Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2025

Ο Χατζεφεντής – Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης

Ο Οσιώτατος Πατήρ Αρσένιος γεννήθηκε γύρω στα 1840 στα Φάρασα ή Βαρασιό, στο Κεφαλοχώρι των έξι Χριστιανικών χωριών της περιφερείας Φαράσων της Καππαδοκίας. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι από αρετές και μέτριοι από υλικά πράγματα. 

Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος και ονομαζόταν Ελευθέριος (ή Χατζηλευτέρης, από το προσκύνημά του στους Αγίους Τόπους). Το επίθετό του ήταν Αννητσαλήχος ή Αρτζίδης (παρατσούκλι). Η μητέρα του λεγόταν Βαρβάρα, από το γένος Φράγκου ή Φραγκοπούλου, με το παρατσούκλι Τσαπάρη.

Είχαν αποκτήσει δύο αγόρια, τον Βλάσιο και τον Θεόδωρο (τον Πατέρα Αρσένιο), τα οποία σε μικρή ηλικία έμειναν ορφανά, διότι οι γονείς τους είχαν συγχωρεθή, πρώτα ο πατέρας και λίγο αργότερα η μητέρα τους. Τα ορφανά τα προστάτεψε η αδελφή της μητέρας τους, που έμενε στα Φάρασα.

Μια ημέρα ο Βλάσιος παρακίνησε τον μικρότερο Θεόδωρο και πήγαν στο πατρικό τους χωράφι που ήταν κοντά στον χείμαρρο Εβκάση. Ενώ περνούσαν τον χείμαρρο, το νερό παρέσυρε τον Θεόδωρο και ο Βλάσιος με κλάματα παρακαλούσε τον Άη-Γιώργη, που ήταν κοντά Παρεκκλήσι του. Ενώ έκλαιγε ο Βλάσιος και παρακαλούσε τον Άγιο να βοηθήση, διότι τον έτυπτε και η συνείδησή του, που αιτία ήταν αυτός να κινδυνεύση ο αδελφός του, ξαφνικά βλέπει τον Θεόδωρο δίπλα του, ο οποίος χαρούμενος του διηγείται πώς ένας καβαλλάρης σαν καλόγηρος τον άρπαξε από τον χείμαρρο και τον πήρε στο άλογό του και τον έβγαλε έξω. Από τότε και μετά ο Θεόδωρος έλεγε ότι θα γίνη και αυτός καλόγηρος. Οικονόμησε κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Θεός να πάρη από μικρός την καλή στροφή. Το γεγονός αυτό είχε επιδράσει ακόμη και στον Βλάσιο, ο οποίος δόθηκε και αυτός με τον δικό του τρόπο στον Θεό, να Τον δοξολογή σαν δάσκαλος της Βυζαντινής Μουσικής, και κατέληξε αργότερα στην Κωνσταντινούπολη.

Τον Θεόδωρο, όταν είχε μεγαλώσει λίγο, η θεία του από τα Φάρασα τον έστειλε στην Νίγδη, για να μορφωθή.

Επειδή ο Πατήρ είχε μεγάλη Ορθόδοξη ευαισθησία, αισθανόταν πολύ βαθιά την μεγάλη ευθύνη του ποιμνίου του και επαγρυπνούσε, πώς να το προφυλάξη από τους προβατόσχημους λύκους, τους προτεστάντες, οι οποίοι έκαναν προπαγάνδα στην Ανατολή με τους δασκάλους που έστελναν να κάνουν προσηλυτισμό. Γι’ αυτό ο Πατήρ αναγκάσθηκε να πάρη τρεις βοηθούς στο Σχολείο, τους πιο μορφωμένους του χωριού, για δασκάλους και να μη δέχεται κανένα απ’ έξω. Ενώ στις αρχές ήταν πολύς ο φόβος από τους Τούρκους και το Σχολείο το είχε σαν κρυφό Σχολείο, αργότερα ήταν χειρότερος ο φόβος από τους προτεστάντες, διότι ήθελαν να μολύνουν την Ορθόδοξη πίστη των παιδιών… Μεγαλύτερο κακό έκαναν οι προτεστάντες στον ευλαβή Ορθόδοξο λαό της Ανατολής παρά οι Τούρκοι, γιατί οι Τούρκοι ομολογούσαν ότι είναι Τούρκοι, και οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί τους απέφευγαν σαν Τούρκους. Ενώ οι προτεστάντες παρουσιάζονταν με το Ευαγγέλιο και παρέσυραν τους απλούς στην πλάνη τους και κατέστρεφαν ψυχές.

Χρήματα φυσικά δεν δεχόταν ποτέ, ούτε και έπιανε στα χέρια του. Συνήθιζε να λέγη: «Η πίστη μας δεν πουλιέται».

[…]Επανειλημμένως του έκαναν προτάσεις για Επίσκοπο, αλλά πάντα αρνιόταν προφασιζόμενος ότι δεν πρέπει να γίνει, επειδή είναι θυμώδης. Σ’ αυτούς πάλι, που τον είχαν καταλάβει πως είναι πράος, έλεγε· «δεν γίνομαι, γιατί φοβάμαι την υπερηφάνεια· όσο ψηλά είναι τα βουνά, τόσο περισσότερη αντάρα μαζεύουν». Και ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων ήθελε να τον κάνει Επίσκοπο και είχε βάλει και τον αδελφό του Πατρός, τον Βλάσιο, να τον παρακαλέσει να δεχθεί, αλλά ο Πατήρ Αρσένιος πάλι δεν δέχθηκε. Προτίμησε του φτωχού το σακί στις πλάτες—το οποίο και έκρυβε συνέχεια την Βασιλεία του Θεού, που κατοικούσε μέσα στην ταπεινή ψυχή του—από τον πολύτιμο Αρχιερατικά σάκο. Επειδή όμως δεν θέλησε να λυπήση τον Πατριάρχη, δέχθηκε να γίνη Έξαρχος του Παναγίου Τάφου, για να βοηθάη τους προσκυνητάς, και Έξαρχος της Περιφερείας του, για να μη λυπήση τον Άγιο Καισαρείας, ο οποίος πολύ τον εκτιμούσε και τον αγαπούσε.

Η αρετή δεν κρύβεται, όσο και να θέλη κανείς, όπως ο ήλιος δεν κρύβεται με το κόσκινο· από τις τρυπούλες θα περάσουν ακτίνες αρκετές. Το ίδιο γινόταν και με τον Άγιο Πατέρα·…

Αυτό δε που βοηθούσε περισσότερο και ενίσχυε τους φοβισμένους Χριστιανούς για να μένουν σταθεροί στην πίστη τους, δεν ήταν τα ενισχυτικά του λόγια μόνο, αλλά τα θαυμαστά έργα που έβλεπαν να κάνει ο Πατήρ Αρσένιος, διότι είχε άφθονη την θεία Χάρη και θεράπευε τις ψυχές και τα σώματα των πονεμένων ανθρώπων. Οι Χριστιανοί, όταν τα έβλεπαν, γίνονταν πιο πιστοί, διότι έβλεπαν την μεγάλη δύναμη της πίστεώς μας. Οι δε Τούρκοι, που τα έβλεπαν και αυτοί, και Χριστιανοί να μη γίνονταν, έπαυαν κάπως να δαγκώνουν τους Χριστιανούς.

Μια Φαρασιώτισσα που είχε αλείψει με χώμα από το κατώφλι του Χατζεφεντή το αγκυλωμένο της χέρι και θεραπεύθηκε, έλεγε τα εξής: «Στην Πατρίδα μας, τι θα πη γιατρός, δεν ξέραμε· στον Χατζεφεντή θα τρέχαμε. Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ’ αν τα πούμε στους εντόπιους, τους φαίνονται παράξενα».

Το κελλί του Χατζεφεντή μάζευε όλο τον πόνο των πονεμένων ανθρώπων…. Στο χωριό Παλαιοχώρι Παγγαίου ο Σολομών Κοσκερίδης, που ήταν νέος από τους τρεις συνοδούς του στην Ανταλλαγή, είπε τα εξής: «Όταν πήγαιναν τον Χατζεφεντή άρρωστο, για να τον διαβάση, ο άρρωστος θα γινόταν καλά διακόσια τοις εκατό, μόλις τον διάβαζε. Στα Φάρασα γιατρούς δεν είχαμε. Ο Χατζεφεντής ήταν ο γιατρός μας και μας θεράπευε με μια ευχή που μας διάβαζε…» Ο μεν Πατήρ Αρσένιος έκανε συνέχεια προσπάθεια να κρύβεται, η δε Χάρις του Θεού, που κατοικούσε μέσα του, συνέχεια τον πρόδιδε και μακριά ακόμη.


ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ – Θαυμαστή επιστροφή Ιερών Σκευών
Είχαν ληστέψει μια φορά πάλι οι Τούρκοι Ιερά Σκεύη της Εκκλησίας. Οι Φαρασιώτες ανησυχούσαν και προσπαθούσαν να βρουν τους κλέφτες. Ο Χατζεφεντής όμως ατάραχος τους λέγει: «Μην ανησυχήτε· θα δήτε τον Άη-Γιώργη να τα φέρνη ξωπίσω». Όταν οι ληστές έφθασαν στο Κοζάν-Ταγή, ενώ ήταν μέρα και ο ουρανός καθαρός, έπεσε απότομα μια παράξενη μαυρίλα μπροστά τους, που ήταν αδύνατο να προχωρήσουν, ούτε και τον ποταμό Φεραχτίν ήταν δυνατόν να περάσουν, που είχαν μπροστά τους. … Κατάλαβαν τότε οι ληστές ότι ήταν από τον Θεό αυτό το παράξενο φαινόμενο, και γύρισαν προς τα Φάρασα, για να επιστρέψουν τα Ιερά Σκεύη. Όταν όμως προχώρησαν λίγο τον δρόμο προς τα Φάρασα και η μαυρίλα είχε φύγει, το θεώρησαν για τυχαίο γεγονός και γύρισαν ξανά… ένιωσαν κάποιον να τους δέρνη αοράτως και να τους φέρνη έτσι καταπόδι μέχρι τα Φάρασα. Έφθασαν… και φώναζαν να τα ξεφορτώσουν γρήγορα, γιατί με τα χέρια τους προστάτευαν τα κεφάλια τους από τις ξυλιές που ένιωθαν αοράτως να τρώνε.


Ο Στέφανος Ζαχαρόπουλος διηγήθηκε ότι άλλη μια φορά πήγαν πάλι να ληστέψουν τον Χατζεφεντή τέσσερις Κούρτοι (Τούρκοι άγριας φυλής). Ο Πατήρ εκείνη την ώρα καθόταν στο δέρμα και διάβαζε (έκανε ανάγνωση). Είδε τους κλέφτες που άνοιξαν την πόρτα του, αλλά δεν τους μίλησε καθόλου. … Αφού τελικά δεν βρήκαν τίποτε οι κλέφτες, πήγαν να φύγουν, και ο ένας Κούρτης πήρε τα δύο σκεπάσματα που είχε ο Πατήρ διπλωμένα σε μια άκρη. (Αυτή ήταν όλη και όλη η περιουσία του). Τι έπαθαν όμως; Ενώ ήθελαν να φύγουν, δεν μπορούσαν να βρουν την πόρτα… σαν να είχαν τυφλωθή. … Τότε σηκώνεται ο Πατήρ, πιάνει τον έναν Κούρτη και του λέγει: – Να η πόρτα που βγαίνουν οι κλέφτες και πηγαίνουν στην κόλαση! Τότε μόνον μπόρεσαν να φύγουν και μετανόησαν και ζήτησαν και συγχώρεση οι ληστές. … «Αμάν, αμάν! Στον Χατζεφεντή μην πάτε να κλέψετε…»


– Γέροντα, φοβάμαι, όταν διακονώ μόνη μου στον ξενώνα.
Να κάνης κομποσχοίνι στον Χατζεφεντή, για να σου πει μετά και «ευλόγησον» ο κλέφτης!

– Εγώ, Γέροντα, φοβάμαι τα ταγκαλάκια.
Να παρακαλάς τον Χατζεφεντή να τα κοκαλώνει. Τι λες, δεν μπορεί; – Πώς δεν μπορεί, Γέροντα!

– Το ξέρεις ότι κοκάλωσε ένα αυτοκίνητο; … Μόλις επικαλέσθηκε τον Άγιο, κοκάλωσε το αυτοκίνητο στην μέση του δρόμου…

– Γέροντα, οι γιατροί είπαν ότι πρέπει να κάνω εγχείρηση στο κεφάλι.
Πήγαινε να χτυπήσεις το κεφάλι σου στην αγία κάρα του Αγίου Αρσενίου. … Έκανε την επέμβαση χωρίς νυστέρι και χωρίς να το καταλάβει ούτε η ίδια. Δόξα τω Θεώ! … Το θαύμα είναι μυστήριο, μόνο ζείται και δεν εξηγείται

… Τίποτε δεν είναι δύσκολο για τον Θεό και για έναν Άγιο που έχει παρρησία στον Θεό. Ο Χριστός είπε «Θα σας δώσω δύναμη να κάνετε θαύματα περισσότερα και μεγαλύτερα από όσα έκανα εγώ».

– Γέροντα, μέχρι ποιο σημείο πρέπει να αφήσω τον εαυτό μου στα χέρια του Θεού σε θέματα υγείας;
Πρώτα θα εμπιστευθείς τον Θεό, και μετά τον Θεό θα εμπιστευθείς τον άνθρωπο, τον γιατρό.

– Μια δύσκολη αρρώστεια, Γέροντα, πως πρέπει να την αντιμετωπίζουμε;
Πριν καταφύγετε σε γιατρούς, να προηγείται προσευχή, αγρυπνία, … Βάλτε και λίγο λαδάκι από την καντήλα του Αγίου Αρσενίου, πιείτε και λίγο αγιασμό, διαβάστε και κανένα ψαλμό.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», σελ. 112-11)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου