O π. Ιάκωβος Τσαλίκης διηγούνταν ότι στη μονή του Αγίου Νικολάου του Γαλατά ένας βοσκός βοσκούσε τα πρόβατά του μαζί με τα πρόβατα της μονής και τους έδινε ένα μέρος του τυριού και μαλλί.
Μια μέρα ο πειρασμός τον έβαλε να κλέψει τα πρόβατα της μονής και παρά τα παρακάλια των μοναχών, επέμενε στην αδικία.
Τότε, την Κυριακή, μετά την Θεία Λειτουργία,ο ηγούμενος,φορώντας τα άμφια με τα οποία είχε λειτουργήσει,πήρε το θυμιατό και την εικόνα του Αγίου Νικολάου και ανέβηκε στο βουνό από όπου φαινόταν το χωριό του βοσκού.
Ήταν στα μέσα του καλοκαιριού τον καιρό του θερισμού και οι άνθρωποι ήταν στον κάμπο.Ο ηγούμενος προσευχήθηκε, έστρεψε την εικόνα προς το χωριό και είπε: "’Άγιε Νικόλαε εφόσον είσαι θαυματουργός, τιμώρησε αυτόν τον άνθρωπο που έκλεψε το μοναστήρι. Από αυτά τα πρόβατα ζούμε και εμείς."
Λέγοντας αυτά τα λόγια,παρότι ήταν ξαστεριά και δεν υπήρχε ούτε ένα σύννεφο στον ουρανό ένας κεραυνός χτύπησε τον βοσκό και την οικογένειά του και το νοικοκυριό τους κάηκε. Κανένας από τους γείτονες δεν έπαθε τίποτα.
Πράγματι,"Φοβερόν τού εμπεσείν είς χείρας Θεού ζώντος"’.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου