Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2015

Η Αγιότης ως τις ημέρες μας

Γράφει ο Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας | Romfea.gr
Οἱ Ἅγιοί μας ποτὲ δὲν ὑπῆρξαν ὑπερφυσικὰ ὄντα ἂν καὶ πολιτεύθηκαν ξεπερνώντας τὴν ἀνθρώπινη φύση.
Ἦταν ἄνθρωποι «ὁμοιοπαθεῖς ἡμῖν» (Ἰακ. ε΄ 17), ποὺ φοροῦσαν τὸ ἴδιο μὲ ἐμᾶς χοϊκὸ σαρκίο καὶ ζοῦσαν, ὅπως καὶ ἐμεῖς, τὴ μεταπτωτικὴ κατάσταση τῶν πόνων, τῶν θλίψεων καὶ τῶν ἀγώνων γιὰ τὴν ἐπιβίωση.
Διαφέρουν ἀπὸ ἐμᾶς στὸ χρόνο, ἂν καὶ Ἅγιοι ἀναδεικνύονται σὲ κάθε ἐποχή, καὶ στὸν τόπο, ἂν καὶ οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι θὰ εἶναι ὄχι τῆς ἐρημίας καὶ τῶν διωγμῶν, ἀλλὰ τῆς ἐρημίας τῶν πόλεων καὶ τῆς ὁμολογίας τῆς πίστεως. Δὲν διαφέρουν ὅμως καὶ στὸν τρόπο.

Καὶ τοῦτο γιατὶ οἱ ἄνθρωποι μέσα στοὺς αἰῶνες κουβαλοῦν τὸ ἴδιο ψυχικὸ ἄλγος, τὰ ἴδια προβλήματα, τὶς ἴδιες θλίψεις, τὴν ἴδια ἀγωνία τοῦ θανάτου, ὅπως μᾶς λέει καὶ ὁ μεγάλος μας Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «Σὰν νἄχαν ποτὲ τελειωμὸ τὰ πάθια κι οἱ καϋμοὶ τοῦ κόσμου», ἀλλὰ καὶ τὸ ἴδιο ψυχικὸ σθένος, ὥστε ἡ ἁγιότης νὰ μετριέται «μὲ τῆς καρδιᾶς τὸ πύρωμα καὶ μὲ τὸ αἷμα».

Οἱ Ἅγιοί μας ἦταν, ὅπως εἶναι καὶ σήμερα, ἀγωνιστὲς τῆς ζωῆς, ἀγωνιστὲς τῆς ἀρετῆς, ἀγωνιστὲς νόμιμοι στὸ στίβο τοῦ ἤθους, τῆς ὁμολογίας, τῶν πατρικῶν παραδόσεων καὶ τῆς ψυχικῆς κενώσεως στὴν ὑπηρεσία τοῦ πλησίον.

Αὐτοὶ δὲν ἁγίασαν μὲ τὶς προσωπικές τους δυνάμεις, ἀφοῦ χωρὶς τὴ θεία δύναμη δὲν ἐπιτυγχάνει κανεὶς τίποτα, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰωάν. ιε΄ 5).

Οὔτε, ἐπίσης, ἁγίασαν μὲ τὰ ἔργα τους, ἀφοῦ «ἐξ ἔργων νόμου οὐ δικαιωθήσεται πᾶσα σάρξ» (Ῥωμ. γ΄ 20), ἀλλὰ ὁ δίκαιος «ἐκ πίστεως ζήσεται» (Ῥωμ. α΄ 17).

Δηλαδή, δὲν μᾶς ἁγιάζουν τὰ ὁποιαδήποτε καλὰ ἔργα, ἀλλὰ μόνον τὰ ἔργα τῆς πίστεως, ἐκεῖνα ποὺ ἐπιβεβαιώνουν τὴν πίστη μας στὸ Χριστό, στὴν αὐταγάπη, συνεπῶς τὰ ἔργα ἀγάπης, τὰ ἔργα ποὺ ὑλοποιοῦν τὴν πνοὴ τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως.

Τὰ ἔργα αὐτὰ εἶναι τὰ ἔργα τῆς καθημερινότητος ποὺ μᾶς κατατάσσουν στὴ χορεία τῶν πιστῶν στὸ Χριστό, ἀφοῦ «ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι» (Ἰακ. β΄ 26) καὶ τὰ ἔργα αὐτὰ ἀποτελοῦν μόνιμη φροντίδα μας καὶ ἀντικείμενο ἐκμαθήσεώς τους.

Στὶς ἔννοιες τῶν ἔργων αὐτῶν ἐμβάθυναν καὶ οἱ Ἅγιοί μας, ὥστε νὰ βρίσκουν τρόπους ποὺ μέσα ἀπὸ αὐτὰ νὰ φαίνεται ἡ πίστη τους.

Δὲν ζοῦσαν ἐκτὸς πραγματικότητος οἱ Ἅγιοί μας, ἀλλὰ ἐνημερώνονταν γιὰ τὰ ἐπίκαιρα προβλήματα καὶ κατανοοῦσαν τὸ μέγεθός τους, γιὰ νὰ μποροῦν ἀνάλογα νὰ συντρέχουν καὶ νὰ ἔρχονται ἀρωγοὶ στοὺς ἐμπερίστατους δείχνοντας σπλάχνα οἰκτιρμῶν καὶ ἀδελφικῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης.

Τὰ καλὰ ἔργα γίνονται ἀπὸ ἐμᾶς ὄχι μόνον ὡς προσφορὰ στοὺς ἄλλους, ἀλλὰ πρωτίστως ὡς προσφορὰ στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας, γιατὶ μένοντας στὴν πράξη τῆς ἀγάπης, μένουμε στὸ Χριστό, και μένοντας σὲ Αὐτὸν βιώνουμε ἀπὸ τώρα τὴ χάρη τῆς σωτηρίας μας.

Οἱ Ἅγιοι, ὅπως κι ἐμεῖς σήμερα, ὅπως καὶ οἱ μελλοντικὲς γενιές, ἔχοντας ἐπίγνωση τῆς ἀδυναμίας μας βάζουμε τὴν πρόθεση καὶ ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Καὶ Ἐκεῖνος βραβεύει τὴν πρόθεσή μας αὐτή, τὴν ἐπαινεῖ, ὅπως μᾶς λέγει στὸν Κατηχητικό του λόγο ὁ Μέγας Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, καὶ ἔρχεται ἀρωγὸς, γιὰ νὰ καλύψει τὶς ἀδυναμίες μας καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴ σωτηρία, στὴν ἁγιότητα καὶ στὴ θέωση.

Ποῦ διέφεραν καὶ ποῦ διαφέρουν οἱ Ἅγιοι ἀπὸ ἐμᾶς; Διέφεραν καὶ διαφέρουν στὴν πληρότητα τῆς καρδιᾶς τους ἀπὸ τὴ θεϊκὴ ἀγάπη, ἀφοῦ δὲν τοὺς γέμιζε ποτὲ οὔτε μέχρι σήμερα τοὺς γεμίζει τὴ ζωὴ ἡ κοσμικὴ δόξα, οἱ ἀνέσεις, τὰ πλούτη καὶ ἡ κοινωνικὴ καταξίωση.

Αὐτὲς τὶς πρόσκαιρες ἐπιδιώξεις ἐπιζητοῦμε ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε κοσμικὸ φρόνημα, ποὺ ἔχουμε κενὸ στὴν καρδιά μας δυσαναπλήρωτο καὶ ἀντὶ νὰ τὸ γεμίσουμε μὲ Θεὸ προσπαθοῦμε, χωρὶς ἐπιτυχία βέβαια, νὰ τὸ γεμίσουμε μὲ χαρὲς καὶ ἀνέσεις τοῦ κόσμου τούτου.

Ἡ πληρότητα αὐτὴ τῆς καρδιᾶς δὲν ἀφήνει στοὺς Ἁγίους περιθώρια κενοδοξίας. Ἐπιδιώκουν τὴν ἀφάνεια, τὴν ταπείνωση, τὴν ἄμεση καὶ διαρκῆ ἐπικοινωνία μὲ τὴν οὐράνια ἀγάπη, τὸ Δημιουργὸ καὶ Σωτήρα μας.

Γι’ αὐτὸ καὶ βλέπουμε ἕνα πλῆθος ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μας, ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ νὰ κατευθύνουν τὰ βήματά τους στὶς ἐρήμους, στὰ ἀπόμερα Μοναστήρια, στὶς σπηλιὲς καὶ στὶς κορυφὲς τῶν ὀρέων, ὅπου φτιάχνουν τὴν ἀσκητική τους φωλιά, σὰν φιλέρημα στρουθία, σὰν ὄρνεα «μονάζοντα ἐπὶ δώματος» (Ψαλμ. 101, 8).

Ἕνα ἄλλο πάλι πλῆθος ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μας, ἰδίως στὶς ἡμέρες μας, παραμένει μέσα στὶς πόλεις, μέσα στὰ διαμερίσματα, τὰ σύγχρονα κελλιά. Σὲ αὐτὰ βιάζοντας τοὺς ἑαυτούς τους οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι ἀγωνίζονται τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως ἀπὸ αὐτὲς τὶς «κοσμικὲς ἐπάλξεις» γνωρίζοντας, ὅπως εἴπαμε, ὅτι δὲν ἁγιάζει ὁ τόπος, ἀλλὰ ὁ τρόπος καὶ ὅτι «βιασταὶ ἁρπάζουσι» (Ματθ. ια΄ 12) τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἕνα ἐργοστάσιο ἁγιότητος. Ἡ παραγωγή του εἶναι ἡ δημιουργία Ἁγίων. Εἶναι ἕνα χωράφι στὸ ὁποῖο σπέρνεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ θερίζεται ἁγιότητα. Ὅπως τὸ χῶμα στὰ λιβάδια βγάζει εὔοσμα ἄνθη, γαρύφαλλα, τριαντάφυλλα, βιολέτες, ἀλλὰ βγάζει καὶ τριβόλια καὶ ἀγκάθια, ἔτσι καὶ τὰ λιβάδια τῶν ψυχῶν βγάζουν μυρωδάτα ἄνθη, ἀλλὰ βγάζουν καὶ ζιζάνια κάθε ἐποχῆς.

Βγάζει Ἁγίους ἡ Ἐκκλησία μας μέσα σὲ μιὰ κοινωνία ποὺ παραπαίει καὶ τὴν ἔχουν πνίξει τὰ ζιζάνια τῶν αἱρετικῶν, τῶν ἀθέων, τῶν σύγχρονων εἰδωλολατρῶν, τῶν ἀνθρώπων τοῦ κοσμοκράτορος τοῦ αἰῶνος τούτου, τοῦ ἀπαταιῶνος. Ὑπάρχουν καὶ σήμερα Ἅγιοι.

Τὰ ὀνόματά τους δὲν διαφημίζονται στὶς ἐφημερίδες, στὶς τηλεοράσεις, στὰ μέσα μαζικῆς ἐπικοινωνίας. Παραμένουν ἄγνωστοι, ἂν καὶ εἶναι ἄνθρωποι τῆς διπλανῆς πόρτας, τοῦ διπλανοῦ διαμερίσματος.

Ἡ ἁγιότητα δὲν προβάλλεται. Παραμένει σιωπηλή, γιατὶ δὲν στοχεύχει στὴν ἀνθρώπινη δόξα. Δὲν τὴν ἐνδιαφέρει ἡ γνώμη τῶν πολλῶν.

Τὴν ἐνδιαφέρει μόνο ἡ εὐαρέσκεια τοῦ Κυρίου τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, Αὐτοῦ ποὺ γνωρίζει τοὺς ἀγῶνες μας καὶ περιμένει νὰ μᾶς δώσει «τὸ βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως» (Φιλι. γ΄ 12), τὸ στέμμα τῆς ἀφθαρσίας.

Ἕνα ζωντανὸ σύγχρονο παράδειγμα ἁγιότητος ἔχουμε τὸ Γέροντα Γαβριήλ, τὸν Ἡγούμενο τῆς κατεχόμενης Μονῆς τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα. Τὸν ζήσαμε, τὸν ἀκούσαμε, τὸν συνανασταφήκαμε, τὸν συμβουλευθήκαμε, τὸν θαυμάσαμε.

Μήπως ἡ ζωή του ἦταν ὑποκριτική, γιὰ τὸ «θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις» (Ματθ. κγ΄ 5); Ἀσφαλῶ ὄχι. Ἦταν πρότυπο ἁγιότητος, ἁπλότητος, καταδεκτικότητος, ὑπομονῆς, ἐπιεικείας, ταπεινώσεως. Ὅ,τι ἔπραττε τὸ ἔπραττε, γιατὶ τὸ πίστευε καὶ τὴ χαρά του, τὴν «πεπληρωμένη» (Α΄ Ἰωάν. α΄ 14), τὴν ἔδειχνε μὲ τὴ μόνιμη χαρὰ ποὺ ἀκτινοβολοῦσε.

Μαζί, λοιπόν, μὲ τοὺς Ἁγίους Πάντες συγκαταριθμήθηκε καὶ αὐτός, γιὰ νὰ τὸν ἔχουμε παράδειγμα καὶ ὁδοδείκτη μας. «Ἄξια γὰρ ὧν ἔπραξεν ἐκεῖνος ἀπολαμβάνει» (Λουκ. κγ΄ 41). Οἱ θαυμαστὲς ἐμφανίσεις του καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του σὲ πολλοὺς γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους αὐτὸ βεβαιώνει.

Καὶ μᾶς χαροποιεῖ, γιατὶ ὅλοι μας ἔχουμε στὸν οὐρανὸ ἕνα πρεσβευτή, ἕνα μεσίτη, ἕναν «οἰκεῖο» (Ἠσ. λα΄ 9), ἕναν Ἅγιο, γιὰ νὰ μᾶς ὑποδεχθεῖ, ὅταν μᾶς καλέσει ὁ Κύριος. Ἂς ἀγωνιζόμαστε, λοιπόν, καὶ τὸ στεφάνι τῆς ἁγιότητος μαζὶ μὲ Ἐκεῖνον μᾶς περιμένει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου