Στα 1914 πήραν στα περίφημα «τάγματα εργασίας» οι Τούρκοι τον άντρα της, τον Ιορδάνη. Κι από τότε χάθηκε. Πόσοι δε χάθηκαν; Πόσοι δεν εξοντώθηκαν;
Τώρα πάνε να εξοντώσουν τους Έλληνες με όλους τους τρόπους. Είδατε τί γίνεται; Με όλους τους τρόπους. Μόνο τους Έλληνες. Στην ουρά στήθηκαν μόνο οι Έλληνες να πάρουν την κάρτα. … Μόνο τους Έλληνες θέλουν να αφανήσουν.
Αλλ’ όταν είναι μαζί μας ο Θεός, από τα ύψη, τότε δε φοβόμαστε. Κι άμα σε θέλει ο Θεός, όλα γίνονται καλά. Όλα. Ευοδώνονται.
Κι έμεινε χήρα σε νεαρά ηλικία. Τί να κάνει τώρα; Στην κυριολεξία, ξέρετε τί έκανε; Πήρε τα βουνά.
«Ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου εἰς τὰ ὄρη, ὅθεν ἥξει ἡ βοήθειά μου» (Ψαλμ. 120,1).
Διαβάζουμε κάθε πρωί στο εσπέρας προκείμενον, της Παρασκευής.
Πήγε στα βουνά. Με τα μαύρα της κηδείας της και ζούσε ολομόναχη.
Εδώ μπαίνει κι ο Κολοκοτρώνης…
Το 1706 οι Τούρκοι με τη βοήθεια και κάποιων Ελλήνων και κάποιων εκκλησιαστικών – ονόματα δε λέμε γιατί δεν κάνει – τί έκαναν; Χτύπησαν αλύπητα τους κλέφτες.
Τί κάνανε οι κλέφτες; Πιάνανε τους φοροεισπράκτορες των Τούρκων και τους παίρνανε τους φόρους. Αυτό είναι. Αυτό είναι οι κλέφτες.
Και τί κάνανε μετά; Τα πήγαιναν και τα ’διναν στα χωριά, στους ανθρώπους. Πώς σας φαίνεται αυτό; Βέβαια.
Και όπλισαν τότε άλλους Έλληνες με άρματα οι Τούρκοι και τους έβαλαν εναντίον των κλεφτών. Αυτοί είναι οι αρματωλοί.
Αλλά καμμιά φορά κλέφτες κι αρματωλοί, σαν Έλληνες κι οι δυο, τι κάνανε; Συνομωτούσαν. Και υπέφεραν τότε οι κλέφτες.
Ο Κολοκοτρώνης έφυγε στα βουνά και κρύφτηκε. Και γράφει στα απομνημονεύματα, «Συμβάντα της Ελληνικής φυλής» – τί ωραίο, αν το βρείτε να το πάρετε:
«Ήμουνα μόνος στο βουνό με το Θεό» – αυτό τα λέει όλα.
Ήταν μόνος στο βουνό με το Θεό. Δεν μπορεί κανείς να μείνει μόνος, και μάλιστα στην ερημιά, αν δεν έχει τον Θεό. Αν δεν έχει τη δύναμη και τη χάρη του Θεού, τρελαίνεται αλλιώς.
Και για να είναι κανείς μόνος, λέει ο Αριστοτέλης ο δικός μας, πρέπει να ’ναι «ή θηρίον ή Θεός».
Έμεινε εκεί με το Θεό ο Θοδωράκης. Και τα βρήκε – το ’χε μεγάλο αποκούμπι.
Και μετά είχε τη μητέρα του Χριστού, την Παναγία. Τί την είχε; Την είχε ιδιαιτέρα ο Κολοκοτρώνης. Και τί την είχε; Τύχη, την έλεγε «τύχη της Ελλάδος».
Όπως πολλοί σήμερα λένε «τύχη», τύχη δεν υπάρχει. Λένε αντί για τον Θεό. Είναι το καλλιτεχνικό του Θεού. Έχει κι ο Θεός το καλλιτεχνικό του. Τι να κάνουμε; Τύχη. Από το τυγχάνω, συναντώ.
Κι η αγία και οσία Σοφία, ήταν στο βουνό, με το Θεό. Νήστευε και προσευχόταν. Προσευχόταν και νήστευε. Κι αγρυπνούσε.
Νηστεία, αγρυπνία, προσευχή. Ζούσε σαν ασκήτρια. Ζούσε, γιατί ήθελε ο Θεός να ζει, και δεύτερον έτρωγε και κάτι.
Δεν θέλει πολλά για να ζήσει ο άνθρωπος. Δεν θέλει πολλά. Λίγο ψωμί, λίγο κρασί, Χριστούγεννα κι Ανάσταση, που λέει κι ο Ελύτης.
Πολλά δεν θέλει ο άνθρωπος για να ’ναι ήρεμος, νάναι ήσυχος. Δεν θέλει πολλά.
Σήμερα εμείς θέλουμε πολλά και μαζεύουμε πολλά κι έχουμε πολλές σκοτούρες. Και πολλές ζαλάδες.
Και βάνει κάποιους ο Θεός να μας παίρνουν κάποια πράγματα. Μας παίρνουν, μας παίρνουν, μας παίρνουν… δε πειράζει.
Έλεγε ο Πατροκοσμάς, ο διδάσκαλος του Γένους, ο μεγάλος μας ελευθερωτής των ψυχών, κι όχι μόνο:
«Ψυχή και Χριστός σας χρειάζεται» – τα άλλα ας σας τα πάρουν. Το σώμα σας ας σας το τυραννήσουν.
Αυτά τα δυο να μην τα δώσετε. Διότι αν δεν τα δώσετε εσείς, δεν σας τα παίρνει κανείς. Ψυχή και Χριστός.
Στα χρόνια που πέρασαν προσπάθησαν διάφοροι «σοφοί και καλοί άνθρωποι» – σε εισαγωγικά, εμείς πρέπει να ευφημούμε – να μας εμπεδώσουν το δίδαγμα και την αξία ότι αλήθεια είναι αυτό που φαίνεται.
Ό,τι πιάνουμε, ό,τι βλέπουμε, κι ό,τι υποπίπτει στις αισθήσεις μας. Είναι όμως αυτό αλήθεια; Όχι.
Αλήθεια είναι στην ουσία, αυτό που δεν φαίνεται. Ποιος; Ο Θεός και η ψυχή μας.
Νάτο, ο Θεός κι η ψυχή σου. Αυτό λέει κι ο κόσμος: Ο Θεός κι η ψυχή μας. Αυτό είναι ΑΛΗΘΕΙΑ.
Προσπάθησαν να μας πείσουν ότι τα λεφτά… και να που μας φτάσανε τα λεφτά τώρα. Εκεί που φτάσανε και τον Ιούδα.
Αυτά είναι μέσον συναλλαγής, για να κάνουμε τη δουλειά μας. Και τίποτα άλλο.
Και να κυριαρχούμε πάνω στα λεφτά. Αν κυριαρχούν αυτά επάνω μας, πάει η ψυχή μας.
Η φυλαργυρία, κατά τον Απόστολο Παύλο, τί είναι; Ειδωλολατρία.
Αλλά γυρίζουμε πίσω…
Εκεί που ήταν στα βουνά της παρουσιάστηκε ο άϊ Γιώργης. Έχει και πολύ σχέση με τον Πόντο.
Γιατί απάνω ακόμα από τον Πόντο είναι η αρχαία Ιβηρία, την οποία ο άϊ-Γιώργης με θαύμα την έκανε χριστιανική.
Κι ονομάζεται από τότε Γεωργία. Βέβαια. Έχει πολύ σχέση ο άϊ Γιώργης με τον Πόντο. Μεγάλη σχέση. Μεγάλη σχέση.
Ο λεβέντης, ο καβαλλάρης, απ’ την Καππαδοκία.
Και της είπε:
«Σε λίγο θα έλθουν οι Τσέτες». Άγριοι Τούρκοι και βάρβαροι, τους οποίους έβαζαν οι Τούρκοι κι έσφαζαν.
«Να κρυφτείτε». Ειδοποίησε και τους άλλους και κρύφτηκαν. Και πέρασε ο κίνδυνος.
Κι ήρθαν μετά όλα αυτά τα συμβάντα, τις τραγωδίες της Μικρασίας, αλλά και της εποποιΐας, η ανταλλαγή των πληθυσμών.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου