Κύριε μου, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με

Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

Βίος Αγίου Ιωάννη του Ελεήμονος

Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων εορτάζει στις 12 Νοεμβρίου.
Παιδί εναρέτων γονέων
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων, αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, γεννήθηκε στην Κύπρο το έτος 555. Ο πατέρας του Αγίου ήταν ενάρετος και ευλαβής άνθρωπος.
Αποτέλεσμα εικόνας για αγιοσ ιωαννησ ο ελεημων
Ονομαζόταν Επιφάνιος. Η γυναίκα του ονομαζόταν Κοσμία. Έχοντας, λοιπόν, ο Ιωάννης τέτοιους γονείς, δεν παράλλαξε απ’ αυτούς. Ακολούθησε και αυτός τον ίδιο ενάρετο δρόμο τους. Όταν έφτασε ο Ιωάννης σε κατάλληλη ηλικία οι γονείς του τον νύμφευσαν, χωρίς την θέληση του.
Αυτός για να μη παρακούσει τους γονείς του επήρε την γυναίκα, αλλά ζούσε με σωφροσύνη και εγκράτεια.
Με συστάσεις των συγγενών παραβίασε την αυστηρή εγκράτεια και γέννησε παιδιά. Πέθαναν όμως τα παιδιά σε πολύ μικρή ηλικία. Πέθανε επίσης και η γυναίκα του. Ο Ιωάννης ευχαριστούσε και ευγνωμονούσε τον Κύριο, που του χάρισε την χαρά της τεκνογονίας, που του έδωκε παιδιά, αλλά και που τα πήρε πάλι ο ίδιος με τον δικό του τρόπο. Ο Ιωάννης ελευθερώθηκε τότε και μοίρασε όλα τα υπάρχοντα του στους φτωχούς αδελφούς του Χριστιανούς. Για την πράξη του αυτήν έγινε γνωστός σε ολόκληρο το νησί. Έφτασε η φήμη του και στην Κωνσταντινούπολη στον αυτοκράτορα Ηράκλειο.

Στον Πατριαρχικό θρόνος Αλεξανδρείας
Κατά τον καιρό εκείνο ήταν χωρίς Πατριάρχη η Αλεξάνδρεια. Ο λαός παρακάλεσε τον βασιλέα να ψηφίσει τον Ιωάννη τον Ελεήμονα, σαν Αρχιεπίσκοπο. Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος έστειλε τότε τους ανθρώπους του και τον έφεραν στην Κωνσταντινούπολη. Ο Άγιος όμως αρνιόταν, γιατί, όπως το έλεγε, δεν ήταν άξιος, για ένα τόσο μεγάλο έργο. Κάποιος τότε άρχοντας, που τον έλεγαν Νικήτα, και που γνώριζε την μεγάλη αρετή του Ιωάννη, παρακίνησε τον βασιλέα να τον ανεβάσει στο θρόνο, δια της βίας. Πράγματι! έγινε, ο Ιωάννης Πατριάρχης Αλεξανδρείας, θέλοντας και μη. Ανέβηκε ατό θρόνο του Αποστόλου Μάρκου, το έτος 610. Ευθύς μόλις ανέβηκε στον Πατριαρχικό θρόνο, αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις να συνέχιση το έργο του Αποστόλου Μάρκου, δηλαδή να στερεώσει την Ορθόδοξη πίστη στην Αίγυπτο και να ξεριζώσει τα ζιζάνια των αιρετικών.

Στοργικός και Δίκαιος Ποιμενάρχης
Φρόντιζε για την απονομή της δικαιοσύνης. Έκανε το παν για την αποκατάσταση των αδικούμενων και για την προστασία των αδυνάτων. Σπλαχνιζόταν τους φτωχούς, και προσπαθούσε να απαλύνει τον πόνο τους, δίνοντάς τους οικονομική ενίσχυση από τα ταμεία των Ιερών Ναών. Ουδείς φτωχός ερχόταν προς τον Άγιο Ιωάννη και έφευγε με άδεια τα χέρια. Κανένας δοκιμασμένος απ’ τις δυσκολίες της ζωής έφευγε απαρηγόρητος. Αγωνιζόταν να βρίσκει τα μέσα για να τους ικανοποιεί όλους τους δυστυχείς. Ο Ιωάννης όταν έγινε Πατριάρχης έκτισε δύο Μοναστήρια. Μάζεψε μοναχούς και τους έβαλε να Κατοικούν σ’ αυτά. Τους είπε να προσεύχονται πάντα και να μην έχουν καμιά φροντίδα για τα άλλα πράγματα. Αυτός θα φρόντιζε για την τροφή τους και τις διάφορες ανάγκες του Μοναστηρίου.

Η Κοσμική εξουσία προσπαθεί να αρπάξει τον θησαυρό της Εκκλησίας
Βλέποντας ο ηγεμόνας της Αλεξανδρείας Νικήτας Πατρίκιος, ότι ο Πατριάρχης έδινε όλα τα χρήματα της Εκκλησίας στους φτωχούς και παρακινούμενος από κακούς ανθρώπους, ήλθε στο Πατριαρχείο και ζήτησε από το Πατριάρχη να του δώσει τον θησαυρό της Εκκλησίας, γιατί ήταν καλλίτερα να ξοδεύεται για το Κράτος, παρά να τον διασκορπάει άσκοπα αυτός. Ο Άγιος καθόλου δεν ταράχθηκε, αλλά του είπε:
—Είναι προτιμότερο να δίδονται στον επουράνιο Βασιλέα και όχι στον επίγειο, γιατί είναι ιεροσυλία κάτι τέτοιο. Του είπε δε να κάνη, όπως νομίζει, καλλίτερα.
Τότε ο άρχοντος έδωσε διαταγή στους ανθρώπους του και επήραν τα χρήματα όλα, άφησαν δε μόνον εκατό λίτρες χρυσού για τα απαραίτητα έξοδα. Ενώ όμως κατέβαιναν από το Πατριαρχείο συναντήθηκαν με κάποιους ανθρώπους, που βάσταζαν δοχεία γεμάτα .μέλι. Το έστελναν από την Αφρική στον Άγιο. Όταν είδε ο Πατρίκιος το αγνό μέλι, ζήτησε από τον Ιωάννη να του στείλει λίγο, γιατί το χρειαζόταν.
Οι απεσταλμένοι, όταν έφθασαν στον Άγιο και παρέδωσαν τα δοχεία του τα άνοιξαν την ίδια στιγμή, βρήκαν αντί για μέλι σε όλα τα δοχεία χρυσό. Αυτό το Θαύμα, όταν είδε ο Πατριάρχης έστειλε στον Πατρίκιο ένα δοχείο με ένα γράμμα, στο οποίο του διηγιόταν το θαύμα, που είχε γίνει. Όταν λοιπόν, έφθασαν οι απεσταλμένοι του Αγίου, βρήκαν τον άρχοντα στην τράπεζα, που γευμάτιζε.
Ο Πατρίκιος βλέποντας, ότι του έστειλε μόνον ένα δοχείο εξοργίστηκε. Ανοίγοντας όμως το δοχείο βρήκε την επιστολή εκείνη του Αγίου. Την διάβασε προσεκτικά. Θαύμασε και την ίδια ώρα μετανόησε για την πράξη του. Άφησε αμέσως το γεύμα του και επήρε όσα χρήματα είχε αρπάξει και τριακόσιες ακόμη χρυσές λίτρες ιδικές του και τα έφερε στον Πατριάρχη. Ζητούσε εκεί με δάκρυα: και ψυχική συντριβή να τον συγχωρήσει. Ο Άγιος θαύμασε πολύ την μετάνοια του Πατρικίου και έκτοτε έγιναν πνευματικοί αδελφοί...

Δεν πωλούνται τα εκκλησιαστικά αξιώματα
Την εποχή εκείνη έφευγαν απ’ την Περσία πολλοί, λόγω του διωγμού και εύρισκαν καταφύγιο κοντά στον ελεήμονα Πατριάρχη της Αλεξανδρείας Ιωάννη. Αλλά τότε ήταν μεγάλη πείνα και στην Αίγυπτο, γιατί ο Νείλος δεν ξεχείλισε τον χρόνο εκείνο για να ποτίσει τα χωράφια. Αφού, λοιπόν, ο Άγιος ξόδεψε όλο το θησαυρό της Εκκλησίας και χίλιες λίτρες χρυσού, που δανείστηκε, θλιβόταν, γιατί η πείνα πλήθυνε και κανένας δεν βρισκόταν πλέον να τον δανείσει.
Τότε εκεί στην Αλεξάνδρεια ήταν κάποιος πολύ πλούσιος, που ήταν δίγαμος και ο οποίος είχε μεγάλη επιθυμία να γίνει ιεροδιάκονος. Σκέφθηκε, λοιπόν, επειδή ο νόμος δεν επέτρεπε κάτι τέτοιο να πείσει τον Άγιο με αργύρια και να τον κάνη ιεροδιάκονο.
Έστειλε, λοιπόν, προς τον Πατριάρχη γράμμα με το υιό του και του έλεγε, ότι μπορούσε να τον βοηθήσει στην δύσκολη αυτή περίοδο της πείνας. Αυτός είχε σιτάρι πολλές χιλιάδες μόδια και εκατόν πενήντα λίτρες χρυσού. Αυτά, έλεγε, ότι όλα του τα χαρίζει, αν τον χειροτονούσε Διάκο.
Όταν έλαβε την επιστολή ο Ιωάννης, κάλεσε τον μεσάζοντα Κληρικό και τον ήλεγξε πολύ γι’ αυτή του την πράξη. Του είπε δε, ότι όσον άφορα τους φτωχούς, ο Θεός θα φροντίζει γι’ αυτούς και δεν θα τους αφήσει να πεθάνουν από την πείνα. Δεν ήταν όμως δυνατόν να κάνη αυτόν Διάκονο οτιδήποτε και αν προσέφερε.
Πράγματι σε λίγο καιρό έφθασαν στο λιμάνι δύο πλοία της Εκκλησίας γεμάτα σιτάρι. Τότε ο Ιωάννης ευχαριστούσε τον Θεό, γιατί δεν τον άφησε να πουλήσει την ιεροδιακονία.

Χριστιανική Αλληλεγγύη
Όταν ο Ρασμιόγης, ο αρχιστράτηγος των Περσών, λεηλάτησε τον τόπο των Ιεροσολύμων, πολύ στενοχωρήθηκε ο Άγιος. Έστειλε δε τους ανθρώπους με πολύ χρυσόν, για να απελευθερώσουν τους αιχμαλώτους. Έστειλε δε ιδιαίτερο ποσόν χρημάτων στον Άγιο Μόδεστο, που ήταν τότε Πατριάρχης Ιεροσολύμων, για να ξαναφτιάξει τις εκκλησίες. Του έστειλε και τροφές, δηλαδή σιτάρι, κρασί, όσπρια και ότι άλλο είχε ανάγκη ο Πατριάρχης Μόδεστος, για το ποίμνιο του.

Η δύναμη των μνημοσύνων
Έναν καιρό ήταν αρρώστια στην Αλεξάνδρεια και ο Άγιος πήγαινε μόνος του και επισκεπτόταν τους ασθενείς. Ενταφίαζε τους νεκρούς και έκανε μνημόσυνα για την ανάπαυση των ψυχών των, λέγοντας ότι πολύ ωφελούν, οι λειτουργίες και οι προσευχές, όχι μόνον τους νεκρούς, αλλά και τους ζωντανούς. Για να τούς πείσει δε ακόμη περισσότερο τους διηγήθηκε το εξής περιστατικό.
— Οι Πέρσες είχαν αιχμαλωτίσει κάποιον Κύπριο και οι συγγενείς του τον νόμιζαν για νεκρό. Του έκαναν λοιπόν μνημόσυνα σύμφωνα με την συνήθεια. Μετά όμως από τέσσερα χρόνια ο άνθρωπος αυτός επέστρεψε και έμαθε, ότι του έκαναν μνημόσυνα. Και αυτός τότε τους διηγήθηκε, ότι κάθε φορά, που έκαναν αυτοί μνημόσυνο, παρουσιαζόταν ένας πολύ ωραίος άνθρωπος μπροστά του. Κάποια δε η μέρα του έλυσε την αλυσίδα και τον ελευθέρωσε και αμέσως εξαφανίστηκε. Αυτά έλεγε ο Άγιος για να δείξει πόσην μεγάλη ωφέλεια παίρνουν από τις λειτουργίες και τα μνημόσυνα οι ψυχές των νεκρών. Με τέτοια διηγήματα έκανε ο Άγιος πολλούς να δίδουν χάριν ελεημοσύνης τα υπάρχοντα τούς.

Η δύναμη της ελεημοσύνης
Μια ημέρα ήλθε στον Άγιο κάποιος και του έδωσε την περιουσία του. Ήταν επτά λίτρες χρυσό α Τον παρεκάλεσε εν συνεχεία να δεηθεί να γίνει καλά το άρρωστο παιδί του και να γυρίσει το πλοίο του από την Αφρική μαζί με τον αδελφό του. Όμως σε λίγες ημέρες το παιδί του ανθρώπου πέθανε και το πλοίο καταστράφηκε. Σώθηκαν μόνον οι άνθρωποι. Ο άνθρωπος εκείνος έπεσε σε μεγάλη θλίψι και πόνο, ώστε δεν δεχόταν καμιά παρηγοριά από κανέναν. Μια νύχτα, λοιπόν, παρουσιάστηκε στον ύπνο του δυστυχισμένου αυτού ανθρώπου ένας σεβάσμιος Ιερεύς, που έμοιαζε με τον Άγιο Ιωάννη τον Ελεήμονα και του είπε:
Άνθρωπε δεν πρέπει να στεναχωρείσαι γιατί το παιδί σου εάν ζούσε θα γινόταν κακός και μοχθηρός. Και για το πλοίο να γνωρίζεις, ότι θα βυθιζόταν μαζί με τους άνδρες, αλλά με την προσευχή μου και την ελεημοσύνη σου βυθίστηκε μόνον το πλοίο και σώθηκε το πλήρωμα, μαζί δε και ο αδελφός σου. Τότε κατάλαβε ο άνθρωπος την μεγάλη δύναμη της προσευχής του Αγίου.

Η Κοίμηση του Αγίου
Την εποχή εκείνη η Αλεξάνδρεια έπεσε στα χέρια των Περσών. Έτσι ετοιμαζόταν ο Πατριάρχης να επιστρέψει στην Κύπρο. Τότε τον παρεκάλεσε ο Πατρίκιος να τον πάρει μαζί του και να πάνε στην Κωνσταντινούπολη να ευλογήσει τους βασιλείς. Δέχθηκε τότε ο Πατριάρχης και ξεκίνησαν. Στο ταξίδι σηκώθηκε μεγάλη τρικυμία. Ο Πατρίκιος τότε είδε στον ύπνο του τον Πατριάρχη να προσεύχεται στον Κύριο και αμέσως κόπασε η τρικυμία. Όταν έφθασαν στη Ρόδο ο Πατριάρχης βλέπει έναν άγγελο να τον καλή να πάει στην μακαρία και αιωνία πόλη την Ιερουσαλήμ. Αποχωρίστηκε λοιπόν ο Άγιος τον Πατρίκιο. Και έτσι ο έπαρχος μεν ξεκίνησε για την Κωνσταντινούπολη ο δε Άγιος ήλθε στην πατρίδα του Αμαθούντα της Κύπρου.
Μόλις έφθασε στην Κύπρο, διέταξε να γράψουν την διαθήκη του. Αλλά όταν τελείωνε την ανάγνωση της διαθήκης του, εκοιμήθη ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων.
Ήταν το έτος 619. Είχε ηλικία εξήντα τεσσάρων χρονών. Όταν έβαλαν το λείψανο του Αγίου μέσα σ’ έναν τάφο, που είχαν θαφτεί προηγουμένως δύο άλλοι επίσκοποι, έγινε το έξης θαυμαστό γεγονός. Παραμέρισαν τα δύο λείψανα και άφησαν στη μέση αδειανό χώρο για να βάλουν το λείψανο του Αγίου !

Η αμαρτία μιας γυναίκας
Πέντε ημέρες πριν πεθάνει ήλθε μια γυναίκα και του ζητούσε συγχώρεση, γιατί αυτό, που είχε κάνει δεν μπορούσε να το εξομολογηθεί. Ο Άγιος της είπε να το γράψει & ένα χαρτί και δεν θα το μάθη κανείς. Όταν όμως έφερε η γυναίκα το γράμμα ο Άγιος είχε πεθάνει. Η γυναίκα στενοχωρήθηκε, έκλαιγε και θρηνούσε επάνω στον τάφο του, γιατί πίστευε, πως πλέον το αμάρτημα της θα γινόταν γνωστό σε όλη την περιοχή. Εκεί κάθισε η γυναίκα τρία ημερόνυχτα κλαίουσα και θρηνούσα. Το χαρτί το είχε βάλει στον τάφο του Αγίου. Την τρίτη βλέπει η γυναίκα τον Άγιο με τους δύο άλλους επισκόπους να της λέγει:
- Έως πότε, παιδί μου, θα μας ενοχλείς με τα δάκρυά σου; Πάρε το χαρτί, που μου έδωσες.
Η γυναίκα ταράχθηκε και όταν άνοιξε το χαρτί, κατάλαβε ότι ήταν το ίδιο εκείνο χαρτί, που, του είχε δώσει με το αμάρτημα της. Άλλα είδε ότι η αμαρτία της ήταν σβησμένη και γραμμένες οι παρακάτω λέξεις:
«Το αμάρτημα σου το εσυγχώρεσα με την προσευχή του Αγίου Ιωάννου».

Ο Άγιος παίρνει το στεφάνι…
Άλλη φορά πάλιν κάποιος μοναχός, που τον έλεγαν Σαβίνο, πριν πεθάνει ο Άγιος, είδε τον Πατριάρχη να βγαίνει από την επισκοπή με όλους τους κληρικούς και μία ωραιότατη κοπέλα να τον πλησιάζει και να τον στεφανώνει. Πήγαιναν στον Βασιλέα και οι δύο. Τότε ο μοναχός κατάλαβε, πως η κοπέλα αυτή ήταν η ελεημοσύνη, που υπηρέτησε όλα του τα χρόνια ο Άγιος. Και τώρα η κοπέλα ξεπλήρωνε την υπόσχεση, που του είχε δώσει να τον πάει μπροστά στον Βασιλέα.
Κατά την εορτή του Αγίου ενώ στην Εκκλησία του Αγίου Τύχωνος ήταν μαζεμένος πολύς κόσμος, ο Θεός για να δείξει την δύναμη του Αγίου έκανε το λείψανο του Αγίου να αναβλύζει ωραίο μύρο, απ’ το οποίο πολλοί άνθρωποι θεραπεύτηκαν.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν τῇ ὑπομονῇ σου ἐκτήσω τὸν μισθόν σου Πάτερ, Ὅσιε, ταῖς προσευχαῖς ἀδιαλείπτως ἐγκαρτερήσας, τοὺς πτωχοὺς ἀγαπήσας, καὶ τούτοις ἐπαρκέσας· Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Ἰωάννη Ἐλεῆμον μακάριε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὸν πλοῦτον τὸν σόν, ἐσκόρπισας τοῖς πένησι, καὶ τῶν οὐρανῶν, τὸν πλοῦτον νῦν ἀπείληφας, Ἰωάννη πάνσοφε· διὰ τοῦτο πάντες σε γεραίρομεν, ἐκτελοῦντες τήν μνήμην σου, τῆς ἐλεημοσύνης ὦ ἐπώνυμε.
Κάθισμα Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λογον.
Ἐλεήμονα γνώμην ἀναλαβών, εὐσυμπάθητος ὤφθης προσεπαρκῶν, πτωχοῖς ἐνδεέσι τε, Ἰωάννη θεόπνευστε, διὰ τοῦτο κλῆσιν, τῇ πράξει κατάλληλον, παρὰ πάντας μάκαρ, Ἁγίους ἐπλούτησας· ὅθεν ὁ δοτὴρ σε, τοῦ ἐλέους μεγάλως, θεόφρον ἠλέησε, καὶ φαιδρῶς κατελάμπρυνεν, Ἱεράρχα πανόλβιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν Ἁγίαν μνήμην σου.
Ὁ Οἶκος
Ἴδιον κάλλος ἐνθεὶς τῇ ψυχῇ σου, τὴν γνησίαν ἀγάπην, καὶ τὴν ὡραίαν συμπάθειαν, κόρην ὡραίως κεκοσμημένην, τὴν ἐλεημοσύνην, κλάδοις ἐλαίας ἐν τῇ νυκτὶ ἀψευδῶς, Ἰωάννη ἑώρακας, ἱλαρῶς σοι φθεγγομένην. Ἐὰν κτήσῃ με φίλην καὶ σύνοικον, ἄξω σε ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ, καὶ πεισθείς, τοῦ σκοποῦ οὐ διήμαρτες, τῆς ἐλεημοσύνης ὦ ἐπώνυμε.
Μεγαλυνάριον
Ἐλεημοσύνης ὁ ποταμός, ὁ τῆς εὐσπλαγχνίας, διανέμων ἐπιρροάς, καὶ καταπιαίνων, ἀπόρων τὰς καρδίας, ὁ μέγας Ἰωάννης, ὑμνολογείσθω μοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου