Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μεταλληνός, Ομότιμος Καθ. Θεολογικής Σχολής Αθηνών
Στη λειτουργική και ιστορική μνήμη του Έθνους μας αναδύεται αυτές τις μέρες η σεπτή μορφή του Οσίου Πατρός ημών Γερασίμου, του Νέου Ασκητού και Θαυματουργού, τον οποίο η Κεφαλλονιά έχει ιδιαίτερο λόγο να θυμάται (ανακομιδή του λειψάνου του).
Γιατί η Κεφαλλονιά καταξιώθηκε από τη Χάρη του Θεού να γίνει η «πατρίδα» του Αγίου Γερασίμου. Το σημαντικό δε στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι ο Άγιος Γεράσιμος συνδέθηκε τόσο πολύ με την Κεφαλλονιά, που μολονότι γι’ αυτήν «ξένος» – έτσι χαρακτηρίζεται σε ένα κεφαλλονίτικο έγγραφο του 16ου αιώνα) – Κεφαλλονιά και Άγιός της να είναι σήμερα αχώριστα μεταξύ τους και αδιαίρετα: Ο Άγιος Γεράσιμος έγινε… και καύχημα της Κεφαλλονιάς και ο ατίμητος θησαυρός της.
Θεωρώ επίκαιρο λοιπόν να στρέψουμε τη σκέψη μας σ’ έναν Άγιο, που δεν ανήκει μόνο στα Επτάνησα και την Κεφαλλονιά, αλλά σ’ όλη την Ορθοδοξία. Η προσπάθειά μου θα περιορισθεί στο να δώσω τα «κλειδιά» για μια «ρωμαίικη» προσέγγιση του Αγίου Γερασίμου και ερμηνεία της δράσης του στην Κεφαλλονιά και της σημασίας του τόσο γι’ αυτήν, όσο και γενικότερα για το Νεότερο Ελληνισμό.
1. Ο ερχομός του Αγίου Γερασίμου στην Κεφαλλονιά σε ταραγμένους καιρούς πιστεύω πως πρέπει να κατανοείται και ερμηνεύεται μάλλον μέσα στα όρια της θεολογίας της ιστορίας, παρά να αποδίδεται σ’ οποιεσδήποτε ιστορικές συγκυρίες. Από την άλωση κι εδώ – σταθμό όχι μόνο για την πορεία του Γένους μας, αλλά και για την όλη τοποθέτησή του απέναντι στην Τουρκιά και στη Φραγκιά – τα Ιόνια Νησιά δέχονται μια ευλογημένη συρροή ακεραίων Αγίων Λειψάνων που ανήκουν σε μεγάλες μορφές της Ρωμηοσύνης και φορείς της ρωμαίικης- ελληνορθόδοξης παράδοσης. Σπυρίδων και Θεοδώρα Αυγούστα στην Κέρκυρα, Γεράσιμος στην Κεφαλλονιά, Διονύσιος στη Ζάκυνθο. Ένα τείχος, έτσι, Ρωμηών (- Ορθοδόξων) Αγίων υψώνεται σαν μια πνευματική οροσειρά μπροστά στη Δύση για να κρατά τα Νησιά μέσα στη συνέχεια της παράδοσής τους, διατηρώντας την ελευθερία του πνεύματός τους παρά τη δουλεία των σωμάτων.
Η πορεία του Αγίου Γερασίμου, βιωτική και πνευματική, έχει κάτι το υπερφυσικό. Από τα Τρίκαλα της Κορινθίας, όπου είδε το φως του φθαρτού ήλιου, σε άλλους τόπους, όπου θα γνώριζε το άκτιστο και άδυτο Φως της Θείας Χάρης: Άγιον Όρος – Πόλη – Άγιοι Τόποι – Θεοβάδιστο Όρος Σινά – Κρήτη – Ζάκυνθος (κάτι τον έσπρωχνε στο Ιόνιο) και τέλος Κεφαλλονιά, όπου πέρασε τα πιο σημαντικά του χρόνια (1560-1579). Η πνευματική του εξάλλου πορεία συνοδευόταν από άσκηση και πνευματικό αγώνα, για να ενταχθεί ολόκληρος στη νηπτική παράδοση της Ορθοδοξίας, καθαρίζοντας την καρδιά του από κάθε πάθος, ξαναβρίσκοντας την ακεραιότητα και ενότητα της ύπαρξής του μέσα στον αγιοπνευματικό φωτισμό, ώστε να ξεπεράσει την ιδιοτέλεια του «πεπτωκότος ανθρώπου» και να δοθεί όλος στη διακονία των αδελφών του. Αυτός είναι άλλωστε ο καθιερωμένος δρόμος της Ορθοδοξίας, που τον ακολουθούν απαρέγκλητα όλοι οι αυθεντικά πιστοί, δηλαδή οι θεούμενοι. Από την πνευματικότητα, ως αγιοπνευματική αυθυπέρβαση του ανθρώπου, στην κοινωνικότητα, στην αγαπητική κοινωνία με το Θεό και τους συνανθρώπους.
2. Η παρουσία του Αγ. Γερασίμου στα Ιόνια Νησιά συμπίπτει με κρίσιμους καιρούς. Η Βενετοκρατία είχε αρχίσει για την Κεφαλλονιά στα 1500. Και δεν εσήμαινε μόνο πολιτικές ανακατατάξεις αλλά και εκκλησιαστικές. Κατάργηση της επισκοπής και συνεχείς διενέξεις με τη γειτονική Ζάκυνθο για το ζήτημα αυτό, που είχαν φυσικά αντίκτυπο στο Λαό, ο οποίος τελικά γίνεται πάντα ο κυματοθραύστης όλων των κοινωνικοπολιτικών αναστατώσεων.
Η νέα πολιτική και εκκλησιαστική κατάσταση, κυρίως η παρουσία του παπικού στοιχείου και η διείσδυση του δυτικού πνεύματος στις δομές και τους θεσμούς της κοινωνικής ζωής, αποτελούσε ανυπολόγιστη απειλή για την ανατολική – ορθόδοξη παράδοση, όχι μόνο εκκλησιαστικά φυσικά, αλλά και εθνικά. Ο παπισμός, έστω μέσα από τη βενετσιάνικη εκδοχή του, έφερνε στην Κεφαλλονιά για το Θεό μια αντίληψη καθαρά ειδωλολατρική, δηλαδή σχολαστική – δικανική, μια απολυταρχική εκκλησιαστική δομή (Πάπας,) ένα μοναχισμό αποστεωμένο πνευματικά με τη μορφή των (παπικών) ταγμάτων – στήριγμα του Παπισμού, μια κοινωνία με δομή φεουδαρχική και γενικά ένα κοινωνικό κλίμα φυσικών ταξικών διακρίσεων σε no- bili και popolari (ευγενείς και πληβείους).
Ο Αγ. Γεράσιμος όμως ήταν – ιδιαίτερα ως μοναχός – φορέας του κοινοβιακού ρωμαίικου πνεύματος. Φορέας της πατερικής κοινωνικής παράδοσης, της φυσικής ισότητας των ανθρώπων και ενότητάς τους «εν Χριστώ» (βλ. Γαλ. 3, 28). Η Ορθοδοξία είναι στην ίδια τη φύση της αντιφεουδαρχική, γιατί «έξ ενός αίματος εποίησεν (ο Θεός) παν έθνος ανθρώπων…» (Πράξ. 17, 26). Γι’ αυτό και το μοναστικό Κοινόβιο, με την έμπρακτη ισότητα όλων μέσα σ’ αυτό, αποτελεί συνέχεια των υπαρκτικών θεμελίων της Εκκλησίας, όπως τα έζησε η πρώτη ιεραποστολική κοινότητα (βλ. Πράξ. 2, 42 έ. και 4, 32 έ.) Δεν είναι, έτσι ούτε περίεργο, ούτε πρωτοφανές, που ίδρυσε Μοναστήρι Κοινοβιακό ο Άγιος. Γιατί αυτή είναι η ορθόδοξη παράδοση, στην οποία είχε ενταχθεί, και αν δεν την ακολουθούσε ούτε Ορθόδοξος ούτε Άγιος θα μπορούσε να γίνει.
Παράλληλα όμως η παρουσία του στην Κεφαλλονιά συνέδεε το λαό της με τον υπόλοιπο Ελληνισμό, που ευκολότερα μπορούσε να σώσει την παράδοση και το φρόνημά του κάτω από την Τουρκιά, απ’ όσο στα βενετοκρατούμενα Εφτάνησα. Συντηρεί έτσι ο Άγιος τη διασύνδεση με την υπόλοιπη Ρωμηοσύνη, στα όρια της ποιμαντικής του δραστηριότητας. Η πνευματική σκυτάλη, που έφερε μαζί του από το Μωριά και τους άλλους τόπους της ελληνορθόδοξης Ρωμηοσύνης, δόθηκε από τον Άγιο σε άξιους συνεχιστές: π.χ. στον Άγιο Διονύσιο (Σιγούρο), για να περάσει μετά στα χέρια τόσων άλλων στα κατοπινά χρόνια.
3. Ποιά ήταν όμως συγκεκριμένα τα στοιχεία της παράδοσης του Αγίου Γερασίμου; α) Εκκλησιαστική ζωή ως πορεία θεώσεως. Γι’ αυτό ιδρύει Μοναστήρι – πνευματικό δηλαδή θεραπευτήριο, όπου θα μπορεί ο «εμπεσών είς τους ληστάς» άνθρωπος (Λουκ. 10, 36) να βρει την εν Χριστώ αποκατάστασή του, για να γίνει «πλησίον» και «αδελφός» των άλλων, συνάνθρωπος και συνεργάτης, β) Αυτό σημαίνει καταξίωση του ατόμου σε πρόσωπο, σε κοινωνικό – δηλαδή πολιτικό (με την αριστοτελική αρχική σημασία) – όν, μέσα στην κοινωνία της αγάπης. Εδώ φαίνεται κυρίως η μεγάλη προσφορά του Αγ. Γερασίμου. Με το Μοναστήρι του όρθωσε ένα φραγμό απέναντι στο φράγκικο κοινωνικό «μοντέλο» και κρατούσε ζωντανή στον επτανησιακό Λαό την πατερική κοινωνικότητα, γ) Προσφέρει όμως ταυτόχρονα το πλαίσιο για τη διάσωση και δυνατότητα πραγμάτωσης αυτής της παράδοσης: τον πνευματικό αγώνα στα όρια της άσκησης, που δεν αφορούσε μόνο τις μοναχές του Μοναστηριού του, αλλά και όλους εκείνους, που στο Μοναστήρι του ζητούσαν πνευματική καθοδήγηση και ενίσχυση στον καθημερινό τους αγώνα. Γιατί μια ζωή σαν αυτή, που ζούσε και κήρυττε ο Άγ. Γεράσιμος, μόνο μέσα στη Χάρη του Θεού είναι κατορθωτή και δεν υπάρχει άλλο άνοιγμα στη Χάρη από την κάθαρση και άσκηση. Κοινωνικότητα χωρίς πνευματικότητα είναι αδύνατη, όπως και κοινοκτημοσύνη χωρίς το χάρισμα της αυτοπαραίτησης από κάθε απαίτηση υλική, της ακτημοσύνης. Διαφορετικά κάθε λόγος για ισότητα και δικαιοσύνη καταντά φλύαρη συνθηματολογία.
4. Έτσι κατανοείται και η κοινωνική προσφορά του Αγίου. Η Μονή του έγινε το επίκεντρο της κεφαλλονίτικης ζωής και εστία λαϊκού αναβαπτισμού, πνευματικού και κοινωνικού. Ο Άγιος συνέχισε ακόμη τη ρωμαίικη παράδοση, που είχε τις Μονές κιβωτούς πνευματικές και παιδευτικές για την ισόρροπη ανάπτυξη όλου του ανθρώπου, μέσα στη θεία και την ανθρώπινη σοφία. Το έργο του Αγίου Γερασίμου έβαινε παράλληλα με εκείνο των μεγάλων μοναχών και κληρικών της υπόλοιπης Ελλάδας, του Ευγενίου Γιαννούλη, του Αναστασίου Γορδίου, του Κοσμά Αιτωλού κ.ά. Με αυτή την «πολιτεία» (ζωή και κοινωνική δραστηριότητα) ήταν ο Άγιος ζωντανή και ασίγαστη αντίδραση απέναντι στο ξένο και το ξενόδουλο στοιχείο, σιωπηρή αλλά δυναμική επανάσταση και άμυνα στην απειλητική αλλοτρίωση.
5. Αυτός, είναι ο λόγος που, κατά την ταπεινή μου γνώμη, μένει και σήμερα ο Άγιος Γεράσιμος επίκεντρο της Κεφαλλονίτικης ζωής. Ακόμη και όσοι για διάφορους λόγους μένουν στο περιθώριο της εκκλησιαστικής ζωής δεν παραλείπουν σε «ειδικές» περιπτώσεις να δείχνουν με τον τρόπο τους το ενδιαφέρον τους για τον Άγιό τους. Ο Άγιος Γεράσιμος παραμένει ο «Θησαυρός» της Κεφαλλονιάς και το σημαντικότερο στοιχείο της πνευματικής και πολιτιστικής παράδοσής της.
Αυτό που βαρύνει όμως στη συνείδηση του Λαού σχετικά με τον Άγιο, είναι η αφθαρσία του λειψάνου του, στοιχείο της χαριτώσεως και θεώσεώς του – και η θαυματουργική του δύναμη, χάρισμα που του έδωσε η ενοικούσα μέσα του Αγιοτριαδική Αγάπη. Τα στοιχεία όμως αυτά τι άλλο αποτελούν παρά φανέρωση και επιβεβαίωση της γνησιότητας της παράδοσής του; Έξω από την παράδοση αυτή – ας μην το ξεχνάμε – χάνει ο Άγιος κάθε σημασία και δεν μπορεί να λειτουργήσει στην πολιτιστική και πνευματική συνέχειά μας. Γίνεται για μας «μουσειακό» είδος, άψυχο και ανενεργό. Αλλά κάτι τέτοιο ο Άγιός μας δεν είναι! Γιατί είναι φορέας ζωής αιωνίου και κατά χάριν χορηγός ζωής. Η παράδοση του Αγίου Γερασίμου είναι τρόπος ζωής, που μένει οπωσδήποτε ξένος σε οποίον a priori τον απορρίπτει, έστω και αν φανατικά «υπερασπίζει» τον Άγιο και την «πολιτιστική» του σημασία. Ο Άγιος Γεράσιμος συνδέεται – πράγματι – με την ιστορία της Κεφαλλονιάς και τη ζωή της, στα μέτρα όμως που καθορίζει η παράδοσή του, μέσα στην οποία έγινε αυτό που έγινε. Είναι η ελληνορθόδοξη παράδοση της Ρωμανίας – Βυζαντίου, αναιρετική της Τουρκίας και της Φραγκιάς και έλεγχος, αλλά και δείκτης, της δικής μας (όχι σπάνια ξενότροπης) πορείας.
Πηγή: Τεύχος A’, σελ. 23-26, Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Λ. Μεταλληνού «Μικρά Ιστορικά», Πρώτη έκδοση, Λευκωσία 1988 Γ.Δ. Μεταλληνός, Πίνδου 11, 15451 Αθήνα και Πολιτιστικός Όμιλος «Οι ρίζες», Τ.Κ. 3215 — Λεμεσός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου