Λίγο πιο πάνω από τη Χούνη και πολύ ψηλότερα – κοντά στην κορυφογραμμή της χαράδρας- μπορεί να αγναντέψει κανείς ένα μικρό ερημοκλήσι – ορατό και από το δρόμο Άργους – Καρυάς – που είναι χτισμένο μέσα σε μια μεγάλη σπηλιά με απόκρημνο βράχο από πάνω της. Ανήκει στο Βρούστι και είναι αφιερωμένο στη μνήμη της Αγίας Ιερουσαλήμ ή της Υπαπαντής.
H Αγία Ρουσαλή Βρουστίου.
Η ιστορία του χάνεται στα χρόνια και πρέπει να χτίστηκε πριν από το 1700 μ.Χ. από σκηνίτες κτηνοτρόφους της ευρύτερης περιοχής. Οι ντόπιοι ονομάζουν το εκκλησάκι και την περιοχή «Άγια Ρουσαλή» και κάποτε το γιόρταζαν με μεγαλοπρέπεια δυο φορές το χρόνο, στις 2 Φεβρουαρίου και στις 2 Ιουλίου, οπότε συνέρεαν στη χάρη της, πέρα από τους Βρουστιώτες, και το σύνολο των κατοίκων των κοντινών οικισμών της Καρυάς: η Χούνη, τα Σπαναίικα, η Αγριλίτσα, το Γαλάτι, το Κοτρώνι, η Στραβή ράχη κ.λπ.
Παρόμοια εκκλησάκια και τοπωνύμια με μικρές παραλλαγές βρίσκουμε σε λίγες περιοχές της Ελλάδας. Συγκεκριμένα μικρό εξωκλήσι «Αγιαρσαλή» μέσα σε σπηλιά με απόκρημνα βράχια βρίσκεται στο χωριό Βελίτσα στην Τιθορέα Λοκρίδας. Από τα βράχια της σπηλιάς αυτής στάζει νερό, που συρρέει σε μια μεγάλη πελεκημένη βαθουλωτή πέτρα. Ίδια τοπωνύμια «Αγιαρσαλή» υπάρχουν στην Αμφίκλεια, στη Λιβαδειά, κοντά στη Δαύλεια, όπου είναι και μοναστήρι, στην Υπάτη Φθιώτιδας και στη νήσο Κέα (Τζια). Τοπωνύμιο «Αϊρσαλή» βρίσκουμε στο χωριό Ξυλικοί Φθιώτιδας , ενώ «Αρσαλή» ονομάζουν ναΐσκο στο βουνό Κνημίς πάνω από τα Καμμένα Βούρλα.
Το ξωκλήσι της Αγιαρσαλής στη Τιθορέα.
Τοπωνύμιο «Αγία Ρουσαλή» απαντά στη Ζάκυνθο και στην Κεφαλληνία , «Αϊρουσαλή» ή «Αρουσαλή» στην Πελοπόννησο,«Αροσαλή» και «Γερσαλή» στη Ρόδο , «Aρσαλιά» στη Βλάτση Μακεδονίας και στο χωριό Άγιος Γεώργιος Γρεβενών, ενώ ερημοκλήσι της Αγίας Ιερουσαλήμ υπάρχει στη Στυλίδα και ναός της «Αγίας Ιερουσαλήμ» στη Βέροια, όπου μαρτύρησε η Αγία Ιερουσαλήμ και τα τρία παιδιά της, όταν αυτοκράτορας στη Ρώμη ήταν ο Μάρκος Αυρήλιος Πρόβος (276-282 μ.Χ.). Στην Κρήτη, τέλος, στις ανατολικές κλιτύες του Ψηλορείτη καταγράφεται το 1894 «Μονή Ιερουσαλήμ».
Κοινό χαρακτηριστικό των περισσότερων από τις παραπάνω θέσεις είναι ότι βρίσκονται σε απόμερες και δυσπρόσιτες σπηλιές, στις οποίες τρέχει λίγο ή πολύ νερό, που οι παλαιότεροι το θεωρούσαν θαυματουργό «Αγιονέρι», γιατί πίστευαν, ότι θεραπεύει τις αρρώστιες. Ίσως γι αυτό ταυτίστηκε η γιορτή της Αγίας Ιερουσαλήμ σε κάποιες περιοχές με τη γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής. Είναι πολύ πιθανό μάλιστα στη συλλαβή « -ρου-» να λανθάνει παρήχηση της ροής των νερών.
Όλα αυτά τα τοπωνύμια και τα αντίστοιχα εκκλησάκια είναι πιθανό να οφείλονται και να είναι αφιερωμένα στην Αγία Ιερουσαλήμ και στα τρία παιδιά της, Σέκενδο, Σεκένδικο και Κήγορο ή Κέγουρο, που καταγόταν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και έζησε τον 3ο αιώνα μ.Χ. Η γυναίκα αυτή μετά το θάνατο του συζύγου της πήρε τη μεγάλη απόφαση να ταξιδέψει παντού και να κηρύξει το λόγο του Θεού. Ξεκίνησε με τα παιδιά της από την Αλεξάνδρεια κηρύττοντας από πόλη σε πόλη κατά της ειδωλολατρίας και έφτασε στη Ρώμη, την πρωτεύουσα του τότε Ρωμαϊκού κράτους. Στη συνέχεια ήρθε στα μέρη μας, πέρασε από την Αθήνα, τη Βοιωτία, τη Θεσσαλία και κατέληξε στη Βέρροια, όπου έγινε μοναχή και ανέπτυξε ιεραποστολική δράση οδηγώντας πολλούς ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη.
Την περίοδο εκείνη έγινε Αυτοκράτορας ο Μάρκος Αυρήλιος Πρόβος και διέταξε το διωγμό των Χριστιανών. Έτσι την κατήγγειλαν στον δούκα της Θεσσαλονίκης Κινδιανό, ο οποίος πήγε αυτοπροσώπως στη Βέροια για να την ανακρίνει και βλέποντας τη σταθερότητά της διέταξε να βασανιστεί. Εκτέλεσαν τα παιδιά της με βασανιστικό τρόπο, αφού ο ένας σύρθηκε πίσω από άλογα, ο δεύτερος ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου και ο τρίτος υποχρεώθηκε να φορέσει πυρωμένη περικεφαλαία. Τέλος αποκεφάλισαν και την αγία μητέρα τους ανάμεσα στα έτη 276-282. Η κάρα της σώζεται στον προσκυνηματικό Ι. Ν. Αγ. Αντωνίου, Πολιούχου της Βέροιας, και εορτάζεται πανηγυρικά στις 4 Σεπτεμβρίου. Η διάδοση του τοπωνυμίου της Αγίας Ιερουσαλήμ οφείλεται πιθανότατα στη λατρεία των πιστών της, ιδιαίτερα στους τόπους απ’ όπου πέρασε και δίδαξε, καθώς προχωρούσε προς τη Βέρροια, όπου βασανίστηκε απάνθρωπα η ίδια και τα παιδιά της.
Μια δεύτερη εκδοχή συνδέει τα τοπωνύμια και τις εκκλησίες αυτές με την ιερή πόλη της Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή πολλοί ελληνορθόδοξοι μοναχοί ή απλοί πιστοί είχαν μετοικήσει από την περιοχή των Ιεροσολύμων της Παλαιστίνης σε περιοχές του ελλαδικού χώρου, για να αποφύγουν τις διώξεις των Σαρακηνών ή των Εικονομάχων τον 8ο μ.Χ. αι. αλλά και των Σταυροφόρων το 13ο αιώνα μ.Χ. Η επικάλυψη του ονόματος της μάρτυρος Ιερουσαλήμ από το ομόηχο όνομα της πόλης Ιερουσαλήμ οφείλεται κυρίως στο ότι ο λαός άκουγε το όνομα της άγιας πόλης πάρα πολύ συχνά από τους κληρικούς, τους μοναχούς και τους ψάλτες . Έτσι σε κάποιες περιοχές φαίνεται ότι λησμονήθηκε σταδιακά η μνήμη της Αγίας Ιερουσαλήμ και η λατρεία της υποκαταστάθηκε από τη λατρεία της Παναγίας, που τόσο άμεσα συνδέονταν με την πόλη της Ιερουσαλήμ.
Γιατί όμως η Αγία Ιερουσαλήμ είναι η αγία των σπηλαίων και των βράχων; Γενικότερα η ταπείνωση και η λιτότητα των τοιχωμάτων ενός σπηλαίου συνδέεται από την πρώτη στιγμή με το χριστιανισμό. Μια ταπεινή σπηλιά στη Βηθλεέμ διάλεξε ο Θεάνθρωπος για την ενανθρώπισή του, αφού σύμφωνα με το βυζαντινό υμνωδό «εν τω σπηλαίω τίκτεται». Σ’ ένα σπήλαιο της Πάτμου γράφτηκε η αποκάλυψη του Ιωάννη. Μέσα σε σπηλιές φώλιασαν μοναχοί, βρήκαν καταφύγιο εικόνες και χτίστηκαν ξωκλήσια. Σε όλη την ελληνική επικράτεια αντικρίζουμε εκατοντάδες εκκλησάκια, αλλά και ολόκληρα μοναστηριακά συγκροτήματα σκαμμένα ή σκαρφαλωμένα σε βράχους. Άλλα απλές σπηλιές και άλλα περίτεχνες κατασκευές με αγιογραφίες ζωγραφισμένες ή λαξεμένες επάνω σε λείες επιφάνειες βράχων. Στις μέρες μας εκατοντάδες μοναστήρια, ασκηταριά και εκκλησίες βρίσκονται φωλιασμένες σε κάποιον βράχο της πατρίδας μας και αντιμετωπίζονται με σεβασμό από τους πιστούς κάθε περιοχής.
Υπάρχει όμως και μια ειδικότερη ερμηνεία. Στα Μεσαιωνικά χρόνια υπήρχαν πολλά ιεραποστολικά ταξίδια Μοναχών του Αγίου Τάφου στους Ελλαδικούς τόπους, όπου εργάζονταν για τη στερέωση της πίστης, έκαναν εράνους για συνδρομή των αγίων τόπων και έκτιζαν εκκλησάκια και Μονές. Αυτοί που μετοικούσαν έπαιρναν μαζί τους εικόνες και άλλα ιερά κειμήλια και μόναζαν σε δυσπρόσιτες σπηλιές. Ο ερχομός μοναχών από τους Αγίους Τόπους ήταν η αφορμή για την επικράτηση της ονομασίας Ιερουσαλήμ σε κάποιες περιοχές.
H Αγία Ρουσαλή Βρουστίου
Ίσως μια από αυτές να είναι η σπηλιά και το εξωκλήσι της Αγιαρουσαλής πάνω από τη Χούνη. Φαίνεται πως στη σπηλιά αυτή του Βρουστίου πάνω από τη Χούνη κατέφυγε κάποιος μοναχός από τα Ιεροσόλυμα και με τη βοήθεια των ντόπιων βοσκών, που είχαν τα κοπάδια τους στα στανοτόπια της περιοχής, ερείπια των οποίων σώζονται και σήμερα ανατολικά από το εκκλησάκι, έχτισε το εξωκλήσι κάτω από το βράχο και διαμόρφωσε τη σπηλιά σε ασκηταριό εξασφαλίζοντας και το νερό, που έσταξε από το βράχο. Το ξωκλήσι πήρε το όνομά του από τους Αγίους Τόπους και την πόλη της Ιερουσαλήμ, απ’ όπου προερχόταν ο ένας ή πολλοί μοναχοί που το έχτισαν και δεν έχει σχέση με την αγία Ιερουσαλήμ, η οποία άλλωστε σύμφωνα με την παράδοση και τις υπάρχουσες μαρτυρίες δε φαίνεται να πέρασε ποτέ από αυτά τα μέρη και δεν υπάρχει στην περιοχή αυτή ούτε εικόνα ούτε προφορική παράδοση σχετική με την Αγία Ιερουσαλήμ.
Το «αξιοπερίεργο» γεγονός ερημοκλήσια και μοναστήρια με το όνομα της Αγίας Ιερουσσαλήμ να είναι αφιερωμένα σε άλλους αγίους και να μη γιορτάζουν στις 4 Σεπτεμβρίου, που εορτάζει κανονικά η Αγία Ιερουσαλήμ, το συναντάμε και σε άλλες περιοχές, όπου η γιορτή της Αγίας Ιερουσαλήμ υποκαταστάθηκε από τη γιορτή της Παναγίας ή από τη γιορτή τοπικών Αγίων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Βέροιας, όπου υπήρχε ναός της Αγίας Ιερουσαλήμ που κάηκε το 1772 μ.Χ. και «…υποκατεστάθη από την πανήγυριν του Αγίου Αντωνίου». Στην Κεφαλληνία επίσης το Μοναστήρι της Παναγίας Ιερουσαλήμ το διαδέχτηκε μοναστήρι του Αγίου Γερασίμου – προστάτη της Κεφαλονιάς-, ο οποίος βρήκε ερειπωμένο μοναστήρι της Παναγίας Ιερουσαλήμ και, αφού το ανοικοδόμησε, το ονόμασε Νέα Ιερουσαλήμ. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, όπου υπάρχει εικόνα της Παναγίας, υπάρχει συνήθως και παράδοση ότι η Παναγία έφυγε από την Αγία πόλη Ιερουσαλήμ της Παλαιστίνης και κυνηγημένη κατέφυγε στη συγκεκριμένη σπηλιά.
Η Αγια-Ρουσαλή του Βρουστίου αφιερώθηκε στην Υπαπαντή του Κυρίου, όπως φαίνεται και από τη δεύτερη εικόνα αριστερά της αγίας πύλης μέσα στο εκκλησάκι και γιορτάζει κάθε χρόνο στις 2 Φεβρουαρίου, που είναι η γιορτή της Υπαπαντής. Υπαπαντή σημαίνει «προϋπάντηση»(υπό + απαντώ) και είναι η μέρα, που η Παναγία πήγε το Χριστό στην εκκλησία, 40 μέρες μετά τη γέννησή Του και βγήκε ο γέροντας Συμεών να προϋπαντήσει την Παναγία και το Βρέφος. Σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο, η Παρθένος Μαρία σαράντα μέρες μετά τη γέννηση του παιδιού Ιησού, αφού συμπλήρωσε το χρόνο καθαρισμού από τον τοκετό, πήγε στο Ναό της Ιερουσαλήμ μαζί με τον Ιωσήφ, για να εκτελεσθεί η τυπική αφιέρωση του βρέφους στο Θεό κατά το και να προσφέρουν την καθιερωμένη θυσία, που κατά την παράδοση ήταν ένα ζευγάρι τρυγόνια ή περιστέρια.
Η Αγία-Ρουσαλή του Βρουστίου.
Κάποτε όμως γιόρταζε και στις 2 Ιουλίου την κατάθεση της Αγίας Εσθήτας της Παναγίας. Τον Ιούλιο μάλιστα, που ευνοούσαν οι καιρικές συνθήκες, μέχρι τη δεκαετία του 1970 έφθαναν στην Αγια-Ρουσαλή οι κάτοικοι του Βρουστίου και των γύρω οικισμών, κυρίως γυναίκες και παιδιά, πεζοί ή με τα ζώα τους από την παραμονή της γιορτής εφοδιασμένοι με κουβέρτες και φαγητά. Παρακολουθούσαν τον εσπερινό, έτρωγαν τα φαγητά τους, έστρωναν τις κουβέρτες και «για το καλό», για να έχουν δηλαδή την ευλογία της Αγίας, κοιμόντουσαν μέσα στη σπηλιά. Την άλλη μέρα παρακολουθούσαν τη λειτουργία, γλεντούσαν με τραγούδια και χορούς και μετά το μεσημέρι επέστρεφαν στα σπίτια τους.
Ο μοναδικός δρόμος για να φτάσει κανείς στην Αγια-Ρουσαλή του Βρουστίου είναι ένας χωματόδρομος βατός και με αγροτικά κυρίως αυτοκίνητα, που ξεκινάει από την τελευταία στροφή του δρόμου προς το Βρούστι, τη «στροφή του Ζαφείρη» λίγο πριν φτάσουμε στο χωριό, και οδηγεί ανατολικά. Μετά από 2 περίπου χιλιόμετρα ευθείας σχετικά πορείας φτάνουμε στην τοποθεσία «Διάσελο» και αν συνεχίσουμε ευθεία θα περάσουμε από τις «Ράχες», ένα οροπέδιο με θέα προς το βόρειο τμήμα του αργολικού κάμπου, και κατηφορίζοντας ευθεία θα φτάσουμε στα Σταθαίικα και αριστερά στο εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου με τις πηγές «Κλίμα», από όπου υδρεύονταν παλαιότερα τα Σταθαίικα, και συνέχεια στην Αγία Μαρίνα και το Σχοινοχώρι.
Από το Διάσελο όμως μπορούμε να πάρουμε το δρόμο που οδηγεί δεξιά προς την περιοχή «Ψηλή Γκορτσιά» και σε απόσταση 1, 7 περίπου χιλιομέτρων θα φτάσουμε σε μια νέα διασταύρωση. Ο δρόμος αριστερά οδηγεί σ’ ένα μεγάλο πάρκο με φωτοβολταϊκά, που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια. Ο δρόμος δεξιά κατηφορίζει και μετά από μερικές στροφές καταλήγει μετά από 1,3 ακόμα χιλιόμετρα κάτω από τη σπηλιά της Αγια-Ρουσαλής. Στα τελευταία 300 περίπου μέτρα ο δρόμος είναι πολύ κατηφορικός και δύσβατος και μόνο με αγροτικό αυτοκίνητο μπορούμε να τον διαβούμε με ασφάλεια, ειδικά στη φάση της επιστροφής, παρά τη βελτίωση που έκανε τα τελευταία χρόνια ο πολιτιστικός σύλλογος του Βρουστίου «Η Πλατάνα».
Η είσοδος
Παλαιότερα κάποιοι προσκυνητές ανέβαιναν πεζοί και από τη Χούνη μέσα από ένα ανηφορικό και δύσβατο μονοπάτι, που σήμερα είναι πολύ δύσκολο να το βρει και να το περάσει κάποιος. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η Αγια-Ρουσαλή είναι ορατή από το δρόμο Άργους – Καρυάς, αφού στέκεται επιβλητική πάνω από τον οικισμό της Χούνης και μπορεί να την παρατηρήσει κανείς καλά από ένα πρατήριο καυσίμων, που βρίσκεται αριστερά του δρόμου στο ύψος της Χούνης.
Φτάνοντας κάτω από τη σπηλιά αντικρίζουμε ένα ψηλό πέτρινο τείχος, που κλείνει την είσοδό της και τη μετατρέπει σε οχυρό. Η τεράστια σπηλιά σκεπάζει ολόκληρο το εκκλησάκι, που είναι χτισμένο μέσα στη σπηλιά, και αφήνει επιπλέον ένα μεγάλο εσωτερικό προαύλιο. Αν κοιτάξουμε κάτω προς τη Χούνη, πριν μπούμε στο εσωτερικό του οχυρού, διαπιστώνουμε ότι βρισκόμαστε στην κορυφή ενός απότομου γκρεμού, που τρομάζει και προκαλεί ίλιγγο σε όσους δεν έχουν παρόμοιες εμπειρίες.
Η είσοδος στη σπηλιά – οχυρό γίνεται από μια παμπάλαια δρύινη πόρτα με χαραγμένα πάνω της τα σημάδια του χρόνου. Πάνω από την πόρτα και λίγο ανατολικότερα μια μικρή καμπάνα κρέμεται στερεωμένη στην κορυφή του πέτρινου τείχους με την αλυσίδα της να καταλήγει στην αρχή της τσιμεντένιας σκάλας, που οδηγεί στην είσοδο. Αν στρέψουμε τα μάτια μας προς το νότο από το πλατύσκαλο, πριν περάσουμε την είσοδο, θα διακρίνουμε στο βάθος πεντακάθαρα τον αργολικό κόλπο με τη Νέα Κίο στη μια πλευρά του και το Ναύπλιο απέναντι στο βάθος. Όταν ο ορίζοντας είναι καθαρός, θαρρεί κανείς ότι θα φανούν και οι Σπέτσες στο βάθος της εκπληκτικής εικόνας, που έχει μπροστά του.
Στο εσωτερικό του οχυρού, στη δεξιά πλευρά λίγο μετά την είσοδο, υπάρχει μια στέρνα με πέτρινο στόμιο, γύρω από το οποίο έχει κτιστεί πέτρινος αναβαθμός, που σχηματίζει μια μεγάλη κυκλική επίπεδη επιφάνεια στρωμένη με τσιμέντο. Το στόμιο της στέρνας κλείνει με σιδερένιο καπάκι και πάνω του υπάρχει ο κλασικός μεταλλικός κουβάς με το σκοινί για την άντληση του νερού, που αναβλύζει μέσα από το βράχο πεντακάθαρο και δροσερό. Αυτό το νερό έπιναν οι προσκυνητές και οι επισκέπτες, αλλά και με αυτό το νερό πότιζαν οι τσοπαναραίοι τα γίδια τους, που έβοσκαν στην πλαγιά γύρω από το ξωκλήσι. Επειδή όμως τα ζωντανά τους καλοκαιρινούς μήνες στάλιζαν κιόλας μέσα στη δροσιά της σπηλιάς και άφηναν τις κοπριές τους, δημιουργήθηκε μια ανοιχτή τετράγωνη τσιμεντένια δεξαμενή – λινός έξω από το τείχος, όπου διοχέτευαν οι τσοπαναραίοι το νερό της στέρνας, για να ποτίσουν τα ζώα τους.
Η στέρνα με το πέτρινο στόμιο.
Στη νοτιοδυτική πλευρά του εσωτερικού της σπηλιάς είναι χτισμένο με πέτρα το μικρό εκκλησάκι της Υπαπαντής, που καλύπτεται ολόκληρο από το βράχο της σπηλιάς. Τα κεραμίδια στη στέγη του χρησιμεύουν για την προστασία από τις σταλαγματιές νερού, που στάζουν από το βράχο ιδιαίτερη τη χειμερινή περίοδο. Στο εσωτερικό του μικρού ναΐσκου διακρίνουμε την παραδοσιακή διαρρύθμιση με δυο κανονικά μανουάλια κι ένα χαμηλότερο, το ξύλινο στασίδι για τους ψάλτες και την κλασική εικονογραφία των ορθόδοξων ναών με τον Ιησού Χριστό και την Παναγία αριστερά και δεξιά της ωραίας πύλης και την εικόνα της Υπαπαντής δίπλα από την εικόνα της Παναγίας.
Το πέτρινο τείχος κλείνει την σπηλιά στις δύο πλευρές.
Σε όλη την εσωτερική του επιφάνεια διακρίνονται μια σειρά από πολεμίστρες.
Το πέτρινο τείχος που κλείνει την σπηλιά στις δύο πλευρές του ακουμπάει στην οροφή της σπηλιάς, ενώ στο κεντρικό του τμήμα έχουν καταρρεύσει τα υψηλότερα τμήματά του. Σε όλη την εσωτερική του επιφάνεια διακρίνονται μια σειρά από πολεμίστρες με το άνοιγμά τους να βλέπει προς τη Χούνη. Ολόκληρη η σπηλιά αυτή με την εκκλησία στο εσωτερικό της αποτελεί φυσικό κάστρο και οχυρό εκ της θέσεώς της στην κορυφή της απόκρημνης πλαγιάς. Σύμφωνα με την παράδοση στα Ορλωφικά την περίοδο του 1770 η σπηλιά της χρησίμεψε ως καταφύγιο των κυνηγημένων από τους Τούρκους Αργείων, ενώ στη διάρκεια της Ελληνικής επανάστασης του 1821 αποτέλεσε άντρο και ορμητήριο του καπετάν Δαγρέ κατά του Ιμπραήμ.
Ο εορτασμός της Αγια-Ρουσαλής στις 2 Φεβρουαρίου έχει αναβιώσει τα τελευταία χρόνια με πρωτοβουλία του δραστήριου Πολιτιστικού και Εξωραϊστικού Συλλόγου Βρουστίου «Η ΠΛΑΤΑΝΑ», ο οποίος κατάφερε να συντηρήσει την εκκλησία, να βελτιώσει το δρόμο, που οδηγεί στο ερημοκλήσι, και να διαμορφώσει ένα χώρο παρκαρίσματος κάτω από την εκκλησία, που κάνει πιο εύκολη και ασφαλή την πρόσβαση με αυτοκίνητο.
Πηγές:
Βασιλόπουλος Δ. Χαρ., «Η Αγία Ιερουσαλήμ», Εκδόσεις Ορθόδοξος Τύπος, Αθήναι 1980.
Βελέντζας Θανάσης, «To τοπωνύμιο “Αγιαρσαλή”», ηλεκτρονική εφημερίδα e-tithorea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου