«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται», λέγει ὁ Κύριος στὴν «ἐπὶ τοῦ Ὅρους» ὁμιλία. Καὶ τὰ λόγια του αὐτὰ βρίσκουν πλήρη τὴν ἐφαρμογή τους στὸ ὑπεράξιο τέκνο τῆς Κύπρου μας, τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα, τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς μεγάλης πόλεως, Ἀλεξανδρείας.
Φυσικὰ, ἡ φιλανθρωπία εἶναι χαρακτηριστικὸ γνώρισμα ὅλων τῶν ἁγίων. Γιατὶ ἡ ἀρετὴ τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους εἶναι κι ἡ πιὸ τρανὴ πιστοποίηση τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν μεγάλο μας Πατέρα, τὸν Θεό, ὅπως ξεκάθαρα τονίζει κι ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστής. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὅμως τὴν φιλανθρωπία τὴν ἔκαμε κύριο μέλημα τῆς ζωῆς του, ὥστε ἡ Ἐκκλησία μας νὰ τοῦ δώσει καὶ τὸ τιμητικὸ προσωνύμιο τοῦ Ἐλεήμονος.
Τὴ ζωὴ τοῦ μεγάλου αὐτοῦ φιλανθρώπου, μιὰ ζωὴ ἀληθινὰ χαριτωμένη καὶ ρωμαλέα, θὰ ἐκθέσουμε στὶς γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν. Εἶναι τόσο διδακτική καὶ τόσο ἐνδιαφέρουσα, εἰδικὰ γιὰ τὴν ἐποχή μας, ποὺ εἶναι μιὰ ἐποχὴ ἄκρατου ἀτομισμοῦ.
Πρῶτα χρόνια
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε στὴν Ἀμαθοῦντα τῆς Κύπρου μας, τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ., τότε ποὺ τὸ ὄμορφο νησί μας ἀποτελοῦσε μιὰ ἐπαρχία τῆς μεγάλης μας ἑλληνικῆς αὐτοκρατορίας, τῆς γνωστῆς μὲ τὸ ὄνομα Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία. Ἡ Ἀμαθοῦς ἦταν ἡ σημερινὴ Παλαιὰ Λεμεσός. Ἡ τωρινὴ πόλη τῆς Λεμεσοῦ λεγόταν τότε Νεάπολις. Μὲ τὸν καιρὸ ἡ Νεάπολις ἔγινε ἡ κύρια πόλη τῆς περιοχῆς, ἡ γνωστὴ Λεμεσός, ἐνῶ ἡ ἀρχαία Ἀμαθοῦς ἔμεινε στὶς ἡμέρες μας ἕνας ἄμορφος ἀρχαιολογικὸς χῶρος.
Οἱ γονεῖς του, Ἐπιφάνιος καὶ Εὐκοσμία, εἶχαν μεγάλη κοινωνικὴ θέση κι ἦταν ἄνθρωποι ἐνάρετοι. Ὁ πατέρας του ἦταν ὁ φημισμένος κυβερνήτης τῆς νήσου κι εἶχε μεγάλα διοικητικὰ χαρίσματα· γι᾿ αὐτὸ κι ὁ λαός τον ἐκτιμοῦσε, τὸν ἀγαποῦσε καὶ τὸν σεβόταν. Ἡ μητέρα του πάλι διακρινόταν ὄχι μόνο γιὰ τὰ σωματικὰ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ ψυχικὰ χαρίσματα. Κοντὰ σ᾿ αὐτοὺς καὶ σ᾿ ἕνα περιβάλλον πλούσια χριστιανικὸ, εἶδε τὸ φῶς καὶ μεγάλωσε τὸ εὐτυχισμένο παιδί.
Οἱ γονεῖς, ποτισμένοι μὲ τὰ νάματα τῆς πίστεως, ἀνέθρεψαν τὸν Ἰωάννη «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Καὶ τὸ πέτυχαν. «Ὃ ἐὰν σπείρῃ ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θερίσει». Ἔσπειραν μὲ προσοχὴ καὶ προσευχὴ τὰ σπέρματα τῆς εὐσέβειας καὶ εἶδαν τοὺς καρπούς.
Ὁ Ἰωάννης ἀπέκτησε ἀξιόλογη μόρφωση. Ἀπὸ τὰ μαθήματα ἀγαποῦσε κυρίως τὰ ἱερὰ γράμματα· ἐντρυφοῦσε σὲ αὐτὰ γιὰ ὧρες. Ἐκεῖ βρῆκε τὸν «πολύτιμον μαργαρίτην» καὶ γι᾿ αὐτὸν θυσίασε τὰ πάντα.
Ἔγγαμος βίος
Περνώντας στὴ νεανικὴ ἡλικία, μὲ πιέσεις τῶν γονέων, ὁ Ἰωάννης ἀνέλαβε τὸν ζυγὸ τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς, παρὰ τὸν πόθο του γιὰ ἐκκλησιαστικὴ διακονία. Ἦταν πρᾶξη δυνάμεως καὶ θυσίας. Ἡ οἰκογενειακὴ του ζωὴ ὑπῆρξε πρότυπος· ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ εἶχε θρονιαστεῖ στὸ σπίτι. Δύο παιδιὰ ἦρθαν νὰ αὐξήσουν τὴ χαρά.
Ἀλλὰ ἡ ἀνέφελη ζωὴ δὲν εἶναι μόνιμη. Ἡ σύζυγος καὶ τὰ δύο παιδιά ἔφυγαν μὲ τὸ δρεπάνι τοῦ θανάτου σὲ μικρὸ διάστημα. Στὸ βαρὺ κτύπημα, ὁ Ἰωάννης ἔδειξε ψυχικὸ μεγαλεῖο: «Ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλετο· εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον». Πῆρε ἀπόφαση νὰ ἀφιερωθεῖ ἀποκλειστικὰ στὴν διακονία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀδελφῶν.
Ἀφιέρωση στὸν Θεό
Ἡ ἀγάπη ποὺ εἶχε γιὰ τὴν ἰδιωτικὴ του οἰκογένεια διοχετεύτηκε πλούσια στὴ Μεγάλη Οἰκογένεια, τὴν Ἐκκλησία. Πονεμένοι, χῆρες, ὀρφανά, φτωχοὶ ἔγιναν οἱ προστατευόμενοι του. Ἡ φήμη του διαδίδεται, τὸ παράδειγμα φωτίζει, ἡ ἀγάπη του συγκινεῖ.
Τότε ὁ θρόνος τῆς Ἀλεξανδρείας χηρεύει. Πρόκριτοι καὶ λαὸς μὲ μιᾶ φωνὴ καλούν τὸν Ἰωάννη. Ὁ πατρίκιος Νικήτας μεταφέρει τὴν παράκληση· ὁ Ἡράκλειος συγκατατίθεται. Ὁ Ἰωάννης δὲν ἐπιδιώκει ἀξιώματα, ἀντιστέκεται· μα ὅταν ἔνιωσε ὅτι πρόκειται γιὰ κλῆση Θεοῦ, ὑποχώρησε μὲ ταπείνωση. Ἀναδεικνύεται πνευματικὸς Νεῖλος: σκορπίζει τὴν ἀγάπη παντοῦ, πέρα ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο.
Φιλανθρωπικὸ ἔργο
Μόλις ἀνέβηκε στὸν θρόνο, κάλεσε τοὺς οἰκονόμους καὶ κληρικούς: «Καταγράψτε ὅλους τοὺς κυρίους καὶ δεσπότας μου»—δηλαδὴ τοὺς φτωχοὺς. Ἀπλώθηκαν ἔργα ἀγάπης παντοῦ: νοσοκομεῖα, πτωχοκομεῖα, ξενῶνες, μαιευτήρια, ὀρφανοτροφεῖα, συσσίτια. Ἡ φιλανθρωπία ὀργανώθηκε ὑποδειγματικά· ἕνας εἰρηνικὸς στρατὸς ἀγάπης ἔδινε καθημερινὰ τὴ μάχη. Κι ὁ Ἰωάννης, ποιμὴν ὁ καλός, θυσίαζε χρῆμα, κόπο, ἀνάπαυση.
Καινούργιοι ναοί – Ὀργάνωση κηρύγματος
Ὁ κίνδυνος δὲν εἶναι μόνο ἡ ἀνέχεια ἀλλὰ καὶ «ὁ λιμὸς τοῦ ἀκοῦσαι λόγον Κυρίου». Ὁ Ἰωάννης ἔκτισε ναοὺς: ἀπὸ 7 ἔφτασαν στους 70. Τοὺς ἐπανδρώνει μὲ εὐλαβεῖς ἱερεῖς, ὁργανώνει τὴ διδασκαλία, καταπολεμεῖ αἱρέσεις καὶ ἀδικία, στοχεύει σὲ μιὰ κοινωνία ποὺ βασιλεύει τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ τὸν ἑαυτό του κρατᾶ τὴν ἀπλότητα: ἀσκητικὸ κελλί, φτωχὸ φαγητό, κοινὰ σκεπάσματα, τριμμένο ράσο—ὅ,τι καλὸ τὸ μοιράζει.
Χαριτωμένη διήγηση
Πλούσιος τοῦ χάρισε πολύτιμο πάπλωμα. Ὁ Ἰωάννης δὲν ἔκλεισε μάτι σκεπτόμενος τοὺς φτωχούς· τὸ πούλησε καὶ μοίρασε τὰ χρήματα. Ὁ δωρητὴς τὸ ξαναγόρασε καὶ τὸ ξανάστειλε—τρὶς. Καὶ ὁ ἅγιος μὲ χάρη: «Νὰ δοῦμε ποιὸς θὰ κουραστεῖ πρῶτος· σὺ νὰ τὸ στέλνεις ἢ ἐγὼ νὰ τὸ πουλῶ!»
Ἐπαρκὴς σὲ περιστάσεις
614 μ.Χ. Ἅλωση Ἱεροσολύμων ἀπὸ Πέρσες. Σφαγὲς, λεηλασία, αἰχμαλωσία πατριάρχη Ζαχαρία, ἁρπαγὴ Τιμίου Σταυροῦ. Πλήθη προσφύγων. Ὁ Ἰωάννης ὀργανώνει συνεργεῖα, δέχεται, παρηγορεῖ, στεγάζει, ἐνισχύει. «Κατὰ τρόπον μοναδικόν, ἄγνωστον μέχρι τότε εἰς τὴν ἱστορίαν» (Κ. Ἄμαντος).
Τελευταῖα χρόνια
Παντοτέ ὑπήκοος στὸ θείο θέλημα, ἔζησε μὲ τὴν ματιὰ στὸν Οὐρανό καὶ κίνητρο τὴν ἀγάπη. Ὕστερα ἀπὸ παρακλήσεις τοῦ πατρικίου Νικήτα, ἔφυγε γιὰ τὴν Πόλη. Στὴ Ρόδο εἶδε ὅραμα: «Ἔλα, μὴν ἀργεῖς… ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων σὲ προσκαλεῖ». Ἐπέστρεψε στὴν Κύπρο.
Ἔξω ἀπὸ τὴ Λεμεσό ἔγραψε διαθήκη:
«Σ᾿ εὐχαριστῶ, Κύριε… ὅτι τὰ δῶρα ποὺ μοι ἔδωσες σὲ Σὲ ἐπέστρεψα. Τώρα, ποὺ πεθαίνω, δὲν μοι ἔμεινε παρὰ ἓν τρίτον νομίσματος· δοθεῖναι τοῖς πτωχοῖς. Ὅσα ἔλαβα, ἦταν δῶρα τοῦ Χριστοῦ καὶ σὲ Ἐκεῖνον ἐπεστράφησαν. Σ’ Αὐτὸν παραδίδω καὶ τὴν ψυχή μου».»
Λίγο μετὰ ἔκλεισε τὰ μάτια. Οἱ χριστιανοὶ τῆς Ἀμαθοῦντος τὸν κήδεψαν μὲ τιμές στὸν ναὸ Ἁγίου Τύχωνος.
Να, τί πετυχαίνει μιὰ ἁγνὴ χριστιανικὴ καρδιά. Τὰ χρόνια θὰ ἐναλλάσσονται, ἀλλὰ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου θὰ μένει ὁλοζώντανο, διδάσκοντας τί μπορεῖ νὰ πετύχει ἕνας ἄνθρωπος ὅταν εἶναι γνήσιος χριστιανός «θείῳ ζήλῳ πεπυρωμένος».
Στὴ σημερινὴ ἐποχὴ ὑλισμοῦ καὶ ἀτομισμοῦ, ἀς ἀναβαίνει θερμὴ ἡ προσευχὴ: Νὰ βρεθοῦν μιμητὲς τοῦ φλογεροῦ Ἐπισκόπου—πολλοὶ ἐργάτες τῆς ἐλεημοσύνης καὶ γνήσιοι μιμητὲς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου