Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Δευτέρα 13 Απριλίου 2015

Ιερά Μονή Καταμόνας

ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΚΑΤΑΜΟΝΑΣ
† ΑΡΧΙΜ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ
Τα έθνη του αρχαίου κόσμου συνήθιζαν να ιδρύ­ουν τους ναούς τους πάνω σε όρη και λόφους και να λαξεύουν μέσα σε βράχους τους τάφους των προγό­νων τους με κάποια κανονικότητα. 
Εκεί εκδήλω­ναν με μεγαλοπρέπεια τις θρησκευτικές τους πε­ποιθήσεις σε κάθε κοιλάδα και φαράγγι και ποταμό και εικόνιζαν και περιέγραφαν με θερμή φαντασία τα εθνικά τους κατορθώματα, όπως διαβάζουμε στην κοσμική ιστορία. Έτσι και στην Παλαιστίνη όλα τα βουνά και οι πεδιάδες, τα όρη και οι κοιλά­δες και οι λόφοι και τα φαράγγια και οι ποταμοί και οι λίμνες συνδέονται με ιστορικές αναμνήσεις και θαυμαστά γεγονότα της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης και με θρησκευτικές παραδόσεις. Αληθι­νά, κάθε ένα από αυτά, μέσα στο θέατρο της ιστο­ρίας, ελκύει την προσοχή του περίεργου αναγνώ­στη και τον οδηγεί στον πολυανθισμένο κήπο της αρχαιότητας, ο οποίος με ευχαρίστηση συλλέγει τα ευωδιαστά λουλούδια των ποικίλων γνώσεων για τα πράγματα της εκκλησίας και της πολιτείας. Όπου και αν βαδίσει κανείς, τον συνέχει κάποια ιστορική φωνή και κάποιο μυστηριακό γεγονός τον εκπλήσσει. στον Ιορδάνη ποταμό να βαπτίζεται εκεί όπου βαπτίστηκε ο Χριστός, στην Τιβεριάδα να φέρ­νει στη μνήμη του τους αγίους αποστόλους να ψαρεύ­ουν, τον Πέτρο να περπατάει πάνω στα νερά της και τον Ιησού να περιοδεύει στις παραλιακές πόλεις και να διδάσκει τους όχλους τη σωτηρία. Θαυμάσια γεγονότα αυτού του είδους παρουσιάζει στον θεατή και η πεδιάδα Ιεσράελ και το όρος Θαβώρ και το ορός των Ελαιών και το πεδίο των Γιγάντων και το άγιο Σπήλαιο της Βηθλεέμ και άλλα πολύ περισσότερα απ' αυτά, τα οποία αφήνουμε στη μελέτη των φιλομαθών αναγνωστών, επειδή το κάθε ένα έχει ειδικό θέμα, και περιοριζόμαστε σε μία σύντομη περιγραφή του λόφου, που ονομάζεται Καταμόνας.
Νοτιοδυτικά της πόλεως των Ιεροσολύμων υπάρχουν βουνά και λόφοι που ορίζουν τη δυτική γραμμή της κοιλάδας των Τιτάνων, δηλ. του πεδί­ου των Γιγάντων1, το οποίο αρχίζει από τη βάση του όρους, πάνω στο οποίο είναι η Ιερά Μονή του Προφήτου Ηλιού, και τελειώνει προς τα βόρεια μέχρι το φαράγγι Γιών. Μεταξύ λοιπόν της κοιλά­δας των Γιγάντων και της κοιλάδας του Σταυρού, δηλ. της βαδ-ιλ-πάσσα, υψώνεται βουνό επίμηκες που εκτείνεται από νότο προς τον βορρά, δηλ. αρχίζει από την κοιλάδα Άχμετ και φθάνει βόρεια, μέχρι εκεί που υπάρχει το μεγάλο σχολείο των Λατίνων, δηλ. μέχρι τους μύλους του Ιμβραήμ πασσά, που στους πρόποδές του βρισκόταν παλαιά η Ιερά Μονή του αγίου Βαβύλα, της οποίας και τώρα σώζονται σωροί από ερείπια2 και σχηματίζεται απ' εκεί χαμηλά η κοιλάδα Εννόμ.
Πάνω σε αυτό το βουνό σχηματίζονται με κάποια κορυφογραμμή δύο επιμήκεις κορυφές, που έχουν τις πλαγιές τους πετρώδεις και ανώμαλες και που ενίοτε μετατρέπονται σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις3. Στα άκρα της νότιας κορυφής, της οποίας οι πλευρές κλί­νουν προς την κοιλάδα του Άχμετ, υπήρχαν από παλαιά σωροί από ερείπια και υπόγειες δεξαμενές (στέρνες), γεμάτες από πέτρες και χώματα. Όχι πολύ μακριά από αυτές προς βορράν υπάρχουν και τάφοι υπόγειοι, όπως και αλλού, κοντά στα ερεί­πια, κατασκευασμένοι με σμίλη μέσα σε τιτανικούς βράχους και χωρισμένοι σε πολλούς θαλάμους, στις πλευρές των οποίων υπάρχουν διαφόρων ειδών σαρκοφάγοι, που είλκυσαν την προσοχή των περιηγητών. Μερικά από τα περίεργα τεχνητά αυτά σπήλαια έχουν λαξευμένη την πρόσοψη με θαυμάσιο τρόπο και στους παραστάτες και στις στήλες πάνω στον βράχο άλλα σκαλισμένα κοσμή­ματα με αρχιτεκτονικό ρυθμό. Άλλες από τις εισό­δους αυτών των σπηλαίων είναι πλατιές και ψηλές και άλλες στενές και χαμηλές, ώστε μόνο έρποντας μπορεί κανείς να περάσει μέσα απ' αυτές. Το βου­νό αυτό έχει προς τα βόρεια τη χαμηλή κοιλάδα Εννόμ, όπου μέχρι και σήμερα σώζεται και η πα­ραπάνω κολυμβήθρα, την οποία αναφέρει ο προφή­της Ιερεμίας4, και ανατολικά εκτείνεται το πεδίο των Γιγάντων, το οποίο σε όλη του την έκταση, όταν καλλιεργείται, δίνει στον θεατή τερπνό θέα­μα, και δυτικά υπάρχει η κοιλάδα του ηγεμόνα ή, κατά τους Άραβες, η βαδ-ιλ-πάσσα, στην οποία έχει ιδρυθεί η Ιερά Μονή του Τιμίου Σταύρου5, η οποία ποικίλλεται από κοιλώματα και υψώματα και από τις ελαιοφυτείες. Προς τον νότο έχει όρη και την κοιλάδα του Άχμετ (βαδ-ιλ-Άχμετ). Η κοιλάδα αυτή είναι, σε ορισμένα μέρη ελαιόφυτη και φθάνει μέχρι εκεί που υπάρχουν οι κήποι του χωριού Μάλχα6, που ποτίζονται από γάργαρα νε­ρά, που τρέχουν ασταμάτητα.
Η πάρα πολύ αρχαία παράδοση των κατοίκων των λόφων της Σιών διασώζει ότι πάνω στον λόφο, που βρίσκεται νότια του επιμήκους βουνού, το οποίο μόλις τώρα περιγράψαμε, ήταν το σπίτι του δικαίου και ευσεβούς Συμεών. Μέσα στον κήπο του υπήρχαν και οι τάφοι της οικογενείας του, ό­πως ήταν συνήθεια στους Ιουδαίους και σε άλλους αρχαίους λαούς, όπως π.χ. της Αιγύπτου, της Πα­λαιστίνης και της Συρίας. Και όσα ήταν οικοδομή­ματα των αρχαιοτάτων χρόνων, τα κατάστρεψε όλα ο πανδαμάτορας χρόνος και τα αφάνισε, το ότι όμως στο παρελθόν ήταν οικοδομές στερεές και μεγαλοπρεπείς το μαρτυρούν οι πάρα πολύ μεγάλες και λαξευμένες πέτρες της οικοδομής, που σώζο­νται μέχρι σήμερα, οι γύρω από την οικοδομή διά­φορες υπόγειες δεξαμενές (στέρνες) και πολλά τε­μάχια του εδάφους στρωμένα με ψηφίδες, τα οποία είναι τεκμήρια των μεγαλοπρεπών οικοδομών, που χτίστηκαν στη χριστιανική εποχή. Το έτος 1177 ο βασιλιάς της Ιβηρίας Βαχτάγγ Γκαργκασλάν, αφού συμμάχησε με τους σουλτάνους της Αιγύπτου κατά των σταυροφόρων, κατέλαβε το μοναστήρι του Τι­μίου Σταυρού και άλλα μοναστήρια και για να τα διατηρήσει και να τα διαφυλάξει ενοίκησε σε αυτά Ίβηρες πολλούς από την Ιβηρία, μερικοί, μάλιστα απ' αυτούς μετοίκησαν και σε διάφορα χωριά7.
Είναι πολύ πιθανό ότι οι Ίβηρες, επειδή είχαν επιρροή τότε στους Τούρκους, κατόρθωσαν να ανε­γείρουν πάνω στα αρχαία ερείπια του Καταμόνας8 ψηλό και δυνατό πύργο και νέες οικοδομές για την κατοίκηση Ιβήρων μοναχών και επισκεύασαν τον ιερό ναό, που ήταν σε αυτό, στο όνομα του αγίου Συμεών του Θεοδόχου, φυλάσσοντας την αρχαία παράδοση, ότι εκεί ήταν το σπίτι και ο κήπος της οικογενείας τους. Φαίνεται ότι λόγω των συχνών επιδρομών των Αράβων η Ιερά αυτή Μονή με την πάροδο του χρόνου καταστράφηκε, ακολουθώ­ντας την τύχη και άλλων μονών. Ο περιηγητής Τόβλεν στο Οδοιπορικό του αφηγείται τα εξής: «Το έτος 1483 και 1519 φαινόταν κάποιος μεγά­λος και υψηλός πύργος μήκους 20 μέτρων, κατα­στραμμένος εν μέρει με πολλά ερειπωμένα θολώ­ματα. Το έτος όμως 1542 τον είδε να διατηρείται κάπως καλύτερα από τα άλλα γύρω του οικοδομή­ματα9. Επειδή το έτος 1527 οι βασιλείς των Ιβήρων, Δαυίδ και Λέων, συμμάχησαν με το σουλ­τάνο Σουλεϊμάν κατά των Σουλτάνων της Αιγύ­πτου και τους κατατρόπωσαν, παραχώρησε ο σουλ­τάνος του Βυζαντίου στους Ίβηρες πολλά προνό­μια και τόπους και άδεια να κατασκευάζουν τα κα­τεστραμμένα και ετοιμόρροπα μοναστήρια. Τότε οι Ίβηρες βασιλιάδες ανακαίνισαν πολλά μοναστή­ρια, ανάμεσα στα οποία φαίνεται ότι ανακαινίστη­κε πάλι και το Καταμόνας, στο όποιο φαίνεται ότι κατοικούσαν Ίβηρες μοναχοί, που υπάγονταν στο μοναστήρι του Τιμίου Σταύρου, που όπως είπαμε, ευρίσκεται λίγο πιο ψηλά προς τα δυτικά. Σε αυτό πολλοί Ίβηρες ιερομόναχοι και μοναχοί ζούσαν το μοναστικό βίο με κοινοβιακή τάξη»10.
Ο περιηγητής Τόβλεν αναφέρει ότι το έτος 1583 υπήρχε κάποιος πύργος ψηλός και παλαιός, το έτος όμως 1620 φαινόταν κάποιο πυργοειδές οικοδόμη­μα, κατεστραμμένο από τον χρόνο και τις επι­δρομές ίσως των Αράβων. Το πυργοειδές αυτό οικοδόμημα είχε ακόμη περισσότερα από δέκα οικήματα, στα οποία κατοικούσαν, οι Ίβηρες μοναχοί. Φαίνεται ότι εκείνη την εποχή έπαθε κατα­στροφές η Ιερά Μονή και πάλι οι βασιλείς της Ιβηρίας την επισκεύασαν. γιατί ο Τόβλεν στο Οδοιπορικό τουλέει ότι το έτος 1646 φαινόταν κάποιος πύργος τετράγωνος, από λευκή πέτρα και ψηλός και σε αυτόν υπήρχαν μερικά μικρά και ακατοίκη­τα οικήματα και οι Μινορίτες (Λατίνοι) εκτελούσαν κάποτε εκεί πάνω στα ερείπια τη λειτουργία τους. Όμως το μίσος των κακών ανθρώπων εναντίον των χριστιανών ώθησε και αυτούς στο να μεταβάλλουν τα ερείπια αυτά σε τόπο προσευχής όχι χριστιανικό. Και είναι πολύ πιθανόν ότι εκείνη την εποχή κατα­στράφηκε ολοκληρωτικά και αυτό το μνημείο της Σιών και αφού αρπάχτη­κε όλη η γύρω του κτηματική περιουσία από αυ­τούς που κατοικούσαν τα γύρω χωριά, έγινε κτήμα της αρπαγής και της αδικίας11.
Από το έτος 1666 και έπειτα η Μονή έμεινε ερημωμένη με σωρούς από ερείπια, φέροντας μόνο το επώνυμο Καταμόνας και την παράδοση ότι εκεί ήταν το σπίτι και ο κήπος του Συμεών του Θεοδόχου. Ο Τόβλεν αναφέρει ότι το 1738 υπήρχε κά­ποιος πύργος αρχαίος και έρημος μέσα σε ερείπια, που έφερε και κάποια ιβηρική επιγραφή. Ο πύργος αυτός σωζόταν σε χειρότερη κατάσταση μέχρι το έτος 1859.
Σε αυτό το έτος (1859) αγόρασε τα ερείπια και αρκετά μεγάλη περιοχή της Μονής Καταμόνας ο μοναχός Αβράμιος από τη Μάδυτο, που ήταν τότε τζαμπής, είχε δηλαδή την ευθύνη των οικοδομών του γραικικού μοναστηριού, με 10.000 γρόσια. Άρχισε αμέσως να ανασκάπτει τα ερείπια και να καλλιεργεί τη γύρω περιοχή, για να φυτέψει αμπέ­λι και ελαιόδενδρα. Στην ανασκαφή φάνηκαν τα ερείπια του πύργου και κάτω από αυτά βρέθηκαν σκαλισμένες πέτρες του αρχαίου κτιρίου στις διαστάσεις ενός και δυο πήχεων και υπόγεια δεξα­μενή (στέρνα) του αρχαίου πύργου13.
Βρέθηκε και πολύ μακριά στήλη σε τεμάχια με ιβηρική επιγραφή, που διατηρείται ήδη σε ασφαλή θέση ως ιστορικό μνημείο14. Κατά την καλλιέργεια των εδαφών της περιοχής βρέθηκαν προς το βόρειο ανατολικό μέρος όχι μόνο τεμάχια οικοδομών, αλλά και τμήματα ψηφιδωτών και υπόγειες δεξα­μενές (στέρνες) και τεμάχια από μάρμαρο με λεπτή τέχνη και προς δυσμάς του νεόκτιστου πύργου κάποιο παρεκκλήσιο με ψηφιδωτό έδαφος κτλ. Αφού λοιπόν καθάρισε τον πύργο, που ήταν σωρός ερειπίων, μετέτρεψε κάποιο επιμήκη οίκο σε ευκτή­ριο οίκο, που και παλαιά, καθώς φαίνεται, ήταν παρεκκλήσιο του αγίου Συμεών. Κατόπιν ο ζη­λωτής και φιλόκαλος μοναχός Αβράμιος προς νότο του αρχαίου πύργου ανήγειρε εκ βάθρων και άλλο πύργο τετράγωνο, που είχε ύψος 9μ., μήκος 17,50μ. και πλάτος 9μ. και στον χώρο που καταλάμβανε κατασκεύασε μαγειρείο και αποθήκες κάτω. πάνω κατασκεύασε 4 κανονικά οικήματα με ανάλογη αίθουσα και σκάλα, μέσω της οποίας επικοινωνούν και τα δύο μεταξύ τους με ευκολία. Όσον άφορα στο έδαφος της περιοχής, αφού το αύξησε κατά καιρούς με μεγάλα τεμάχια γης, αφού έσπασε και διέλυσε με πυρίτιδα τους μεγάλους βράχους και αφού το καθάρισε από τις πέτρες και το χώρισε σε μέρη με ξερότοιχους, φύτεψε πάνω από 600 ελαιόδενδρα, διάφορα οπωροφόρα δένδρα, μεγάλο αμ­πελώνα, έκανε κήπο λαχανικών και χώρισε τεμά­χια γης μεγάλης εκτάσεως, για να τα σπέρνει κάθε χρόνο από σιτάρι, κριθάρι και όσπρια. Έτσι η όλη περιοχή μεταβάλλεται σε ευχάριστη εξοχή. Σε αύτη την εξοχή, καθώς λέγαμε μόλις τώρα, έχουν ανεγερθεί οι δύο πύργοι, ο αρχαίος και ο νέος, που είναι με πολύ μεγάλο ύψος και οι δύο. Ο ξένος θε­ατής, που ανεβαίνει στον ένα και στον άλλο πύργο, πρώτα κατά την άνοιξη, εισπνέει τις ζωηρές και ζωογόνες αύρες, έπειτα τρέφει την όρασή του με ποικίλα θεάματα. Προς τα βόρεια βλέπει την πόλη των Ιεροσολύμων με τους διάφορους θόλους της, τα κολοσσιαία ρωσσικά οικοδομήματα με τον μεγαλοπρεπή ναό, που βρίσκεται μέσα σε αυτά και έχει πέντε ημισφαιρικούς θόλους κατά τον βυζα­ντινό ρυθμό με δύο κωδωνοστάσια και ακούει στον κατάλληλο καιρό την αρμονική και κατανυκτική κωδωνοκρουσία και βλέπει το μεγαλύτερο μέρος της νέας Ιερουσαλήμ μαζί με τα νεόκτιστα φιλαν­θρωπικά καθιδρύματα, όπως παρθεναγωγεία, νοσοκομεία κτλ., και ακόμη τα βαθυγάλαζα όρη πέ­ρα από τον Ιορδάνη, που φθάνουν μέχρι τον ουρα­νό, το ιστορικό και θεοτίμητο όρος των Ελαιών, με τις τρεις του κορυφές και τις μεγαλοπρεπείς οικοδομές των Λατίνων και των Ρώσσων. Γύρω από το προσκύνημα βλέπει την πάρα πολύ πλατειά κοιλάδα των Γιγάντων (πεδιάδα του Προφήτη Ηλία), την οποία η καλλιέργεια παριστάνει κατά την άνοιξη στον θεατή σαν ποικιλόχρωμο χαλί, τη γερμανική συνοικία στους πρόποδες του όρους, όπου ευρίσκεται το Καταμόνας, πάνω στην πεδιά­δα των Γιγάντων, μαζί με τα κομψά αγροτικά οική­ματα. Νοτιοανατολικά φαίνεται το βουνό του Προ­φήτη Ηλία και η Ιερά Μονή του, την οποία στεφα­νώνει ολόγυρα πάρα πολύ πλατύς και πυκνόφυτος ελαιώνας, τον οποίο συνεχίζει άλλος ελαιώνας με ψηλό πύργο που ονομάζεται πύργος του Βενιαμίν, και νότια ο ψηλός λόφος, που ονομάζεται Ταντούρ, πάνω στον οποίο έχουν ιδρυθεί τα ευρύχωρα και μεγαλο­πρεπή οικοδομήματα του αυστριακού προξένου Βαπόγα, που βρίσκονται μέσα σε πλατιά περιοχή, που είναι περιτειχισμένη και κατάφυτη από αμπέλια, ελαιόδενδρα και άλλα φυτά για καλλωπισμό· τα όρη που κλίνουν και εκτείνονται προς την ελαιόφυτη κοιλάδα του χωρίου Μάλχα15, που διαιρείται σε λαχανόκηπους που τους στολίζουν διάφορα οπωρο­φόρα δένδρα, καθώς και τα χωριά Σαραφάτ και Πεδ-σαφάφα, που βρίσκονται πάνω στους λόφους, που είναι συνεχόμενοι με το όρος, και έχουν ολόγυ­ρα τοις ελαιοφυτείες· δυτικά είναι η κοιλάδα του Πάσσα (βαδ-ιλ-πάσσα ή βαδ-ιλ-βεζύρη) με ποικι­λία από φυτά: τα βουνά που κλίνουν προς αυτή την κοιλάδα και το χωριό Μάλχα, που βρίσκεται νοτιοδυτικά πάνω σε ένα μαστοειδή λόφο· ο πυκνός ελαιώνας της Ιεράς Μονής του Τιμίου Σταύρου και σε αυτή το πυκνό και πανάρχαιο οικοδόμημα, που ονομάστηκε έπειτα Θεολογική Σχολή των Ιε­ροσολύμων. Έτσι ευχαριστείται ο θεατής, όταν στέκεται πάνω στους πύργους, στρέφοντας το πε­ρίεργο βλέμμα του ολόγυρα στον ορίζοντα και βυθίζοντας τη διάνοιά του στα πελάγη των ιστορικών γεγονότων του θρησκευτικού και πολιτικού βίου των ανθρώπων.
Το έτος 1879 οδηγήθηκε ο Αβράμιος από κά­ποια πάρα πολύ αρχαία παράδοση16και εξέτασε το προαύλιο του αρχαίου πύργου με μεγαλύτερη επι­μέλεια για την ανεύρεση του τάφου του Αγίου. Και πραγματικά ανασκάπτοντας βρίσκει τους τάφους κάτω λαξευμένους μέσα στον βράχο· επειδή όμως ήταν γεμάτοι πέτρες και χώματα, τους καθάρισε και τους έκανε μεγάλη είσοδο17. Οι τάφοι αυτοί αν και ήταν έξω από τον πύργο, έχουν ήδη συμπερι­ληφθεί μέσα σε αυτόν, με πρόσθετο νέο τοίχο και οικοδομήθηκε και ναός στο όνομα του αγίου Συμε­ών, μέσα στον οποίο υπάρχουν ήδη και οι τάφοι.
Ο ιερός ναός του Αγίου είναι μέσα στον αρχαίο πύργο. διαιρείται σε δύο μέρη, που συνδέονται με­ταξύ τους με μία παχιά στοά και με την πύλη, που είναι απέναντι από τον τάφο, μέσω της οποίας μπαίνει κανείς μέσα στο ιερό βήμα. Όσον αφορά στον μικρό ναό, μέσα στον οποίο είναι οι τάφοι του Αγίου, μετρώντας από την πόρτα της εισόδου, το μήκος του είναι 6μ. και το πλάτος του 3,30μ. με­τρώντας όμως από την κόγχη, το μήκος του είναι 10,69. και το πλάτος προς τα κάτω, προς το ση­μείο δηλαδή, όπου είναι η είσοδος στον ιερό ναό, είναι 3,30μ.· προς το επάνω όμως μέρος, όπου είναι η κάθοδος προς τους τάφους, το πλάτος του ναού είναι 2,25μ. Σε αυτό τον χώρο, βορειοανα­τολικά, υπάρχει το ιερό θυσιαστήριο μέσα στο καμαροειδές κοίλωμα, που σχηματίζει ο τοίχος, και βορειοδυτικά είναι οι τάφοι του Αγίου με τορνευτό και έντεχνα σκαλισμένο κουβούκλιο, που στηρίζε­ται πάνω σε πλάκα από λευκό μάρμαρο άριστης ποιότητας. Οι βάσεις της πλάκας είναι 4 μικρές κολώνες, κάθε μία από τις οποίες έχει ύψος 0,80μ. και κάτω από την πλάκα υπάρχουν οι τάφοι κλει­σμένοι με σιδερένιο περίφραγμα και κατά μήκος, κάτω από τη μαρμάρινη πλάκα, κρέμονται 5 κα­ντήλες, και ανατολικά υπάρχει τορνευτό εικονοστάσι με θύρα, μέσω της οποίας μπαίνει κανείς από το παρεκκλήσι στο ιερό βήμα του θείου ναού. Προς τον νότο βρίσκεται η υπόγεια δεξαμενή (στέρ­να), από την οποία ο πύργος ονομάστηκε Αγίασμα της Παναγίας, και το εικονοστάσι έχει τρεις εικό­νες, από τις οποίες η μία παριστάνει τον άγιο και δίκαιο Συμεών να ερμηνεύει το «Ιδού η Παρθένος έξει εν γαστρί και τέξεται υιόν»18· και η άλλη πα­ρουσιάζει τον Θεοδόχο να ρίχνει το δακτυλίδι του στον ποταμό και η τρίτη να το βρίσκει στην κοιλιά του ψαριού.
Ο ιερός ναός, δηλαδή το Καθολικό, έχει μήκος 11,5μ. από το βάθος της κόγχης μέχρι τον απένα­ντι τοίχο, και πλάτος 4,22μ. και χωρίζεται από το ιερό βήμα με εικονοστάσι τορνευτό από ξύλο και σκαλισμένο καλλιτεχνικά, με τρεις εικόνες, τα βημόθυρα και την πύλη του ιερού βήματος. Το έδα­φος όλον του ναού είναι μαρμαροστρωμένο από λευκό και κόκκινο μάρμαρο, ενώ του παρεκκλησίου το έδαφος είναι πλακόστρωτο και συνδέεται με τον βράχο, στο βάθος του οποίου είναι οι τάφοι και του οποίου την επιφάνεια εξομάλυνε η τέχνη. Και όλος ο θείος ναός και ο κυλινδρωτός του θόλος είναι ασβεστωμένος με καθαρό άσβεστη.
Αυτή λοιπόν τη μικρή Μονή έβγαλε από την κατάσταση της πολυχρόνιας ερήμωσης και παρέδωσε στη θέα των ευλαβών χριστιανών και του κά­θε ερευνητικού θεατού ο φιλόπονος και φιλόκαλος μοναχός Αβράμιος, χύνοντας σε αυτή τον ιδρώτα της φιλοπονίας του για είκοσι ένα χρόνια. Έχον­τας γείτονα τη φιλοτιμία για τα καλά έργα, έφερε στην επιφάνεια του εδάφους με ανασκαφές όχι μό­νο τον αρχαίο πύργο, που ήταν θαμμένος κάτω από τα ερείπια, και έκτισε ξανά όσα τμήματα του είχαν καταρρεύσει με νέες και στερεές οικοδομές και τα ανύψωσε σε σημαντικό ύψος19, αλλά και νό­τια αυτού του πύργου έκτισε άλλο πύργο από τα θεμέλια και πάρα πολύ πλατύ και μετέβαλε την πετρώδη και ανώμαλη περιοχή τους με πολύ κόπο και πλούσια δαπάνη σε καλλιεργήσιμη γη, όπως αναφέραμε παραπάνω. Για να μη μείνει ατελές το έργο, μετά την ανακάλυψη του τάφου του αγίου Συμεών, φιλοτιμήθηκε να ανεγείρει και ιερό ναό, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, χωρίς να έχει καμμία έλλειψη. Έτσι, αφού συμπλήρωσε το όλο έργο της φιλοπονίας και του θρησκευτικού του ζήλου με όλη την ηθική ευχαρίστηση και την ψυχική κατάνυ­ξη, παρέδωσε τα κλειδιά20 στον Μακαριώτατο Πατριάρχη των Ιεροσολύμων κ. Ιερόθεο, αφού το αφιέρωσε στο Κοινό του Παναγίου Τάφου και το συγκαταρίθμησε στα άλλα ιερά σκηνώματα ως στολίδι του αποστολικού θρόνου του Αδελφοθέου και της αγιοταφικής αδελφότητος και καύχημα της πατρίδας του Μαδύτου, που μεταφύτευσε τέτοιο βλάστημα στον περίβολο της Εκκλησίας της Σιών.
Εμείς, εκτιμώντας το θεάρεστο και εθνότιμο αυτό έργο του καλού και αγαθού Αβραμίου, του αδελφού μας εν Χριστώ, ευχόμαστε να έχει ο κάθε αγιοταφίτης ως υπόδειγμα το θρησκευτικό ζήλο του Αβραμίου για το Ιερό Κοινό του Παναγίου Τάφου και να ρυθμίζει κάθε μέλος της Αγιοταφικής αδελφότητας τη ζωή του έτσι, ώστε να συντελεί στη δόξα της Μητέρας των Εκκλησιών και στο συμφέρον του Ιερού Κοινού του Παναγίου Τάφου.

Για την κοιλάδα των Γιγάντων αναφέρονται στην Αγία Γραφή τα παρακάτω: «και ήκουσαν οι αλλόφυλοι ότι κέχρισται Δαυίδ βασιλεύς επί Ισραήλ, και ανέβησαν πάντες οι αλλόφυλοι ζητείν τον Δαυίδ και ήκουσεν ο Δαυίδ και κατέβη εις την περιοχήν, και οι αλλόφυλοι παραγίνονται και συνέπε­σαν εις την κοιλάδα των Τιτάνων, και ηρώτησε Δαυίδ δια Κυ­ρίου λέγων. ει αναβώ προς τους αλλοφύλους και παραδώσεις αυτούς εις χείρας μου ... Και ήλθε Δαυίδ και των επάνω δια­κοπών και έκοψε τους αλλοφύλους εκεί», Β' Βασ., ε', 7-14, και κγ', 13-14. Για την κοιλάδα αυτή γίνεται αναφορά και στη βίβλο του Ιησού του Ναυή(ιε', 1 -10).

Διηγείται ο μοναχός Βερνάρδος, τον οποίο αναφέρει στο Οδοιπορικό του ο Τόβλερ, ότι υπήρξε κάποτε κάποια αγία, που ονομαζόταν Μαμίλλα, και επί του Χοσρόου μάζεψε όλα τα λείψανα των χριστιανών, που είχαν εκτελεστεί και τα έθαψε στα υπόγεια νεκροταφεία, που σώζονται μέχρι σήμερα. Σε μας όμως είναι άγνωστη αγία με το όνομα αυτό, και φαίνεται ότι το όνομα Βαβύλα, υστέρα από παραμόρφωση έγινε Μαμίλλα. Εκεί κοντά υπάρχει και η παραπάνω δεξαμενή, που ονομάζεται τώρα Πιρκέτ Μαμίλλα, βλ. ΔΑΝΙΗΛ,Οδοιπορικόν, σ. 136 και ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, Προσκυνητάριον, σ. 294.

Πρέπει, να αναφερθεί ότι τα προς βορράν πετρώδη και ανώμαλα μέρη πριν από 40 χρόνια μεταβλήθηκαν με την τέ­χνη σε ομαλά δάπεδα, πάνω στα οποία κτίστηκαν οικοδομές και φυτεύτηκαν ωραίοι κήποι.

Πρέπει να σημειωθεί ότι πολλές ιστορικές αναμνήσεις διεγείρονται στον περιηγητή κοντά στο φαράγγι της Γιών. Σε αυτό ο ιερέας Σαδώκ και ο προφήτης Νάθαν έχρισαν σε βασι­λιά το Σολομώντα (Γ' Βασ. α', 32-34). Εδώ βρίσκεται η επάνω κολυμβήθρα, στην οποία ο προφήτης Ησαΐας προανήγ­γειλε την εκ Παρθένου Γέννηση του Σωτήρος ημών Χριστού(Ησ. ζ', 3-4). Αυτός είναι ο τόπος όπου εστρατοπέδευσε ο Σιναχηρίμ με 180.000 Ασσυρίους, τους οποίους άγγελος Κυ­ρίου σε μία νύκτα εξόντωσε.

Αυτή μεταβλήθηκε σε μεγάλη Σχολή το έτος 1853 με μεγάλη δαπάνη του Ιερού Κοινού του Παναγίου Τάφου επί του Κυρίλλου του Β', αφού ανακαινίστηκε από τον αρχιτέκτο­να μοναχό Αβράμιο, με τον τίτλο Θεολογική Σχολή των Ιε­ροσολύμων. Δίδασκαν σε αυτή 11 καθηγητές και διδάσκονταν 70 υπότροφοι. Η λειτουργία της διάρκεσε περίπου 24 έτη και το έτος 1875 έκλεισε λόγω οικονομικών δυσχερειών του Ιε­ρού Κοινού του Παναγίου Τάφου.

Το όνομα του χωριού Μάλχα προέρχεται από την αραβική λέξη μέλεκ βασιλικός· απ' αυτό πολλοί έλαβαν την εύλογη αφορμή να υποθέσουν ότι εκεί ήταν οι κήποι του Σολομώντα.

Βλ. ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΙΩΑΝΝΙΔΗ, Προσκυνητάριον, σ. 294. Πρέπει να σημειωθεί ότι και το χωριό Μάλχα κατοικήθηκε από Ίβηρες, οι οποίοι αφού δέχτηκαν τον Ισλαμισμό, υστέρα από πάροδο χρόνου, διατήρησαν και τα ιβηρικά επώνυμα, όπως βε­βαιώνουν και πολλοί από τους κατοίκους της Μάλχας.

Πρέπει να σημειωθεί ότι η αρχαιότητα του μοναστη­ρίου του αγίου Συμεών επιβεβαιώνεται ακόμη και από το σουλτανικό χρυσόβουλλο (χαττισερίφι), το οποίο χάρισε στον πατριάρχη Ιεροσολύμων Δωρόθεο το έτος 1517 ο σουλτάνος Σουλεϊμάν. Ανάμεσα στα άλλα προσκυνήματα συγκαταριθμείται και η Ιερά Μονή του αγίου Συμεών. Βλ. για το χρυ­σόβουλλο αυτής της Μονής, Ιεροσολυμιάδα, σ. 472.

Βλ. ΤΟΒΛΕΝ, Οδοιπορικό, βιβλ. Β'. Πρέπει να ση­μειωθεί ότι όσα στοιχεία έχουμε πάρει από το Οδοιπορικό του Τόβλεν, τα μετέφρασε για χάρη μας, ο αρχιδιάκονος του Θρόνου Ιεροσολύμων κ. Φώτιος Αλεξανδρίδης. Ας σημειω­θεί ότι ο εν λόγω πύργος είχε τόσο ύψος, ώστε από πάνω φαι­νόταν και η Αγία Βηθλεέμ, σύμφωνα όμως με τις διηγήσεις των γερόντων Αράβων κατοίκων των γύρω χωριών φαινόταν και ή θάλασσα. Αυτό όμως είναι απίθανο.

Σύμφωνα με τον Ίβηρα περιηγητή Τιμόθεο, Ίβηρες μοναστές της άνω και κάτω Ιβηρίας κατοίκησαν χωρίς διά­κριση στην Ιερά Μονή του Τιμίου Σταυρού, υπακούοντας σε ένα και μόνο προϊστάμενο ή ηγούμενο, που τον αποκαλούσαν Σταυροπατέρα. Για πολλά έτη ασκούνταν στα πνευματικά με ειρήνη και αγάπη ευαγγελική, σαν μία ψυχή σε πολλά σώμα­τα, έχοντας κοινή την εκκλησία, κοινή την τράπεζα και όλα κοινά. Εκείνη όμως την εποχή στον κήπο της ειρήνης και της αγάπης φύτρωσε το ζιζάνιο της φιλοδοξίας, της φιλονικίας και των διενέξεων για τη φιλοπρωτία και κατέπνιξε τα βλαστήματα της αρετής. Γι' αυτό διαιρέθηκε η αδελφότητα και διοικείτο από δύο ηγουμένους της επάνω και κάτω Ιβηρίας. Είναι πιθανόν ότι εκείνη την εποχή υπερίσχυσε η μερίδα των μοναχών της επάνω Ιβηρίας, κατείχε και την Ιερά Μονή Καταμόνας και έτσι κατοικούνταν μόνο από μοναχούς της επάνω Ιβη­ρίας. Ας σημειωθεί ότι στην Ιερά Μονή Καταμόνας υπήρχε πάντοτε Ιερός Ναός στο όνομα του αγίου Συμεών του Θεοδόχου. οι μοναχοί, που ζούσαν μέσα σε αυτό το μονήρη βίο ήταν πολύ ενάρετοι άνδρες. Υπήρχε σε αυτή τη μονή και βιβλιοθήκη, στην οποία διατηρούνταν πολλά ελληνικά και ιβηρικά, σώζονται μέχρι σήμερα στη βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής του Τιμίου Σταυρού, που έχουν σημείωση· «εκ των της Ιεράς Μονής Καταμόνας». Αυτά μεταφέρθηκαν, κατά την καταστροφή του μοναστηριού του Καταμόνας, στην Ιερά Μονή του Τιμίου Σταυρού μαζί με εικόνες και άλλα· έτσι διέ­φυγαν την αρπαγή των Αράβων.

Ας σημειωθεί ότι η παράδοση και μέχρι σήμερα μας διατηρεί ότι τη Μονή αυτή κατέστρεψε η πλεονεξία των φαύ­λων και πονηρών και φανατικών ανθρώπων, οι οποίοι άρπα­ξαν την κινητή και ακίνητη περιουσία της, αφού κατεδάφισαν πρώτα το περιτείχισμα και τον θείο ναό και έπειτα τον πύργο και τα οικήματα μέσα σε αυτό και τα μετέβαλαν σε άμορφο σωρό ερειπίων. Οι κακοί εκείνοι άνθρωποι, για να καλύψουν τη μοχθηρία τους, διέπραξαν πολλά και απίθανα, τα οποία και διηγούνται μέχρι σήμερα οι κάτοχοι των γύρω χωριών του Καταμόνας. Οι ατίθασοι αυτοί καταστροφείς της κοινω­νίας όχι μόνο από τους χριστιανούς αλλά και από τους Οθωμανούς αφαίρεσαν αυθαίρετα και άδικα κτήματα και μονα­στήρια.

Ας σημειωθεί ότι, όταν επί σουλτάνου Σουλεϊμάν κτι­ζόταν το τείχος της πόλεως των Ιεροσολύμων, οι μεγάλες και σκαλισμένες πέτρες μεταφέρθηκαν όχι μόνο από τα κατεστραμμένα αρχαία μοναστήρια, που ήταν μέσα στην πόλη, αλλά και από τα ερημωμένα μοναστήρια, που ήταν γύρω από την πόλη. Δεν είναι διόλου απίθανο ότι εκείνη την εποχή μετέφεραν και τις πέτρες, που ήταν στην επιφάνεια των ερειπίων του Καταμόνας, για την ανοικοδόμηση του τείχους της πόλεως. Ας σημειωθεί ότι και οι μεγάλες πέτρες, που σώζονται μέχρι σήμερα, ανακαλύφθηκαν στις μεταγενέστερες ανασκαφές και το­ποθετήθηκαν στους τοίχους του αρχαίου και νεώτερου πύργου.

Ας σημειωθεί ότι από αυτή την υπόγεια δεξαμενή, μέ­χρι πρόσφατα, ο αρχαίος πύργος του Καταμόνας εκαλείτο αγίασμα της Παναγίας, βλ. ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ, Περί της Αγίας Γης.

Η περιγραφή αυτή μεταγράφτηκε με επιμέλεια, αλλά επειδή ήταν ακρωτηριασμένη και φθαρμένη από τον χρόνο, διαβάζεται με δυσκολία από τους ειδικούς της ιβηρικής γλώσ­σας· διασώζεται στην Ιερά Μονή.

Πρέπει να σημειωθεί ότι η κοιλάδα Άχμετ, που συνέ­χεται με την κοιλάδα του χωρίου Μάλχα, φθάνει μέχρι το φαράγγι του Καλονιού, του οποίου τα νερά ενώνονται μαζί της τον χειμώνα και πλημμυρίζουν τις εν λόγω κοιλάδες. Αυτό ίσως εννοεί και ο Ρώσσος περιηγητής Δανιήλ λέγοντας «το φαράγγι αυτό αρχίζει από τη βάση του όρους της Μονής του Προφήτη Ηλία και τελειώνει κοντά στο Κολώνιο. το φα­ράγγι αυτό ποτίζεται από κάποιο ρυάκι», βλ. μετάφραση από Επιφάνιο Ματ., σ. 135.

Πρέπει να σημειωθεί ότι την παράδοση αυτή μας τη διηγήθηκε πολλές φορές ο Γέροντας και πνευματικός μας πα­τέρας, αρχιμανδρίτης Ιωήλ ο Πελοποννήσιος. Ήταν άνδρας λόγιος, εξεταστής των αρχαίων και ζωντανή ιστορία της Πα­λαιστίνης και είχε ακούσει αυτή την ιστορία από τον αρχιμαν­δρίτη Μάξιμο το Συμαίο, που είχε χρηματίσει δάσκαλος της Σχολής των Ιεροσολύμων και Ιεροκήρυκας του θρόνου των Ιε­ροσολύμων. Απ' αυτόν ο αρχιμανδρίτης Ιωήλ, ενώ ακόμη ήταν παιδί, με άλλους αγιοταφίτες άκουσε τα εγκύκλια μαθήματα. Και ήταν ο Μάξιμος τέλειος κάτοχος του ελληνικού λόγου και της αραβικής γλώσσας, φίλος της μελέτης, περισσότερο από κάθε άλλον και ερευνητής των χειρογράφων, από τα οποία συγκεντρώσαμε πολλές σημειώσεις· επίσης στο σύγγραμμά του, που επιγράφεται Ιερά Ιστορία, και σώζεται τώρα ως χειρό­γραφο στη βιβλιοθήκη του Ιερού Κοινού του Αγίου Τάφου, αναφέρει πολλά χειρόγραφα σε περγαμηνή, τα οποία τώρα δεν υπάρχουν. Η παράδοση για τους τάφους του αγίου Συμε­ών, που υπήρχε στα σημειωματάρια του φίλου του αρχαίου κόσμου Μαξίμου και την οποία κατέγραψε στα σημειωματά­ριά του ο αρχιμ. Ιωήλ, έχει ως εξής: «Ο πύργος του αγίου Συμεών έχει τα θεμέλιά του πάνω στο μεγάλο πελεκητό βρά­χο και λίγο ανατολικά της εισόδου του πύργου υπάρχουν οι τάφοι του αγίου, οι οποίοι είναι υπόγειοι πελεκημένοι μέσα σε βράχο. Η είσοδός τους υπάρχει πάνω στην επιφάνεια αυτού του βράχου». Οδηγούμενοι από τις σημειώσεις του ίδιου του Μαξίμου βρήκαμε στη σεβάσμια Λαύρα του αγίου Σάββα και τοΤυπικό των ακολουθιών της Μεγάλης και Διακαινησίμου Εβδομάδας στον Ιερό Ναό της Αναστάσεως, γραμμένο σε περγαμηνή, φυλάσσεται ήδη στη βιβλιοθήκη της Θεολογικής Σχολής των Ιεροσολύμων, που έχει παύσει να λειτουργεί, καθώς και άλλα χειρόγραφα.

Πρέπει να σημειωθεί ότι στους τάφους βρέθηκαν και οστά πάρα πολύ αρχαία, τα περισσότερα από τα οποία διαλύ­θηκαν σε σκόνη μετά την ατμοσφαιρική επαφή. Οι τάφοι αυτοί πρέπει να ήταν γνωστοί σε χρόνους άγνωστους σε μας. Η σύγχυση των οστών στους τάφους φανερώνει ότι μέγας φό­βος κατέκλεισε εκεί τους ανθρώπους και τους βρήκε βίαιος θά­νατος.

Ησ.ζ',14.

Πρέπει να σημειωθεί ότι νότια αυτού του πύργου είναι προσαρτημένος και άλλος χώρος, που έχει μήκος 20μ. και πλάτος 17μ. Σε αυτό τον χώρο θα χτιστεί ο νάρθηκας του θεί­ου ναού, η μεγάλη τράπεζα για την περιποίηση των ευλαβών προσκυνητών και άλλα οικήματα για την ανάπαυσή τους.

Πρέπει να σημειωθεί ότι, αφού έγινε η αφιέρωση, εκδόθηκε και το έγγραφο του Ιερού Κοινού του Παναγίου Τάφου, που επιδόθηκε στον μοναχό Αβράμιο και του παρα­χωρεί το δικαίωμα να έχει τη μονή στην κατοχή του εφ' όρου ζωής και να τη διακοσμεί με οικοδομές και με άλλα διακοσμη­τικά έργα, όσο του είναι δυνατό, πράγμα που γίνεται με ζήλο. Για χάρη των αναγνωστών μεταφέρουμε σε ακριβή αντιγραφή και το ίδιο το γράμμα, που έχει ως εξής:
«Δια του παρόντος ενσφραγίστου και ενυπογράφου πιστο­ποιητικού ημών γράμματος γίνεται δήλον ότι ο οσιώτατος κυρ Αβράμιος μοναχός, Τζαμπής του Ιερού ημών Κοινού αφιέ­ρωσε μεν τω Ιερώ ημών δια νομίμου τακτικού αφιερωτηρίου εγγράφου (χοτζετίου) το προς νοτιοδυτικά μεν της Ιερουσα­λήμ, προς νότον δε του μοναστηρίου του Τιμίου Σταυρού κείμενον κτήμα, όπερ αυτός ιδία δαπάνη ηγόρασεν, ανέδειξε και εκαλλώπισε, επί τω όρω όμως του εν όσω μεν ζη κατέχειν αυτό αναπαλλοτριώτως, τουτέστι μηδενός δικαιουμένου επ' ουδεμιά προφάσει αποξενώσαι αυτό από της κατοχής αυτού, υφίστασθαί τε τας προς συντήρησιν και προαγωγήν αυτού δα­πάνας, και νέμεσθαι τα εξ αυτού προερχόμενα εισοδήματα, μετά δε τον θάνατον αυτού είναι νόμιμον και κανονικόν κτήμα του Ιερού Κοινού, μηδενός των συγγενών αυτού έχοντος εξουσίαν κληρονομικήν τινα απαίτησιν ή αξίωσιν επ' αυτού προβάλλειν. Εφ' ω και εις ένδειξιν τούτων επιδίδοται τη αυτού οσιότητι τόδε το ενσφράγιστον πιστοποιητικόν ημών γράμμα επισεσημασμένον και τη μεγάλη του Ιερού ημών Κοινού σφραγίδι. Εν τη αγία πόλει Ιερουσαλήμ κζ' Μαΐου αωπ'. Οι επίτροποι του Πατριάρχου Ιεροσολύμων» (τα ονόματα των επιτρόπων) (Τ.Σ.). Το έγγραφο αυτό φέρει επάνω τη μεγά­λη σφραγίδα του Ιερού Κοινού του Αγίου Τάφου, το ιδιόγρα­φο κύρος του Πατριάρχη και τον αύξοντα αριθμ. 137 και κά­τω φέρει τη σφραγίδα της επιτροπής.
ΤΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙ ΤΟΥ ΚΑΤΑΜΟΝΑΣ
† ΑΡΧΙΜ. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ
ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ 2005

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου