Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2014

ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΔΙΔΑΧΑΙ: Ανεξικακία

Ὁ ὅσιος Ἡσαΐας μᾶς συμβουλεύει:
«Νά μή ἔχης ἔχθρα γιά κανένα ἄνθρωπο, ἐπειδή δέν θά εἶναι δεκτή ἡ προσευχή σου ἀπό τόν Θεό. Νά ἔχης εἰρήνη μέ ὅλους, γιά νά ἀποκτήσης παρρησία στόν Θεό, ὅταν θά προσεύχεσαι. Μή λησμονῆς ὅτι ὁ Κύριος λέγει στό Εὐαγγέλιο: “ Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν” (Ματθ. στ´ 14-15).
Δηλαδή πρέπει, ὅταν ζητῆτε τήν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν σας, νά συγχωρῆτε καί σεῖς τούς ἄλλους, διότι, ἐάν συγχωρήσετε στούς ἀνθρώ- πους τά ἁμαρτήματα, πού ἔκαμαν σέ σᾶς, καί ὁ Πατέρας σας ὁ οὐράνιος θά συγχωρήση καί σέ σᾶς τά ἰδικά σας ἁμαρτήματα.

Ἐάν ὅμως δέν συγχωρήσετε τούς ἀνθρώπους γιά τά πρός ἐσᾶς ἁμαρτήματά τους, οὔτε ὁ Πατέρας σας θά συγχωρήση τίς πρός αὐτόν ἁμαρτίες σας.
* * * 
Κάποτε, ἀναφέρεται στόν Εὐεργετινό, ὅταν οἱ Πατέρες ἐτελοῦσαν στήν Σκήτη τήν θεία Λειτουργία, κατέβαινε, τήν στιγμή τῆς θυσίας, ἕνας ἀετός στήν Ἁγία Τράπεζα. Τόν ἀετό αὐτόν κανείς δέν τόν ἔβλεπε παρά μόνον οἱ Πατέρες, πού λειτουργοῦσαν.
Μία ἡμέρα ἕνας ἀδελφός ἀπό τήν Σκήτη, ζήτησε ἕνα πρᾶγμα ἀπό τόν Διάκονο. Αὐτός ὅμως δέν τόν ἐξυπηρέτησε.
– Δέν εὐκαιρῶ τώρα, τοῦ εἶπε.
Μετά ἀπό αὐτό τό γεγονός, ἦλθε ὁ Διάκονος μαζί μέ τόν Πρεσβύτε- ρο, νά λειτουργήσουν. Ὅμως ὁ ἀετός, δηλαδή ἡ προσωποποίηση τῆς Χάριτος, δέν κατέβαινε, ὅπως πρῶτα.
– Γιατί δέν κατέβηκε ὁ ἀετός; ρώτησε ὁ Πρεσβύτερος τόν Διάκονο.
Ἀσφαλῶς, συνέχισε ὁ Πρεσβύτερος, κάποια ἁμαρτία δική μου ἤ δική σου θά ἐμπόδισε τήν Χάρη νά κατέβη. Φῦγε λοιπόν γιά λίγο ἀπό κοντά μου, καί ἐάν τότε κατέβη, ἀσφαλῶς ἡ αἰτία θά εὑρίσκεται σέ ἐσένα.
Πράγματι, μετά τήν ἀπομάκρυνση τοῦ Διακόνου, κατέβηκε ὁ ἀετός. Ὅταν τελείωσε ἡ θεία Λειτουργία καί ἔμειναν μόνοι ὁ Πρεσβύτερος καί ὁ Διάκονος, ρώτησε ὁ πρῶτος τόν δεύτερο.
– Πές μου τί ἔκανες;
– Δέν μέ πληροφορεῖ ἡ συνείδησή μου ἀπάντησε ὁ Διάκονος ὅτι ἔκανα κάτι κακό. Μόνο ὅταν ἦλθε ἕνας ἀδελφός, νά μοῦ ζητήση κά- ποια ἐξυπηρέτηση, τοῦ εἶπα ὅτι δέν εὐκαιρῶ.
Τότε ὁ Πρεσβύτερος τοῦ λέγει:
– Αὐτό λοιπόν εἶναι ἡ αἰτία καί δέν κατέβηκε ὁ ἀετός, διότι λυπήθη- κε ὁ ἀδελφός ἐναντίον σου.
Ἀμέσως ὁ Διάκονος πῆγε καί ζήτησε συγχώρεση ἀπό τόν ἀδελφό.
* * * 
Στόν βίο τοῦ Ἁγίου Διονυσίου (17 Δεκεμβρίου) γραμμένο ἀπό τόν μακαριστό π. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο, ἐκδόσεων «Ὀρθοδόξου Τύπου» διαβάζουμε τήν ἑξῆς διδακτική ἱστορία:
«῞Οπως φαίνεται ἀπὸ τὸ ἀρχειοφυλάκιο τῆς Βενετίας, ὑπῆρχε θανάσιμη ἔχθρα μεταξὺ τῶν οἰκογενειῶν Μονδίνων καὶ Σιγούρων. ῾Ο Ἅγιος προσπάθησε νὰ τοὺς συμφιλιώση, ἀλλὰ ματαίως. Ἀντιθέτως δη- μιουργήθηκαν φόνοι, διότι διηρέθησαν σὲ δύο παρατάξεις οἱ κάτοικοι. Σὲ μιὰ ἀπ᾿ αὐτὲς τὶς συμπλοκὲς ἐφόνευσαν καὶ τὸν ἀδελφὸ τοῦ Ἁγίου, Κωνσταντῖνο.
῾Ο φονιάς τρέχει, διωκόμενος ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς καὶ τὴν ἀστυνομία. Ζητεῖ καταφύγιο σὲ ἐρήμους τόπους. Καταλήγει στὸ Μοναστήρι τῆς ᾿Αναφωνητρίας, ζητῶντας ἄσυλο. Βέβαια δὲν ἤξερε ὅτι ὁ ῾Ηγούμενος ἦταν ἀδελφὸς τοῦ θύματος. ᾿Εδῶ ζήτησε καταφύγιο.
῾Ο ῞Αγιος εἶδε τόσο φοβισμένο τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἐρώτησε τὶ ἔχει. ᾿Εκεῖνος ὡμολόγησε ὅτι καταδιώκεται ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς τοῦ Σιγούρου, τὸν ὁποῖον ἐφόνευσε. ῾Ο Διονύσιος, σὰν ἄνθρωπος καὶ ἀδελφὸς λυπήθηκε πολύ. Πειράχθηκε ἀφάνταστα, διότι ἦταν ὁ μόνος ἀδελφὸς, ποὺ εἶχε. ᾿Ελᾶτε στὴ θέση του. ᾿Αλλὰ χωρὶς νὰ φανερώση τὴν ταυτότητά του τὸν ἐρώτησε μὲ παράπονο:
«Ἄνθρωπε, σὲ τὶ σοῦ ἔφταιξε ἐκεῖνος ὁ καλὸς ἄρχοντας καὶ τὸν θανάτωσες ἄδικα;».
Παρ᾿ ὅτι πληγώθηκε ἡ καρδιά του, τοῦ πρόσφερε φαγητό, νερὸ καὶ τὸν συμβούλεψε. Προσπάθησε νὰ τὸν κάμη νὰ μετανοήση, γιὰ νὰ γλυτώση τὴν αἰώνια Κόλαση.
Ἀκολούθως τὸν ἔβγαλε στὸ γιαλό, κάτω ἀπὸ τὸ Μοναστήρι, τοῦ ἔδω- σε τὰ ἀπαραίτητα ἐφόδια, χρήματα καὶ τροφές, γιὰ τὸ ταξίδι, τὸν ἔβα- λε μέσα σ᾿ ἕνα πλοῖο καὶ τὸν ἐφυγάδευσε πρὸς τὴν Πελοπόννησο.
Πόση μεγάλη ἀνεξικακία εἶχε, γιὰ νὰ φερθῆ ἔτσι στὸ φονιὰ τοῦ ἀγαπημένου καὶ μόνου ἀδελφοῦ του!
Σ᾿ ὅλη του τὴ μετέπειτα ζωὴ προσπάθησε ὁ φονιάς διὰ τῆς μετα- νοίας νὰ ἐξιλεωθῆ.
Ορθόδοξος Τύπος, 19 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου