Στο νότιο τμήμα της οροσειράς του Πάρνωνα, στην Κυνουρία και σε υψόμετρο 650μ. από τη θάλασσα υψώνεται επιβλητικό και μεγαλοπρεπές το μοναστήρι της Παναγίας της Έλωνας. Ακολουθώντας τη διαδρομή «Λεωνίδιο Κοσμάς» μέσα από την πολυποίκιλη βλάστηση και τους πανύψηλους άγριους βράχους, σε μια καμπή του δρόμου θα δούμε να προβάλει ο μετέωρος βράχος της Έλωνας με το μοναστήρι του κατάλευκο κρεμασμένο στα ριζά του.
Η Μονή παλαιότερα ήταν αφιερωμένη στη Ζωοδόχο Πηγή και από το 1797 είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Για την επωνυμία της που οφείλεται στην εικόνα της Παναγίας, έχουν διατυπωθεί αρκετές ερμηνείες επικρατέστερες όμως θεωρούνται οι εξής:
Η επωνυμία προέρχεται από τοπωνύμια κοντά στο Λεωνίδιο που φυλασσόταν παλαιότερα η εικόνα (έλος της Πελιάς) (Γ. Δεληγιάννης)
Από το σπήλαιο που φέρει την ονομασία «Ελώνη» (Θ. Βαγενά, Ν. Αντωνάκου, Τ. Μαύρος)
Από την τσακώνικη λέξη «έουνη» που σημαίνει Ελεούσα.
Από την επίκληση της Παναγιάς στη Λακωνία «Ελωνίτισσα» (δηλ. καταγόμενη από το έλος και τα ελοχώρια της Λακωνίας) (Αν. Μιχαλόπουλος), ενώ ο μελετητής Γεώργιος Γεώρτσης αναζητά τη γραμματολογική ρίζα της στην Αρχαία Αττική Διάλεκτο, από τη μετοχή Αορίστου β΄ του ρήματος «αιρέω-αιρώ» (ελών, ελούσα, ελόν).
Η χρονολογία ίδρυσης του Μοναστηριού δεν είναι γνωστή. Η παράδοση αναφέρει ως ιδρυτές της δύο ασκητές μοναχούς, το Δοσίθεο και τον Καλλίνικο, που γύρω στα 1500μ.χ. αποφάσισαν να κοινοβιάσουν κι έτσι αποτέλεσαν το μοναστικό πυρήνα της Έλωνας, αν και πιθανολογείται ότι προϋπήρχαν ασκηταριά στην περιοχή.
Οι μοναχοί σφαγιάστηκαν από τους Τούρκους τα χρόνια της Αλώσεως κι έτσι χάθηκε η εικόνα της Παναγιάς. Σύμφωνα, λοιπόν με την ίδια παράδοση, η εικόνα βρέθηκε χρόνια αργότερα από βοσκούς της περιοχής, σε απόκρυμνη κι απρόσιτη θέση, κρεμασμένη σε πάσσαλο, αφού προηγουμένως διέκριναν ότι φωτιζόταν επίμονα το σημείο.
Σήμερα, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί ο χώρος της Μονής με τις νεότερες προσθήκες, εισέρχεται κανείς σ΄ αυτόν μέσα από μια τοξωτή είσοδο. Ένας ανοικτός διάδρομος 15μ. περίπου οδηγεί στη δεύτερη πύλη, ακολουθώντας ένα δεύτερο διάδρομο με σκαλιά, αριστερά του οποίου βρίσκεται γκρεμός και δεξιά πάνω κοφτός κόκκινος βράχος, οδηγούμαστε στο κέντρο της Μονής.
Εδώ τα διαφορετικά επίπεδα, οι διάδρομοι, οι στοές και οι σκάλες συνθέτουν ένα αρμονικό κτιριακό σύνολο που μαρτυρεί την ύπαρξη εσωτερικής ζωής και κίνησης. Συγκεκριμένα, στην ανατολική πλευρά και πάνω από τον γκρεμό ορθώνονται δύο κτίρια εκ των οποίων το ένα διώροφο, με ξενώνες και κειά στον πρώτο όροφο, αποθήκες και τραπεζαρίες κάτω, ενώ το άλλο, ακριβώς δίπλα, περιλαμβάνει γραφεία, σαλόνια και χώρους υποδοχής. Ένα τρίτο κτίριο, στη δυτική πλευρά, με πλάτη στο βράχο διαθέτει επίσης ξενώνες κι αποθήκες πίσω απ΄ αυτό δε και πιο ψηλά βρίσκεται το παρεκκλήσι των Αγίων Πάντων.
Στο κοίλωμα του βράχου, μετά από αυτό, διακρίνονται ακόμα τα σημάδια ύπαρξης παλαιού ασκηταριού. Υπάρχει επίσης μικρή πλακόστρωτη αυλή, στην οποία οδηγούμαστε μέσω μιας διπλής σκάλας. Η μικρή εκκλησία της Παναγιάς είναι νεότερο κτίσμα του 1790 κι έχει δεχθεί προσθήκη το 1809, η οποία αποτέλεσε χώρο στέγασης του Ιερού. Είναι χτισμένη σε ρυθμό κεραμοσκεπαστής βασιλικής με πλινθοπερικλειστη τοιχοδομή. Διαθέτει τέσσερις θύρες εισόδου, ανοιγμένες όλες στη βόρεια πλευρά της. Η μεγαλύτερη δε από αυτές διαθέτει ακανόνιστο πέτρινο τόξο πάνω από το ανώφλι. Αριστερά της υψώνεται το μαρμάρινο κωδωνοστάσιο, χτισμένο στα 1831μ.χ. επάνω στο οποίο διακρίνονται εμφανή υπολείμματα μπλε χρώματος.
Μπαίνοντας κανείς στο εσωτερικό του ναού, μένει έκθαμβος στη θέα των δεκάδων καντηλιών (αφιερώματα πιστών) που κρέμονται από την καπνισμένη οροφή. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο, φιλοτεχνημένο σε ξύλο καρυδιάς κατά τον παραδοσιακό τρόπο επεξεργασίας. Η χρονολογία κατασκευής του παραμένει άγνωστη. Ο τεχνίτης του δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει το έργο του, παρά μόνο κατά τα 2/3, εξαιτίας αιφνίδιου θανάτου του, συμπληρώθηκε όμως κατά ένα μεγάλο μέρος από άλλο τεχνίτη που παραδόξως, είχε την ίδια τύχη. Επί του τέμπλου απεικονίζονται σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το βαθύ σκάψιμό του, ενώ οι σκιές που δημιουργούνται καθώς εισχωρεί το φως στις εσοχές κάνουν την ατμόσφαιρα ακόμη πιο επιβλητική. Οι εικόνες στην κεφαλή του τέμπλου παρουσιάζουν το δωδεκάορτο και στηρίζουν την ισορροπία τους στον συνδυασμό ψυχρών και θερμών χρωμάτων και στη γεωμετρία των μορφών.
Σκηνές από την Αγία Γραφή αναγνωρίζουμε και στον ξύλινο διάκοσμο, ενώ αξίζει να σημειωθεί ο λεπτός τρόπος που οι αναδυόμενες μορφές εντάσσονται αρμονικά στα «πλαστικά» στοιχεία της φυτικής ανάπτυξης. Αριστερά και δεξιά της Ωραίας Πύλης παρατηρούμε τα ασημένια «πουκάμισα» των εικόνων και τα εξωτερικά λεπτά χαράγματα του σχεδίου.
Στο προσκηνητάρι δεσπόζει η φορητή εικόνα της Παναγιάς, που χρονολογείται από το 1350 περίπου. Είναι κατασκευασμένη με κερί και μαστίχα σε ξύλο, ενώ αργότερα προστέθηκε χρυσό περίτεχνο «πουκάμισο» και καλύφθηκε από τάματα. Εικάζεται ότι η εικόνα φιλοτεχνήθηκε από τον Ευαγγελιστή Λουκά και η ιστορία της είναι άρρηκτα δεμένη με την ίδρυση της Μονής.
Πολλά θαύματα έχουν αποδοθεί στην ιερή δύναμη της εικόνας αυτής, γι αυτό και πλήθος προσκυνητών από όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας επισκέπτονται το μοναστήρι της Έλωνας.
Σήμερα το Μοναστήρι, που είναι γυναικείο, συντηρείται με την ιδιαίτερη φροντίδα των μοναχών. Πρέπει να αναφερθεί ότι μετόχια της Μονής βρίσκονατι στο Λεωνίδιο και στον Κοσμά.
Η Παναγιά της Έλωνας εορτάζει στις 15 και 23 Αυγούστου (Κοίμηση και Εννάμερα της Θεοτόκου αντίστοιχα), ενώ της 21 Νοεμβρίου, που εορτάζονται τα Εισόδια της Θετόκου γίνεται τοπική εορτή στο Λεωνίδιο και προς τιμή της τελώνται θρησκευτικές εκδηλώσεις.
Το Μοναστήρι της Παναγίας της Έλωνας απέχει από το Λεωνίδιο 17 χιλιόμετρα και από τον Κοσμα 14. Μπορεί να το προσεγγίσει κανείς οδοιπορικώς μέσω της διαδρομής Λεωνίδιο – Έλωνα στην πρώτη περίπτωση, είτε ακολουθώντας το δρόμο από την Σπάρτη στον Κοσμά στη δεύτερη. Όποια διαδρομή παάνως κι αν επιλέξει ο επισκέπτης θα αποζημιωθεί από το συναπάντημα του με το θρησκευτικό και ιστορικό αυτό σύμβολο.
Πηγή: stomenkalos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου