήμης του, ο Κύριλλος ο δεύτερος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων (1845-1872), του ζήτησε να διδάσκει αραβικά στην Ιερατική Σχολή της Ιερουσαλήμ (Αλ- Μουσαλαμπάχ). Όταν αυτός αρνήθηκε, ο Πατριάρχης του πρόσφερε ένα δελεαστικό μισθό – είκοσι πέντε λίρες – καθώς και διαμέρισμα, και ιερατικό μισθό. Ο ίδιος αρνήθηκε παρά την ανάγκη του. Είπε ότι «Εγώ κλήθηκα να υπηρετήσω την ενορία στη Δαμασκό. Αυτός που με κάλεσε θα με φροντίσει.» Ήταν ένας αληθινός πιστός, ένθερμος στην πίστη του, εξαιρετικά υπομονετικός, δίκαιος, πράος, ήσυχος, ταπεινός, συμπονετικός, και ένας φιλικός άνθρωπος. Δεν του άρεσε να μιλάει για τον εαυτό του, ένιωθε αμηχανία από τον έπαινο των άλλων, δεν ήξερε πώς να τους απαντήσει. 

Ήταν σοφός και υπομονετικός στην ποιμαντική του φροντίδα, συνήθιζε να αναιρεί τους λόγιος μιλώντας τη γλώσσα τους και να πείθει τον απλό λαό, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του. Όταν μερικοί άνθρωποι με απλό μυαλό εγκατέλειψαν την Εκκλησία για ένα ασήμαντο λόγο, ο Πατριάρχης Μεθόδιος του ζήτησε να τους φέρει πίσω.

‘Οταν τους συνάντησε δεν έδειξε καμία δυσαρέσκεια από τη συμπεριφορά τους, αλλά εκείνος τους αντιμετώπισε με ευγένεια, δείχνοντάς τους κάποιες μικρές εικόνες. Ήρθαν πίσω μετανιωμένοι αφού είχε αγγίξει τις καρδιές τους. Ως λόγιος, ήταν ο καθηγητής μεταξύ των καθηγητών, το αστέρι της Ανατολής, καθώς και ο διανοούμενος που έφερνε αποτελέσματα. Πολλοί μη-Ορθόδοξοι σύγχρονοι άνθρωποι μαρτυρούν ότι ήταν ένας από τους μεγάλους Χριστιανούς λόγιους της εποχής του.

«Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ήταν ένα πολύ διακριτικό πρόσωπο στη γνώση του, δεν υπήρχε κανείς σαν κι αυτόν, εκτός από τον George Lian.» Ως κληρικός, έχει θεωρηθεί μεγάλος θεολόγος, μια υπερηφάνεια της Ορθοδοξίας, ένας Ιερομάρτυρας και ένα παράδειγμα για την δικαιοσύνη και την ευσέβεια. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά του Αρχιερέα Ιωσήφ του Δαμασκηνού: Είναι ένας από τους ανθρώπους του Θεού.

Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΓΡΑΠΤΑ ΤΟΥ
Δεν έχουμε καμία γνώση για το μέγεθος της βιβλιοθήκης του, διότι είτε έχει τυλιχτεί στις φλόγες ή λεηλατήθηκε κατά τη διάρκεια των καταστροφών του 1860, όταν έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου. Ο ανιψιός του, Ιωσήφ Αβραάμ Αλ- Χαντάντ ανέφερε ότι Πατέρας Ιωσήφ κατείχε περίπου 1827 βιβλία (ή μάλλον 2827 βιβλία) κατά το έτος 1840. Τα γραπτά του ήταν πολλά: συνέκρινε το βιβλίο των Ψαλμών, τη σύνοψη προσευχών, το Λειτουργικόν, και το βιβλίο των Επιστολών στην αρχική ελληνική τους γλώσσα. Μετέφρασε στα αραβικά το κατηχητικό βιβλίο του Φιλαρέτου, Μητροπολίτη Μόσχας. Στην αντιγραφή συνέκρινε τα χειρόγραφα που χρησιμοποιούσε με άλλα χειρόγραφα και τα διόρθωνε όταν ήταν αναγκαίο. Οι εκδόσεις του ήταν ακριβείς, όπως «ένα αυθεντικό ασημένιο νόμισμα». 

Σύνταξε τη μετάφραση του ιεροδιακόνου Αμπτουλάχ Αλ- Φατέλ Αλ Αντάκι του βιβλίου του Αγίου Βασιλείου για τη Γέννηση, καθώς και τριάντα κηρύγματα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Ολοκλήρωνε τα χειρόγραφα του με το ακόλουθο κόλοφων : «Αυτό το βιβλίο ήταν αντιγραφή από ένα παλιό χειρόγραφο, και είναι τελείος ταυτόσημο του». Και με τη σφραγίδα του και την υπογραφή του το εκτύπωνε.

Όλες οι Ορθόδοξες εκτυπωτικές εταιρείες , όπως του Αγίου Γεωργίου στη Βηρυτό, του Αγίου Τάφου στην Ιερουσαλήμ, τα αραβικά τυπογραφεία στη Ρωσία. . . βασίζονταν στον Πατέρα Ιωσήφ για την σύνταξη, και την επιμέλεια των βιβλίων τους. Στην θεολογία, τη λογοτεχνία και την επιστημονικότητα, η σφραγίδα του ήταν σφραγίδα εμπιστοσύνης. Σε μεταφράσεις από τα ελληνικά στα αραβικά, και από τα αραβικά στα ελληνικά, ένωσε τις προσπάθειες του με το Γιάννη Παπαδόπουλο. 

Έκανε μια μεγάλη συμβολή στην επεξεργασία της αραβικής μετάφρασης της Βίβλου, η οποία είναι γνωστή ως η έκδοση του Λονδίνου. Όλα τα σχέδια, που εκπονήθηκαν από τον κ. Φάρες Αλ-Σίντιακ και τον κ. Lee, έπρεπε να διορθωθούν από τον Πατέρα Ιωσήφ, που τα σύγκρινε με την ελληνική και την εβραϊκή γλώσσα. Στη λογοτεχνική προσφορά του, έδειξε την αντοχή του, την πίστη και ορθότητα του. Το παράπονο του ήταν πάντα η εσφαλμένη ανάγνωση των τυπογραφείων. Δεν έχουμε καμία γνώση για τα δικά του συγγράμματα, εκτός από μερικά άρθρα. Προφανώς, δεν θεωρούσε τον εαυτό του άξιο να συμβαδίσει με τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας. Ο ίδιος περιορίστηκε στη μετάφραση, επιμέλεια, παρουσιάζοντας τα γραπτά των Πατέρων της Εκκλησίας στους πιστούς ως μια καθαρή, ακέραια και άφθαρτη κληρονομιά.

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΙΩΣΗΦ ΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΥΣ ΜΕΛΧΙΤΕΣ (ΟΥΝΙΤΕΣ)
Κατά την εποχή του Πατρός Ιωσήφ, το πρόβλημα της αντιμετώπισης των Μελχιτών – που ήταν πρόσφατα μέρος της Ορθόδοξης Εκκλησίας – ήταν το πιο δύσκολο και πιο οδυνηρό από τα εμπόδια που αντιμετώπισαν τα παιδιά της Ορθόδοξης πίστης. 

Εκείνη την εποχή, όλες οι επιδιώξεις κατευθύνθηκαν προς τους σχισματικούς για να τους φέρουν πίσω στην Εκκλησία. Ασχολούμενοι με το θέμα αυτό, ορισμένοι ακολούθησαν το δρόμο της πολιτικής και διοικητικής πίεσης, άλλοι ακολούθησαν το δρόμο για την επίτευξη αμοιβαίας συμφωνίας. Ο Πατέρας Ιωσήφ ανήκει στη δεύτερη ομάδα. Μισούσε τη βία, δεν δέχτηκε να κάνει διασυνδέσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία για να τσακίσει και να καταπιέσει τους Μελχίτες. Αυτός ήταν ασύμφορος τρόπος, ενίσχυε το διαχωρισμό, και αποδυνάμωνε την ενότητα. 

Το μέτρο της επιτυχίας του είναι άγνωστο σε μας, αλλά αυτά που συνέβησαν το 1857, και τα επόμενα χρόνια, δείχνουν ότι το όραμά του ήταν πιο σωστό από άλλους. Κατά το ίδιο έτος, όταν ο Μελχίτης Πατριάρχης Κλήμης εξανάγκασε το Δυτικό ημερολόγιο πάνω στην Εκκλησία του, πήρε πολλή επίθεση γι αυτή τη διαδικασία, και αποφάσισε να επιστρέψει στην Μητέρα Εκκλησία. 

Μια ομάδα από αυτούς, υπό την ηγεσία του Σίμπλι Αλ- Ντεμάσκι, Γιωργίου Αντζούρι, Ιωσήφ Φουράενκ, Μωυσή Αλ-Μπάχρι, Σεργίου Ντιπάναχ, και Πέτρου Ντζάχελ, επικοινώνησε με τον Πατέρα Ιωσήφ που τους αγκάλιασε, τους ενίσχυσε πνευματικά, και παλέψε για να τους ενημερώσει για τρία συνεχόμενα έτη. Προλόγησε ένα βιβλίο γραμμένο από τον Σίμπλι Αλ-Ντεμάσκι σχετικά με τις διαμαρτυρίες της ομάδας αυτής. Ο τίτλος του βιβλίου ήταν: «Ο Χριστιανικός νόμος είναι πολύ υψηλότερος από τις Αστρολογικές Κρίσεις». Ήταν τυπωμένο από τον εκδοτικό οίκο του Αγίου Τάφου το 1858. Το μέγεθος της ομάδας άρχισε να αναπτύσσεται με ταχύ ρυθμό, μέχρι που έχει αναφερθεί ότι αν το μαρτύριο του Πατρός Ιωσήφ δεν λάμβανε χώρα κατά τη σφαγή του 1860, θα είχε καταφέρει να φέρει πίσω τους υπόλοιπους Μελχίτες στην Ορθόδοξη πίστη.

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΙΩΣΗΦ ΕΝΤΑΝΙ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ
Ο Πατέρας Ιωσήφ είχε περισσότερες από μια αντιπαραθέσεις με τους Προτεστάντες. Οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν στις πόλεις Χάσμπαια και Ράσαια, και μετά, στην πόλη της Δαμασκού. Στην πόλη της Χάσμπαια, οι αμερικανοί Προτεστάντες ιεραπόστολοι είχαν μεγάλη επιτυχία μέσω του σχολείου τους, που είχαν συστάσει στην πόλη αυτή. Περισσότερα από εκατό πενήντα άτομα προσηλυτίστηκαν στον Προτεσταντισμό, ως αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης μεταξύ των Ορθοδόξων στις δύο αυτές πόλεις. 

Ως απεσταλμένος του Πατριάρχη Μεθόδιου, ο Πατέρας Ιωσήφ ήταν σε θέση να φέρει κάποια από τα μαχόμενα πρόβατα πίσω στην Ορθόδοξη στάνη. Αφού αντέκρουσε τους ιεραπόστολους αρκετές φορές, κατάφερε τη συγκράτησης τους. Στη Δαμασκό προσπάθησε μέσα από την ποιμαντική του φροντίδα, κάνοντας κηρύγματα, και να καθοδηγεί τον λαό του με το Διαφωτισμό, για να τον οχυρώσει κατά των αιρέσεων που κυκλοφορούσαν. 

Αναφέρεται ότι ένας άγγλος ιεραπόστολος με το όνομα Grame, συναντούσε τον Πατέρα Ιωσήφ για να συζητήσει βιβλικά θέματα μαζί του. Συνειδητοποιώντας ότι αυτός ο ιεραπόστολος παραχάραζε τις απαντήσεις που του έδινε για τις ερωτήσεις του, ο Πατέρας Ιωσήφ του ζήτησε να στείλουν τις ερωτήσεις τους σε γραπτή μορφή. Στην αρχή νόμιζαν ότι τον είχαν αναιρέσει, αφού αμέλησε να τους απαντήσει. 

Όταν ήρθαν στην αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής, απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις τους με ακρίβεια, μέχρι που επέστρεψαν στο σπίτι τους, κατάπληκτοι από την ορθότητα της γνώσης και της έρευνας του. Λέγεται ότι, ως συνέπεια του εν λόγω περιστατικού, σταμάτησαν την ιεραποστολική εκστρατεία τους πάνω στο Ορθόδοξο ποίμνιο. Οι ερωτήσεις τους μετά από αυτό ήταν για την έρευνα και όχι για τη συζήτηση.

ΕΝΑΣ ΣΠΟΥΔΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ
Αναμφίβολα, ο Πατέρας Ιωσήφ ήταν – κατά τον δέκατο ένατο αιώνα- ο σπουδαιότερος άνδρας της Αναγέννησης στην Εκκλησία της Αντιοχείας. Εκείνη την εποχή, η Αντιοχεία ήταν σε μια αξιολύπητη κατάσταση: 

Το σχίσμα των Μελχιτών οδήγησε σε πολύ κρίσιμες επιπτώσεις σε διάφορα επίπεδα, κυρίως στο ποιμαντικό επίπεδο. Οι προτεστάντες ιεραποστόλοι ήταν πολύ ενεργητικοί και επιθετικοί, ενώ η Εκκλησία ήταν ανίκανη και αδύναμη, μέσα στην άγνοια και τη φτώχια. 

Ξεκινώντας από το 1724, οι ιεράρχες ήταν ξένοι προς τη γη και στον αγώνα του λαού της. Η Αντιόχεια ζούσε κάτω από κηδεμονία, με το πρόσχημα ότι πρόκειται να διαλυθεί και να γίνει σταδιακά Ρωμαιοκαθολική.

Στο όνομα της Ορθοδοξίας, τόσο η Κωνσταντινούπολη όσο και η Ιερουσαλήμ, κατανέμεναν μεταξύ τους την εξουσία του διορισμού επισκόπων της Αντιοχείας, προσπαθώντας να καθορίσουν τη μοίρα της. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν ικανοί ιερείς, ούτε ποιμαντική φροντίδα. Η Εκκλησία της Αντιοχείας θα μπορούσε να περιγραφεί ως ένα πλοίο που επλήγηκε από τα κύματα, και ήταν έτοιμο να βυθιστεί. . . 

Εν μέσω αυτών των προκλήσεων και των κινδύνων, ο Πατέρας Ιωσήφ άνθησε ως νέο θεϊκό κλωνάρι, έχοντας μεγάλη θέρμη προς τον Θεό και την Εκκλησία του Χριστού στη γη. . . Στη συνέχεια, ξεκίνησε η αναγέννηση. . . Η ζωή του Πατέρα Ιωσήφ, θέρμη, ευσέβεια, φτώχεια, αγάπη της γνώσης, συνεχιζόμενη ποιμαντική φροντίδα, κηρύγματα, καθοδήγηση, συγγράμματα, μεταφράσεις, το σχολείο και η επαγρύπνηση, δημιούργησε μια ατμόσφαιρα αναζωογόνησης, έδωσε πνευματικά κίνητρα, συνεπήρε τις καρδιές, και ενίσχυσε την αποφασιστικότητα. Μια νέα γενιά, ένας νέος τρόπος σκέψης, και μια νέα κατεύθυνση άνθησε. «Τα οστά ήρθαν μαζί, οστόν στον οστόν του… Και πήραν αναπνοή, και έζησαν,» (Ιεζεκιήλ 37:7-10). 

Περισσότεροι από πενήντα ηγέτες της Εκκλησίας μελέτησαν κάτω από την καθοδήγηση του, και έγιναν άγρυπνοι όπως ήταν και αυτός: ο Πατριάρχης Μελέτιος Αλ Ντουμάνι (+1906), ο πρώτος αυτόχθονας Πατριάρχης από το 1724, ο Γαβριήλ Σατίλα, Μητροπολίτης της Βηρυτού και του Λιβάνου (+1901), ο μεγάλος λόγιος Γεράσιμος Γιαρέντ (+1899), Μητροπολίτη Ζάχλε, Σαϊντναίας, και Μααλούλας, και οι μαθητές του ήταν πάνω από δέκα επίσκοποι, όπως ένας μεγάλος αριθμός ιερέων, μεταξύ των οποίων και ο Αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Κάσεερ (+1863), ιδρυτή της Θεολογικής Σχολής Μπαλαμάντ, ο Πατέρας Σπυρίδων Σαρούφ (+1858), κοσμήτορα της Ιερατικής Σχολής στην Ιερουσαλήμ και εκδότη των εκδόσεων του Αγίου Τάφου, ο Αρχιερέας Ιωάννης Ντούμε (+1904), ιδρυτή του αραβικού εκδοτικού οίκου στη Δαμασκό, εκτός από κάποιους φημισμένους λαϊκούς, όπως τον Δημήτρη Σιαχαντέχ, πυλώνα της αναγέννησης, τον Μηχαήλ Κλάιλα, διαχειριστή της Πατριαρχικής Σχολής στη Δαμασκό, και τον διδάκτωρ Μηχαήλ Μασιακάχ (+1888 ). Αυτό που λαχταρούσε επιτεύχθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του και μετά τον θάνατό του. Πολλάκις επανέλαβε: 

«Φύτευσα τον σπόρο στον αληθινό αμπελώνα του Χριστού, και είμαι σε αναμονή για τη συγκομιδή του.» Όλα αυτά τα πράγματα μπορεί να εξηγηθούν από τη δήλωση του Μητροπολίτη Γαβριήλ Σατίλα: «Τα αστέρια της Δαμασκού είναι τρία: Ο Απόστολος Παύλος, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, και ο Ιωσήφ Αλ- Χαντάντ». Η Ζωή του θα πρέπει να στεφθεί με ένα τέλος ίσο με την ευσέβεια του και την μεγάλη του αγάπη, την οποία θα δοξάζουμε τον Θεό μέσα από το μαρτύριο του.

ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ
Στις 9 Ιουλίου 1860, όταν άρχισε η σφαγή (από τους Δρούζους) στη Δαμασκό, πολλοί Χριστιανοί κατέφυγαν στον Πατριαρχικό Καθεδρικό Ναό (Αλ- Μαριαμέιχ). Μερικοί ήλθαν από τις πόλεις του Λιβάνου, Χάσμπαια και Ράσαια, όπου άρχισε η σφαγή και όπου έλαβαν χώρα σκοτωμοί. Άλλοι προέρχονταν από χωριά γύρω από την Δαμασκό. 

Ακολουθώντας την παράδοση των ιερέων στη Δαμασκό, ο Πατέρας Ιωσήφ συνήθιζε να κρατά την αποσκευή της Κοινωνίας στο σπίτι του. Κατά τη διάρκεια της σφαγής του 1860 έκρυψε την αποσκευή της Κοινωνίας κάτω από τα μανίκια του, και πήγε πηδώντας από μία στέγη στην άλλη προς τον Καθεδρικό Ναό. Πέρασε όλη τη νύχτα δίνοντας ενίσχυση και ενθάρρυνση στους Χριστιανούς για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση, γιατί οι επιτιθέμενοι μπορεί να σκοτώσουν το σώμα, αλλά δεν μπορούν να σκοτώσουν την ψυχή (Κατά Ματθαίον 10:28). 

Οι κορυφές της δόξας έχουν προετοιμαστεί για αυτούς που ανέλαβαν τη δέσμευση τους με τον Θεό μέσω του Ιησού Χριστού. Διηγώντας τους το μαρτύριο κάποιων αγίων, τους προσκάλεσε να μιμηθούν τη ζωή τους. 

Το πρωί της Τρίτης, 10 Ιουλίου, οι διώκτες επιτέθηκαν εμπόλεμα στην Μητρόπολη,ληστεύοντας, σκοτώνοντας και καίγοντας τα πάντα. Πολλοί μάρτυρες σφαγιάστηκαν, άλλοι βγήκαν στους δρόμους και στα σοκάκια. Ένας από αυτούς ήταν και ο Πατέρας Ιωσήφ. 

Καθώς περπατούσε στους δρόμους, ένας (Δρούζος) θρησκευτικός μελετητής, ο οποίος ήταν ένας από τους επιτιθέμενους, αναγνώρισε τον Ιωσήφ, επειδή τελευταία τον είχε αναιρέσει σε μια συζήτηση μεταξύ τους. Βλέποντας τον, φώναξε: «Αυτός είναι ο ηγέτης των Χριστιανών. Αν τον σκοτώσουμε, θα σκοτώσουμε όλους τους Χριστιανούς!» Όταν άκουσε αυτά τα λόγια, ο Πατέρας Ιωσήφ κατάλαβε ότι είχε έρθει το τέλος του. Έβγαλε την αποσκευή της Κοινωνίας, και έλαβε του Σώματος και του Αίματος του Ιησού Χριστού. Οι διώκτες του επιτέθηκαν με τα τσεκούρια τους, σαν να ήταν ξυλοκόποι, και παραμόρφωσαν το σώμα του. Δέσαν τα πόδια του με σχοινιά, και τον έσυραν πάνω στους δρόμους μέχρι που το σώμα του διαμελήθηκε. Αν και πέθανε ως μάρτυρας, η ζωή του, η επαγρύπνηση του, και τα δεινά του ήταν μάρτυρες της αγιότητας του. Με το «να γίνει όπως Αυτόν με τον θάνατο Του» (Φιλ. 3:10), στέφθηκε με την δόξα Του. Έγινε ένα παράδειγμα προς μίμηση, και ευλογία για να αποκτηθεί, και ένας μεσίτης του Κυρίου μας Χριστού και Σωτήρα Ιησού Χριστού, σ ‘Αυτόν ας είναι η δόξα για πάντα. Αμήν.

Μέσα από τις προσευχές του Ιερομάρτυρος Ιωσήφ του Δαμασκηνού και τους συντρόφους του, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον και σώσε ημάς. Αμήν.

Μεταφράστηκε από Noctoc
Η μνήμη του Αγίου Ιωσήφ του Δαμασκηνού εορτάζεται στις 10 Ιουλίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου